Η Ελλάδα στην Εποχή των Fake News

Πρόκειται για έναν όρο που πριν λίγα χρόνια πιθανότατα δεν θα αναγνωρίζαμε. Τα fake news ή “ψευδείς ειδήσεις” -κι ας ηχεί μάλλον αδόκιμος ο όρος- και τα φαινόμενα παραπληροφόρησης γενικότερα, έδειξαν το επικίνδυνο πρόσωπό τους για πρώτη φορά με τόσο επιδραστικό τρόπο στις αμερικανικές προεδρικές εκλογές του 2016. Έκτοτε, αντιμετωπίζονται ως ύπουλος κίνδυνος που απειλεί να διαβρώσει και θέτει υπό αμφισβήτηση, καθημερινά, έναν από τους σημαντικότερους πυλώνες της δημοκρατίας, τον Τύπο. Πόσο ευάλωτοι είμαστε εμείς οι Έλληνες σε τέτοια φαινόμενα;

Ο Ρόλος των Κοινωνικών Δικτύων

Διατρέχοντας κανείς την ιστορία, αντιλαμβάνεται φυσικά ότι τα fake news δεν  είναι ένα πραγματικά καινούριο φαινόμενο. Απέκτησε όμως άλλη δυναμική, μετατράπηκε σε πραγματικό όπλο στα χέρια εκείνων που αντιλήφθηκαν πώς να το αξιοποιήσουν, τα τελευταία χρόνια, και σε μεγάλο βαθμό εξαιτίας του τρόπου που λειτουργούν τα κοινωνικά δίκτυα.

Το επιχειρηματικό μοντέλο των τελευταίων απαιτεί χρήστες που περνούν όσο το δυνατόν περισσότερο χρόνο στις πλατφόρμες αυτές, που είναι απορροφημένοι και ενεργοί -συμμετέχουν με likes, clicks, σχόλια- και που χαρίζουν απλόχερα τα προσωπικά τους δεδομένα στους τεχνολογικούς κολοσσούς για να απολαμβάνουν τις “δωρεάν” -αποκλειστικά και μόνο στην επιφάνεια- παρεχόμενες υπηρεσίες.

Όταν κάποιος απελευθερώνεται από τον “περιορισμό” της απεικόνισης της πραγματικότητας, μπορεί να πει ολοένα και πιο πειστικά, συναρπαστικά και επιδραστικά παραμύθια. Το ότι πρόκειται για παραμύθια δεν είναι πια παρά λεπτομέρεια.

Τι υλικό είναι αυτό που “τρέχει” καλύτερα, υπό αυτές τις προϋποθέσεις; Τι άρθρα θα τραβήξουν την προσοχή και θα κρατήσουν το χρήστη καρφωμένο στην οθόνη του; Την απάντηση την ξέρετε φυσικά, και δεν εξαρτάται στο παραμικρό από το πόσο αληθές ή ακριβές είναι το περιεχόμενό τους.

Τουναντίον, όταν κάποιος απελευθερώνεται από τον “περιορισμό” της απεικόνισης της πραγματικότητας, μπορεί να πει ολοένα και πιο πειστικά, συναρπαστικά και επιδραστικά παραμύθια. Το ότι πρόκειται για παραμύθια δεν είναι πια παρά λεπτομέρεια. Άλλωστε, για κάθε ψευδή είδηση, μπορεί να βρει “εναλλακτικά γεγονότα” για να την υποστηρίξουν – άλλος ένας όρος που δεν θα αναγνωρίζαμε αν δεν τον είχε χρησιμοποιήσει η στενή σύμβουλος του Donald Trump, Kellyanne Conway, το 2017, στην προσπάθειά της να υπερασπιστεί ένα από τα εκατοντάδες ψέματα και ανακρίβειες που βγαίνουν καθημερινά από το στόμα του Αμερικανού προέδρου. Οι New York Times τα μέτρησαν και κατά τον πρώτο χρόνο της θητείας του πλησίαζαν τα 200…

