Υπάρχει Ατομικός Δρόμος για την Ψυχική Ανάταση;

Ψυχοθεραπεία

Σαν να βρισκόμαστε στον κάδο ενός πλυντηρίου. Δυο χρόνια τώρα είμαστε το έλεος κακών που εμείς προκαλέσαμε στους εαυτούς μας. Πανδημία, lockdown, φόβος και μια υπόκωφη βία που σου τρυπάει τα αυτιά σαν σόναρ. Αλλάζουν τα πάντα. Ακόμα και το πώς δουλεύουμε. Δοκιμάσαμε τα ψυχικά μας όρια. Για αυτό κάποιοι άνθρωποι, σε έναν κόσμο που μετασχηματίζεται βίαια, αποφάσισαν να μετασχηματιστούν πιο γρήγορα από αυτόν. Δύο επιφανή στελέχη πήραν τη μεγάλη απόφαση: άφησαν την καριέρα τους αναζητώντας τη σωτηρία της ψυχής, της δικής τους και των άλλων.

H Αγγελική Παπαδοπούλου δεν είναι μόνο ένα από τα πιο επιτυχημένα στελέχη στην επικοινωνία, αλλά και ένας άνθρωπος που ποτέ δεν έμενε στατικός στην κινητικότητα γύρω του. Η ψυχολογία την ενδιέφερε πάντα αλλά το 2019 αποφάσισε να ασχοληθεί αποκλειστικά με αυτό το αντικείμενο. Πρώτα ως επιλογή ζωής και λιγότερο ως δουλειά. Σε παρόμοια φάση και ο Βασίλης Σκανδάλης που, από επιτυχημένο στέλεχος υπηρεσιών υγείας, αποφάσισε να δώσει τον χρόνο του και να δοθεί στην ψυχολογία και την ψυχοθεραπεία. Να καταλάβει καλύτερα και να θωρακίσει τον εαυτό του.

Τι κινητροδοτεί ένα καταξιωμένο στέλεχος να αλλάξει καριέρα και να ασχοληθεί με την ψυχολογία;

Αγγελική Παπαδοπούλου ΨυχοθεραπείαΑγγελική: Η ζωή είναι μια τεθλασμένη με πολλές στάσεις, διαφορετική για τον καθένα μας. Η αντίληψη “σπουδάζω – εργάζομαι στο αντικείμενό μου” έχει περάσει προ πολλού και η δια βίου εκπαίδευση είναι ο νέος, και πολύ πιο αναζωογονητικός τρόπος να υπάρχεις. Στη δική μου περίπτωση, πρόκειται για το τέταρτο, κατά σειρά, “επάγγελμα” που κάνω μέχρι σήμερα, περνώντας από τη δημοσιογραφία, τις εκδόσεις και τον χώρο της εταιρικής επικοινωνίας. Κάθε στάση είχε την αξία της, ξεκινούσε από μια περιέργεια και μια ανάγκη, και με έσπρωχνε, μαγικά σχεδόν, στην επόμενη φάση.

Βασίλης: Πιστεύω πως όλοι οι άνθρωποι είναι εγγενώς δημιουργικοί, έχουν ταλέντα και χαρίσματα, τα οποία, λόγω της δομής του ελληνικού συστήματος, πολλές φορές μένουν ανεξερεύνητα και ανεκμετάλλευτα. Από την εμπειρία μου ως διοικητικό προσωπικό σε Μονάδες Υγείας, παρατήρησα δύο ενδιαφέρουσες διαστάσεις στην εργασία μου. Από τη μία οι ασθενείς κουβαλούσαν την αγωνία προς τη ζωή και τον χρόνο, ενώ από την άλλη οι υπάλληλοι αγωνιούσαν για την αξία τους και την αναγνώριση των υπηρεσιών τους. Αμφίδρομα, όταν οι αισθήσεις αυτές τους κατέκλυζαν, έτειναν να εκφράζουν σκληρότητα, ανταγωνισμό και, εν τέλει, να σχετίζονται με το βαρύ αίσθημα του ανικανοποίητου. Με το πέρας του χρόνου, όλο και συχνότερα, άρχισα να εντοπίζω την ίδια συνθήκη σχεδόν σε κάθε άτομο, συμπεριλαμβανομένου και του εαυτού μου. Ταυτόχρονα με την παρατηρητικότητά μου αλλά και το ενδιαφέρον μου να δώσω νόημα στις εμπειρίες μου, οι προσωπικές μου καταβολές σε επίπεδο ενδιαφερόντων και προσωπικής μελέτης με ωθούσαν προς τη φιλοσοφία της ψυχοθεραπείας.

