«Πάντα το λάθος έχει πιο δυνατή φωνή. Και ο φόβος. Ο φόβος πως με το λάθος χάνω τη λέξη μου, χάνω τη γλώσσα μου, άρα την ταυτότητά μου. Και είναι απολύτως κατανοητός αυτός ο φόβος. Και μπροστά σ’ αυτόν το φόβο, δεν πά’ να λέει η επιστήμη!
Και τι λέει όμως η επιστήμη; Που της το λέει δηλαδή η ιστορία; Ότι από το δείκνυμι στο δεικνύω, κι από κει στο δείχνω· από το ους -του ωτός στο (υποκορισστικό) ωτίον, κι από κει στο αφτί· από τα σπλάγχνα στα σπλάχνα κι από τους όρνιθες=όλα τα πουλιά, στις όρνιθες=οι κότες· από το όμνυμι και το ομνύω στο ορκίζομαι· από το όρημι της Σαπφώς, πλάι στο ορώ του Ομήρου, που είναι πια βλέπω στον Ελύτη, μέσα δηλαδή από κάθε λογής αλλαγές και με εξέλιξη σχεδόν ποτέ γραμμική αλλά πάντοτε δαιδαλώδη· με τύπους που μετεξελίσσονται ο ένας στον άλλο ή και συνυπάρχουν, αλλά δίνουν έπειτα τη θέση τους σε κάποιον τρίτο, επίσης παλαιό ή και νεότερο· μέσα από όλα αυτά, μαζί με όλα αυτά, η γλώσσα προχωρεί.
Και ότι τέτοιου τύπου αλλαγές δεν έγιναν ποτέ με την προτροπή ή την απόφαση κάποιου σοφού γραμματικού, αλλά ήταν κατά κανόνα μια μακρόχρονη διαδικασία διάδοσης και εδραίωσης μιας απόκλισης, κάποιου λάθους, ενός λάθους συχνότατα από άγνοια, που ανταποκρινόταν όμως σε τάσεις γενικότερες, συνήθως απλολογίας ή συμμόρφωσης προς άλλα, ισχυρότερα –φωνολογικά, μορφολογικά, γενικότερα λεξιλογικά και συντακτικά– πρότυπα (νόμος της έλξης και της αναλογίας)».
Αλιεύουμε το απόσπασμα από το βιβλίο «Η Γλώσσα, τα Λάθη και τα Πάθη» του Γιάννη Η. Χάρη, ενός σπουδαίου μεταφραστή και επιμελητή, αλλά και ακάματου αρθρογράφου, που έφυγε πρόσφατα. Όταν έγραφε αρχικά στα σαββατιάτικα ΝΕΑ, τότε που για μας τους νέους σχετικά διορθωτές η προσέγγισή του για τα γλωσσικά ζητήματα πλάταινε τα στενά όρια των λεξικών και μας μυούσε σε γλωσσικούς προβληματισμούς που δεν είχαμε καν υποψιαστεί, περιμέναμε τα άρθρα του πώς και πώς, για να ακολουθήσουν έπειτα μεταξύ μας συζητήσεις επί συζητήσεων.
Ένα από τα θέματα που απασχόλησαν τον Γιάννη Η. Χάρη ήταν οι δήθεν προφητείες περί «φτωχοποίησης» της γλώσσας μας, στο οποίο επανερχόταν ξανά και ξανά. Στην άποψη που διατύπωνε επανερχόμαστε κι εμείς για άλλη μια φορά με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Ελληνικής Γλώσσας, η οποία έχει οριστεί –από το 2017– να γιορτάζεται στις 9 Φεβρουαρίου, στην επέτειο θανάτου του Διονυσίου Σολωμού, ενός ποιητή που, όταν αποφασίσει να γράψει στα ελληνικά, θα μελετήσει συστηματικά κυρίως τα δημοτικά τραγούδια και την κρητική λογοτεχνία, τα καλύτερα ως τότε δείγματα χρήσης της δημοτικής γλώσσας – γλώσσα που καλλιέργησε συστηματικά και ο ίδιος και της άνοιξε τον «δρόμο» για τη λογοτεχνία.
