Το LocHal στην ολλανδική πόλη Τίλμπουρχ δημιουργήθηκε για να στεγάσει ατμομηχανές στα χρόνια του Μεσοπολέμου και για την ακρίβεια το 1932. Μαζί με τη ζωή, προχώρησε και η τεχνολογία, με αποτέλεσμα ο ατμός να πάψει να χρησιμοποιείται ως κινητήρια δύναμη. Το εν λόγω κτήριο αφέθηκε στη μοίρα του. Παροπλισμένο και άχρηστο, έστεκε όσο μπορούσε στα τσιμεντένια ποδάρια του περιμένοντας πως, αργά η γρήγορα, κάθε κομμάτι του ένδοξου παρελθόντος του θα πουλιόταν για παλιοσίδερα.
Στις αρχές του περασμένου χρόνου, όμως, τον Ιανουάριο του 2019, το ερειπωμένο υπόστεγο όχι μόνο δεν είχε διαλυθεί στα εξ ων συνετέθη, αλλά άνοιξε τις πύλες του εντελώς ανανεωμένο, σύγχρονο και καλογυαλισμένο, χρήσιμο και πολιτισμένο, στεγάζοντας πλέον τη δημόσια βιβλιοθήκη της πόλης.
Αυτή η ιδιωτική, κατά κύριο λόγο, πρωτοβουλία είχε ως αποτέλεσμα το Τίλμπουρχ των περίπου 200.000 κατοίκων να αποκτήσει ένα ολοκαίνουργιο και προφανώς αξιοζήλευτο “λίβινγκ ρουμ”, όπως χαρακτηρίστηκε το LocHal από τον Τύπο. Αυτό το ιδιαίτερο σαλόνι που παράπαιε μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας, μετατράπηκε σ’ έναν δημόσιο χώρο με διακριτό θέμα τους σιδηροδρόμους, που μπορεί να φιλοξενήσει εκατοντάδες αναγνώστες και χιλιάδες βιβλία.
Έχει επίσης τη δυνατότητα να διαμορφώνει τους εσωτερικούς χώρους στη “στιγμή” και ανάλογα με τις ανάγκες, χάρη στα έξι γιγαντιαία υφασμάτινα πετάσματα (με συνολική επιφάνεια 4.125 τετραγωνικών μέτρων) που μετακινούνται μέσω υπολογιστή, αλλά και να φιλοξενεί εκδηλώσεις σε μία σκηνή που δημιουργείται από τρεις μεγάλες πλατφόρμες τρένου πάνω σε ρόδες, οι οποίες μετακινούνται χάρη στις διατηρημένες παλιές ράγες.
Το παλιό υπόστεγο για ατμομηχανές μέσα σε ένα χρόνο ανέπτυξε ιλιγγιώδη ταχύτητα, με αποτέλεσμα ως πολιτιστικό κέντρο και δημόσια βιβλιοθήκη μετά από δώδεκα μήνες λειτουργίας, να ονομαστεί, στο δωδέκατο ετήσιο παγκόσμιο φεστιβάλ αρχιτεκτονικής (WAF) που πραγματοποιήθηκε στο Άμστερνταμ, παγκόσμιο κτίριο της χρονιάς 2019.
Η επιτυχημένη ανανέωση του LocHal δεν είναι μια απλή υπόθεση που αφορά μόνο τους κατοίκους του Τίλμπουρχ ή τους πιθανούς επισκέπτες της ολλανδικής πόλης. Αφορά τους πάντες ή έστω όλους όσοι αντιλαμβάνονται πως αυτός ο πλανήτης δεν αντέχει άλλη κακομεταχείριση.
Οικοδομικά Υλικά Προς Επαναχρησιμοποίηση
Ο Guardian, σε πρόσφατο δημοσίευμά του, υποστηρίζει πως ο κατασκευαστικός κλάδος δημιουργεί τεράστιες εκπομπές CO2. Στο Ηνωμένο Βασίλειο αντιπροσωπεύει το 60% όλων των χρησιμοποιούμενων υλικών, ενώ παράλληλα δημιουργεί το ένα τρίτο όλων των αποβλήτων και παράγει το 45% όλων των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα.
Για να τεκμηριώσει την άποψή του, ο αρθρογράφος της βρετανικής εφημερίδας Oliver Wainwright φιλοξενεί τις απόψεις του Ολλανδού αρχιτέκτονα που εργάζεται για την ανάπτυξη μιας δημόσιας βάσης δεδομένων για τα οικοδομικά υλικά υπαρχόντων κτιρίων και της δυνατότητας επαναχρησιμοποίησής τους, Thomas Rau. “Τα απόβλητα είναι υλικά χωρίς ταυτότητα. Αν παρακολουθήσουμε την προέλευση και την απόδοση κάθε στοιχείου ενός κτιρίου, δίνοντάς του μια ταυτότητα, μπορούμε να εξαλείψουμε τα απόβλητα”, λέει ο Ολλανδός αρχιτέκτονας, ο οποίος εξηγεί πως σήμερα υπάρχουν περισσότερα από 2,5 εκατ. τετραγωνικά μέτρα οικοδομικής ύλης καταγεγραμμένα στη βάση δεδομένων του Madaster, και αυτή τη στιγμή συνεργάζεται με τις αρχές του Άμστερνταμ για να καταγράψει τα συστατικά στοιχεία κάθε δημόσιου κτιρίου στην πόλη.
