Κάπως έτσι, λοιπόν, βρέθηκα κι εγώ προ δύο εβδομάδων να σπρώχνω την περιστρεφόμενη πόρτα ενός από τα πιο ιστορικά κτήρια της πόλης. Ευθεία μπροστά μου, ο “χειμερινός κήπος” της Μεγάλης Βρεταννίας με περίμενε με την αρχοντιά του, ενώ ήδη ηχούσαν στα αυτιά μου οι μελωδίες από το πιάνο που, στρατηγικά τοποθετημένο στην είσοδο, κατέκλυζε την ατμόσφαιρα με νότες κλασικής μουσικής.
Παρήγγειλα ένα ποτήρι σαμπάνια και κάθισα σε περίοπτη θέση για να παρακολουθήσω. Τον ταλαντούχο πιανίστα Πέτρο Καρπαθάκη σύντομα πλαισίωσαν η υψίφωνος Κάτια Πάσχου και ο τενόρος Γιώργος Ναστός. Ο κόσμος είχε ήδη μαζευτεί και απολάμβανε το περιβάλλον όταν ακούστηκαν οι πρώτες νότες του “O Mio Babbino Caro”. Άλλωστε, ο μήνας Νοέμβριος ήταν αφιερωμένος στη Μαρία Κάλλας!
Βερόνα, 1947
Ξεκινάμε από την αρχή της πορείας της, όταν το 1947 μια κομβική συνάντηση με τον τενόρο Giovanni Zenatello στη Νέα Υόρκη την οδηγεί στη Βερόνα, για να πρωταγωνιστήσει μαζί του ως “La Gioconda”. Τον Ιούνιο του 1947 η Κάλλας διαμένει σ’ ένα απλό ξενοδοχείο ονόματι Accademia και περνάει χρόνο στα εστιατόρια κοντά στο ρωμαϊκό αμφιθέατρο. Εκεί θα γνωρίσει και το μελλοντικό της σύζυγο, τον παθιασμένο με την όπερα βιομήχανο Giovan Battista Meneghini. Τον Αύγουστο, η Κάλλας θα τραγουδήσει στην Αρένα της Βερόνα, υπό τη διεύθυνση του Tullio Serafin και, παρά το γεγονός ότι παίζει με τραυματισμένο πόδι, η παράσταση στέφεται με επιτυχία. Οι κριτικές είναι καλές, όμως η αναγνώριση αργεί.
Η Κάλλας παραμένει στην Ιταλία και τραγουδάει σε διάφορες πόλεις. Το 1949 η τύχη της χαμογελά. Η φωνή της θα ηχογραφηθεί για πρώτη φορά στην τελική πράξη της όπερας του Richard Wagner “Τριστάνος και Ιζόλδη”, κατά την ερμηνεία της διάσημης άριας “Liebestod”. Στη συνέχεια, ο Tullio Serafin ψάχνει αντικαταστάτρια για τη Margherita Carosio που αρρώστησε ξαφνικά, για το ρόλο της Ελβίρας στην όπερα “Οι Πουριτανοί” του Vincenzo Bellini. Η Κάλλας έχει μόνο 6 ημέρες για να μάθει το ρόλο, διστάζει, όμως ο Serafin θα την εμπιστευτεί και θα την πείσει ότι μπορεί να τα καταφέρει. Η επιτυχία της σε αυτή την παράσταση αποτελεί, κατά πολλούς, το σημείο που η Μαρία Κάλλας έπεισε τους πάντες για τις απίστευτες δυνατότητες της φωνής της.
Μιλάνο, 1953
Η Μαρία Κάλλας κοντεύει τα 30 και η φωνή της βρίσκεται σε άψογη κατάσταση. Το έργο μετρά ήδη 53 χρόνια από την πρεμιέρα του και αποτελεί διασκευή του θεατρικού “La Tosca” του Victorien Sardou. Υπό την καθοδήγηση του Victor de Sabata, με τον Tito Gobbi ως πανούργο Scarpia και τον Giuseppe Di Stefano στο ρόλο του Cavaradossi, η Κάλλας θα κάνει δικό της τον ομώνυμο ρόλο, αποδίδοντας την απελπισία και το πάθος μιας γυναίκας που χάνει τον αγαπημένο της στα χέρια μιας άδικης εξουσίας.
Η συγκεκριμένη ηχογράφηση θεωρήθηκε η κορυφαία του έργου, με τις πωλήσεις να συνεχίζονται ακόμη και σήμερα, ο δε ρόλος της Tosca θα γίνει σήμα κατατεθέν για την Κάλλας. To Δεκέμβριο του 2017, οι New York Times φιλοξένησαν ένα καταπληκτικό άρθρο του κριτικού Anthony Tommasini, που αναλύει βήμα βήμα την ηχογράφηση και το μοναδικό τρόπο με τον οποίο η Κάλλας αγκάλιασε το ρόλο της Tosca, χαρακτηρίζοντάς την ως την καλύτερη ηχογράφηση όπερας όλων των εποχών.