Εύφορο Έδαφος στην Ελλάδα

Στη δική μας χώρα, τα fake news μπορεί να μην έχουν ακόμα καθορίσει το αποτέλεσμα εκλογών. Μπορεί τα πιο διάσημα hoaxes -όπως η ψευδής είδηση για το θάνατο του σκηνοθέτη Κώστα Γαβρά- να ακούγονται σχετικά αβλαβή. Όμως, σε μια χώρα όπου ένας στους τρεις πιστεύουν ότι οι γραμμές στον ουρανό είναι απόδειξη ότι μας ψεκάζουν, είναι σαφές ότι έχουμε εισέλθει δυναμικά στην εποχή της “μετά-αλήθειας”. Δεδομένου δε ότι οι βασικοί πρεσβευτές της “άποψης” αυτής, οι ΑΝΕΛ, καταφέραν τέσσερις φορές να μπουν στο ελληνικό κοινοβούλιο και συγκυβερνούν παρέα με τον ΣΥΡΙΖΑ του Αλέξη Τσίπρα από το 2015, μάλλον έχουμε υποτιμήσει το ρόλο που έχουν παίξει στην Ελλάδα τέτοιου είδους φαινόμενα μέχρι σήμερα.

Το πόσο ακριβώς ευάλωτοι είμαστε, βέβαια, σηκώνει μεγάλη συζήτηση και πολύ βαθύτερη ανάλυση. Σίγουρα, το γεγονός ότι μαθαίνουμε τα νέα μας μέσα από τα κοινωνικά δίκτυα σε ποσοστό 71% -το δεύτερο μεγαλύτερο από το δείγμα ευρωπαϊκών χωρών που εξετάστηκαν σε πρόσφατη μελέτη του Ινστιτούτου Reuters στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης- δεν προκαλεί μεγάλη αισιοδοξία.

Στο πιο πρόσφατο ετήσιο Digital News Report του οργανισμού για τους τρόπους που χρησιμοποιούν το διαδίκτυο για την ενημέρωσή τους οι κάτοικοι 37 χωρών στην Ευρώπη, στη Βόρεια και στη Νότια Αμερική, στην Ανατολική Ασία και στην Ωκεανία, η Ελλάδα είναι, επίσης, η μοναδική ευρωπαϊκή χώρα στην οποία περισσότεροι χρήστες του διαδικτύου ενημερώνονται από τα social media, παρά βλέπουν ειδήσεις ή ειδησεογραφικές εκπομπές στην τηλεόραση. Το ποσοστό αυτών που ενημερώνονται από τον έντυπο τύπο -εφημερίδες ή περιοδικά – έστω και μία φορά την εβδομάδα είναι 26% – κατέχουμε δηλαδή την 31η θέση ανάμεσα στις 37 χώρες της έρευνας.

Ζήτημα Εμπιστοσύνης & Αυτοπεποίθησης

Την ίδια στιγμή, οι Έλληνες έχουμε ιδιαίτερα χαμηλή εμπιστοσύνη στις ειδήσεις που διαβάζουμε στα παραδοσιακά μέσα ενημέρωσης. Σύμφωνα με την ίδια έρευνα, μόλις το 26% δηλώνει ότι εμπιστεύεται τις ειδήσεις που διαβάζει από οποιοδήποτε ΜΜΕ. Τη χαμηλή εμπιστοσύνη των Ελλήνων στα ΜΜΕ αποτυπώνει και η πρόσφατη έρευνα για τις αξίες των Ελλήνων World Values Survey που έδωσε στη δημοσιότητα ο ερευνητικός οργανισμός διαΝΕΟσις τον Σεπτέμβριο. Ερωτώμενοι για τους θεσμούς τους οποίους εμπιστεύονται, οι Έλληνες τοποθετούν στον πάτο της σχετικής λίστας, μεταξύ άλλων, τον Τύπο και την τηλεόραση.

Οι τάσεις αυτές επιβεβαιώνονται και από στοιχεία πρόσφατου Ευρωβαρόμετρου που παρουσιάστηκαν από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, σύμφωνα με το οποίο μόλις 4 στους 10 Έλληνες εμπιστεύονται λίγο ή πολύ την ενημέρωση που παρέχει η τηλεόραση, σε αντίθεση με τους 7 στους 10 Ευρωπαίους. Συνολικά, η χώρα κατατάσσεται μεταξύ των πιο δύσπιστων Ευρωπαίων απέναντι στην πληροφόρηση που προέρχεται από τα παραδοσιακά μέσα ενημέρωσης, και είναι πιο εύπιστοι από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο σε ό,τι αφορά τόσο τις online πλατφόρμες εικόνων και ήχων, όσο και τα κοινωνικά δίκτυα και τις εφαρμογές μηνυμάτων.