Έτσι, καθώς υπερασπίζομαι το δικαίωμα στην ανακάλυψη διαφορετικών πλευρών του εαυτού, των πολιτισμών και της ζωής, επέλεξα να ακολουθήσω τη λαχτάρα της ψυχής μου και να συνεχίσω τις σπουδές μου αρχικά στο Coaching και μετά στην Προσωποκεντρική Συμβουλευτική και Ψυχοθεραπεία. Πλέον συνειδητοποιώ πως το ταξίδι αυτό με βοήθησε να αναγνωρίσω τη δημιουργική μου φύση και μου προσέφερε δύο πολύτιμα δώρα: από τη μια σε προσωπικό επίπεδο βίωσα τη μεταστροφή από μια πιο “μηχανιστική” αίσθηση εαυτού σε μία πιο διευρυμένη και συνεκτική ικανότητα “υπάρχειν” -όπου μπορώ να στέκομαι ως προσεκτικός παρατηρητής των περιστάσεων, των συμπεριφορών και των συναισθημάτων- και, από την άλλη, σε διαπροσωπικό επίπεδο, απελευθερώθηκα προς την ομορφιά και το βάθος των προσωπικών νοημάτων που αποκαλύπτουν οι άνθρωποι, όταν επικοινωνούν με τις ψυχές τους απαλλαγμένες από τον φόβο.

Στην προσωποκεντρική προσέγγιση, σκοπός του θεραπευτή είναι να εμπνεύσει και να βοηθήσει το άτομο να αναπτυχθεί, έτσι ώστε να μπορέσει να αντιμετωπίσει κάθε πρόκληση στη ζωή του με μια βαθιά εμπιστοσύνη προς την τάση του για ανάπτυξη, υγεία και προσαρμογή.

Και γιατί συμβουλευτική και ψυχοθεραπεία;

Αγγελική: Οι άνθρωποι που με γνωρίζουν λένε ότι το είχα, με έναν τρόπο, πάντοτε. Από τη δική μου πλευρά, κάποια στιγμή ένιωσα ότι φτάνω σε κάποιου είδους αδιέξοδο, ότι πρέπει να βρω έναν άλλο τρόπο να καταλαβαίνω τα πράγματα. Και τον βρήκα στην Προσωποκεντρική, μια ψυχοθεραπευτική προσέγγιση που ξεκίνησε από την δεκαετία του ’50, διδάσκοντας την ενσυναίσθηση και την ενσυναισθητική ακοή πολύ πριν γίνει της μόδας, και με σημαντικές εφαρμογές στο χώρο της εκπαίδευσης αλλά και της πολιτικής. Υπό αυτό το πρίσμα, δεν άλλαξα καριέρα. Απλά εμπλούτισα την παλέτα μου με έναν ακόμη επαγγελματικό, και όχι μόνο, εαυτό.

Δηλαδή, είναι χρήσιμο όχι μόνο να ακούμε αλλά να μάθουμε να ακούμε. Και γιατί ψυχοθεραπεία και όχι ψυχιατρική; Τι ορίζει την ψυχοθεραπεία και σε τι την διαφοροποιεί από την ψυχιατρική;

Βασίλης Σκανδάλης ΨυχοθεραπείαΒασίλης: Ο ψυχίατρος είναι ένας επαγγελματίας υγείας, ο μόνος ειδικός ψυχικής υγείας ο οποίος μπορεί να κάνει μια διάγνωση σε κάποιον ασθενή και να οργανώσει τη θεραπευτική στρατηγική, κυρίως μέσα από ένα ιατρικό/φαρμακοκεντρικό μοντέλο. Στο πλαίσιο αυτό, ένας ψυχίατρος μπορεί να είναι και ψυχοθεραπευτής, χωρίς αυτό να είναι απαραίτητο. Αναλυτικότερα, ένας ψυχοθεραπευτής, ανεξάρτητα από το ακαδημαϊκό υπόβαθρό του, έχει ολοκληρώσει ειδική εκπαίδευση σε κάποια θεραπευτική προσέγγιση και έχει συμπληρώσει όλα τα κριτήρια που η Ευρωπαϊκή Εταιρεία Ψυχοθεραπείας (EAP) απαιτεί ώστε να του χορηγηθεί το Ευρωπαϊκό Πιστοποιητικό του Ψυχοθεραπευτή (ECP).

