Όταν ήμουν φοιτητής, μου άρεσε πολύ να παίζω με την παρέα μου το «παιχνίδι των δολοφόνων». Γνωστό διεθνώς και ως «Mafia», ξεκινούσε πάντα με τη φράση «Η νύχτα πέφτει στο Παλέρμο». Δεκαπέντε χρόνια μετά θα ζούσα πραγματικές νύχτες στο Παλέρμο, χωρίς δολοφόνους αυτή τη φορά.
Είχα επισκεφτεί παλιότερα το νοτιοανατολικό κομμάτι της Σικελίας και έτσι είχα ήδη μια εικόνα για το μεγαλύτερο νησί της Μεσογείου, αλλά η πρωτεύουσα και το βορειοδυτικό κομμάτι έλειπε από τη «λίστα» μου. Η είσοδός μου στο νησί από το αεροδρόμιο του Τράπανι, μιας παραθαλάσσιας πόλης με χαμηλό προφίλ, μου έδωσε μια πιο αυθεντική εικόνα της τοπικής ζωής.
Προσγείωση στο Τράπανι
Το Τράπανι (εκεί όπου ήταν η αρχαία πόλη Δράπανα), μια πόλη που βασίζει την οικονομία της στην αλιεία και στις αλυκές αλατιού, σήμερα πλέον αποτελεί βάση για τις τοπικές παραλίες και λιμάνι με προορισμό τα νησιά Αιγάδες. Για όποιον περαστικό θέλει να ξαποστάσει προτού αναχωρήσει για άλλους προορισμούς, μπορεί να φάει ή να πιει κάτι στο Caffe Noir, ένα από τα πολλά κλασικά σημεία στη Σικελία αλλά και στην Ιταλία γενικότερα όπου ο κόσμος περνάει τη μέρα του από το πρωί μέχρι το βράδυ, για ένα κρουασάν, για μια φοκάτσια ή για ένα απεριτίβο.
Στην τζελατερία Meno Tredici δοκίμασα ένα από τα καλύτερα παγωτά στη ζωή μου, μια γεύση που συνδυάζει όλα τα καλά τις σικελιάνικης γης: λεμόνι, κελυφωτό φιστίκι και αμύγδαλα. Αυτή η κουλτούρα του παγωτού, που μένει ανοιχτό από νωρίς το πρωί –ώρα που ο κόσμος τρώει brioche con gelato, δηλαδή τσουρέκι γεμιστό με παγωτό– μέχρι το βράδυ, όπου συχνάζει η νεολαία μετά τη βραδινή έξοδο, είναι κάτι μοναδικό στην Ιταλία και τη Σικελία ειδικότερα που σπάνια το συναντάς σε άλλα μέρη στον κόσμο. Μπορεί το βράδυ σε έναν έρημο δρόμο να δεις κόσμο συγκεντρωμένο έξω από ένα παγωτατζίδικο, σαν σημείο αναφοράς και συνάντησης, ένας φάρος ζωής και χαράς. Για όσους πάλι θέλουν ένα ποτό ή κοκτέιλ πιο αργά το βράδυ, υπάρχει το Wineat.
Η θέα προς τα κάτω είναι εντυπωσιακή, θυμίζοντάς σου ότι βρίσκεσαι στο κέντρο της Μεσογείου, ενώ το χωριό είναι σαν να έχει παγώσει στον χρόνο.
Σκαρφαλώνοντας με το Τελεφερίκ στο Ερίτσε
Από το Τράπανι, χρησιμοποιώντας κάποιος το τελεφερίκ και μέσα σε 15 λεπτά, μεταφέρεται στο ιστορικό χωριό Ερίτσε (γνωστό στην αρχαιότητα ως Έρυξ), σε υψόμετρο 750 μετρων. Η θέα προς τα κάτω είναι εντυπωσιακή, θυμίζοντάς σου ότι βρίσκεσαι στο κέντρο της Μεσογείου, ενώ το χωριό είναι σαν να έχει παγώσει στον χρόνο. Με ελληνικό παρελθόν, με σπίτια έρημα και καλοδιατηρημένα, με ελάχιστο κόσμο στα δρομάκια, μοιάζει με παραδοσιακό χωριό της Ηπείρου. Όλα αυτά μέχρι να παρκάρουν τα πούλμαν με τις ορδές των τουριστών που πλημμυρίζουν αμέσως τα στενά. Προτού φύγει κάποιος, πάντως, αξίζει να κάνει μια στάση στο παραδοσιακό ζαχαροπλαστείο Maria Grammatico για μια cassata ή άλλα τοπικά γλυκά.
