Μαλαγουζιά: Είναι η Πιερία ο Ιδανικός Τόπος Έκφρασής της;

Η Μαλαγουζιά είναι, αυτή την περίοδο, η αγαπημένη ποικιλία των Ελλήνων οινόφιλων, μιας και το πλούσιο αρωματικό της προφίλ, αλλά και η ήπια γεύση της στο στόμα, ανταποκρίνεται στο στιλ των οίνων που τους αρέσουν. Αντίθετα, οι ξένοι προτιμούν το Ασύρτικο, καθώς επιθυμούν οίνους με πιο έντονη οξύτητα και χαρακτηριστική ορυκτότητα.

Προσωπικά, προτιμώ και τις δύο ποικιλίες εξίσου και, μάλλον, θεωρώ πως είναι ό,τι καλύτερο έχει να αναδείξει ο ελληνικός αμπελώνας. Η ιστορία της Μαλαγουζιάς, όμως, με συναρπάζει· ιδιαίτερα το πώς κατάφερε να διασωθεί, χάρη στο πάθος και στην αφοσίωση σπουδαίων ανθρώπων και επιστημόνων.

Ιστορική Αναδρομή

Η Μαλαγουζιά έχει ρίζες στην Ελλάδα για περισσότερα από 100 χρόνια. Η πρώτη αναφορά στην ποικιλία προέρχεται από τον Νομό Αιτωλοακαρνανίας, όπου οι παραγωγοί την εκτιμούσαν για την υψηλή της απόδοση και για τα υψηλόβαθμα κρασιά που παρήγε. Ωστόσο, οι αγρότες της περιοχής στράφηκαν σε άλλες, πιο επικερδείς καλλιέργειες, δεδομένου ότι δεν υπήρχε κάποια μεγάλη οινοποιητική μονάδα στην περιοχή, αλλά και λόγω της ευαισθησίας της ποικιλίας σε ασθένειες, όπως το ωίδιο, με αποτέλεσμα εκείνη της Μαλαγουζιάς να ατονήσει.

Η Σωτηρία της Ποικιλίας

Ο άνθρωπος στον οποίο οφείλεται η αναβίωση της Μαλαγουζιάς είναι ο ίδιος που συνέβαλε και στην ανασύσταση της ιστορικής οινοποιίας Achaia Clauss μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Πρόκειται για τον γεωπόνο Χαράλαμπο Κοτίνη, ο οποίος αρχικά εργαζόταν στη Διεύθυνση Γεωργίας Πατρών. Ανάμεσα στο 1967 και το 1970, ο Κοτίνης κατάφερε να διασώσει εμβολιοκληματίδες από παλιά αυτόρριζα αμπέλια Μαλαγουζιάς στην περιοχή της Ναυπάκτου.

Στη συνέχεια, όταν ο Βασίλης Λογοθέτης (καθηγητής Αμπελουργίας στο ΑΠΘ) ανέλαβε την εγκατάσταση του έκτασης 4.500 στρεμμάτων αμπελώνα στο Πόρτο Καρράς –και με την προτροπή της μεγάλης κυρίας του ελληνικού οίνου Σταυρούλας Κουράκου–, φύτεψε τις πρώτες εμβολιοκληματίδες Μαλαγουζιάς από το Νεοχώρι Μεσολογγίου. Παράλληλα, κληματίδες της ποικιλίας μεταφέρθηκαν και στη Λυκόβρυση, στο Ινστιτούτο Αμπέλου και Οίνου, διασφαλίζοντας έτσι τη συνέχιση της καλλιέργειας.

Οι Πρώτες Καλλιέργειες και οι Σημαντικοί Σταθμοί

Κάθε χρόνο, το Κτήμα Πόρτο Καρράς έστελνε μέρος της παραγωγής για οινοποίηση στο πειραματικό οινοποιείο του Ινστιτούτου Αμπέλου. Ήδη από τις πρώτες οινοποιήσεις, την περίοδο 1970-1974, το δυναμικό της Μαλαγουζιάς άρχισε να ξεχωρίζει. Ο Ευάγγελος Γεροβασιλείου, τότε νέος οινολόγος στο Κτήμα Καρράς, διέκρινε από την αρχή τις δυνατότητες της ποικιλίας.

