Ο Νικητής των Ευρωεκλογών Κερδίζει και τις Εθνικές

Λίγο πριν ανοίξουν οι κάλπες για τις αυριανές εκλογές, πιθανότατα και εσείς να αναρωτιέστε αν το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών θα επηρεάσει και τις εθνικές εκλογές που θα ακολουθήσουν το αργότερο μέχρι τις 19 Οκτωβρίου;

Ο ΣΥΡΙΖΑ ειδικότερα διαμηνύει σε κάθε ευκαιρία ότι αν καταφέρει να διατηρήσει την ψαλίδα με τη ΝΔ σε αξιοπρεπές επίπεδο στις ευρωεκλογές, οι επικείμενες εθνικές θα τον βρουν σε καλύτερη κατάσταση. Οι περισσότεροι αναλυτές αντίθετα προβλέπουν ότι, δεδομένου ότι οι ευρωεκλογές είναι μια “χαλαρή αναμέτρηση”, με ένα διακύβευμα λιγότερο άμεσο, η ήδη χαμηλή (σε σχέση με της ΝΔ) συσπείρωση του ΣΥΡΙΖΑ θα παραμείνει χαμηλή, η ψαλίδα θα είναι μεγάλη και η επόμενη μέρα για τον ΣΥΡΙΖΑ θα είναι ημέρα εσωστρέφειας και ηττοπάθειας, οδηγώντας τον τελικά σε ακόμη χειρότερα αποτελέσματα στις εθνικές εκλογές. Και μη ξεχνάμε και τα μικρότερα κόμματα, για τα οποία οι ευρωεκλογές θεωρούνται χρυσή ευκαιρία για να παραμείνουν μες τα πράγματα -διατηρώντας (ευρω)κοινοβουλευτική εκπροσώπηση- ενόψει μιας εθνικής εκλογικής σύγκρουσης σε πολωμένο κλίμα που δεν τα ευνοεί.

Φυσικό είναι, παραμονές εκλογών, όλοι να έχουν την άποψη που τους βολεύει. Τι διδάσκει όμως η πρόσφατη πολιτική μας ιστορία;

22 Χρόνια Εκλογικές Αναμετρήσεις

Η αναδρομή που δίνει την απάντηση ξεκινά από τις εθνικές εκλογές του Οκτωβρίου του 1993 και φτάνει μέχρι τις πρόσφατες εθνικές εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015 – το πεδίο της έρευνάς μας έτσι ξεπερνά την εικοσαετία. Δεν εξετάζουμε καθόλου τις αναμετρήσεις προ του 1993, και αυτό γιατί μέχρι την αλλαγή του εκλογικού νόμου που ψήφισε η κυβέρνηση Μητσοτάκη λίγο μετά την άνοδό της στην εξουσία (νόμος 1907/1990), δεν υπήρχε όριο εισόδου για ένα κόμμα στη Βουλή. Από τότε μέχρι και σήμερα, για να εκπροσωπηθεί ένα κόμμα στη Βουλή πρέπει να συγκεντρώσει σε όλη την επικράτεια τουλάχιστον το 3% των έγκυρων ψηφοδελτίων – ένα όριο που ισχύει τόσο για τις εθνικές αναμετρήσεις, όσο και για τις ευρωεκλογές.

Γυρνώντας πίσω στην ιστορία, ο καθένας μπορεί να βρει το παράδειγμα που τον βολεύει. Η πραγματικότητα όμως είναι ότι μια ήττα είναι πάντα δύσκολο να ξεπεραστεί.

Στις Εθνικές Εκλογές οι Μεγάλοι Πάντα Ενισχύονται

Ας ξεκινήσουμε με τους δύο μονομάχους. Σε τι βαθμό επιβεβαιώνεται αυτό που μας λέει η διαίσθησή μας, ότι δηλαδή, όταν το διακύβευμα είναι πιο άμεσο, δηλαδή στις εθνικές εκλογές, οι δύο μονομάχοι αυξάνουν την εκλογική τους επιρροή; Στις αναμετρήσεις που λαμβάνουν χώρα στο διάστημα που εξετάζουμε, ο μέσος όρος επίδοσης των δύο μεγαλύτερων κομμάτων (για τις αναμετρήσεις κατά τις οποίες όντως κατατάσσονται στις δύο πρώτες θέσεις) είναι καλύτερος στις εθνικές εκλογές απ’ ό,τι στις ευρωεκλογές.

