Ζητούνται Πράσινες Επενδύσεις

Οι επενδύσεις έχουν ως μοναδικό στόχο το κέρδος, σωστά; Όχι απαραίτητα. Όπως κανείς μπορεί να διαλέξει το επίπεδο ρίσκου που επιθυμεί για το χαρτοφυλάκιό του ή τον κλάδο που τον ενδιαφέρει ή το asset class που ταιριάζει καλύτερα στις επιδιώξεις του, έτσι μπορεί ολοένα και πιο εύκολα να προσδώσει στις επενδύσεις του και μια διάσταση… ηθική. Είναι με άλλα λόγια σε θέση να επενδύσει σε επιχειρήσεις με κοινωνικό αποτύπωμα, ενώ τελευταία -δεδομένης και της ολοένα και πιο απειλητικής διάστασης της κλιματικής αλλαγής- έδαφος φαίνεται να κερδίζει και η κατηγορία των λεγόμενων “πράσινων επενδύσεων”, που μας δίνουν τη δυνατότητα να στηρίξουμε το περιβάλλον, επωφελούμενοι παράλληλα και από ολοένα και πιο ικανοποιητικές αποδόσεις.

Με αφορμή, αφενός το πρώτο πιστοποιημένο πράσινο ομόλογο στην Ελλάδα, το οποίο εκδόθηκε προ ημερών από την Τέρνα Ενεργειακή, και αφετέρου τη συζήτηση που ξεκινά σήμερα σε ευρωπαϊκό επίπεδο για τη θέσπιση κανόνων γύρω από τις βιώσιμες επενδύσεις -τι λογίζεται τελικά ως “πράσινο” και τι όχι;- σας παρουσιάζουμε ένα μικρό αφιέρωμα στις πράσινες επενδύσεις.

Τι θεωρούμε πράσινο και τι όχι;

Μια πράσινη επένδυση αποτελεί υποκατηγορία της ευρύτερης ομπρέλας Κοινωνικά Υπεύθυνων Επένδυσεων (Socially Responsible Investing ή SRI) και συνδέεται με επενδυτικές δραστηριότητες που επικεντρώνονται σε εταιρείες ή projects περιβαλλοντικά επωφελή – που δεσμεύονται για τη συντήρηση των φυσικών πόρων του πλανήτη, συνδέονται με την παραγωγή ανανεώσιμων πηγών ενέργειας ή την πράσινη καινοτομία γενικότερα, αλλά και με κάθε είδους περιβαλλοντικά συνειδητές πρακτικές. Πράσινο εδώ νοείται ό,τι θα μπορούσε να θεωρηθεί καλό για το περιβάλλον – με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, σε μικρό ή μεγαλύτερο βαθμό.

Υπάρχουν οι επενδύσεις που είναι “αμιγώς πράσινες”, τα λεγόμενα “pure-plays”, και αφορούν επιχειρηματικές δραστηριότητες που είναι αποκλειστικά προσανατολισμένες στην προστασία του περιβάλλοντος. Σκεφτείτε για παράδειγμα μια εταιρεία που ασχολείται με την έρευνα και την καινοτομία στον χώρο των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, την ανακύκλωση ή την ενεργειακή αποδοτικότητα.

Στο βαθμό που οι επενδυτές συνεχίσουν να βρίσκουν ελκυστικό το συνδυασμό αυτό ηθικής και κερδοφορίας, η αγορά θα συνεχίσει να μεγαλώνει.

Πράσινες μπορεί να θεωρηθούν όμως και επενδύσεις σε εταιρείες που έχουν υιοθετήσει περιβαλλοντικά υπεύθυνες πρακτικές στην παραγωγική τους διαδικασία ή που εμπλέκονται μερικώς με πράσινα projects – ακόμη και εταιρείες που δίνουν πίσω ένα μέρος των κερδών τους σε δράσεις που αντισταθμίζουν το αρνητικό αποτύπωμά τους στο περιβάλλον.

