Τα τελευταία χρόνια το ελληνικό κράτος επιχειρεί να αξιοποιήσει την τεχνολογία προκειμένου να βελτιώσει την αποτελεσματικότητα των υπηρεσιών του, να καταπολεμήσει τη φοροδιαφυγή και να ενισχύσει τη διαφάνεια. Στο πλαίσιο αυτό δημιουργήθηκαν εφαρμογές όπως πρόσφατα το «MyStreet», όπου οι πολίτες μπορούν να δηλώνουν προβλήματα της καθημερινότητας στις γειτονιές τους (χαλασμένα φανάρια, λακκούβες, εγκαταλελειμμένα οχήματα κ.λπ.), αλλά ταυτόχρονα επιτρέπει στους πολίτες να δηλώσουν περιπτώσεις παράνομης κατάληψης δημόσιου χώρου, όπως η τοποθέτηση τραπεζοκαθισμάτων εκτός των επιτρεπόμενων ορίων.
Οι Πλατφόρμες
Σε αντιστοιχία, η πλατφόρμα της ΑΑΔΕ «Καταγγελίες Πολιτών» επιτρέπει σε οποιονδήποτε πολίτη να καταγγείλει ανώνυμα έναν άλλο για τυχόν αδήλωτα εισοδήματα. Θεωρητικά, πρόκειται για ένα όπλο απέναντι στη φοροδιαφυγή. Στην πράξη, όμως, έχει αποδειχθεί ότι συχνά χρησιμοποιείται όχι από αγανακτισμένους πολίτες, αλλά από πρώην συζύγους, συγγενείς ή συνεργάτες που θέλουν να εκδικηθούν ή να βλάψουν κάποιον. Έτσι, το κράτος «νομιμοποιεί», τρόπον τινά, και κινδυνεύει να τροφοδοτεί προσωπικές αντιπαραθέσεις, μετατρέποντάς τες σε «φορολογικές» καταγγελίες.
Έτσι όχι μόνο δεν χτίζεται εμπιστοσύνη –που είναι και ένα από τα ζητούμενα εφαρμογών διαφάνειας–, αλλά καλλιεργείται ένα κλίμα «ρουφιανιάς» που θυμίζει περισσότερο μικροπρεπείς διαμάχες παρά σοβαρή φορολογική πολιτική. Αντί να κάνει το ίδιο τους απαραίτητους ελέγχους, το κράτος ανοίγει την πόρτα σε προσωπικές βεντέτες που ντύνονται με τον μανδύα της νομιμότητας.
Οι Ευθύνες
Κατά συνέπεια, η ύπαρξη και η προώθηση τέτοιων εργαλείων θέτει ένα κρίσιμο ερώτημα: μήπως το κράτος, αντί να αναλάβει τις ευθύνες του, μετακυλίει το βάρος στους πολίτες, ζητώντας ουσιαστικά να γίνουν «καταδότες»;
Με μια πρώτη ματιά, οι πρακτικές αυτές φαίνονται να προάγουν την ενεργή συμμετοχή των πολιτών. Στην περίπτωση του «MyStreet», ο κάτοικος μπορεί με λίγα κλικ να ενημερώσει τον δήμο για ένα πρόβλημα, να παρακολουθήσει την πορεία επίλυσής του και να αισθανθεί ότι συμβάλλει στη βελτίωση της πόλης. Στον τομέα των οικονομικών, η δυνατότητα να καταγγείλει κάποιος μια επιχείρηση που δεν εκδίδει αποδείξεις μπορεί να θεωρηθεί μέσο προστασίας του «καλού φορολογούμενου» πολίτη. Φαινομενικά, πρόκειται για εκδημοκρατισμό των διαδικασιών, όπου ο καθένας συμμετέχει στη συλλογική λειτουργία του κράτους.
Η ενεργή συμμετοχή, όμως, η οποία μάλιστα διευκολύνεται από τις νέες δυνατότητες που μας δίνει η τεχνολογία, δεν πρέπει να συγχέεται με την αντικατάσταση των θεσμών. Όταν η καταγγελία μιας παρανομίας γίνεται προϋπόθεση για να λειτουργήσει το σύστημα, τότε δεν μιλάμε για δημοκρατική ενδυνάμωση, αλλά για εκχώρηση εξουσιών χωρίς αντίστοιχη ευθύνη από το κράτος.
Ωστόσο, το ζήτημα δεν είναι τόσο απλό. Ο κίνδυνος είναι το κράτος να εκχωρεί σταδιακά βασικές του αρμοδιότητες, περιμένοντας από τον πολίτη να αναλάβει έναν ρόλο που θα έπρεπε να καλύπτουν οι μηχανισμοί ελέγχου, οι δημοτικές υπηρεσίες και οι ελεγκτικοί φορείς. Αντί να υπάρχει ένα επαρκές σώμα δημοτικών υπαλλήλων που θα επιθεωρούν συστηματικά την πόλη ή μια αποτελεσματική εφορία που θα εντοπίζει και θα τιμωρεί παραδειγματικά τη φοροδιαφυγή, το κράτος καταφεύγει στην «εύκολη λύση»: στον πολίτη-καταδότη.