«Σήμερα φτωχαίνει, λένε, και πεθαίνει η γλώσσα, επειδή αλλάζουν τα σημαινόμενα, συρρικνώνεται η σημασία των λέξεων, παγιώνονται λαθεμένες χρήσεις, χάνονται λέξεις… Κι όμως, το γνωρίζουν και αυτό καλά οι προφήτες, πως όλα αυτά συνιστούν φυσικό νόμο της εξέλιξης κάθε γλώσσας», συνεχίζει ο Γιάννης Η. Χάρης.
Λέξεις που Χάνουμε, Λέξεις που Κερδίζουμε
«Πάμε λίγο πίσω, μικρά παιδιά στην εκκλησία, να θυμηθούμε τα κρυφά γελάκια, κάθε που ο Κύριος θεράπευε πάσαν νόσον και πάσαν μαλακίαν, ή μεγαλοβδομαδιάτικα, όταν ο έρμος ο παππάς μασούσε τα λόγια του Ευαγγελίου, εκεί που ο πρώτος γαμήσας ετελεύτησε… και εν γαρ τη αναστάσει ούτε γαμούσιν ούτε εκγαμίζονται. Και πώς βεβηλωνόταν στα αφτιά μας η ιερή στιγμή, τότε που ο Ιησούς λαβών άρτον, έκλασε και είπε: Τούτό εστι το σώμα μου.
Δώστε τώρα σε φιλόλογο το τροπάριο της Κασσιανής, να διαβάσει τα λόγια: αμαρτιών μου τα πλήθη και κριμάτων σου αβύσσους, τις εξιχνιάσει, ψυχοσώστα Σωτήρ μου, να δείτε που θα πάρει κόκκινο να διορθώσει: “κριμάτων μου”. Γιατί κρίματα είναι σήμερα οι αμαρτίες, μα η Κασσιανή μιλάει για την κρίση του Κυρίου.
Και σκεφτείτε την αντίδραση των συγκαιρινών της αλλαγής αυτής. Τότε που άλλαζε η σημασία της λέξης, και παγιωνόταν η “λάθος” χρήση. Σκεφτείτε τους σοφούς που έβλεπαν το ρήμα με το οποίο δηλωνόταν το ιερό μυστήριο του γάμου να φτάνει να σημαίνει αποκλειστικά την ερωτική πράξη. Πόσα “Finis Graeciae” θα ακούγονταν και τότε! Σκεφτείτε πόσους θανάτους θα μετρούσε η γλώσσα, όταν έφτασε να παριστάνει σαν δύσοσμη πράξη του Ιησού την ύψιστη ίσα ίσα προσφορά του σώματος και του αίματός του (κλω –άω, έκλων, κλάσω, έκλασα: θραύω, τσακίζω, σπάζω, κόβω κομμάτια). […]
Και πόσα άλλα […] Το νεαρόν και έπειτα νηρόν ύδωρ, δηλαδή το φρέσκο νερό, όπου το επίθετο έφτασε να δηλώνει μονάχα το νερό. Αναλογίζεστε τη διαδρομή; Σαν να γίνει ο γαλάζιος ουρανός σκέτα γαλάζιος, το επίθετο να γίνει ουσιαστικό και να δηλώνει πια τον ίδιο τον ουρανό, οπότε θα χρειάζεται άλλο επίθετο για να σημάνει τον γαλανό «γαλάζιο» (=ουρανό), ή τον συννεφιασμένο ή τον ηλιόλουστο γαλάζιο κ.ο.κ. Ή να φτάσει κάποτε το πηδώ να δηλώνει αποκλειστικά την ερωτική πράξη. Και να χαθεί η αρχική και κύρια σημασία του, και να μένουν εμβρόντητοι οι απόγονοί μας, πως είχαμε και ειδικό αγώνισμα στον στίβο. Όπως έχασε για τους αγγλόφωνους η λέξη gay τη σημασία «χαρούμενος»: κανένας δεν θα πει πλέον ότι η οικογενειακή γιορτή τους ήταν γκέι, χωρίς να ελεεινολογήσουν οι άλλοι την οικογένειά του.