Η κάθε προσέγγιση έχει μια διαφορετική ματιά προς τον άνθρωπο και τη θεραπευτική διαδικασία. Στην προσωποκεντρική προσέγγιση, την οποία εφαρμόζω, σκοπός του θεραπευτή είναι να εμπνεύσει και να βοηθήσει το άτομο να αναπτυχθεί, έτσι ώστε να μπορέσει να αντιμετωπίσει κάθε πρόκληση στη ζωή του με μια βαθιά εμπιστοσύνη προς την τάση του για ανάπτυξη, υγεία και προσαρμογή. Η φιλοσοφία μας είναι περισσότερο τρυφερή κι εσωτερική, ενώ παράλληλα εστιάζουμε με λεπτότητα περισσότερο στα συναισθηματικά στοιχεία παρά στις νοητικές διαδικασίες ̇ δίνεται δηλαδή έμφαση στην ίδια τη θεραπευτική σχέση ως μια αυθεντική και διορθωτική εμπειρία, μέσα στην οποία ο θεραπευτής και ο θεραπευόμενος μοιράζονται τους εαυτούς τους.

Αγγελική: Πρώτα πρώτα, ξεκινούν από πολύ διαφορετικές βάσεις. Η ψυχιατρική αντιλαμβάνεται την ψυχική ασθένεια ως μία διαταραχή του συστήματος με όρους ιατρικούς (νευρικό σύστημα, έλλειψη κάποιας ουσίας), κατηγοριοποιεί τα συμπτώματα ώστε να υπάρχει μια κοινή γλώσσα αλλά και αγωγή και προχωρά διορθωτικά με την χορήγηση φαρμάκων. Η ψυχοθεραπεία προσπαθεί να αγγίξει την πολυπλοκότητα του ψυχισμού, να κατανοήσει και να ερμηνεύσει το βάθος του οικοδομήματος του καθενός μας, πέρα από το σώμα και τις λειτουργίες του. Η αλήθεια είναι ότι το ιατρικό μοντέλο δεν ταιριάζει απόλυτα στην ψυχική διαταραχή, η ιλαρά δεν είναι ίδια με την κατάθλιψη. Από εκεί και πέρα, και οι ίδιες οι ψυχοθεραπευτικές προσεγγίσεις είναι αρκετά διαφορετικές και μεταξύ τους, ξεκινώντας από μια βασική υπόθεση για την ανθρώπινη φύση: απλοϊκά μιλώντας, στην ψυχοδυναμική ο άνθρωπος είναι ένα ον που παλεύει απέναντι στα ένστικτά του, στην συμπεριφορική είναι μια μηχανή που επαναπρογραμματίζεται με όρους ερέθισμα – αντίδραση και στην προσωποκεντρική οδηγείται από μια έμφυτη τάση για το καλό και για την ολοκλήρωσή του.

Τη μεγαλύτερη σημασία έχει ο άνθρωπος: ο θεραπευόμενος, που θα επιλέξει αυτό που του ταιριάζει περισσότερο, και ο θεραπευτής, που θα έχει τη σοφία, την ευελιξία και την εντιμότητα να κάνει τη δουλειά του με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Η θεραπευτική σχέση θέλει, εξ ορισμού, τουλάχιστον δύο.