Ο μέσος όρος επίδοσης της ΝΔ σε εθνικές εκλογές είναι 34,5%, ενώ σε ευρωεκλογές κατά τι χαμηλότερος στο 33,3%. Για το ΠΑΣΟΚ (όσο ήταν κραταιό κόμμα, με άλλα λόγια μέχρι τον Οκτώβριο του 2009), ο μέσος όρος της επίδοσής του σε εθνικές εκλογές ήταν 42,5%, ενώ σε ευρωεκλογές το αρκετά χαμηλότερο 35,3%. Για τον ΣΥΡΙΖΑ που απέκτησε στάτους μονομάχου την τελευταία επταετία, ο μέσος όρος επίδοσης σε εθνικές εκλογές είναι 28,9%, έναντι του 26,6% που απέσπασε στις ευρωεκλογές του Μαίου του 2014.

Το Πρώτο Κόμμα Έχει Κατά Κανόνα το Πλεονέκτημα

Πώς συγκρίνονται τα αποτελέσματα που φέρνουν τα μεγάλα κόμματα σε εθνικές εκλογές έναντι ευρωεκλογών, όταν οι δύο αναμετρήσεις λαμβάνουν χώρα με μικρή χρονική απόσταση μεταξύ τους; Από το δείγμα αναμετρήσεών μας ξεχωρίζουμε και συγκρίνουμε 5 ζευγάρια αναμετρήσεων. Στις 3 από τις 5 περιπτώσεις οι ευρωεκλογές προηγήθηκαν και ακολούθησαν εντός των επόμενων μηνών οι εθνικές εκλογές (Μάιος 2014 / Ιανούαριος 2015, Ιούνιος 2009 / Οκτώβριος 2009, Ιούνιος 1999 / Απρίλιος 2000), ενώ στις υπόλοιπες δύο (Μάρτιος 2004 / Ιούνιος 2004, Οκτώβριος 1993 / Ιούνιος 1994), οι εθνικές εκλογές προηγούνται των ευρωεκλογών.

Το προπορευόμενο κόμμα στις ευρωεκλογές ενισχύει την επίδοσή του στις εθνικές εκλογές που ακολουθούν και στις δύο πιο πρόσφατες περιπτώσεις – τον Ιανουάριο 2015 σε σχέση με τον Μάιο 2014 κατά 10 σχεδόν μονάδες, αλλά και τον Οκτώβριο 2009 σε σχέση με τον Ιούνιο της ίδιας χρονιάς κατά 7 περίπου μονάδες. Το δεύτερο κόμμα ενισχύεται επίσης στις εθνικές που ακολουθούν, αλλά κατά λιγότερο απ’ ό,τι το προπορευόμενο κόμμα.

Όσο για την ψαλίδα μεταξύ των δύο μονομάχων όταν έχουμε ευρωεκλογές πρώτα και σε σύντομο χρονικό διάστημα μετά εθνικές εκλογές, η ψαλίδα μεταξύ των δύο μεγάλων κομμάτων μεγαλώνει υπέρ του πρώτου κόμματος.

Η Mοναδική Eξαίρεση και οι “Kαβάντζες” του ΠΑΣΟΚ

Μοναδική εξαίρεση αποτελεί η περίπτωση των εθνικών εκλογών του Απριλίου του 2000, σε σχέση με τις ευρωεκλογές του Ιουνίου του 1999, όταν το ΠΑΣΟΚ κατάφερε να αντιστρέψει το αποτέλεσμα και να κερδίσει άλλη μια τετραετία στην κυβέρνηση, παρά την ήττα του στις ευρωεκλογές. Και σε αυτή την περίπτωση, αμφότεροι οι μονομάχοι ενισχύθηκαν κατά τις εθνικές εκλογές, όμως το ΠΑΣΟΚ κατάφερε να βελτιώσει την επίδοσή του κατά πολύ παραπάνω – 11 περίπου μονάδες σε διάστημα μικρότερο του ενός έτους.

Το κρίσιμο στοιχείο που διαφοροποιεί το αποτέλεσμα στην περίπτωση αυτή αποτελεί το γεγονός ότι την προηγούμενη περίοδο (εθνικές εκλογές του 1996 και ευρωεκλογές του 1999), το ΠΑΣΟΚ είχε υποστεί μια σοβαρή διάσπαση του πιο λαϊκίστικου τμήματός του, με το ΔΗΚΚΙ του Δημήτρη Τσοβόλα να αποσπά ένα 6,9% το 1999. Η διάσπαση έκλεισε τον κύκλο της το 2000, όταν το ΔΗΚΚΙ δεν μπήκε καν στη Βουλή, χάνοντας 4 ολόκληρες μονάδες σε σχέση με τις ευρωεκλογές που προηγήθηκαν.

