Συνήθως, η παρακαταθήκη των καλλιτεχνών είναι το έργο τους. Ενίοτε, και η ακτιβιστική τους δράση, οι πολιτικές τους παρεμβάσεις για σημαντικά ζητήματα που απασχολούν τον κόσμο. Οι σταρ διεθνούς εμβέλειας διαθέτουν τα μέσα να ακουστούν, να επηρεάσουν, να προστατέψουν, να ποδηγετήσουν, να φανατίσουν, να υπερασπιστούν ελευθερίες και ανθρώπινα δικαιώματα – καθένας με τις πεποιθήσεις του.
Υπάρχουν και εκείνοι που παραδειγματίζουν όχι επειδή αφιερώνουν χρόνο (και χρήμα) σε σπουδαίους σκοπούς. Ούτε γιατί κάθε ρόλος τους είναι η απόλυτη μεταμόρφωση/αποκάλυψη. Παραδειγματίζουν με την ύπαρξή τους, με τη στάση τους, εντός και εκτός οθόνης.
Όπως με τη θαρραλέα και ασυμπλεγμάτιστη παραδοχή του ατελούς εαυτού τους, με τον (δυσεύρετο) αυτοσαρκασμό τους, την πολυσχιδή δραστηριότητά τους, το αδιαμφισβήτητο (έστω και όχι πάντα δημιουργικό) ταλέντο τους και την τόλμη τους να ξεστομίζουν δημοσίως την υπέροχη φράση Lah-di-dah.
Η Υπέροχη Annie Hall
Lah-di-dah έλεγε η Άνι Χολ στον Άλβι Σίνγκερ κάθε φορά που βρισκόταν σε αμηχανία, δεν ήξερε τι να απαντήσει, είχε νευρικότητα. Η Άνι Χολ ήταν η Diane Keaton και ο Άλβι Σίνγκερ ο Woody Allen, ζευγάρι οι δυο τους στον απολαυστικό «Νευρικό Εραστή» («Annie Hall» ο πρωτότυπος τίτλος της ταινίας, από την πρώτη ανατρεπτική περίοδο του Αμερικανού σκηνοθέτη).
Lah-di-dah θα μπορούσε να λέει και η Diane Keaton στην πραγματική της ζωή όχι γιατί δεν ήξερε τι να πει –αντιθέτως στις συνεντεύξεις της ήταν, συνήθως, αποστομωτική–, αλλά γιατί δεν πάσχιζε για να ξέρει τα πάντα, ούτε να υποδύεται την τέλεια γυναίκα.
Η Diane Keaton, η οποία πέθανε στις 11 Οκτωβρίου 2025, σε ηλικία 79 ετών, ήταν μια γυναίκα στην οποία, τηρουμένων των αναλογιών, πολλές θα θέλαμε να μοιάσουμε.
Sui generis περσόνα, υιοθέτησε το ανδρόγυνο στιλ από την εποχή του «Νευρικού Εραστή», τη δεκαετία του 1970. Φορούσε γραβάτες, γιλέκα και φαρδιά παντελόνια, διάλεγε έντονα χρώματα που ενάλλασσε με μονόχρωμες εμφανίσεις, τεράστια καπέλα –για να προστατευτεί από τον καρκίνο του δέρματος, όπως αποκαλύφθηκε αργότερα–, ζιβάγκο και φαρδιές ζώνες με μεγάλες αγκράφες, δημιουργώντας το απόλυτο προσωπικό στιλ, αδιαφορώντας αν άρεσε ή όχι.
Αποφάσισε πως δεν θα έκανε αισθητικές επεμβάσεις στο πρόσωπό της, για να αποτυπώνονται με ευκρίνεια τα συναισθήματά της σε αυτό, και άφησε τα μαλλιά της στο φυσικό λευκό τους χρώμα όταν ο χρόνος αποκάλυπτε πλέον την επιρροή του.
Αρνήθηκε να βγάλει τα ρούχα της στον πρώτο της επαγγελματικό ρόλο, στο original ανέβασμα του μιούζικαλ «Hair», αν και θα μπορούσε να κερδίσει επιπλέον 50 δολάρια που πρόσφεραν οι παραγωγοί σε όποιον ηθοποιό της παράστασης δεχόταν προαιρετικά να γδυθεί επί σκηνής.
Γνωρίστηκε και συνδέθηκε επαγγελματικά και προσωπικά με τον Woody Allen (έπαιξαν μαζί στο «Play Ιt Αgain, Sam», στον «Νευρικό Εραστή», στο «Μανχάταν»), με τον οποίο παρέμειναν φίλοι για πάντα και τον οποίο υποστήριξε ξεκάθαρα όταν είχε κατηγορηθεί πως κακοποίησε τη υιοθετημένη κόρη του Dylan Farrow.