Λισσαβόνα, 1958
Η Κάλλας θα κληθεί να συμμετάσχει στην παραγωγή της “La Traviata” που ανέβηκε στο Εθνικό Θέατρο στη Λισσαβόνας εκείνη τη χρονιά – μία από τις συνολικά 63 εμφανίσεις της στο ρόλο της Βιολέτας στη διάρκεια της καριέρας της. Υπάρχει δε μία ανεπίσημη και ερασιτεχνική ηχογράφηση της παράστασης από τεχνικό του θεάτρου που έμεινε στην ιστορία ως συλλεκτική, όταν κυκλοφόρησε σε περιορισμένο αριθμό αντιτύπων.
Λονδίνο, 1964
Η τηλεόραση μπαίνει σιγά σιγά σε περισσότερα σπίτια, έτσι οι τηλεοπτικές κάμερες της αγγλικής τηλεόρασης θα μαγνητοσκοπήσουν τις παραστάσεις της “Carmen” το 1962 και της “Tosca” το 1964 από το Covent Garden και θα μας χαρίσουν μοναδικές εικόνες της Μαρίας Κάλλας πάνω στη σκηνή. Τα εισιτήρια για την παράσταση της “Tosca”, μια παραγωγή του Franco Zeffirelli, εξαντλούνται σε 48 ώρες, με τους φανατικούς του είδους να κατασκηνώνουν κυριολεκτικά έξω από τα εκδοτήρια! Οι φήμες για προβλήματα στη φωνή της Κάλλας πολλαπλασιάζονται, φήμες τις οποίες η ίδια δεν διαψεύδει, όμως η ερμηνεία της στη σκηνή είναι συγκλονιστική, κάνει έτσι τις κακές γλώσσες να σιωπήσουν. Η σχέση της με τον Αριστοτέλη Ωνάση βρίσκεται σε ήρεμα νερά και η Κάλλας γνωρίζει την αποθέωση σε κάθε της εμφάνιση, έχοντας πλέον αναγνωριστεί ως μια από τις μεγαλύτερες φωνές στην ιστορίας της όπερας.
Μπείτε σε οπερατική διάθεση ακούγοντάς την να ερμηνεύει το “Vissi d’Arte” στο Covent Garden, αλλά και την “Habanera” ως Carmen δύο χρόνια νωρίτερα.
Τόκιο, 1974
Το 1973 έχει ξεκινήσει και τα προβλήματα υγείας της Μαρίας Κάλλας είναι εμφανή. Παρ’ όλα αυτά, θα πειστεί από τον παλιό της συνεργάτη, τενόρο Giuseppe Di Stefano, να πραγματοποιήσουν από κοινού μια σειρά εμφανίσεων με κομμάτια από τα διασημότερα έργα που είχαν ερμηνεύσει.
Η περιοδεία χαρακτηρίστηκε “καταστροφική” καλλιτεχνικά, ήταν όμως ένας προσωπικός θρίαμβος δύο προσωπικοτήτων που γνώριζαν ότι βρίσκονταν, πλέον, στη δύση της καριέρας τους. Επί ένα χρόνο ανέβασαν παραστάσεις σε όλο τον πλανήτη, με τις αίθουσες γεμάτες από κόσμο που τους αποθέωνε και τους αποχαιρετούσε. Οι συγκεκριμένες παραστάσεις είναι γνωστές ως Farewell Concerts. Η περιοδεία τους ξεκίνησε από το Αμβούργο στις 25 Οκτωβρίου του 1973 και ακολούθησαν άλλες 40 παραστάσεις σε Ευρώπη, ΗΠΑ, Καναδά, Νότιο Κορέα και Ιαπωνία.
Στις 11 Νοεμβρίου του 1974, στο Σαπόρο της Ιαπωνίας, ο κόσμος θα απολαύσει για τελευταία φορά τη μοναδική Κάλλας. Τρία χρόνια αργότερα, εξουθενωμένη από την ασθένεια που την ταλαιπωρούσε, πληγωμένη από τον έρωτά της για τον Αριστοτέλη Ωνάση, αλλά και θλιμμένη για τον θάνατό του το 1975, πεθαίνει στο σπίτι της στο Παρίσι, στις 16 Σεπτεμβρίου 1977, σε ηλικία 54 ετών. Απολαύστε την σε μια από τις τελευταίες της παραστάσεις στο Τόκιο στις 19 Οκτωβρίου 1974.
* Η Πέμπτη 6/12 είναι η μόνη Πέμπτη του Δεκεμβρίου κατά την οποία δεν θα πραγματοποιηθεί Βραδιά Όπερας στο Winter Garden.