Η αμφισβήτηση ξεκινά με τον Καρτέσιο. Στο βιβλίο του με τίτλο
Στοχασμοί Επί της Πρώτης Φιλοσοφίας, ο Καρτέσιος αρχίζει λέγοντας πως πολλά απ’ αυτά που ένιωθε ότι ήταν δεδομένα, τελικά “τον πρόδωσαν”. Ως γνήσιος άνθρωπος της επιστήμης, αποφάσισε λοιπόν να βρει σε τι μπορεί τελικά να βασιστεί. Διαπιστώνει ότι “κάθεται στο γραφείο του, με ένα κερί να καίει, γράφοντας φιλοσοφία” και παρατηρεί ότι βασίζει τη διαπίστωση αυτή στην όρασή του, μια αίσθηση την οποία δεν μπορούμε να εμπιστευτούμε, διότι πολλές φορές στη ζωή μας, μας κοροϊδεύει. Μπορεί να δούμε ένα όραμα, έναν αντικατοπτρισμό, ένα όνειρο. Μπορεί απλά να νομίσουμε πως είδαμε κάτι, που δεν ήταν τελικά εκεί. Επομένως, καταλήγει ο Γάλλος φιλόσοφος, πρέπει να απορρίψουμε αυτά που μας λένε τα μάτια μας ως αβέβαια. Τον Καρτέσιο τον ενδιαφέρει μόνο το απολύτως αδιαμφισβήτητο.
Συνεχίζοντας στο ίδιο σκεπτικό, καταλήγει ότι όλα μπορούν να αμφισβητηθούν, με τις αισθήσεις πρώτες πρώτες, εκτός από ένα πράγμα, το γεγονός ότι σκεπτόμαστε. Σύμφωνα με τον Καρτέσιο, και λάθος να είναι οι σκέψεις μας, είναι γεγονός ότι είναι εκεί, είναι συνεπώς λογικό επακόλουθο ότι υπάρχουμε, γιατί, για να υπάρχουν σκέψεις, κάποιος πρέπει να τις έχει. Κάπου εδώ εμφανίζεται και το γνωστό σε όλους “cogito ergo sum” ή “σκέφτομαι άρα υπάρχω”. Για τον Καρτέσιο λοιπόν, το μυαλό μας, και όχι οι αισθήσεις μας, είναι αυτό στο οποίο βασίζουμε τις γνώσεις μας.
Δεν χρειαζόμαστε την “εμπειρία” του φτερωτού αλόγου για να το δούμε με το μάτι του μυαλού μας.
Ο Spinoza και ο Leibniz που ανάφερα παραπάνω δεν ακολουθούν αυτήν ακριβώς τη λογική του Καρτέσιου, είναι όμως στην ίδια πλευρά του αρχικού ερωτήματος: το μυαλό μας είναι πιο σημαντικό από τις αισθήσεις. Απόδειξη; Σκεφτείτε ένα πουλί που πετάει. Τώρα ένα άσπρο άλογο να τρέχει. Ενώστε τις δύο εικόνες νοερά και πιθανώς το μυαλό σας να πήγε στον Πήγασο. Ένα τέτοιο ον είναι μυθικό, δεν υπάρχει, επομένως, αν οι αισθήσεις μας ήταν οι μόνες που μας τροφοδοτούσαν με πληροφορίες, δεν θα μπορούσαμε να καταλήξουμε στο φτερωτό άλογο. Δεν χρειαζόμαστε την “εμπειρία” του φτερωτού αλόγου για να το δούμε με το μάτι του μυαλού μας.
Εμπειριστές ή “Δεν Γίνεται Χωρίς τις Αισθήσεις Μας”
Στο άλλο στρατόπεδο έχουμε τους εμπειριστές. Σύμφωνα μ’ αυτούς, “δεν γίνεται χωρίς τις αισθήσεις μας”, τις εμπειρίες μας δηλαδή. Μόνο αυτές μας επιτρέπουν να είμαστε προσγειωμένοι και να διατηρούμε την επαφή μας με την πραγματικότητα. Αν δεν είχαμε δει ποτέ ένα πουλί ή ένα άλογο, είναι πολύ πιθανό να μη τα είχαμε φανταστεί όπως όντως μοιάζουν, πόσο μάλλον να φτάσουμε στον Πήγασο…
Για τον Berkeley, υπάρχει κυριολεκτικά ένα κενό εκτός του πλαισίου των αισθήσεων.
Από τους τρεις εμπειρικούς, αυτός που πήγε το επιχείρημα αυτό στα άκρα ήταν ο επίσκοπος Berkeley, σύμφωνα με τον οποίο, μόνο όσα γίνονται αντιληπτά είναι στην πραγματικότητα υπαρκτά. Με άλλα λόγια, αν κάτι δεν γίνεται αισθητό, δεν έχω κανένα λόγο να πιστεύω ότι υπάρχει. Αυτό όμως σημαίνει ότι αν εγώ μιλάω με κάποιον που είναι απέναντι μου, και για κάποιο λόγο γυρίσω τη πλάτη μου, σύμφωνα με τον Berkeley, δεν θα έχω κανένα λόγο να πιστέψω ότι είναι ακόμα εκεί που τον άφησα, πόσο μάλλον ότι θα είναι εκεί όταν γυρίσω πάλι προς το μέρος του. Υπάρχει κυριολεκτικά ένα κενό εκτός του πλαισίου των αισθήσεων.