Το πού τραβάει βέβαια κανείς τη γραμμή ως προς το τι είναι τελικά πράσινο είναι ακόμα υποκειμενικό. Θα μπορούσε μια επένδυση σε μετοχές π.χ. στη ΔΕΗ, με τις ρυπογόνες λιγνιτικές μονάδες να θεωρηθεί πράσινη, αν η εταιρεία έδινε παράλληλα έμφαση στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές; Δεδομένου πάντως ότι οι επενδύσεις σε pure-plays τείνουν να είναι αρκετά πιο ριψοκίνδυνες, καθώς μιλάμε συχνά για νεοφυείς επιχειρήσεις που προσπαθούν να αξιοποιήσουν την τελευταία λέξη της τεχνολογίας σε projects αβέβαιης επιτυχίας, για πολλούς επενδυτές είναι αρκετό να επενδύσουν σε μια πιο παραδοσιακή επιχείρηση, η οποία όμως είναι σε θέση να παρουσιάσει και κάποια περιβαλλοντικά εχέγγυα.

Ένα από τα ιδιαίτερα επιτυχημένα παραδείγματα των τελευταίων ετών από πλευράς αποδόσεων είναι το fund που έστησε το 2004 ο πρώην αντιπρόεδρος της Αμερικής Al Gore, σε συνεργασία με τον τραπεζίτη David Bland, ονόματι Generation. Το fund διαχειρίζεται σήμερα περίπου 20 δισ. δολάρια και τα επενδύει σε εταιρείες “που προσφέρουν αγαθά και υπηρεσίες συμβατές με μια κοινωνία χαμηλών εκπομπών άνθρακα, ευημερούσα, δίκαιη, υγιή και ασφαλή”.

Ένα πράσινο χαρτοφυλάκιο

Φυσικά, οι πράσινες επενδύσεις δεν εξαντλούνται σε μετοχές. Ένας επενδυτής έχει μια σειρά από άλλες επιλογές στη διάθεσή του αν θέλει να χτίσει ένα πράσινο χαρτοφυλάκιο, όπως αμοιβαία κεφάλαια, Διαπραγματεύσιμα Αμοιβαία Κεφάλαια (Exchange Traded Funds ή ETFs), αλλά και ομόλογα.

Είναι χαρακτηριστικό ότι η αγορά για πράσινα ομόλογα -ομόλογα δηλαδή των οποίων τα έσοδα προορίζονται για περιβαλλοντικά επωφελή έργα και εκδίδονται είτε από την πλευρά κυβερνήσεων, είτε μεγάλων εταιρειών- αυξάνεται σταθερά τα τελευταία χρόνια. Σύμφωνα με το Bloomberg, η αγορά ξεκίνησε το 2019 δυναμικά, με εκδόσεις άνω των 45 δισ. δολαρίων το πρώτο τρίμηνο της χρονιάς, αυξημένες κατά 50% σε ετήσια βάση.

Σε τι οφείλεται η ανάπτυξη της δυναμικής αυτής; Μερικώς στο γεγονός ότι σε ολοένα και μεγαλύτερο βαθμό οι επιχειρήσεις καλούνται να εντάξουν την αειφορία ως κεντρικό στοιχείο της στρατηγικής τους, την ίδια στιγμή που μεγαλύτερη αξία δίνεται και στη διαφάνεια σε ό,τι αφορά τις πρακτικές τους και στον αντίκτυπο που έχουν αυτές στο περιβάλλον, αλλά και στην ευρύτερη κοινωνία. Ασφαλώς, η αυξημένη αυτή δραστηριότητα συνδέεται και με τη στροφή που παρατηρείται και στην κοινή γνώμη που παρουσιάζει μια αυξημένη ευαισθητοποίηση σε ό,τι αφορά τα ζητήματα αυτά.