Ο Thomas Rau δεν είναι τυχαίος. Είναι πρωταγωνιστής στη διεθνή συζήτηση για τη βιωσιμότητα, την έλλειψη πόρων και τη χρήση ανανεώσιμης ενέργειας στην αρχιτεκτονική. Το σύνθημά του είναι “ας κάνουμε ό,τι χρειάζεται, όχι ό,τι είναι εφικτό” και η πεποίθηση του συμπεριλαμβάνεται στη φράση “δεν μπορούμε να βελτιώσουμε τον κόσμο εάν δεν αλλάξουμε την καρδιά της οικονομίας”.
Οι Ολλανδοί, ο Thomas Rau και οι ομοϊδεάτες του δεν είναι οι μόνοι που κόπτονται εμπράκτως για τη (δυσοίωνη) πορεία του πλανήτη. Η Κοπεγχάγη έχει βαλθεί να γίνει η πιο πράσινη πόλη του κόσμου μέχρι το 2025 και στο πλαίσιο αυτό ο αρχιτέκτονας Anders Lendager πέτυχε μείωση της εκπομπής του διοξειδίου του άνθρακα κατά 50- 70%, με την ανάπτυξη συγκροτημάτων κατοικιών με επαναχρησιμοποιήσιμα υλικά.
Μάχιμος, εμπνευσμένος και αποφασισμένος, ο συγγραφέας (με την Sabine Oberhuber) του βιβλίου “Material Matter” εκτιμά πως η πραγματική πρόκληση δεν είναι η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, αλλά η αλλαγή του τρόπου σκέψης. Βλέπει ένα μέλλον στο οποίο κάθε τμήμα ενός κτιρίου θα αντιμετωπίζεται ως προσωρινή υπηρεσία. “Η ιδιοκτησία αποκλείει την καινοτομία”, λέει και “η αντιμετώπιση των κατασκευαστικών στοιχείων ως υπηρεσίας θα άρει την προγραμματισμένη απαξίωση και θα αυξήσει τη διαφάνεια και την υπευθυνότητα”.
Έμπειρος και πεπεισμένος για τη συμβολή της αρχιτεκτονικής στη σωτηρία του πλανήτη, έπεισε την εταιρεία Philips να “δανείσει” τα φώτα της στο αεροδρόμιο Schiphol του Άμστερνταμ και συνέβαλε στην απόφαση της ολλανδικής κυβέρνησης, που έτσι κι αλλιώς φιλοδοξεί να επιτύχει την ανάπτυξη της κυκλικής οικονομίας έως το 2050, να θεσπίσει φορολογικά κίνητρα για εκείνους που καταχωρούν κατασκευαστικά υλικά των οικοδομών τους στο BIM (Building Information Modeling / Model), μια διαδικασία δημιουργίας και διαχείρισης κτιριακών δεδομένων σε ολόκληρο τον κύκλο ζωής του κτιρίου).
Οι Ολλανδοί, ο Thomas Rau και οι ομοϊδεάτες του δεν είναι οι μόνοι που κόπτονται εμπράκτως για τη (δυσοίωνη) πορεία του πλανήτη. Η Κοπεγχάγη έχει βαλθεί να γίνει η πιο πράσινη πόλη του κόσμου μέχρι το 2025 και στο πλαίσιο αυτό ο αρχιτέκτονας Anders Lendager πέτυχε μείωση της εκπομπής του διοξειδίου του άνθρακα κατά 50- 70%, με την ανάπτυξη συγκροτημάτων κατοικιών με επαναχρησιμοποιήσιμα υλικά. Τα Resource Rows υψώθηκαν χάρη σε μια νέα τεχνική που επέτρεψε την επαναχρησιμοποίηση τούβλων, και συγκεκριμένα αυτών της τεράστιας κατεδαφισμένης ζυθοποιίας Carlsberg της Κοπεγχάγης, ενώ για τα Upcycle Studios χρησιμοποιήθηκαν ανακυκλωμένο σκυρόδεμα (υλικό που συνήθως καταλήγει στις χωματερές), ανακαινισμένα δάπεδα από δρύινα πατώματα και αλουμίνιο από ανακυκλωμένα κουτιά.
Όσο ευεργετικές για τον πλανήτη κι αν είναι οι πρωτοβουλίες αρχιτεκτόνων όπως ο Thomas Rau και ο Anders Lendager, ή αρχιτεκτονικών γραφείων όπως οι Lacaton & Vassal, Frédéric Druot και Christophe Hutin, που μεταμόρφωσαν 530 κατοικίες του 1960 στο Grand Parc του Μπορντώ στη Γαλλία (βραβείο σύγχρονης αρχιτεκτονικής Mies van der Rohe Award για το 2019), ή των δημιουργών της επίσης βραβευμένης δημόσιας βιβλιοθήκης στην ολλανδική πόλη Τίλμπουρχ, δεν παύουν να είναι μεμονωμένες πρωτοβουλίες οραματιστών που συμπαρασύρουν μόνο τις ελάχιστες κυβερνήσεις που έχουν αληθινό οικολογικό ενδιαφέρον, αντιλαμβάνονται την επιτακτική αναγκαιότητα της κυκλικής οικονομίας, αλλά και τη σπουδαιότητα επαναχρησιμοποίησης οικοδομικών υλικών. Κοινώς… σταγόνα στον ωκεανό.
Τουλάχιστον όμως, χάρη σ΄ αυτές τις μεμονωμένες πρωτοβουλίες, τα παράθυρα, τα δοκάρια, τα τούβλα, το σκυρόδεμα από ευτελή σκονισμένα οικοδομικά υλικά, πεταμένα στους δρόμους και τις χωματερές αποκτούν την αξία πολύτιμων κοσμημάτων, που μπορεί να μη χαϊδεύουν λεπτεπίλεπτους λαιμούς και κρινοδάχτυλα, αλλά συμβάλλουν στην αλλαγή νοοτροπίας και την πιθανότητα αυτός ο πλανήτης να διατηρήσει την ανάσα του.