Πολύβουη, με πολύ κακό κυκλοφοριακό στους δρόμους, με ένα μακρινό λαμπρό αλλά και λιγότερο λαμπρό παρελθόν, αποπνέει τον αέρα της μητρόπολης που παλεύει να τα βρει με τον εαυτό της.
Στο Παλέρμο με τις Ελληνικές, Ισπανικές και Αραβικές Κληρονομιές
Φτάνoντας στο Παλέρμο αντιλαμβάνεσαι αμέσως την ένταση και τον παλμό της πόλης. Πολύβουη, με πολύ κακό κυκλοφοριακό στους δρόμους, με ένα μακρινό λαμπρό αλλά και λιγότερο λαμπρό παρελθόν, αποπνέει τον αέρα της μητρόπολης που παλεύει να τα βρει με τον εαυτό της.
Ανάμεσα στο καυσαέριο και στα κακότεχνα μοντέρνα κτίρια αναδεικνύονται όχι λιγότερα από 8 μνημεία αναγνωρισμένα από την UNESCO, κληρονομιά των Ελλήνων που την ίδρυσαν (το Παλέρμο αρχικά ονομαζόταν Πάνορμος), Ισπανών αλλά και Αράβων, κάτι που μου θυμίζει πόσο κοντά στην Αφρική βρίσκεται αυτό το κομμάτι ευρωπαϊκής γης. Αυτοκινητόδρομοι που έχουν κλείσει πρόχειρα για να γίνουν πεζόδρομοι, παλιά κτίρια που βρίσκονται σε μια ατέρμονη προσπάθεια συντήρησης, κακής ποιότητας τουριστικά καφέ αλλά και μοντέρνα μαγαζιά εστίασης συνθέτουν ένα παζλ σχετικά γνώριμο για μας τους νοτιο-μεσογειακούς λαούς.
Για τους λάτρεις του φαγητού, το Παλέρμο και εν γένει η Σικελία είναι όαση, ειδικά στο θέμα των γλυκών.
Το κέντρο της πόλης τυπικά ορίζεται στη διασταύρωση των οδών Via Maqueda και Via Vittorio Emanuele. Οι τέσσερις πλευρές, με αγάλματα που αντιπροσωπεύουν τις τέσσερις εποχές, δημιουργούν το σταυροδρόμι μεταξύ του δρόμου που ένωνε την πόλη με το λιμάνι και του δρόμου που τη διασχίζει. Η περιοχή, παρότι προσωρινά, έχει πεζοδρομηθεί και σφύζει από κόσμο, τουρίστες και ντόπιους που σταματούν σε ένα από τα αναρίθμητα εστιατόρια και καφέ.
Μπροστά από το Παλάτι Πρετόριο, βρίσκεται ένα εντυπωσιακό και ιστορικό σιντριβάνι. Ο πιο παρατηρητικός επισκέπτης θα προσέξει ότι τα γεννητικά όργανα των αγαλμάτων είναι βανδαλισμένα, πράξη μιας θρησκόληπτης οργάνωσης που έδρευε εκεί πριν από μερικούς αιώνες. Πιο πέρα βρίσκει κανείς τον καθεδρικό, ενώ το Παλάτι των Νορμανδών, η αρχαιότερη βασιλική κατοικία στην Ευρώπη, στεγάζει το Παλατινό Παρεκκλήσιο – τηρουμένων των αναλογιών, η Καπέλα Σιστίνα του Παλέρμο. Τέλος, η θέα από τον Πύργο του Αγίου Νικολάου , όπου ξεχωρίζει ο καθεδριμός, το ψηλότερο κτίριο στην πόλη, σου δημιουργεί την αίσθηση ότι η πόλη έχει μείνει στάσιμη στο παρελθόν.