Με αυτή τη βάση χτίζεται η μεγάλη κεντρική θεωρία, που καθορίζει και τη θεραπευτική μέθοδο, τη διάρκεια και τη συχνότητα, τα εργαλεία και τις τεχνικές της. Και φυσικά, όλο αυτό εμπλουτίζεται διαρκώς μέσα από την πρακτική και την έρευνα των ανθρώπων του ψυχοθεραπευτικού κόσμου. Το σημαντικό όμως είναι ότι όλα τα παραπάνω δεν λειτουργούν διαζευκτικά, αλλά συμπληρωματικά. Και κάθε προσέγγιση έχει να πάρει από τις υπόλοιπες και να προσφέρει σε διαφορετικές περιπτώσεις. Στην τελική, τη μεγαλύτερη σημασία έχει ο άνθρωπος: ο θεραπευόμενος, που θα επιλέξει αυτό που του ταιριάζει περισσότερο, και ο θεραπευτής, που θα έχει τη σοφία, την ευελιξία και την εντιμότητα να κάνει τη δουλειά του με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Η θεραπευτική σχέση θέλει, εξ ορισμού, τουλάχιστον δύο.

Αυτό το “δύο” μετά την λαίλαπα της πανδημίας που ζούμε ακόμα δεν έχει δυσκολέψει; Δεν είναι εποχή ασφαλούς απομόνωσης και όχι επισφαλούς σύνδεσης; Άραγε, πόσο ανάγκη έχουμε να μιλάμε για εμάς και αυτά που μας απασχολούν;

Βασίλης: Η ανάγκη της επικοινωνίας θα έλεγα πως είναι μια διαχρονική ανάγκη του ανθρώπου, ασχέτως εάν η ελληνική κουλτούρα δεν προωθεί την ουσιαστική επαφή των ανθρώπων με τον εαυτό τους. Η εμπειρία της πανδημίας, μια τραγική συνθήκη για όλη την ανθρωπότητα που ακόμα δεν έχει ολοκληρωθεί, μας έφερε σε αναγκαστική επαφή με τον ξεχασμένο μας εαυτό και για πρώτη φορά κληθήκαμε να τον αντέξουμε και να συνομιλήσουμε μαζί του, καθώς χάσαμε τα προνόμια της απόδρασης από το “εδώ και τώρα”. Ίσως αυτό να αποτέλεσε για πολύ κόσμο ένα απότομο ξύπνημα, κατά το οποίο ενδέχεται να αντίκρισαν τον εαυτό τους εγκλωβισμένο μέσα σε ένα σύστημα παραγωγής αξιών και στάσεων, το οποίο τείνει να ακρωτηριάζει τη φύση τους αντί να την απελευθερώνει.

Η επικοινωνία, λοιπόν, φαίνεται να έχει δύο πρόσωπα: Από τη μια αποτελεί έναν τρόπο να αντέξουμε την εμπειρία του αβέβαιου και από την άλλη, να απαντήσουμε στους περιορισμούς του χθες προωθώντας συνθήκες και εμπειρίες που σέβονται και αναδεικνύουν τη μοναδικότητα του καθενός και της καθεμιάς, την απόλαυση, το παιχνίδι και την ευθύνη ενός σταθερού κρατήματος προς τον εαυτό μας αλλά και τις διάφορες κοινωνίες γύρω μας. Η ζωή βρήκε για άλλη μια φορά τον τρόπο να μας υπενθυμίσει πως δεν μπορούμε να έχουμε τον έλεγχο ̇ ίσως τώρα να αρχίσουμε να την απολαμβάνουμε.

Αγγελική Παπαδοπούλου ΨυχοθεραπείαΑγγελική: Η πανδημία είναι μία πρωτόγνωρη συνθήκη, που μας έφερε αντιμέτωπους με την αβεβαιότητα, τον κίνδυνο, την απομόνωση, τους δαίμονές μας. Γνωρίζουμε ότι επιδείνωσε συγκεκριμένες ψυχικές προδιαθέσεις, αλλά και μας έμαθε να ζούμε αλλιώς: από μία απόσταση που μπορεί, καμιά φορά, να βοηθάει για να δούμε τα πράγματα πιο καθαρά. Όπως και να έχει, μετά από μια μεγάλη περίοδο εγκλεισμού αυτός που ελευθερώνεται δεν είναι ακριβώς ο ίδιος. Και υπό αυτό το πρίσμα, ναι, έχει μεγαλύτερη σημασία να μιλήσει για να κατανοήσει τις αλλαγές του.