Από το ίδιο αυτό φυτωριακό υλικό, μικρό δείγμα στάλθηκε και στην Πάτρα, στον Θανάση Παρπαρούση, ο οποίος εγκατέστησε μικρή φυτεία στα Μποζαΐτικα Πατρών, προσθέτοντας ακόμη έναν κρίκο στην αλυσίδα διάσωσης και διάδοσης της Μαλαγουζιάς.

Η Εξάπλωση της Μαλαγουζιάς ανά την Ελλάδα

Αργότερα, ο αμπελουργός-οινοποιός Θανάσης Παρπαρούσης έστειλε εμβολιασμένα κλήματα στη Ρωξάνη Μάτσα, τη γυναίκα που αγάπησε τη γη σαν αληθινή «αγρότισσα», η οποία τα φύτεψε στον αμπελώνα της, δίπλα στο ιστορικό οινοποιείο του Καμπά, στην Κάντζα Μεσογείων. Από τη Ρωξάνη και τον Ευάγγελο Γεροβασιλείου δόθηκαν εμβολιοκληματίδες σε πολλούς αμπελουργούς και οινοποιούς και σταδιακά η ποικιλία απέκτησε ρίζες σε ολόκληρη τη χώρα – σήμερα, κυκλοφορούν στην Ελλάδα πάνω από 100 ετικέτες Μαλαγουζιάς.

Ωστόσο, σε αντίθεση με το Ασύρτικο, που πλέον καλλιεργείται με επιτυχία σε πολλές χώρες στον κόσμο, και έτσι απολαμβάνουμε οίνους της ποικιλίας από Αυστραλία, Καλιφόρνια, Νότια Αφρική –και όχι μόνο–, δεν έχει συμβεί κάτι παρόμοιο με τη Μαλαγουζιά. Όχι ακόμη…

Η Συμβολή του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών

Στο Εργαστήριο Οινολογίας και Αλκοολούχων Ποτών του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, από την επίσημη ίδρυσή του το 2015 –ή, καλύτερα, από την επανίδρυσή του, αφού το Εργαστήριο υπήρξε ένα από τα πρώτα του τότε Γεωργικού Πανεπιστημίου ήδη από το 1920, προτού με τα χρόνια «χαθεί»,–μελετούμε το προφίλ των οίνων των ελληνικών ποικιλιών.

Κατά τη διάρκεια των τρύγων 2019 και 2020 συγκομίστηκαν σταφύλια από τις ποικιλίες Μοσχοφίλερο, Ασύρτικο, Αγιωργίτικο, Ξινόμαυρο, Μαλαγουζιά, Σαββατιανό, Βιδιανό, Κοτσιφάλι και Βραδυανό. Η επιλογή έγινε τόσο από τις κύριες ζώνες καλλιέργειας όσο και από περιοχές με ιδιαίτερα κλιματικά περιβάλλοντα σε όλη την ελληνική επικράτεια. Τα σταφύλια οινοποιήθηκαν στο Εργαστήριο Οινολογίας και Αλκοολούχων Ποτών, ακολουθώντας κοινό πρωτόκολλο για κάθε ποικιλία.

Όσον αφορά τη Μαλαγουζιά –την ποικιλία για την οποία αναπτύσσω τον συλλογισμό μου στο παρόν άρθρο–, εξετάζοντας την ιδανική έκφρασή της στην περιοχή της Πιερίας, επιλέξαμε για οινοποίηση σταφύλια από αρκετές ζώνες, γνωστές για την ποιοτική παραγωγή της. Συγκεκριμένα, οι περιοχές προέλευσης των σταφυλιών ήταν: Κάντζα Αττικής, Κιθαιρώνας, Αρχαία Νεμέα, Αρχαία Ολυμπία, Αμύνταιο, Ορεινή Αιγιάλεια, Πιερία και Άγιος Νικόλαος Ορεινής Αργολίδας.

Οι οίνοι της Μαλαγουζιάς παρουσίασαν δύο διακριτά αρωματικά προφίλ, όπως φαίνεται στο Διάγραμμα 1, με τα δείγματα να κατανέμονται ισομερώς μεταξύ των δύο ομάδων. Η πρώτη ομάδα χαρακτηρίζεται από αρώματα τροπικών φρούτων, λουλουδιών, εσπεριδοειδών και ροδάκινου, ενώ η δεύτερη από νότες μανιταριού, βοτάνων, μελιού, ξηρών καρπών και λεμονιού.