Ρόλοι για Κάθε Γούστο
Υποδύθηκε την Κέι Άνταμς-Κορλεόνε, τη γυναίκα του Μάικλ Κορλεόνε/Al Pacino και στους τρεις «Νονούς» του Francis Ford Coppola και την Αμερικανίδα φεμινίστρια, πολιτική ακτιβίστρια και δημοσιογράφο, γνωστή για την υποστηρικτική της κάλυψη στη Ρωσία και στους Μπολσεβίκους κατά τη διάρκεια της Ρωσικής Επανάστασης Louise Bryant στους «Κόκκινους» του Warren Beatty – με τον οποίο είχε επίσης ερωτική σχέση.
Έπαιξε μια νεαρή δασκάλα σε διπλή ζωή, της έντιμης μικροαστής τη μέρα και της μοναχικής γυναίκας που ψάχνει για περαστικούς εραστές τα βράδια στην ταινία του Richard Brooks «Αναζητώντας τον Κύριο Γκούντμπαρ», αποδεικνύοντας και τη δραματική της στόφα – κάτι που έκανε και με «Το Πάθος της Κυρίας Σόφελ» του Gillian Armstrong. Διασκέδασε το κοινό με τη γιάπικη κομεντί «Baby Boom», το καυστικό «Κλαμπ Χωρισμένων Γυναικών» και το απολαυστικό «Κάλλιο Αργά Παρά Αργότερα».
Από Φωτογράφος έως Κτηματομεσίτρια
Βραβευμένη 37 φορές (μία εκ των οποίων με Όσκαρ ως Άνι Χολ στον «Νευρικό Εραστή») και υποψήφια 63, η Diane Keaton, όταν δεν βρισκόταν σε γυρίσματα, φρόντιζε να περνάει τον χρόνο της με τις άλλες της αγάπες. Τη φωτογραφία (είχε συλλογή προσωπικών φωτογραφιών της, αλλά και σπιτιών ισπανικού αποικιακού στιλ της Καλιφόρνιας, τα οποία φωτογράφιζε η ίδια).
Την παραγωγή ταινιών και τηλεοπτικών σειρών (με το δράμα «Elephant» του Gus Van Sant ανάμεσά τους). Την ενεργό συμμετοχή της σε εκστρατείες με το Los Angeles Conservancy για τη διάσωση και την αποκατάσταση ιστορικών κτιρίων, ιδιαίτερα στην περιοχή του Λος Άντζελες. Τη μεσιτεία (ως κτηματομεσίτρια πούλησε στη Madonna, το 2003, έπαυλη αξίας 6,5 εκατομμυρίων δολαρίων).
Απέχθεια στη Σοβαροφάνεια
Η Diane Keaton –της οποίας το πρώτο επίθετο ήταν Hall από τον πατέρα της John Newton Ignatius «Jack» Hall, αλλά επειδή στο ξεκίνημα της κινηματογραφικής της πορείας με αυτό το επίθετο έκανε ήδη καριέρα μια άλλη ηθοποιός υιοθέτησε το πατρώνυμο της μητέρας της Dorothy Deanne-Keaton– χαρακτηρίστηκε σνομπ, αφελής, «αόρατη», fashion icon, ταλαντούχα, γκαφατζού, αξιολάτρευτη φίλη και συνάδελφος.
Αν και ερωτεύτηκε τρελά, δεν παντρεύτηκε ποτέ («κανείς δεν μου έκανε πρόταση γάμου», έλεγε, «ο χαρακτηρισμός της γεροντοκόρης είναι για τα σκουπίδια», συμπλήρωνε). Στα 50 της αποφάσισε να υιοθετήσει δύο παιδιά, δηλώνοντας πως «η μητρότητα μου άλλαξε τη ζωή». Αν και σταρ, δεν έμπαινε σε καλούπια. Αν και mainstream χολιγουντιανή ηθοποιός, δεν πήρε ποτέ στα σοβαρά τον εαυτό της. Και, ίσως, έτσι παρέμεινε ο εαυτός της.
Διαβάστε επίσης στην αθηΝΕΑ και στο μηνιαίο newsletter No Man’s Land – στο οποίο μπορείτε να κάνετε την εγγραφή σας εδώ.
Η Ελευθερία του Λόγου με τη Φωνή της Jane Fonda
Γιατί τα Αγάλματά μας δεν Έχουν Χιούμορ;
Sushila Karki, η Πρωθυπουργός του Νεπάλ και το «Κοινοβούλιο» Discord