Όμως, πάντοτε έχουμε ανάγκη να μιλάμε για αυτά που μας απασχολούν. Αλλά δεν είμαστε σωστά εκπαιδευμένοι, ούτε ως ομιλητές, ούτε ως ακροατές. Ρωτάμε τους ανθρώπους “τι αισθάνεσαι;” και απαντούν “τι εννοείς;”. Ως ομιλητές, δεν έχουμε μάθει να αναγνωρίζουμε τα συναισθήματά μας, δεν δίνουμε καν χώρο στον εαυτό μας για κάτι τέτοιο. Ακολουθούμε πιο πολύ τους άλλους παρά τον εαυτό μας, μπορεί να χάνουμε ολόκληρη ζωή σε μια προσπάθεια να είμαστε αποδεκτοί. Ως ακροατές, σπεύδουμε να παρηγορήσουμε, να συμβουλέψουμε, να πούμε τι θα κάναμε εμείς, να κλείσουμε το θέμα όσο πιο γρήγορα γίνεται, να δώσουμε τη λύση. Ακόμη και όταν έχουμε τις καλύτερες των προθέσεων, δεν συνειδητοποιούμε ότι δεν έχουμε την απάντηση σε ξένα προβλήματα. Και ότι αυτό που ο άλλος μας ζητά είναι, κυρίως, να τον ακούσουμε χωρίς επικρίσεις και παρεμβολές. Να πούμε “δεν ξέρω” στα “δεν ξέρω” του. Κι εκεί είναι το πραγματικά δύσκολο: πόσο αντέχεις να συνοδεύσεις τον άλλο στο σκοτάδι του;

Πάντοτε έχουμε ανάγκη να μιλάμε για αυτά που μας απασχολούν. Αλλά δεν είμαστε σωστά εκπαιδευμένοι, ούτε ως ομιλητές, ούτε ως ακροατές.

Άρα η ψυχοθεραπεία είναι το “φως” στην κατάθλιψη; Είναι η κατάθλιψη το αδιέξοδο των επιλογών μας;

Αγγελική: Πολύ ποιητική ερώτηση, κινδυνεύει κανείς να πέσει στην παγίδα του ρυθμού της. Η κατάθλιψη είναι ένα αδιέξοδο, πράγματι, ως προς τον τρόπο που βιώνεται, μια κατάσταση που δεν σχετίζεται απαραίτητα με τις συνθήκες, μια παραίτηση που ανατροφοδοτεί την αδράνεια. Είναι υποκειμενική, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν είναι ασύλληπτα δυσάρεστη και επικίνδυνη για τον άνθρωπο που τη βιώνει. Αλλά δεν μπορούμε να την βάλουμε σε ένα κοινό κουτί. Για τον καθένα μπορεί να πηγάζει από κάτι διαφορετικό.

Βασίλης: Αναρωτιέμαι κατά πόσο είμαστε σίγουροι ότι οι επιλογές μας είναι όντως δικές μας και συνάδουν με τις προσωπικές μας ανάγκες. Ίσως απαντώντας σε αυτό το ερώτημα, να έρθει ο καθένας σε επαφή με τη δική του λύση.

Τι συνεισφέρει η ψυχολογία και κατ’ επέκταση η ψυχοθεραπεία στην κοινωνική προαγωγή;

Αγγελική: Ας ξεκινήσουμε από τα απαραίτητα: στο πλαίσιο της πτυχιακής μου μιλάω με ανθρώπους που πέρασαν νευρική ανορεξία, που για όσους δεν γνωρίζουν πρόκειται για την ψυχική διαταραχή με τα υψηλότερα ποσοστά θνησιμότητας. Κι όμως, ακόμη και σε αυτή την περίπτωση η οικογένειά τους δεν απευθύνθηκε σε ψυχολόγο, αλλά σε παθολόγο ή διατροφολόγο, που με τη σειρά τους δεν σκέφτηκαν να παραπέμψουν τον άνθρωπο που είχαν μπροστά τους σε κάποιον πιο ειδικό. Αυτό που θέλω να πω είναι πως κάποια στιγμή πρέπει να τελειώνουμε με το ταμπού της ψυχοθεραπείας, αλλά και την αντίληψη ότι θα πάω το παιδί σε “δικό μου άνθρωπο”.