Για τους λάτρεις του φαγητού, το Παλέρμο και εν γένει η Σικελία είναι όαση, ειδικά στο θέμα των γλυκών. Κορνέτο (κρουασάν) με γέμιση κρέμας ή κελυφωτού φιστικιού μπορεί να βρει κανείς στο Cucci Bakery αλλα και σε πολλά άλλα μέρη. Γρανίτες και τζελάτο υπάρχουν παντού, για παράδειγμα στο La gelateria. Κι όταν λέμε γρανίτα, δεν σημαίνει απαραίτητα κάτι φρουτώδες, με πιο γνωστή να είναι αυτή με αμύγδαλο.
Για τα καλύτερα κανόλι, ίσως κάποιος πρέπει να πάει με το αμάξι μέχρι το Πιάνα ντέλι Αλμπανέζι, ένα χωριό έξω από το Παλέρμο, όπου έχουν συσπειρωθεί στην πορεία των χρόνων αρχικά ελληνικές και στη συνέχεια αλβανικές μειονότητες. Εκεί, στο καφέ Extrabar, θα φας το γλυκό σε διάφορα μεγέθη, με χειροποίητο μπισκότο, φρεσκογεμισμένο με ρικότα. Για όσους δεν θέλουν να πάνε μέχρι εκεί, το Παλέρμο είναι γεμάτο με ζαχαροπλαστεία που το προσφέρουν.
Για όσους προτιμούν τα πιο αλμυρά εδέσματα, πρέπει οπωσδήποτε να δοκιμάσουν το παραδοσιακό σικελιάνικο Arancini από τη Friggitoria Chiluzzo. Σε αυτό το μέρος συχνάζουν οι ντόπιοι λιμενεργάτες για να γεμίσουν το στομάχι τους με αυτό το μείγμα καθαρού μοσχαρίσιου κρέατος, μπιζελιών και ρυζιού, τηγανισμένο όσο δεν πάει. Για άλλες λιχουδιές, υπάρχουν τρεις τουλάχιστον υπαίθριες αγορές, με μεγαλύτερη τη Mercato del Capo, οι οποίες, παρότι αρκετά τουριστικές, προσφέρουν ακόμα μεγάλη ποικιλία από έτοιμα μεζεδάκια που δύσκολα βρίσκει κάποιος σε άλλα μέρη της Ιταλίας ή της Ευρώπης γενικότερα.
Για ένα ευχάριστο απεριτίβο σε μια όμορφη πλατεία συστήνεται το Antica Focacceria San Francesco, ενώ για κάτι πιο γκουρμέ το Nova Food Pairing. Τέλος, η καλύτερη ίσως πίτσα της πόλης είναι στη Funnaco Pizza Lab, όπου υπάρχει η επιλογή για κάθε πίτσα της κλασικής, σικελιάνικης ή ναπολιτάνικης ζύμης, ενώ η κουζίνα είναι zero miles, δηλαδή τα πρώτα υλικά καλλιεργούνται ή παράγονται από γειτονικά μέρη.
Falcone-Borsellino International Airport: Προς Τιμήν Εκείνων που δεν Φοβήθηκαν
Όσο μεγάλη κι αν είναι η ιστορία ενός τόπου, αυτόματα εστιάζω στην πρόσφατη, σε αυτή με την οποία μπορώ να συνδεθώ και να τη βιώσω καλύτερα. Και «ο ελέφαντας στο δωμάτιο» είναι η τοπική εγκληματική οργάνωση της Κόζα Νόστρα, ή αλλιώς το «δικό μας πράγμα». Ο όρος μαφία είναι σικελιάνικος και, παρότι ξεκίνησε από αυτό τον τόπο, έχει γίνει πλέον συνώνυμο με αντίστοιχες δραστηριότητες παγκοσμίως, ανεξαρτήτως χώρας και μορφής. Όλα όμως ξεκίνησαν στη Σικελία εξαιτίας της φτώχειας και της διοικητικής της ιδιομορφίας, όπου κάποιοι εκμεταλλεύτηκαν τα φτωχά εργατικά χέρια και τα μετέτρεψαν σε χέρια στυγνών εγκληματιών και εκτελεστών.
