Θα ήθελα να δώσω ένα δυνατό μήνυμα προς τους γονείς, κατά κύριο λόγο, αλλά και προς όλους τους συγγενείς και ανθρώπους που σχετίζονται με παιδιά και συμβάλλουν στη διαπαιδαγώγησή τους, και πολύ περισσότερο, στη διαμόρφωση της προσωπικότητας, της αυτοπεποίθησης και αυτοεκτίμησής τους. Η επιλογή του σημερινού θέματος απορρέει από μία συζήτηση με μία φίλη, μητέρα δυο μικρών παιδιών, και το τυχαίο άκουσμα της λεκτικής ανταλλαγής μεταξύ ενός πατέρα και της περίπου 10-11 ετών κόρης του, που περπατούσαν στο ίδιο πεζοδρόμιο με εμένα.
Η συζήτηση με τη φίλη μου έλαβε χώρα με αφορμή μια δική της κινηματογραφική πρόταση, την ταινία “Χωρίς Αγάπη” (Loveless, 2017), η οποία αναφέρεται στη συμπεριφορά δύο γονέων απορροφημένων τόσο πολύ από τα δικά τους συναισθηματικά κενά και την απόφαση του διαζυγίου τους, που ξεχνούν την ύπαρξη του ίδιου τους του παιδιού, καθώς φυσικά και των συναισθημάτων του. Τα πράγματα ανατρέπονται ραγδαία όταν το παιδί εξαφανίζεται, έχοντας πρώτα δείξει σημάδια έντονης θλίψης. Οι γονείς, απορροφημένοι από τον αγώνα της δικής τους ζωής, αντιλαμβάνονται την εξαφάνισή του 48 ώρες μετά! Σημειωτέον ότι στις διαφορετικές μορφές κακοποίησης ενός παιδιού, συμπεριλαμβάνεται η έλλειψη συναισθηματικής και πνευματικής φροντίδας.
Ειλικρινά, δεν μπορώ να φανταστώ τι θα μπορούσε να κάνει ένα παιδί ώστε να αξίζει αυτή την αντιμετώπιση και το ύφος από τον ίδιο του το γονιό. Δε σας κρύβω ότι μπήκα στη θέση αυτού του παιδιού και αισθάνθηκα ντροπή, υποτίμηση, πικρία, στεναχώρια, θυμό, απογοήτευση, και φυσικά, καμία αίσθηση αυτοεκτίμησης.
Είμαι βέβαιη ότι ένα παιδί μπορεί να δοκιμάσει πολύ τις αντοχές και τα όρια του γονιού του, όμως όσο κι αν του φωνάξουμε ή το τιμωρήσουμε, η επιλογή συγκεκριμένων λέξεων μπορεί να είναι πιο σκληρή κι από τη σωματική βία. Μπορεί να κοστίσει μακροπρόθεσμα στη ζωή του εξίσου. Μία λέξη που για εμάς είναι μία τυχαία επιλογή πάνω στην έντασή μας, για την παιδική ψυχή μπορεί να είναι το αγκάθι που θα μείνει βαθιά καρφωμένο στο μυαλό του και θα του προκαλεί στεναχώρια, έως και δάκρυα, μέχρι τα βαθιά του γεράματα.
Οι δύο παραπάνω “ιστορίες” έρχονται να συνδεθούν μέσα από μία έρευνα που διεξήχθη σε εθνικό επίπεδο στην Αμερική το 2012 (2012 NationalSurvey on Drug Use & Health) και μελετά τη χρήση ναρκωτικών και άλλων ουσιών, όπως το τσιγάρο και το αλκοόλ, σε σχέση με την ψυχική υγεία.
Εστιάζοντας στα αποτελέσματα που αφορούν τους εφήβους, τα στοιχεία δεν είναι καθόλου ενθαρρυντικά, για τα παιδιά των οποίων οι γονείς δεν εκφράζουν προς εκείνα αγάπη, περηφάνια, και δεν τους μιλούν με λόγια ενθάρρυνσης και επιβράβευσης, αδιαφορώντας ουσιαστικά για την ψυχική τους κατάσταση και το πόσο σημαντικό είναι να νιώθουν ασφαλή, αγαπητά και προστατευμένα μέσα στο οικογενειακό τους περιβάλλον.
Αυτά τα παιδιά, ηλικίας 12-17 ετών, έχουν υψηλότερες πιθανότητες να σκεφτούν, να σχεδιάσουν και να αποπειραθούν να αυτοκτονήσουν. Πιο αναλυτικά, τα παιδιά κυρίως μεταξύ 12-13 ετών που δεν εισπράττουν αγάπη και αναγνώριση από τους γονείς τους, έχουν 5 φορές περισσότερες πιθανότητες να έχουν σκέψεις αυτοκτονίας, 7 φορές περισσότερες πιθανότητες να σχεδιάσουν την αυτοκτονία τους και 7 φορές περισσότερες πιθανότητες να αποπειραθούν να αυτοκτονήσουν. Στις ηλικίες 16-17 ετών τα νούμερα είναι χαμηλότερα, αλλά και πάλι, η ανησυχία παραμένει, καθώς έχουν 3 φορές περισσότερες πιθανότητες να σκεφτούν την αυτοκτονία και 4 φορές περισσότερες πιθανότητες να σχεδιάσουν την αυτοκτονία τους και τελικά να αποπειραθούν να αυτοκτονήσουν.
Ακούμε τις ανάγκες τους σε κάθε ηλικία και παραμένουμε κοντά τους σε όλες τις ηλικιακές φάσεις, ως υποστηρικτές και προστάτες τους.
Πηγή Έρευνας: PsychCentral