Πέρα όμως από τις περιπτώσεις που η στήριξη επιβάλλεται, έχει αρχίσει να δυναμώνει η αντίληψη ότι όλοι μας χρειαζόμαστε βοήθεια, ακόμη και αν δεν έχουμε αγγίξει τα όρια της “τρέλας”. Η αυτογνωσία είναι ένα τεράστιο εφόδιο, που μας πάει μπροστά τόσο ως άτομα, όσο και ως κοινωνία. Σκεφτείτε ένα κόσμο όπου ο καθένας ξέρει τι του γίνεται, πώς λειτουργεί μέσα του, τι τον θυμώνει και τι τον ευχαριστεί, πότε βγαίνει εκτός εαυτού, πότε αισθάνεται καλά. Έναν κόσμο όπου ο καθένας μας αναλαμβάνει την ευθύνη του, παλεύει να προχωρήσει τη ζωή του με τις συνθήκες που του εμφανίζονται, παρακολουθεί τί του συμβαίνει, ξεχωρίζει πού τελειώνει αυτός και που ξεκινούν οι άλλοι. Που μεγαλώνει τα παιδιά του με αλήθειες, προσοχή και σεβασμό. Που επικοινωνεί και συνεργάζεται για να βγάλει αποτέλεσμα. Ουτοπία, αλλά υπέροχη ουτοπία, δεν νομίζετε;

Βασίλης Σκανδάλης ΨυχοθεραπείαΒασίλης: Πολύ ενδιαφέρουσα ερώτηση! Ας ξεκινήσουμε πρώτα με το να κάνουμε έναν διαχωρισμό ανάμεσα στα δύο επαγγέλματα: Η ψυχολογία είναι μια ενδιαφέρουσα δυτική θεωρητική μελέτη των τάσεων του ανθρώπου ενώ η ψυχοθεραπεία ασχολείται με την ίαση της ψυχής του μέσα από διαφορετικές φιλοσοφικές προσεγγίσεις. Η προσωποκεντρική προσέγγιση, η οποία είναι αυτή που ταιριάζει στη δική μου ψυχή, επικεντρώνεται στην απελευθέρωση του αυθεντικού και δημιουργικού εαυτού δίχως να επηρεάζεται από τα “πρότυπα” της πατριαρχικής κοινωνίας, της πατριαρχικής θρησκείας κ.λπ. Εστιάζει στη μοναδική εμπειρία, όπου το άτομο βιώνει την τιμή και τον σεβασμό γι’ αυτό που πραγματικά είναι και υποστηρίζεται/φροντίζεται στη προσπάθειά του να γνωρίσει, να αποδεχτεί και να εκφράσει τον αυθεντικό του εαυτό. Εάν σταθούμε στην αρχή πως “το ατομικό είναι και συλλογικό”, τότε καταλαβαίνουμε πως μια τέτοια στάση είναι ικανή να επηρεάσει μια κοινωνική κουλτούρα προς την απελευθέρωση, τη φροντίδα, τον σεβασμό και την δικαιοσύνη. Κατ’ επέκταση μπορεί να επηρεάσει τον τρόπο που σχετιζόμαστε με ειλικρίνεια, καλή πρόθεση και όρια με τους Άλλους στον τρόπο που εμβαθύνουμε και (συν)δημιουργούμε.

Αυτό, κατά τη γνώμη μου, αποτελεί μια συνεχιζόμενη πρόκληση. Ωστόσο, η εκπαίδευση στις ανθρωπιστικές επιστήμες πολλές φορές εστιάζει ιδιαίτερα στο ετεροκανονικό μοντέλο και δε μυεί τους φοιτητές και τις φοιτήτριες σε σύγχρονες προκλήσεις, όπως τα ανθρώπινα δικαιώματα, την πατριαρχία και τον φεμινισμό, την queer θεωρία, το εύρος της σεξουαλικότητας κ.λπ., με αποτέλεσμα οι θεραπευτές να είναι κυρίως προετοιμασμένοι για τη cis ετερόφυλη κοινότητα, και πολλές φορές μάλιστα δίχως να έχουν διαχειριστεί τις προσωπικές τους καταγραφές, να χαρακτηρίζονται από ενδεχόμενη εσωτερικευμένη πατριαρχία ή ετεροσεξισμό. Η επιστήμη, λοιπόν, από μόνη της, είναι ανίκανη να επεκτείνει την κοινωνική προαγωγή, εάν ο κάθε θεραπευτής δεν ενημερώνεται συστηματικά και δε δουλεύει σε βάθος με τον εαυτό του, τις αξίες του, τα όριά του αλλά και τις ανάγκες του συστήματος στο οποίο ανήκει.