Οι Έλληνες φαίνεται ότι συναντούν πιο συχνά απ’ όλους τους Ευρωπαίους φαινόμενα παραπληροφόρησης. Σε ερώτηση του Ευρωβαρόμετρου σχετικά με το πόσο συχνά συναντούν οι Έλληνες ψευδή νέα ή πληροφορίες που θεωρούν ότι διαστρεβλώνουν την πραγματικότητα, οι Έλληνες απαντούν ότι συναντούν fake news τουλάχιστον μια φορά την εβδομάδα σε ένα από τα υψηλότερα ποσοστά στην Ευρώπη (74%), ενώ, μαζί με την Ισπανία, πάνω από τους μισούς ερωτηθέντες δηλώνουν ότι συναντούν fake news κάθε μέρα ή τουλάχιστον κάθε μέρα.

Τέλος, πόσο σίγουροι νιώθουν οι συμπατριώτες μας σε ό,τι αφορά την ικανότητά τους να ξεχωρίζουν τις ψευδείς ειδήσεις από τις αληθείς; Λιγότεροι από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο του 71% δηλώνουν ότι είναι πολύ ή σχετικά σίγουροι ότι μπορούν να εντοπίσουν fake news – συγκεκριμένα, μόλις το 64%.

Τι σημαίνει για την πολιτική μας ζωή και την πιθανότητα ανάκαμψης της χώρας μια κοινωνία τόσο ευάλωτη στα fake news; Εκ πρώτης όψεως, βαθύτατη απαισιοδοξία. Η χώρα με τα μεγαλύτερα ίσως προβλήματα στην Ευρώπη, χαμένη στον ωκεανό της παραπληροφόρησης και της σύγχυσης, πώς στην ευχή θα τα αντιμετωπίσει; Ίσως το μόνο θετικό στην περίπτωση της Ελλάδας είναι ότι μαζί με τα fake news, έχει εκτιναχθεί και η καχυποψία έναντι όλων, περιλαμβανόμενων ίσως και των κάθε είδους δημαγωγών…

Tο άρθρο αυτό δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Φιλελεύθερος» την Πέμπτη 1 Νοεμβρίου.

ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΟΣ
Editor-in-Chief & CEO
Editor-in-Chief & CEO

Η Μαριάννα Σκυλακάκη είναι οικονομολόγος, εκδότρια και αρχισυντάκτρια της αθηΝΕΑς, του βραβευμένου ελληνικού διαδικτυακού μέσου ενημέρωσης που έχει τα μάτια του στραμμένα στο μέλλον. Σπούδασε Oικονομικά και Πολιτικές Επιστήμες στο Πανεπιστήμιο του Bristol και κατέχει μεταπτυχιακό στη Δημόσια Διοίκηση (MPA in Public Policy & Management) από τo London School of Economics. Ξεκίνησε την καριέρα της στο Λονδίνο, όπου εργάστηκε ως αναλυτής στο τμήμα επενδυτικής τραπεζικής της Goldman Sachs για μια τριετία. Επέστρεψε στην Αθήνα και ίδρυσε την αθηΝΕΑ το 2014 με σκοπό να απευθυνθεί σε ένα ευρύ κοινό δραστήριων και απαιτητικών ελληνόφωνων αναγνωστών που αναζητούσαν μια ενημέρωση πιο κοντά στα δικά τους ενδιαφέροντα. Αρθρογραφεί τακτικά στον ελληνικό τύπο ως πολιτική και οικονομική αναλύτρια και έχει αποκομίσει σημαντική εμπειρία στο συντονισμό συζητήσεων σε συνέδρια και ημερίδες στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Εργάζεται παράλληλα ως σύμβουλος σε θέματα οικονομικών και δημόσιας διοίκησης, με ιδιαίτερη εμπειρία σε projects στον κλάδο του τουρισμού, της αγροδιατροφής και του clustering.

ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ

Τα σημαντικότερα νέα της ημέρας, στο inbox σου κάθε μεσημέρι!

ΕΓΓPΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER

+