Κάθε ταξίδι προς την πρωτεύουσα της χώρας έχει μια μικρή δόση αγωνίας. Το να ξεκινήσεις νωρίς για να περάσεις το Σαραντάπορο με καλές συνθήκες και να προλάβεις να σταματήσεις στην Ελασσόνα για μπουγάτσα δεν είναι πρόβλημα. Το να ξυπνήσεις νωρίς για να περάσεις πράγματι το Σαραντάπορο και να προλάβεις να είσαι στην ώρα σου στην πιθανή συνάντηση στην Αθήνα, καθώς ξεκινάς από την πλέον απομονωμένη περιφέρεια της χώρας, είναι ένα στοίχημα.
Το έχεις επιλέξει όμως, όπως έχεις επιλέξει τα απογεύματα μετά τη δουλειά να φοράς φόρμα εργασίας και γαλότσα και να κατεβαίνεις στο μικρό οινοποιείο που διατηρείς στις όχθες της λίμνης Πολυφύτου, με το δυσοίωνο μέλλον να καθρεφτίζεται πάνω της ως μόνιμο ερώτημα για μια περιοχή που καλλιεργούσε μόνο λιγνίτη για περισσότερο από 50 χρόνια.
Η Δυτική Μακεδονία υπήρξε επί δεκαετίες το κέντρο της λιγνιτικής παραγωγής στην Ελλάδα. Η παραγωγή λιγνίτη στην περιοχή κορυφώθηκε το 2002, φτάνοντας τους 55,8 εκατομμύρια τόνους. Από τότε, παρατηρείται σταδιακή μείωση, με την παραγωγή να ανέρχεται σε 10,3 εκατομμύρια τόνους το 2020.
Με Οινική και Πολιτιστική Παράδοση, Αλλά Χωρίς Ενιαία Τουριστική Ταυτότητα
Κάθε κάθοδος βέβαια στην Αθήνα για έναν νέο –σωματικά αλλά κυρίως ψυχικά– άνθρωπο, που συνδυάζει business and pleasure, αποτελεί μια εξαιρετική ευκαιρία ανάδειξης σε άλλους ομοϊδεάτες των δυνατοτήτων που προσφέρει η ελληνική επιχειρηματικότητα, με έμφαση στους τομείς της καινοτομίας, της τοπικής παραγωγής και του τουρισμού ανά περιφέρεια. Η έκθεση του ΣΜΟΕ −η δεύτερη στην οποία έχω συμμετάσχει ως οινοπαραγωγός− ανέδειξε με τον καλύτερο τρόπο τον πλούτο των εγχώριων προϊόντων και υπηρεσιών, καθώς και τις προοπτικές ανάπτυξης για το μέλλον. Ωστόσο, μια από τις διαπιστώσεις που προέκυψαν μέσα από αυτήν την εμπειρία είναι οι χαμένες ευκαιρίες για την Περιφέρεια Δυτικής Μακεδονίας, μια περιοχή με πλούσια οινική παράδοση αλλά χωρίς ενιαία τουριστική ταυτότητα.
Μετά τη μεταπολίτευση, η Περιφέρεια Δυτικής Μακεδονίας, παρά το γεγονός ότι διαθέτει μία Προστατευόμενη Ονομασία Προέλευσης (ΠΟΠ) και έξι Προστατευόμενες Γεωγραφικές Ενδείξεις (ΠΓΕ), δεν κατάφερε να αναπτύξει ένα ολοκληρωμένο τουριστικό προϊόν βασισμένο στον οινοτουρισμό και τον εναλλακτικό τουρισμό. Η έλλειψη στρατηγικού σχεδιασμού, οι αποσπασματικές δράσεις και η αδυναμία σύμπραξης των εμπλεκόμενων φορέων έχουν οδηγήσει σε μια κατάσταση όπου τα εξαιρετικά τοπικά προϊόντα δεν κεφαλαιοποιούνται πλήρως στο τουριστικό αφήγημα της περιοχής.
Σε αντίθεση με άλλες περιοχές της Ελλάδας, όπου η γαστρονομία και ο οινικός τουρισμός λειτουργούν ως κεντρικοί πυλώνες της τουριστικής ανάπτυξης, η Δυτική Μακεδονία δεν έχει καταφέρει ακόμα να αξιοποιήσει τις δυνατότητές της. Για να γίνουμε και λίγο πιο ακριβείς, οι διαδικτυακές αναζητήσεις για οινοτουρισμό στην Ελλάδα το 2022 ήταν αυξημένες κατά 41%, όπως προκύπτει από έρευνα της Tourix, η οποία αντανακλά την ανοδική διαδρομή της συγκεκριμένης μορφής τουρισμού στη χώρα μας.