Παράλληλα, πρωτοβουλίες όπως το Σχέδιο Δράσης για τη Χρηματοδότηση της Αειφόρου Ανάπτυξης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που έχει ως στόχο τον αναπροσανατολισμό ροών κεφαλαίων προς την κατεύθυνση βιώσιμων επενδύσεων, τη διαχείριση των χρηματοοικονομικών κινδύνων που απορρέουν από την κλιματική αλλαγή, την περιβαλλοντική υποβάθμιση και τα κοινωνικά ζητήματα, και τέλος την ενίσχυση της διαφάνειας και της μακροπρόθεσμης οικονομικής και χρηματοπιστωτικής δραστηριότητας, παίζουν κι αυτές σημαντικό ρόλο, αυξάνοντας τα κίνητρα για πράσινη χρηματοδότηση.

Προσοχή στις απομιμήσεις…

Στο τέλος βέβαια της ημέρας, η επένδυση πρέπει να βγάζει νόημα και για την τσέπη αυτών που τη χρηματοδοτούν και, μέχρι προσφάτως, η ιδέα ότι οι πράσινες επενδύσεις μπορούσαν, πέρα από ηθική ικανοποίηση, να προσφέρουν ελκυστικές αποδόσεις ήταν μάλλον αμφισβητούμενη. Το 2012 ακαδημαϊκοί του Πανεπιστημίου του Μιζούρι μελέτησαν 131 πράσινα αμοιβαία κεφάλαια και κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι τα πήγαν χειρότερα από παραδοσιακά funds.

Φυσικά, η συγκεκριμένη αγορά είναι ακόμη σε πρώιμο στάδιο, ενώ η ασάφεια σε σχέση με το τι λογίζεται ως πράσινο και τι όχι υπογραμμίζει την απουσία παγκόσμιων προτύπων που με συνέπεια θα κατηγοριοποιούν τις επενδύσεις με βάση το περιβαλλοντικό τους αποτύπωμα. Επιπροσθέτως, έχουμε στη διάθεσή μας πολύ περιορισμένα στοιχεία για να συγκρίνουμε την απόδοση των συγκεκριμένων επενδύσεων σε σχέση με άλλες πιο παραδοσιακού τύπου. Στο βαθμό πάντως που οι επενδυτές συνεχίσουν να βρίσκουν ελκυστικό το συνδυασμό αυτό ηθικής και κερδοφορίας, η αγορά θα συνεχίσει να μεγαλώνει.

ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΟΣ
Editor-in-Chief & CEO
Editor-in-Chief & CEO

Η Μαριάννα Σκυλακάκη είναι οικονομολόγος, εκδότρια και αρχισυντάκτρια της αθηΝΕΑς, του βραβευμένου ελληνικού διαδικτυακού μέσου ενημέρωσης που έχει τα μάτια του στραμμένα στο μέλλον. Σπούδασε Oικονομικά και Πολιτικές Επιστήμες στο Πανεπιστήμιο του Bristol και κατέχει μεταπτυχιακό στη Δημόσια Διοίκηση (MPA in Public Policy & Management) από τo London School of Economics. Ξεκίνησε την καριέρα της στο Λονδίνο, όπου εργάστηκε ως αναλυτής στο τμήμα επενδυτικής τραπεζικής της Goldman Sachs για μια τριετία. Επέστρεψε στην Αθήνα και ίδρυσε την αθηΝΕΑ το 2014 με σκοπό να απευθυνθεί σε ένα ευρύ κοινό δραστήριων και απαιτητικών ελληνόφωνων αναγνωστών που αναζητούσαν μια ενημέρωση πιο κοντά στα δικά τους ενδιαφέροντα. Αρθρογραφεί τακτικά στον ελληνικό τύπο ως πολιτική και οικονομική αναλύτρια και έχει αποκομίσει σημαντική εμπειρία στο συντονισμό συζητήσεων σε συνέδρια και ημερίδες στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Εργάζεται παράλληλα ως σύμβουλος σε θέματα οικονομικών και δημόσιας διοίκησης, με ιδιαίτερη εμπειρία σε projects στον κλάδο του τουρισμού, της αγροδιατροφής και του clustering.

ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ

Τα σημαντικότερα νέα της ημέρας, στο inbox σου κάθε μεσημέρι!

ΕΓΓPΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER

+