Η θεατρική παράσταση «Take me Home», το πρώτο έργο που δημιουργήθηκε με σκοπό τη διάδοση της ιστορίας της κλοπής των Γλυπτών της Ακρόπολης που διέπραξε ο Τόμας Μπρους, κόμης του Έλγιν, στις αρχές του 19ου αιώνα, είναι μια πρωτοβουλία του κινήματος Athena Take Μe Home.
Είναι ένα ροκ μιούζικαλ σε σκηνοθεσία του Δημήτρη Μαλισσόβα, μυθοπλασία της Τάνιας Χαροκόπου και του ίδιου και μουσική του Ανδρέα Κουρέτα, με τον οποίο είχα την ενδιαφέρουσα συζήτηση που ακολουθεί.
Το έργο είναι εμπνευσμένο από τα αληθινά γεγονότα της λεηλασίας των μνημείων της Ακρόπολης και βασίζεται στο κόμικ «Παππού, θα μου πεις μια ιστορία;» του Μανώλη Μουμαλίδη.
Ο κεντρικός ήρωας ακολουθεί τον αδίστακτο και ασυνείδητο Έλγιν. Με την ηρωική του δράση, την ιστορική του συνείδηση, τα ευγενικά του ιδεώδη, ταυτίζεται με το όραμά του, προσωποποιεί τα αγάλματα, συνομιλεί με την Καρυάτιδα και βάζει σκοπό της ζωής του την επιστροφή των ανεκτίμητης αξίας μαρμάρων πίσω στην Αθήνα. Το θεατρικό έργο περιγράφει με παραστατικότητα το μεγαλύτερο έγκλημα τέχνης, την αρχαιοκαπηλία, και επιδιώκει μέσα από τους διαλόγους του να ξυπνήσει συνειδήσεις και να συγκινήσει καρδιές…
Έχεις αναλάβει τη μουσική, τους στίχους και τη μουσική διεύθυνση στην παράσταση «Take Μe Home». Τι ήταν αυτό που σε ενέπνευσε να γράψεις ένα ροκ μιούζικαλ;
Στο έργο «Take Me Home» μιλάμε για ένα ελληνικό, εθνικό θέμα παίζοντας ροκ μουσική, το οποίο είναι αρκετά ιδιαίτερο, αλλά ταυτόχρονα μαγικό. Η έμπνευση για να γράψω τη μουσική και τους στίχους ήρθε όταν, αφού διάβασα το κείμενο και μίλησα με τον σκηνοθέτη και έψαξα για την ιστορία πίσω από τα μάρμαρα, άφησα τη φαντασία μου ελεύθερη να δημιουργήσει εικόνες και ατμόσφαιρες.
Έχοντας πάντα ως σημείο αναφοράς κάποια ελληνικά έργα τέχνης τα οποία με διαμόρφωσαν καθώς μεγάλωνα και τα οποία παρουσιάζουν τις πραγματικές ελληνικές αρετές, την ελληνική ομορφιά πέρα από εθνικισμούς και μισαλλοδοξίες, όπως για παράδειγμα το βλέμμα της Μελίνας Μερκούρη στην ταινία «Ποτέ την Κυριακή», τα ποιήματα του Οδυσσέα Ελύτη, τα «Ψηλά Βουνά» του Ζαχαρία Παπαντωνίου. Αφού άνοιξα αυτό το καναλι στο μυαλό μου, άρχισα να φτιάχνω τη μουσική χρησιμοποιώντας ροκ μουσικές φόρμες, καθώς αυτό είναι το πεδίο στο οποίο νιώθω ελεύθερος να συνθέσω.
Ποιο ήταν το χρονικό διάστημα που χρειάστηκε ώστε να προετοιμαστεί το δικό σου έργο και να έρθει να κουμπώσει με το θεατρικό κομμάτι;
Η σύνθεση της μουσικής και των στίχων μου πήρε περίπου 8 μήνες.
Οι μουσικές καταβολές σου κινούνται στο θαυμαστό σύμπαν της ροκ μουσικής. Θα ήθελα να μάθω για τις σπουδές σου και τις μουσικές επιρροές σου.
Ως παιδί ξεκίνησα τη μουσική στο Αττικό Ωδείο Τρίπολης, όπου έμαθα να παίζω κλασικό πιάνο και έκανα και τα θεωρητικά μαθήματα της κλασικής μουσικής. Στη συνέχεια σπούδασα κλασικό και μοντέρνο τραγούδι. Σε ένα σημείο όμως ένιωσα ότι η ψυχή μου με οδηγεί σε άλλα μονοπάτια και αποφάσισα να σπουδάσω ηλεκτρική κιθάρα.
Από κει και πέρα ξεκίνησε μια διαδρομή στη ροκ μουσική, με πολλά όμορφα μονοπάτια, με πιο σημαντικό την κυκλοφορία του πρώτου μου άλμπουμ «In-Ear Trip» με το project μου Given Free Rein. Όσο για τις επιρροές, αγαπώ τη βρετανική ροκ μουσική, τους Placebo, τους Muse, τους Smashing Pumpkins, τον David Bowie, τον Jean Michel Jarre, τους Kraftwerk και πολλούς άλλους μουσικούς.
Στην παράσταση συμμετέχεις επί σκηνής. Ποιος είναι ο ρόλος σου και πώς μπόρεσες να συνδυάσεις την ηθοποιία, έχοντας ήδη την ευθύνη της μουσικής επένδυσης;
Στις παραστάσεις που συμμετέχω τα τελευταία χρόνια ο Δημήτρης Μαλισσόβας με «έσπρωξε» να είμαι στη σκηνή ως μέρος του θιάσου. Ο Δημήτρης, επειδή αγαπάει πολύ τους μουσικούς, δημιουργεί μια συνθήκη στην οποία οι ηθοποιοί και οι μουσικοί γίνονται ένα, μέσα σε μια μαγική θεατρική και μουσική ατμόσφαιρα. Νιώθω πιο ασφαλής, μπορώ να σου πω, όταν είμαι έτσι, γιατί μπαίνω στον κόσμο του έργου.
Θα κάνω τον δικηγόρο του διαβόλου. Το αίτημα για την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα, τουλάχιστον στην Ελλάδα, είναι καθολικά αποδεκτό. Τι περισσότερο μπορεί να προσφέρει μια μουσικοθεατρική παράσταση στην επιρροή της κοινής γνώμης για το συγκεκριμένο αίτημα;
Η παράσταση αυτή έχει ως σκοπό να φέρει στο φως την ιστορία πίσω από τα μάρμαρα του Παρθενώνα, να ευαισθητοποιήσει και να συγκινήσει τους θεατές. Η τέχνη δονεί τη συνείδηση των ανθρώπων και τους μετακινεί σε νέες θέσεις.
Αν δεν κάνω λάθος, είναι η έκτη σου δουλειά πάνω σε μιούζικαλ («Moby Dick», «Hair», «Grease», «Ανάμνηση Σμύρνης», «Φτωχούλης του Θεού»). Θεωρείς ότι έχεις βρει το καλλιτεχνικό λιμάνι σου;
Το θέατρο είναι ένας χώρος που μου αρέσει πάρα πολύ. Το να γράφω σκηνική μουσική μου δίνει χαρά και εξάπτει τη φαντασία και τη δημιουργικότητά μου. Νομίζω πως ναι.
Ανδρέα, συγχαρητήρια για την καλή δουλειά και καλή επιτυχία!
Σε ευχαριστώ πολύ!
Διαβάστε ακόμα στην αθηΝΕΑ: