Το ζήτημα της κοινωνικής κατάστασης των γυναικών είχε απασχολήσει τη φιλοσοφική σκέψη του 5ου π.Χ. αιώνα, στο πλαίσιο της οποίας υπήρξε η θεωρητική ολοκλήρωση της πατριαρχίας. Αποτέλεσε έναν από τους πυλώνες της, ο οποίος κληροδοτήθηκε και υιοθετήθηκε από τη νεότερη ευρωπαϊκή φιλοσοφική σκέψη, ακόμα και την πιο προοδευτική.
Πατριαρχία, μια Πολύ Παλιά Ιστορία
Ο Πλάτωνας, λόγου χάρη, στην «Πολιτεία» του υποστήριξε ότι οι γυναίκες διαθέτουν «φυσικές ικανότητες», ίσες με τους άνδρες για τη διακυβέρνηση και την υπεράσπισή της, δεν έπαυε όμως να τις θεωρεί κατώτερες από τους άνδρες, συναντώντας στο σημείο αυτό τον Αριστοτέλη, που έχει χαρακτηριστεί ο πρώτος θεωρητικός της πατριαρχίας. Ωστόσο, μεσολάβησαν 1.000 περίπου χρόνια και το βιβλίο της Christine de Pizan μέχρι να τεθεί για πρώτη φορά με σαφήνεια το ζήτημα του ρόλου των γυναικών και του διάχυτου μισογυνισμού της εποχής της.
Χρόνια αργότερα, κατά τη διάρκεια του Διαφωτισμού, συγγραφείς και φιλόσοφοι όπως η Margaret Cavendish κι αφού χρειάστηκε να αποκεφαλίσει η Γαλλική Επανάσταση την Olympe de Gouges, τη συντάκτρια της πρώτης γυναικείας διακήρυξης δικαιωμάτων, υποστήριξαν έντονα την ισότητα των γυναικών σε μεγαλύτερο βαθμό. Aνάμεσά τους η Mary Wollstonecraft, η περίφημη Βρετανίδα συγγραφέας της Διακήρυξης των Δικαιωμάτων της Γυναίκας.
Η Εποχή του Διαφωτισμού χαρακτηρίστηκε από την κοσμική, πνευματική λογική και την άνθηση της φιλοσοφικής γραφής. Πολλοί φιλόσοφοι του Διαφωτισμού –οι λιγότεροι είναι αλήθεια– υπερασπίστηκαν τα δικαιώματα των γυναικών, συμπεριλαμβανομένων των Jeremy Bentham (1781) και Marquis de Condorcet (1790). Την ίδια περίοδο υπήρξαν και σημαντικές γυναίκες συγγραφείς, που εξέφρασαν φεμινιστικές απόψεις, όπως για παράδειγμα οι Abigail Adams, Catharine Macaulay και Hedvig Charlotta Nordenflycht.
Μάλιστα, ένας άνδρας, ο Bentham, μίλησε για πλήρη ισότητα μεταξύ των φύλων, συμπεριλαμβανομένων του δικαιώματος ψήφου των γυναικών και της συμμετοχής τους στην κυβέρνηση. Αντιτάχθηκε στα ασύμμετρα σεξουαλικά ηθικά πρότυπα μεταξύ ανδρών και γυναικών, ενώ στην «Εισαγωγή στις Αρχές της Ηθικής και της Νομοθεσίας», που έγραψε το 1781, καταδίκασε έντονα την κοινή πρακτική πολλών χωρών να αρνούνται τα δικαιώματα των γυναικών λόγω δήθεν κατώτερων διανοητικών ικανοτήτων.
Οι Πρώτες Φεμινιστικές Φωνές
Στην αρχή του 19ου αιώνα, οι φεμινιστικές φωνές δεν είχαν κοινωνική επιρροή. Δεν υπήρχε –έστω και μικρή– ένδειξη αλλαγής στην πολιτική ή κοινωνική τάξη, ούτε στοιχεία για ένα αναγνωρίσιμο γυναικείο κίνημα. Οι συλλογικές ανησυχίες των γυναικών άρχισαν να συνενώνονται στα τέλη του αιώνα, παράλληλα με την εμφάνιση ενός σκληρότερου κοινωνικού μοντέλου και ενός κώδικα συμπεριφοράς που η Marion Reid (1843) χαρακτήρισε περιορισμένο και καταπιεστικό για τις γυναίκες.
Ενώ η αυξημένη έμφαση στη γυναικεία «αρετή» προκάλεσε εν μέρει την ανάγκη για ένα γυναικείο κίνημα, οι εντάσεις που αυτός ο ρόλος προκάλεσε στις γυναίκες γεμίζουν πολλές φεμινίστριες στις αρχές του 19ου αιώνα με αμφιβολία και ανησυχία, ενώ τροφοδότησαν και αντίθετες απόψεις μεταξύ γυναικών. Ταυτόχρονα, βέβαια, η Reid στη Σκωτία πρότεινε το 1843 μια διατλαντική Δυτική Ατζέντα για τα δικαιώματα των γυναικών, που περιλάμβανε και το δικαίωμα ψήφου, ενώ δεν ήταν λίγες εκείνες που αντέδρασαν στις πολιτιστικές ανισότητες, συμπεριλαμβανομένης της ολέθριας, ευρείας αποδοχής, βικτωριανής εικόνας του «σωστού» ρόλου και της «σφαίρας» των γυναικών.
