Η μάθηση χρειάζεται επανάληψη. Για να πείσουμε κάποιον για κάτι χρειάζεται επανάληψη. Για να χτιστεί μια σχέση εμπιστοσύνης πρέπει να υπάρχει συνέπεια στα λεγόμενα, στις υποσχέσεις και τις συμφωνίες που κάνουν δύο μέρη, καθώς και ειλικρίνεια. Όπως σε μία ενήλικη σχέση, έτσι και σε μία σχέση παιδιού-ενήλικα, υπάρχει η αναγκαιότητα να υφίστανται αυτά τα στοιχεία, πολύ περισσότερο απ’ ό,τι σε μία ενήλικη σχέση.
Με την επανάληψη καθημερινά του αποχωρισμού, αλλά και της επανένωσης με τη λήξη του σχολικού ωραρίου, το παιδί σιγά σιγά εμπεδώνει ότι δε πρόκειται για εγκατάλειψή του από τον γονέα, αλλά για μία προσωρινή καθημερινή ανεξάρτητη ώρα από εκείνον.
Οι γονείς είναι αυτοί που με την υπομονή τους, την επιμονή τους και τη σωστή συμπεριφορά και διαχείριση θα πείσουν το παιδί ότι όταν το αφήνουν στη δασκάλα ή στη νηπιαγωγό κάθε πρωί και φεύγουν δεν το εγκαταλείπουν. Αντιθέτως, θα είναι εκεί οι ίδιοι ή κάποιος άλλος συγγενής ή φίλος, που το παιδί γνωρίζει, για να το συνοδεύσουν πάλι σπίτι, στην εστία του, στην οικογένειά του.
Τα παιδιά κλαίνε και φωνάζουν από φόβο εγκατάλειψης. Φοβούνται ότι ο γονιός θα τα αφήσει σ’ ένα ξένο, μη οικείο περιβάλλον και δε θα επιστρέψουν ποτέ. Ο φόβος τους είναι ενστικτώδης και απολύτως φυσιολογικός αν το δούμε από βιολογικής απόψεως. Τα παιδιά είναι εξαρτημένα όντα από τους γονείς. Αν οι γονείς τα εγκαταλείψουν, αυτό σημαίνει αυτόματα ότι η ζωή τους είναι σε κίνδυνο. Γι’ αυτό και η αντίδραση τους τις πρώτες μέρες του σχολείου είναι έντονη και σπαρακτική. Με την επανάληψη καθημερινά του αποχωρισμού, αλλά και της επανένωσης με τη λήξη του σχολικού ωραρίου, το παιδί σιγά σιγά εμπεδώνει ότι δε πρόκειται για εγκατάλειψή του από τον γονέα, αλλά για μία προσωρινή καθημερινή ανεξάρτητη ώρα από εκείνον.
Αυτό επιτρέπει στο παιδί να μάθει να αναπτύσσει ανεξάρτητες από τον γονιό σχέσεις, να κοινωνικοποιείται με συνομηλίκούς του και να εξελίσσει τις δεξιότητές του. Ο χρόνος που χρειάζεται για να μπορέσει ένα παιδί να καταγράψει αυτή την καθημερινή, πρωινή σκηνή αποχωρισμού από τον γονέα είναι μοναδική για το κάθε παιδί και εξαρτάται σε τεράστιο βαθμό από τη συνέπεια του γονέα στις υποσχέσεις προς το παιδί γενικότερα, στην ψύχραιμη αντιμετώπιση του γονιού τη στιγμή που αφήνει το παιδί στο σχολείο, δείχνοντας σοβαρότητα και ηρεμία, καθώς και στον χαρακτήρα του. Κάθε εβδομάδα θα είναι το παιδί πιο κοντά στο τελικό στόχο, που δεν είναι άλλος από το να χαιρετάει το γονιό και να μπαίνει με χαρά και σιγουριά, χωρίς δάκρυα στο σχολικό χώρο.
Αυτό θα πάρει κάποιες εβδομάδες, ενώ είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι κάθε “αναποδιά”, όπως π.χ. μια αρρώστια του παιδιού που το κρατάει σπίτι για μέρες, μπορεί να αποτελέσει σημείο παλινδρόμησης σε μία πρότερη αίσθηση εγκατάλειψης. Το ίδιο αποτέλεσμα έχουν και οι γιορτές ή οι καλοκαιρινές διακοπές, που το παιδί μένει εκτός σχολείου για μεγάλο διάστημα και αποκτά διαφορετική καθημερινότητα πιο κοντινή στους γονείς. Αυτό συμβαίνει κυρίως στις προσχολικές, προνηπιακές ηλικίες, που τα παιδιά ακόμα δεν έχουν τόσο δυνατή μνήμη κι έτσι η εγκατάσταση της μη εγκατάλειψής τους από το γονέα είναι κάθε σχολικό έτος σχεδόν ένα νέο γεγονός που πρέπει να εγγράψουν στον εγκέφαλό τους ξανά.
Το παιδί σας θέλει χρόνο, σταθερότητα και συνέπεια για να συνηθίσει και να πειστεί για μια νέα κατάσταση που τη βιώνει αρχικά ως απειλή προς την ύπαρξή του. Ακόμα κι αν υπάρξουν πισωγυρίσματα, μην απογοητευτείτε. Λειτουργήστε σαν να είναι η πρώτη μέρα σχολείου και κρατήστε τη συνεπή σας στάση. Η μάθηση δεν αργεί να έρθει.
Το άρθρο αυτό δημοσιεύθηκε αρχικά στο LifeMade.gr.