Πέρα όμως από τις περιπτώσεις που η στήριξη επιβάλλεται, έχει αρχίσει να δυναμώνει η αντίληψη ότι όλοι μας χρειαζόμαστε βοήθεια, ακόμη και αν δεν έχουμε αγγίξει τα όρια της “τρέλας”.

Αξίζει να μιλάμε όταν θεωρούμε ότι είμαστε σε αδιέξοδο;

Αγγελική: Ο Carl Rogers, ο ιδρυτής της προσωποκεντρικής ψυχοθεραπευτικής προσέγγισης, έχει περιγράψει τη θεραπευτική διαδικασία σε 7 στάδια, σε μία πορεία από την ακινησία στην πλήρη λειτουργικότητα. Το πρώτο στάδιο μοιάζει λίγο με την ερώτησή σας, μια κατάσταση αδιέξοδου, όπου δεν μιλάμε για τα συναισθήματά μας, περιμένουμε την αλλαγή από τους άλλους, βλέπουμε κλειστές πόρτες παντού, και δεν το λέω αυτό για να αναιρέσω τα πραγματικά μας αδιέξοδα, που φυσικά είναι υπαρκτά και σεβαστά. Σε αυτό το στάδιο δύσκολα θα αποφασίσει κάποιος να ξεκινήσει θεραπεία, έχει προαποφασίσει την κατάστασή του. Κι αν ξεκινήσει, έρχεται ζητώντας από τον ειδικό να του βρει τη λύση, κάτι πολύ διαδεδομένο ως αντίληψη και πρακτική.

Όμως η διαδικασία είναι πολύ διαφορετική. Και η απάντηση στο ερώτημά σας είναι ότι ναι, αξίζει να μιλήσει, μόνο και μόνο για να μάθει να μιλάει, να ακούει τον εαυτό του, ακόμη και αν αυτό σημαίνει να σωπαίνει όταν το έχει ανάγκη. Να βρει τον δικό του τρόπο, το χάρτη του εσωτερικού του κόσμου, να αποσυνδεθεί από τα βάρη του παρελθόντος και τις προσδοκίες του μέλλοντος, να βρει τι είναι δικό του μέσα του και τι είναι ξένο, να συνειδητοποιήσει πώς μπορεί να βρίσκεται σε κάθε στιγμή. Κι εκεί μπορεί να δει το αδιέξοδό του με άλλα μάτια. Καμιά φορά δεν είναι το πού βρίσκεσαι, αλλά το πώς.

Βασίλης: Μου έρχεται στο νου μια εικόνα που θα ήθελα να μοιραστώ: Αν δεν ανοίξω την βρύση, το νερό δεν πρόκειται να τρέξει. Ομοίως, αν δεν εκφράσω το αδιέξοδο, τότε αυτό δε θα αποκτήσει μορφή και σταδιακή απελευθέρωση. Η θεραπευτική δουλειά που έκανα με τον εαυτό μου, θα έλεγα πως με προίκισε με μια εμπλουτισμένη “εργαλειοθήκη” αντιλήψεων και θεάσεων του κόσμου. Επικοινωνώντας τις εμπειρίες μου με τον κάθε άνθρωπο καταφέρνω να έρχομαι σε επαφή με την άπλα του εαυτού μου και να ανοίγομαι σε εμπειρίες που παλαιότερα δε θα τολμούσα και οι οποίες πλέον αποδεικνύονται εποικοδομητικές και απαραίτητες για μια ζωή γεμάτη ουσία και νόημα.

Η σύγχρονη ελληνική κουλτούρα εντάσσει στην “κανονικότητά” της την έλλειψη αποδοχής του αυθεντικού εαυτού. Ταυτόχρονα, απαιτεί από τα μέλη να κρύβουν τις αδυναμίες τους και να αποσύρουν τις ανάγκες τους.