Διάγραμμα 1

Όπως αποτυπώνεται επίσης στο Διάγραμμα 1, οι οίνοι από την Πιερία –και συγκεκριμένα το δείγμα με κωδικό MLG AS_PR– παρουσίασαν προφίλ με έντονα και ευχάριστα αρώματα εσπεριδοειδών, ροδάκινου, τριαντάφυλλου, ανανά και πράσινου μήλου, που θεωρούνται ιδιαίτερα ελκυστικά από τους καταναλωτές.

Η Πιερία Ξεχωρίζει

Σε επόμενη σύγκριση, αυτή τη φορά μεταξύ εμπορικών οίνων του 2023 από περιοχές όπως η Εύβοια, η Φθιώτιδα, η Φλώρινα, η Δράμα και η Πιερία, διαπιστώθηκε ότι οι οίνοι από την Πιερία εμφάνισαν, κατά μέσο όρο, υψηλότερες συγκεντρώσεις σε τερπένια (Διάγραμμα 2). Πρόκειται για ενώσεις που συμβάλλουν καθοριστικά στο αρωματικό προφίλ του κρασιού, προσδίδοντας νότες τριαντάφυλλου, περγαμόντου και γενικότερα εσπεριδοειδών, και ενισχύοντας σημαντικά την αρωματική ένταση και πολυπλοκότητα των οίνων.

Διάγραμμα 2

Το Όραμα για το Μέλλον της Μαλαγουζιάς

Όλα τα παραπάνω δείχνουν ότι η Μαλαγουζιά μάλλον βρίσκει τον ιδανικό τόπο έκφρασής της στις πλαγιές του Ολύμπου. Βέβαια, όπως ήδη αναφέρθηκε, πατρίδα της είναι η ευρύτερη περιοχή της Ναύπακτου, όπως θεωρείται και ότι οι ρίζες του Sauvignon Blanc βρίσκονται στην κοιλάδα του Λίγηρα, όπου καταγράφεται για πρώτη φορά το 1534 από τον συγγραφέα François Rabelais. Ωστόσο, το Sauvignon Blanc έγινε διεθνώς γνωστό χάρη στα εξαιρετικά κρασιά του Marlborough στη Νέα Ζηλανδία, όπου σήμερα αποτελεί την κυρίαρχη ποικιλία, με ποσοστό φυτεύσεων άνω του 85%.

Κάτι ανάλογο θα μπορούσε να συμβεί και με τη Μαλαγουζιά – αν φυσικά υπάρξει σταθερή παραγωγή οίνων πολύ υψηλής ποιότητας, συστηματικές γευσιγνωσίες με τη συμμετοχή opinion leaders, ουσιαστική υποστήριξη από οινοδημοσιογράφους, sommeliers και ειδικούς στο destination marketing, καθώς και στοχευμένη προβολή στα κοινωνικά δίκτυα. Είναι μια διαδρομή απαιτητική, αλλά απολύτως άξια της προσπάθειας.

 

Διαβάστε επίσης στην αθηΝΕΑ:

Carpe Vinum Vol.14 | Η Ελλάδα που Αντέχει και Επιμένει

Η Ήπειρος Στήνει Τραπέζι στη Βρετανική Εξοχή

Το Σουφλί Ετοιμάζεται να Γίνει… Πεταλούδα

Ο δρ Γιώργος Kοτσερίδης είναι καθηγητής Οινολογίας και διευθυντής του αντίστοιχου Εργαστηρίου στο Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Πραγματοποίησε τις σπουδές του στην Οινολογία στο Faculte d’Oenologie de Bordeaux, από όπου και απέκτησε και το διδακτορικό του στα ποικιλιακα αρώματα των οίνων Merlot και Cabernet Sauvignon. Ερευνά τα αρώματα των οίνων των ελληνικών ποικιλιών, καθώς και τη διάδραση με το δρύινο βαρέλι. Έχει συντονίσει πολλαπλά χρηματοδοτούμενα ερευνητικά προγράμματα, ενώ ανέπτυξε και το Εργαστήριο Οινολογίας και Αλκοολούχων Ποτών στο Γεωπονικό Πανεπιστήμιο. Έχει συγγράψει/συν-συγγράψει άνω των 100 επιστημονικών άρθρων. Επίσης, συνεργάζεται με πολλά οινοποιεία ως σύμβουλος παραγωγής επιλεγμένων οίνων.

ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ

Τα σημαντικότερα νέα της ημέρας, στο inbox σου κάθε μεσημέρι!

ΕΓΓPΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER

+