[…] Είναι εντέλει θέμα βούλησης να δούμε καταρχήν και τις δύο όψεις, την καλή και την κακή, της γλωσσικής πραγματικότητας, αν υποθέσουμε ότι ισχύει τέτοιος διαχωρισμός· κι έπειτα είναι θέμα οπτικής, αν όχι ιδεολογίας και τακτικής, να πούμε το ποτήρι μισοάδειο ή μισογεμάτο. Που κι αν ακόμα ήταν μισό, ούτε πανικός ούτε και εφησυχασμός. Όμως, όπως είδαμε, το νερό είναι πάντα εκεί, μέσα από όποια διαδρομή, ζείδωρο χτες, σήμερα ζωογόνο, μα πάντα νερό. Δώρο ζωής».
Μικρό Πορτρέτο
Ο Γιάννης Η. Χάρης εγκατέλειψε τις εγκύκλιες σπουδές πριν τις ολοκληρώσει – μεσήλικος τελείωσε τελικά το Λύκειο, για να αναγορευτεί το 2024 επίτιμος διδάκτορας στο Τμήμα Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Πατρών.
Στο μεταξύ, στον δρόμο του συνάντησε μεγάλους δασκάλους, όπως τον Δημήτρη Μαρωνίτη, στα 18 του, όταν θα κάνει τα πρώτα του βήματα στον κόσμο του βιβλίου με διορθώσεις και ανασύνταξη κειμένων στην εγκυκλοπαίδεια «Ελλάς-Μπριτάνικα». Και αργότερα, στον «Ολκό», τον Αντώνη Καρκαγιάννη και τον Δήμο Μαυρομμάτη, όταν θα καταπιαστεί συστηματικά με τη διόρθωση, την επιμέλεια εκδόσεων και μεταφράσεων, αλλά και τον Άγγελο Ελεφάντη στο περιοδικό «Πολίτης».
Στο Μορφωτικό Ίδρυμα της Εθνικής Τράπεζας το 1978 θα αφιερωθεί στην έκδοση του ανέκδοτου έως τότε χειρογράφου «Οράματα και Θάματα» του Στρατηγού Μακρυγιάννη, προϊόν επίπονης δουλειάς, με την επιμέλεια του Λίνου Πολίτη.
Μεγάλος σταθμός υπήρξε και η συνεργασία του με τον Οδυσσέα Ελύτη, για την έκδοση του β’ τόμου των πεζών του ποιητή («Εν Λευκώ»), των τελευταίων του συλλογών και τη συγκεντρωτική έκδοση του ποιητικού του έργου. Όπως και η στενή συνεργασία του με τον Milan Kundera, του οποίου τα μυθιστορήματα μετέφρασε (βραβείο ΕΚΕΜΕΛ 2011 για τη «Συνάντηση»).
Λάτρευε τη βυζαντινή μουσική, μαθήτευσε στον Σίμωνα Καρά και περιόδευσε με την Ελληνική Βυζαντινή Χορωδία του Λυκούργου Αγγελόπουλου από την Επίδαυρο έως τη Μόσχα και από τη Βενετία στο Αζερμπαϊτζάν – τα «δέκα καλύτερα χρόνια της ζωής μου», όπως έλεγε. Παράλληλα, δίδαξε επί 16 χρόνια ελληνική γλώσσα σε αμερικανικά κολεγιακά προγράμματα.
Τακτικός επιφυλλιδογράφος στα «Νέα» επί 12 χρόνια, και έπειτα στην «Εφημερίδα των Συντακτών». Έχουν εκδοθεί τα έργα του «Δέκα Μύθοι για την Ελληνική Γλώσσα», «Η Γλώσσα, τα Λάθη και τα Πάθη» (δίτομο), «Παιχνίδια και Ακροβασίες της Γλώσσας» και η σειρά «Στοιχήματα».
Διαβάστε επίσης στην αθηΝΕΑ:
ΑΙ | «Δημιουργώ, μα δεν Νιώθω το Βάρος του Έρωτα, του Χρόνου…»
10 Ερωτήσεις Αναζητούν Συγγραφέα | Αγγελική Δαρλάση
Αλέξης Καλοφωλιάς | Μεταφράζοντας το «Born to Run» του Springsteen