Δεν είναι ταμπού να παραδεχόμαστε το ψυχολογικό μας αδιέξοδο τελικά;

Αγγελική: Σε καμία περίπτωση. Αντίθετα, είναι το πρώτο βήμα για να βγούμε από αυτό.

Βασίλης: Όπως ανέφερα, θεωρώ πως η σύγχρονη ελληνική κουλτούρα εντάσσει στην “κανονικότητά” της την έλλειψη αποδοχής του αυθεντικού εαυτού. Ταυτόχρονα, απαιτεί από τα μέλη να κρύβουν τις αδυναμίες τους και να αποσύρουν τις ανάγκες τους. Αυτή η εσωτερικευμένη ασυμφωνία φέρνει τους ανθρώπους σε πονετικά αδιέξοδα και τους στερεί την ίδια τη ζωή. Το ίδιο συνέβη και σε εμένα. Πλέον, έχοντας ξεπεράσει αρκετά στερεότυπα και έχοντας υπερβεί κοινωνικούς κριτές, κοιτάζω πίσω μου και αντικρίζω πως μέσα από τα αδιέξοδά μου έφτασα σε μια προσωπική αλλαγή γεμάτη γνώση και διεύρυνση.

Σε αυτή τη διαδρομή καλούμαι τώρα, ως θεραπευτής, να συνοδεύσω και άλλους ανθρώπους που ενδέχεται να ντρέπονται για τον εαυτό τους και τα συναισθήματά τους. Αυτό που με συνοδεύει σε αυτή την πορεία είναι η επίγνωση πως οι άνθρωποι και οι κοινωνίες, γεμάτοι ενοχές και ανασφάλειες, χρειάζονται μια βαθιά αίσθηση ασφάλειας, αυθεντικότητας, αποδοχής, ζεστασιάς, ευθύνης και τρυφερότητας.

***

Η γάτα της Αγγελικής, η Μαξ μάλλον βιώνει και αυτή, όλη την ώρα που μιλάμε τα δικά της αδιέξοδα. Θέλει να βγει στον κήπο. Τη χαϊδεύω αλλά μάλλον προτιμά το έξω από τα ανθρώπινα χάδια που δεν είναι για πάντα. Την κοιτάω και της λέω “σε ευχαριστώ”. Το ίδιο λέω με το βλέμμα μου και στην Αγγελική που ενόσω μιλάμε παρακολουθεί το μοναδικής μυρωδιάς χειροποίητο ψωμί που ετοιμάζει. Ο Βασίλης μιλάει στο τηλέφωνο. Αν και εγώ ήμουν αυτός που έθετα τις ερωτήσεις, είναι λογικό που νιώθω σαν να έκανα μια ψυχανάλυση με ένταση; Mια ψυχική επέμβαση χωρίς νάρκωση, με μέθη. Φεύγω. Άραγε θα με θυμάται η Μαξ όταν με ξαναδεί;

Δείτε επίσης στην αθηΝΕΑ:

Από τον Pasolini στην Κάρολάϊν: Η Βία ως Εξουσία

Η Αυτοπεποίθηση των Παιδιών Περνάει από το Χέρι μας

Αλήθεια, Ξέρεις να Φτιάχνεις μια Ρεαλιστική Λίστα Υποχρεώσεων;

Φίλοι: Πολύτιμοι για τη Σωματική & Ψυχική Υγεία

O Γιώργος Αλοίμονος, με οικογενειακή παράδοση στον Τουρισμό, είναι έμπειρος δημοσιογράφος, στέλεχος επικοινωνίας και food lover. Έχει συνεργαστεί με πολλά ΜΜΕ σε Ελλάδα και εξωτερικό. Έχει ζήσει στο Ηνωμένο Βασίλειο και τις ΗΠΑ όπου εργάστηκε ως σύμβουλος επικοινωνίας, ανταποκριτής και σχολιαστής σε επώνυμα ΜΜΕ ( CNN, Fox, Sky, BBC). Εργάζεται ως Σύμβουλος Επικοινωνίας και Στρατηγικής και ασχολείται με τη διεθνή πολιτική ως αναλυτής.

ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ

Τα σημαντικότερα νέα της ημέρας, στο inbox σου κάθε μεσημέρι!

ΕΓΓPΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER

+