Ο Locke και ο Hume δεν έφτασαν σ’ αυτό το σημείο, επέμειναν όμως ότι οι αισθήσεις είναι άκρως σημαντικές. Σύμφωνα με τον πρώτο, ο άνθρωπος όταν γεννιέται είναι μια λευκή σελίδα ή “tabula rassa”. Όντας ζωντανός και αποκτώντας εμπειρίες, σιγά σιγά αυτή γεμίζει αυτή τη σελίδα. Έτσι έχουμε μπροστά μας το άτομο που βλέπουμε σήμερα. Ο Hume από την πλευρά του, μπορεί να μην είπε τίποτα για λευκές σελίδες, υποστήριξε όμως πως ό,τι δεν έχει βάση την επιστήμη και τη λογική, πρέπει να καεί στην πυρά. Οι αισθήσεις μας είναι μετρήσιμες, υπολογίσιμες, άρα και ακριβείς.
Ο Hume μπορεί να μην είπε τίποτα για λευκές σελίδες, υποστήριξε όμως πως ό,τι δεν έχει βάση την επιστήμη και τη λογική, πρέπει να καεί στην πυρά.
Παρά ταύτα, ο Hume δεν ήταν απόλυτος στην απόρριψή του όσον αφορά τη σημασία του νου. Θέτοντας ένα αντίστοιχο παράδειγμα με τον Πήγασο, ζητά από τον αναγνώστη να σκεφτεί μια σειρά από πλακάκια σε ένα τεράστιο διάδρομο, τα οποία είναι βαμμένα σε κάθε απόχρωση του μπλε και τοποθετημένα από το πιο σκούρο, στο πιο ανοιχτόχρωμο. Έστω ότι κάποιος περπατά στο διάδρομο αυτό και παρατηρήσει πως ένα πλακάκι (άρα και μια απόχρωση) λείπει. Αυτήν την απόχρωση δεν την έχει δει ποτέ στη ζωή του, δεν την έχει αντιληφθεί, ώστε να εμπλουτιστεί η γνώση του, όσον αφορά την ύπαρξή της. Ο Hume υποστηρίζει πως ο άνθρωπος αυτός δεν θα είχε κανένα πρόβλημα να φανταστεί την απόχρωση που λείπει, κι ας μη την έχει “ζήσει”.
Τα σημαντικότερα νέα της ημέρας,
στο inbox σου κάθε μεσημέρι!
ΕΓΓΡΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER
Χρήσιμα Εργαλεία
Σήμερα, κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί τη σημασία του νου, ούτε όμως και τη σημασία των αισθήσεων – άλλωστε η αντίληψη των αισθήσεών μας περνά μέσα από το μυαλό, επομένως ο διαχωρισμός δεν είναι πάντα ξεκάθαρος. Ξέρουμε ότι και τα δυο “εργαλεία” έχουν ελαττώματα, καθώς και όρια, δεν υπάρχει λοιπόν απάντηση στο αρχικό μας ερώτημα.
Τα διδάγματα του Καρτέσιου όμως παραμένουν επίκαιρα, όπως και του Hume. Είναι παράλληλα πολύ σημαντικό κάποιος να είναι εξοπλισμένος με την υγιή αμφισβήτηση του Καρτέσιου, με τη μεθοδολογία του Spinoza, το παράδειγμα του Hume και το εύρος του Leibniz. Έτσι έρχεται η πρόοδος. Μέσα από την αμφισβήτηση και τη δημιουργική διαφωνία.
Η αλήθεια ίσως να είναι κάπου στη μέση, όπως λέει κι ο σοφός λαός. Τελικά, η διαμάχη αυτή οδήγησε έναν ιδιότροπο καθηγητή από την Πρωσία που άκουγε στο όνομα Immanuel Kant να ασχοληθεί με τη φιλοσοφία και να ενώσει τις δύο πλευρές στο
αριστούργημά του που άλλαξε τον κόσμο για πάντα. Σύμφωνα μ’ αυτόν, χρειαζόμαστε τις αντικειμενικές εμπειρίες των αισθήσεών μας, τις οποίες, στη συνέχεια, ο υποκειμενικός μας νους επεξεργάζεται. Ας τα αφήσουμε όμως αυτά για ένα επόμενο κείμενο…
Ο Κυριάκος Σεραφειμάκης γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα. Στα 18 του έφυγε για την Αγγλία όπου ξεκίνησε σπουδές στη κοινωνιολογία και στη συνέχεια στράφηκε στη φιλοσοφία. Ακολούθησαν δυο μεταπτυχιακά στο Εδιμβούργο, ένα στην αναλυτική φιλοσοφία και ένα στη διοίκηση επιχειρήσεων.
Επέστρεψε στην Ελλάδα εν μέσω κρίσης και δούλεψε σε εταιρεία consulting για ένα χρόνο. Εργάστηκε στο Υπουργείο Εξωτερικών κατά τη διάρκεια της Ελληνικής Προεδρίας του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μέχρι της εκλογές του 2015.
Ασχολείται με την αρθρογραφία, την πολιτική σκηνή της χώρας μας αλλά και της Ευρώπης.