Βάσει των αναζητήσεων χρηστών στην πλατφόρμα της Google, παρόμοια αύξηση, της τάξης του 42%, καταγράφεται και στις αναζητήσεις του α΄τριμήνου του 2023 σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο της προηγούμενης χρονιάς. Όπως προκύπτει από τα στοιχεία της έρευνας, οι περισσότεροι υποψήφιοι επισκέπτες κάνουν αναζητήσεις γενικά για wine tours Ελλάδα (31.8%), ενώ τη δεύτερη θέση καταλαμβάνουν τα wine tours στην περιοχή της Σαντορίνης (29.9%). Ακολουθούν οι αναζητήσεις για wine tours στην Κρήτη (10.2%), ενώ την πρώτη πεντάδα με τις περιοχές που αναζητούν περισσότερο οι χρήστες για wine tours συμπληρώνουν η Αθήνα (9.8%) και η Νεμέα (7%). Σύμφωνα με το Υπουργείο Τουρισμού, ο οινοτουρισμός αποτελεί μία από τις πλέον δυναμικά ανερχόμενες μορφές τουρισμού, με σημαντικές προοπτικές για το μέλλον.
Για το μέλλον, οι προκλήσεις που αναδύονται είναι σημαντικές. Το πολιτιστικό απόθεμα της περιοχής, όπως οι παραδοσιακές εκδηλώσεις της Αποκριάς στην Κοζάνη, τα Ραγκουτσάρια στην Καστοριά, οι εκδηλώσεις σχετικές με τα μανιτάρια στα Γρεβενά και οι Φωτιές στη Φλώρινα αποτελούν μοναδικά πολιτιστικά αλλά και πολιτισμικά στοιχεία που θα μπορούσαν να ενσωματωθούν σε μια στρατηγική τουριστικής ανάπτυξης. Επιπλέον, η ανάδειξη των τοπικών προϊόντων μέσα από συνδυαστικές δράσεις που περιλαμβάνουν γευσιγνωσίες, επισκέψεις σε οινοποιεία και βιωματικές εμπειρίες, θα μπορούσε να αποτελέσει έναν βασικό άξονα της νέας αναπτυξιακής στρατηγικής στην κρίσιμη καμπή του τέλους της λιγνιτικής δραστηριότητας, που είχε σημαντική συμβολή στην τοπική οικονομία.
Σύμφωνα με μελέτη του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδας, για κάθε τόνο λιγνίτη που εξορύσσεται στη Δυτική Μακεδονία, η τοπική οικονομία κέρδιζε συσσωρευτικά 23,81 ευρώ, ενώ για κάθε χίλιους τόνους λιγνίτη συντηρούνταν 0,45 θέσεις εργασίας. Η συνεργασία μεταξύ των τοπικών φορέων, των οινοπαραγωγών και των τουριστικών επιχειρήσεων είναι απαραίτητη για τη δημιουργία μιας ολοκληρωμένης τουριστικής πρότασης που θα προσελκύσει επισκέπτες τόσο από την Ελλάδα όσο και από το εξωτερικό και θα δώσει μια νέα αρχή σε ένα βίαιο τέλος.
Η Έκθεση ΣΜΟΕ 2025 ανέδειξε τη δυναμική των ελληνικών επιχειρήσεων, αλλά και τα κενά που πρέπει να καλυφθούν για την τουριστική ανάπτυξη της Δυτικής Μακεδονίας. Είναι στο χέρι των τοπικών φορέων να εκμεταλλευτούν τις ευκαιρίες και να επενδύσουν σε μια ενιαία τουριστική στρατηγική, που θα αξιοποιεί πλήρως το πολιτιστικό, οινικό και φυσικό κεφάλαιο της περιοχής, καθώς πλέον έχουμε καλές πρακτικές. Σας αφήνω, όμως, καθώς ο δρόμος για το οινοποιείο μας αλλά και πολλών άλλων συναδέλφων δεν είναι σίγουρα στρωμένος με ροδοπέταλα, αλλά στη δική μας περίπτωση δεν είναι −σε πολλά σημεία− ούτε με άσφαλτο.
Διαβάστε επίσης στην αθηΝΕΑ:
ΣΜΟΕ: Ξεπερνώντας Κάθε Προσδοκία Επισκεψιμότητας
Η Σάμος και τα «Κρασιά του Ήλιου» Υποψήφια στον Κατάλογο της UNESCΟ