La Cueillette des Olives (Η συγκομιδή της ελιάς) , Δεκέμβριος 1889, Λάδι σε καμβά, Vincent Van Gogh. Τον Απρίλιο του 1889, ο Vincent Van Gogh γράφει στον αδελφό του Theo: “Η ελιά είναι κάτι τόσο ξεχωριστό και εξαιρετικό, υπερβολικά όμορφο για να τολμήσω να το ζωγραφίσω ή να μπορέσω να το συλλάβω. Η ελιά είναι άλλο πράγμα”.
Η Μαρία Κουτσομάλλη-Μορώ, υπεύθυνη της συλλογής του Ιδρύματος Βασίλη & Ελίζας Γουλανδρή, περιγράφει εύγλωττα το έργο στη φωνητική ξενάγηση: “Τον Ιούνιο του 1889 […] στην ζωγραφική του τον καθοδηγεί η επιθυμία να ζωγραφίζει θέματα απλά, που τα αντλεί από τη γη, από τη φύση. Μένει πολλές ώρες έξω στους ελαιώνες, ώσπου στις αρχές Δεκεμβρίου κατορθώνει να αποτυπώσει τρεις γυναίκες ενώ μαζεύουν ελιές […]. Η εκδοχή που παρουσιάζεται εδώ φτιάχτηκε εμπρός στο θέμα”.
Και συνεχίζει: “Η χρωματική γκάμα είναι, όπως την περιγράφει ο ίδιος ο Van Gogh ‘απαλή, γαλήνια’. […] Δουλεμένη με παχιές στρώσεις, δίνοντας έτσι ωραία υφή στον καμβά. Οι μικρές, δυναμικές πινελιές κάνουν όλα τα στοιχεία να δείχνουν ζωντανά, τα φύλλα των δένδρων, που σαλεύουν στον άνεμο, τους ροζιασμένους από τα χρόνια κορμούς, την οργωμένη γη, τον άστατο ουρανό, τις γυναίκες που δουλεύουν. Όμως, ούτε το τσουχτερό κρύο, ούτε ο μόχθος διαφαίνονται στο αποτέλεσμα. Αισθάνεται κανείς αληθινή αρμονία με την ευεργετική φύση”.
Με την ξενάγηση να ολοκληρώνεται: “Η παρούσα συγκομιδή της ελιάς ξεχωρίζει […] χάρη στον αυθορμητισμό που προκύπτει από τη ζωγραφική δημιουργία in situ. Αυτό κάνει τη σύνθεση πιο χρωματισμένη, τις πινελιές πιο νευρικές και επομένως λιγότερο ακριβείς. Το μέρος που φαίνεται να δουλεύτηκε με μεγαλύτερη θέρμη είναι ο ουρανός, προπαντός η κάτω αριστερή γωνία, όπου οι στρώσεις δείχνουν πολύ παχιές. Εκεί βλέπουμε γαλάζιο, λευκό, ροζέ αλλά και βιολετί και κίτρινο. Και όσο πλησιάζουμε τον πίνακα, τόσο διακρίνουμε ότι η παλέτα, που ήθελε να είναι πολύ απλή, είναι στην πραγματικότητα πιο σύνθετη. Και αυτό σε κάθε λεπτομέρεια του πίνακα.”
Παρατηρούσα έκθαμβη το αριστούργημα του Van Gogh το οποίο εκτίθεται στον 1ο όροφο του νέου μουσείου του Ιδρύματος Β&Ε Γουλανδρή στην Αθήνα. Θα μπορούσα να στέκομαι εκεί ώρες ολόκληρες απολαμβάνοντας τα συναισθήματα πληρότητας και ευδιαθεσίας που μου προκαλούσε το έργο του πρωτοπόρου καλλιτέχνη. Η μεστή σύνθεση, η επιλογή και ο μοναδικός συνδυασμός των χρωμάτων, η ανάγλυφη υφή που ευχόμουν να μπορώ να αγγίξω, με μαγνήτισαν, δικαιώνοντας την προσμονή μου για την επίσκεψη στο νέο μουσείο που εγκαινιάστηκε στις 2 Οκτωβρίου 2019, στην οδό Ερατοσθένους 13, στο Παγκράτι.