Να θυμηθούμε ότι το βικτωριανό ιδανικό συνέτεινε σημαντικά στη δημιουργία της διχοτομίας των «ξεχωριστών σφαιρών» για άνδρες και γυναίκες, που ήταν με σαφήνεια καθορισμένη θεωρητικά, αν και όχι πάντα στην πραγματικότητα.
Οι Σουφραζέτες και το Δικαίωμα στην Ψήφο
Στο πλαίσιο της συγκεκριμένης ιδεολογίας, οι άνδρες επρόκειτο να καταλάβουν τη δημόσια σφαίρα (ο χώρος της μισθωτής εργασίας και της πολιτικής) και οι γυναίκες την ιδιωτική σφαίρα (ο χώρος του σπιτιού και των παιδιών). Αν και το το βικτωριανό «θηλυκό ιδανικό», που ονομάζεται επίσης «λατρεία της οικιακής ζωής», βρισκόταν σε βικτωριανά βιβλία και αποτέλεσε τη βάση της εκπαίδευσης των κοριτσιών για πολλές δεκαετίες, την ίδια περίοδο τέθηκε και το ζήτημα του αποκλεισμού των γυναικών από την εκπαίδευση ως βασική αιτία για τον κοινωνικό υποβιβασμό τους και διατυπώθηκε το αίτημα για εκπαιδευτική μεταρρύθμιση, το οποίο προκάλεσε την προσοχή παράλληλα με τα αιτήματα για οικογενειακά δικαιώματα, δικαιώματα ιδιοκτησίας και αντιμετώπισης της ενδοοικογενειακής βίας κ.ά.
Πάντως, είναι ο αγώνας για το δικαίωμα ψήφου των γυναικών και, φυσικά, το κίνημα των Σουφραζετών που με τη νομοθετική του εκπροσώπηση πέτυχε να μην αντιμετωπίζονται οι γυναίκες πλέον ως πολίτες δεύτερης κατηγορίας, χωρίς φωνή. Και πρέπει να πούμε πως η εκστρατεία για την ψήφο των γυναικών αποτελεί ίσως την πιο σημαντική εκστρατεία των τελευταίων 250 ετών.
Αρχικά, όπως είναι προφανές, το αίτημα της γυναικείας ψήφου πήρε υπόσταση με την προσχώρηση γυναικών στη Γαλλική Επανάσταση, η οποία, ωστόσο, ενώ στο διεκδικητικό της μέρος έταξε τα πολιτικά δικαιώματα των γυναικών, όταν έγινε εξουσία τα αρνήθηκε και καρατόμησε μερικές (ανάμεσά τους την de Gouges), για να ησυχάσουν οι υπόλοιπες. Όμως, οι γυναίκες, όχι μόνο στη Γαλλία, αλλά και στη Γερμανία, την Ιταλία, τη Βρετανία, άρχισαν να είναι ενεργές στις αστικές εξεγέρσεις που σημειώνονται μετά το 1840 και λίγο αργότερα εμφανίζεται το ιδιαίτερα μαχητικό κίνημα των Σουφραζετών που –και με ακραίες μορφές πάλης– επιτάχυνε τη χορήγηση της ψήφου.
Η πρώτη περιοχή στον κόσμο όπου χορηγήθηκε η ψήφος των γυναικών ήταν τα νησιά Pitcairn το 1838 και το πρώτο κυρίαρχο έθνος η Νορβηγία το 1913. Είχε προηγηθεί βεβαίως η (βρετανική) Αυστραλία (1894-1902) και το 1906 το (ρωσικό) Μεγάλο Δουκάτο της Φινλανδίας. Οι περισσότερες μεγάλες δυτικές δυνάμεις επέκτειναν τα δικαιώματα ψήφου στις γυναίκες κατά την περίοδο του μεσοπολέμου, όπως ο Καναδάς (1917), η Βρετανία και η Γερμανία (1918), η Αυστρία και οι Κάτω Χώρες (1919) και οι Ηνωμένες Πολιτείες (1920).
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η νεαρή Σοβιετική Ένωση (1917), το πρώτο κράτος που στο σύνταγμά του αναφέρει ρητά πως γυναίκες και άνδρες έχουν ίσα δικαιώματα, ίση πρόσβαση στην πολιτική, την εκπαίδευση, την εργασία κ.λπ., όπου μαζί με το δικαίωμα ψήφου έχουμε τις πρώτες συμμετοχές γυναικών στην κυβέρνηση.
Ταυτόχρονα, τον ίδιο καιρό, εξαιρέσεις στην Ευρώπη ήταν η Γαλλία, όπου οι γυναίκες δεν μπορούσαν να ψηφίσουν μέχρι το 1944, και η Ελλάδα, μέχρι το 1952, που χορηγήθηκε καθολική ψήφος. Βέβαια, από το 1930 οι εγγράμματες Ελληνίδες ψήφιζαν στις τοπικές εκλογές, όμως ελάχιστες το έπρατταν. Τελευταίες υπήρξαν η Ελβετία, όπου η ψήφος στις γυναίκες δόθηκε μόλις το 1990 (από το 1971 μπορούσαν να ψηφίσουν σε ομοσπονδιακό επίπεδο), και η Σαουδική Αραβία (2015).
Διαβάστε επίσης στην αθηΝΕΑ και στο μηνιαίο newsletter No Man’s Land – στο οποίο μπορείτε να κάνετε την εγγραφή σας εδώ:
Μαρίσα Αντωνοπούλου: Συνέντευξη με Μια «Οικονομικά Επικίνδυνη»