Ήταν αρχές της δεκαετίας του ’80 όταν στο Παλέρμο έβρισκες καθημερινά 4-5 πτώματα στους δρόμους. Η τοπική οργάνωση μετανάστευσε στην Αμερική και επέστρεψε πίσω πιο δυνατή. Στα τέλη εκείνης της δεκαετίας, με νύχια και με δόντια το κράτος προσπάθησε να ελέγξει το φαινόμενο, με αποκορύφωμα τη δίκη Maxi, τη μεγαλύτερη ίσως δίκη στην ιστορία, με 475 εγκληματίες να δικάζονται στο υπόγειο των φυλακών υψίστης ασφαλείας του Παλέρμο και με καταδίκες που συνολικά υπερέβαιναν τα 2.665 χρόνια κάθειρξης. Όμως η μάχη δεν ήταν αναίμακτη. Οι δικαστές Falcone και Borselino, κύριοι υπέρμαχοι του τέλους της μαφίας, έχασαν τη ζωή τους το 1994 σε δύο διαφορετικές βομβιστικές επιθέσεις με πολλά παράπλευρα θύματα, που συντάραξαν ολόκληρα οικοδομικά τετράγωνα στην πόλη. Οι δικαστές δεν είχαν παιδιά. Ήξεραν ότι η ζωή τους ήταν σε κίνδυνο και δεν ήθελαν να τα αφήσουν ορφανά.
Το αεροδρόμιο της πόλης έχει πάρει το όνομά τους, ενώ ένα μεγάλο γκραφίτι στο λιμάνι θυμίζει σε όλους ότι η θυσία τους δεν πήγε χαμένη – αντίθετα, βοήθησε τον κόσμο να μιλήσει και να μη φοβάται. Σήμερα η μαφία δεν δρα με εκτελέσεις και ένοπλους εκβιασμούς. Έχει παρεισφρήσει, όπως συνηθίζεται άλλωστε, σε κλιμάκια της κυβέρνησης και των θεσμών, προωθώντας τα δικά της συμφέροντα με ειρηνικότερους αλλά εξίσου καταδικαστέους τρόπους. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι το Μνημείο Κατά της Μαφίας στο Παλέρμο αλλά και το αντίστοιχο μουσείο στο χωριό Κορλεόνε (από το οποίο πήρε το όνομά του η οικογένεια στην ταινία «Ο Νονός») αποτελούν ιδιωτική πρωτοβουλία, μια που η επίσημη κυβέρνηση κρατάει αποστάσεις.
Περπατάω έξω από την τρίτη μεγαλύτερη όπερα της Ευρώπης (μετά το Παρίσι και τη Βιέννη). Το θέατρο Μάσσιμο, εντυπωσιακό μέσα και έξω, είχε πέσει σε παρακμή για αρκετά χρόνια. Ήταν ο Francis Ford Coppola που του έδωσε πνοή και κίνητρο να ξανανοίξει κατά την παραγωγή της ταινία «Ο Νονός 3». Στα μπροστινά σκαλιά του γυρίστηκε η τελευταία σκηνή της τριλογίας, με τον Μάικλ Κορλεόνε (Al Pacino) να βλέπει την κόρη του (Sofia Coppola) να ξεψυχάει. Ανακαλώντας τη σκηνή με τον πρωταγωνιστή σε αυτά τα σκαλιά να βγάζει μια απόκοσμη κραυγή απόγνωσης για όλα αυτά που έχασε, για μια ζωή κενή και μάταιη, αναρωτιέμαι πόσες κραυγές ακούστηκαν στο παρελθόν σε αυτή την πόλη, πόσες ζωές καταστράφηκαν ή πήγαν χαμένες, πόσες οικογένειες θρήνησαν σε έναν κρυφό πόλεμο χωρίς σκοπό.
Όμως, τα φώτα σβήνουν και η νύχτα πέφτει πάλι στο Παλέρμο.
Διαβάστε επίσης στην αθηΝΕΑ:
Στη Λυών, που Κλέβει από τη Δόξα της «Πόλης του Φωτός»
Από την Παλιά Εθνική Οδό | Εδώ Είναι το Ταξίδι