Το Πορτραίτο της Ελίζας Γουλανδρή (1969) από τον Marc Chagall, το οποίο υποδέχεται τους επισκέπτες στην είσοδο του μουσείου, η Γυμνή Γυναίκα με Σηκωμένα Χέρια (1907) του Pablo Picasso, με σαφή σύνδεση στο ρηξικέλευθο έργο του Δεσποινίδες της Αβινιόν (1907), η Πασιέντζα (1942) του Georges Braque, η ερωτική Αιώνια Άνοιξη (1884) του Auguste Rodin, η δημοφιλής Μικρή Χορεύτρια Δεκατεσσάρων Ετών (c.1878-1881) του Edgar Degas, η ριζοσπαστική Νεκρή Φύση με Γκρέιπ-φρουτ (1901/1902) του Paul Gauguin, ο ανάγλυφος Καθεδρικός Ναός της Ρουέν το πρωί (ροζ απόχρωση) (1894) του Claude Monet, η λεπτεπίλεπτη Γυναίκα στον Κήπο του κυρίου Forest (1891) του Henri de Toulouse-Lautrec, η χαρακτηριστική Γυναίκα της Βενετίας V (1956) του Alberto Giacometti, η μοντέρνα Καρυάτιδα (c.1914) του Amedeo Modigliani, ο εξπρεσιονιστικός Αριθμός 13 (1950) του Jackson Pollock, το ομιχλώδες Ταξίδι της Επιστροφής (1986) του Ed Ruscha είναι τα έργα που προσέλκυσαν περισσότερο το ενδιαφέρον μου, τραβώντας με να εξετάσω από κοντά την τεχνική και την ιδιαίτερη ματιέρα τους. Η θέαση των έργων αυτών μέσω φωτογραφιών δίνει μία πρώτη ιδέα της εικόνας τους, όμως το μεγαλείο τους μπορείτε να το ζήσετε μόνο βλέποντάς τα από κοντά.
Τα υποκειμενικά κριτήρια και η προσωπική αισθητική των ιδρυτών Βασίλη και Ελίζας Γουλανδρή τους οδήγησαν στη συλλογή μοναδικών έργων με αφετηρία τη λεγόμενη École de Paris, με την οποία συνδέθηκαν τα μεγαλύτερα ονόματα των πρωτοπόρων καλλιτεχνών που έδρασαν στο Παρίσι στο πρώτο μισό του 20ού αιώνα, μεταξύ των δύο Παγκοσμίων Πολέμων (1918-1940).
Κορυφαία ονόματα καλλιτεχνών του Ιμπρεσιονιστικού και Μεταϊμπρεσιονιστικού ρεύματος, της Μοντέρνας και της Σύγχρονης Τέχνης, όπως Monet, Degas, Rodin, Claudel, Van Gogh, Cézanne, Gaugin, Toulouse-Lautrec, Kandinsky, Modigliani, Picasso, Braque, Matisse, Miró, Chagall, Giacometti, Pollock, Lalanne, Lichtenstein, Hepworth, Bacon, καθώς επίσης και ένα έργο του προδρόμου της μοντέρνας τέχνης El Greco, παρουσιάζονται στους πρώτους δύο ορόφους του μουσείου. Στον τρίτο και τον τέταρτο όροφο παρουσιάζονται έργα της νεότερης και σύγχρονης ελληνικής τέχνης σημαντικών καλλιτεχνών του 20ού αιώνα όπως Παρθένης, Χατζηκυριάκος-Γκίκας, Μόραλης, Τόμπρος, Τσαρούχης, Takis, Μελά, αλλά και έργα της πρόσφατης εικαστικής σκηνής της χώρας.
Το νέο μουσείο της Αθήνας δεν είναι μία ακόμα προσθήκη στον πολιτιστικό χάρτη της χώρας, αποτελεί μοναδική πηγή πλούτου γνώσεων και μύησης στην τέχνη, προβάλλοντας σε απόσταση αναπνοής αριστουργήματα διεθνών καλλιτεχνών για έργα των οποίων θα χρειαζόταν να ταξιδέψει κανείς χιλιάδες μίλια για να τα δει από κοντά.