Δοκιμασμένες Πρακτικές
Αυτό το φαινόμενο δεν είναι τυχαίο. Σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες τα τελευταία χρόνια παρατηρείται μια τάση μεταφοράς ευθυνών από το κράτος στους πολίτες, με το πρόσχημα της «συμμετοχικότητας». Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η υπηρεσία «HMRC Tax Evasion Hotline» που λειτουργεί εδώ και χρόνια στην Αγγλία, στην οποία οι πολίτες μπορούν να καταγγείλουν ανώνυμα συγγενείς, γείτονες ή συνεργάτες που υποψιάζονται ότι αποκρύπτουν εισοδήματα.
Η ενεργή συμμετοχή, όμως, η οποία μάλιστα διευκολύνεται από τις νέες δυνατότητες που μας δίνει η τεχνολογία, δεν πρέπει να συγχέεται με την αντικατάσταση των θεσμών. Όταν η καταγγελία μιας παρανομίας γίνεται προϋπόθεση για να λειτουργήσει το σύστημα, τότε δεν μιλάμε για δημοκρατική ενδυνάμωση, αλλά για εκχώρηση εξουσιών χωρίς αντίστοιχη ευθύνη από το κράτος.
Υπάρχει, επίσης, μια ηθική διάσταση. Η παρότρυνση να καταγγέλλουμε τον γείτονα ή τον επαγγελματία της γειτονιάς μας μπορεί να διαβρώσει την κοινωνική συνοχή και να καλλιεργήσει κλίμα καχυποψίας. Η Ελλάδα έχει βιώσει εποχές ιστορικά κατά τις οποίες η καταδοτική νοοτροπία αξιοποιήθηκε με καταστροφικές συνέπειες για την κοινωνία. Αν και σήμερα μιλάμε για καταγγελίες φοροδιαφυγής ή διοικητικών παραλείψεων, δεν μπορούμε να αγνοήσουμε τον κίνδυνο να καλλιεργηθεί ένα κλίμα κοινωνικού ελέγχου που ξεπερνά τα όρια της υγιούς πολιτικής συμμετοχής.
Η Αναζήτηση της Ισορροπίας
Από την άλλη, δεν μπορεί κανείς να αγνοήσει ότι η φοροδιαφυγή αποτελεί πραγματική μάστιγα για την ελληνική οικονομία, στερώντας έσοδα από το κράτος και επιβαρύνοντας τους συνεπείς πολίτες. Το ίδιο ισχύει και για την αναποτελεσματικότητα των δήμων: πολλές φορές ένα απλό πρόβλημα παραμένει άλυτο για μήνες επειδή δεν υπάρχει μηχανισμός αναφοράς ή γιατί τα αιτήματα χάνονται στη γραφειοκρατία. Οι εφαρμογές, λοιπόν, δεν είναι εξ ορισμού προβληματικές· μπορούν να αποτελέσουν εργαλεία ενίσχυσης της διαφάνειας και της λογοδοσίας, εφόσον λειτουργούν επικουρικά και όχι ως υποκατάστατα του κράτους.
Η λύση βρίσκεται σε μια ισορροπία. Το κράτος οφείλει να διατηρεί ισχυρούς και αποτελεσματικούς μηχανισμούς ελέγχου, ενώ οι εφαρμογές θα πρέπει να αξιοποιούνται μόνο ως μέσα διευκόλυνσης της επικοινωνίας και όχι ως κύριοι άξονες επιβολής της νομιμότητας. Ο πολίτης δεν πρέπει να αισθάνεται ότι γίνεται «μάτι και αυτί» του κράτους, αλλά ότι έχει στη διάθεσή του έναν δίαυλο επικοινωνίας για να εκφράσει τα αιτήματά του και να διεκδικήσει καλύτερη ποιότητα ζωής.
Τελικά, το ερώτημα δεν είναι αν το κράτος πρέπει να αξιοποιεί την τεχνολογία – αυτό είναι αυτονόητο. Το ερώτημα είναι πώς τη χρησιμοποιεί: ως εργαλείο ενίσχυσης της δημοκρατίας και της εμπιστοσύνης ή ως μέσο για να μετακυλήσει τις δικές του ευθύνες; Αν δεν απαντηθεί σωστά, υπάρχει ο κίνδυνος η συμμετοχή να μετατραπεί σε καταδοτική κουλτούρα και η δημοκρατία σε μια κοινωνία αλληλοεπιτήρησης.
Διαβάστε επίσης στην αθηΝΕΑ:
Τα «Μικρά Γράμματα» στις Ετικέτες Τροφίμων
Μικρός Οδηγός για τα Σύννεφα: στη Ζωή, την Επιστήμη, την Τέχνη