Η πολύ σοβαρή αυτή “καβάντζα” που διέθετε το ΠΑΣΟΚ της εποχής σε συνδυασμό με τις παραδοσιακές διαρροές που είχε πάντα στις ευρωεκλογές στα κόμματα της αριστεράς, που έχασαν το 2000 πάνω από 5 μονάδες σε σχέση με το 1999, κάνουν την συγκεκριμένη αναμέτρηση τελείως μη χαρακτηριστική, αφού στις παρούσες συνθήκες ο ΣΥΡΙΖΑ δεν διαθέτει σε καμία περίπτωση αντίστοιχα αποθέματα ψήφων σε άλλους κομματικούς σχηματισμούς.

Τα Mικρότερα Kόμματα Xάνουν στις Eθνικές

Σε ό,τι αφορά την επίδοση των μικρότερων κομμάτων στις ευρωεκλογές σε σχέση με τις εθνικές εκλογές, μια πρώτη παρατήρηση που έχει ενδιαφέρον είναι ότι ο αριθμός των κομμάτων που καταφέρνουν να περάσουν του όριο του 3% και να επιτύχουν την κοινοβουλευτική εκπροσώπηση δεν φαίνεται να διαφέρει μεταξύ εθνικών εκλογών και ευρωεκλογών. Ο μέσος όρος των κομμάτων που αποκτούν εκπροσώπηση είναι 5,6 κόμματα για τις εθνικές εκλογές και 5,6 κόμματα για τις ευρωεκλογές – ακριβώς ο ίδιος δηλαδή στο χρονικό φάσμα που εξετάζουμε.

Εξετάζοντας τώρα τις 5 κοντινές χρονικά αναμετρήσεις που αναφέρθηκαν και παραπάνω, σε όλες ανεξαιρέτως τις περιπτώσεις, η αθροιστική επιρροή των μικρότερων κομμάτων αυξάνεται στις εθνικές εκλογές, σε σχέση με τις ευρωεκλογές, είτε αυτές προηγούνται είτε ακολουθούν. Την ίδια στιγμή, εξετάζοντας μία προς μία τις επιδόσεις των μικρότερων κομμάτων στις αναμετρήσεις αυτές, προκύπτει ότι, ένα προς ένα, σχεδόν όλα τα μικρότερα κόμματα έχουν καλύτερη επίδοση στις ευρωεκλογές απ’ ό,τι στις εθνικές που προηγούνται ή ακολουθούν.

Οι Eλπίδες των Τρώων…

Γυρνώντας πίσω στην ιστορία, ο καθένας μπορεί να βρει το παράδειγμα που τον βολεύει. Η πραγματικότητα όμως είναι ότι μια ήττα είναι πάντα δύσκολο να ξεπεραστεί. Όταν είσαι στη δεύτερη θέση σταθερά στις δημοσκοπήσεις για μια τριετία και με διαφορά που πεισματικά παραμένει στα όρια του διψήφιου, ό,τι κι αν κάνεις, οι ελπίδες που δίνεις με τα σενάρια για την ανατροπή στις ευρωεκλογές θυμίζουν λιγότερο σοβαρό πολιτικό σχεδιασμό και περισσότερο το γνωστό ποίημα του Καβάφη για τους Τρώες:

Είν’ η προσπάθειές μας σαν των Τρώων.
Θαρρούμε πως με απόφασι και τόλμη
θ’ αλλάξουμε της τύχης την καταφορά,
[…]
Aλλ’ όταν η μεγάλη κρίσις έλθει,
η τόλμη κι η απόφασίς μας χάνονται·
ταράττεται η ψυχή μας, παραλύει·
κι ολόγυρα απ’ τα τείχη τρέχουμε
ζητώντας να γλυτώσουμε με την φυγή…

Το άρθρο δημοσιεύτηκε στο site Liberal.gr στις 19 Μαΐου.

ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΟΣ
Editor-in-Chief & CEO
Editor-in-Chief & CEO

Η Μαριάννα Σκυλακάκη είναι οικονομολόγος, εκδότρια και αρχισυντάκτρια της αθηΝΕΑς, του βραβευμένου ελληνικού διαδικτυακού μέσου ενημέρωσης που έχει τα μάτια του στραμμένα στο μέλλον. Σπούδασε Oικονομικά και Πολιτικές Επιστήμες στο Πανεπιστήμιο του Bristol και κατέχει μεταπτυχιακό στη Δημόσια Διοίκηση (MPA in Public Policy & Management) από τo London School of Economics. Ξεκίνησε την καριέρα της στο Λονδίνο, όπου εργάστηκε ως αναλυτής στο τμήμα επενδυτικής τραπεζικής της Goldman Sachs για μια τριετία. Επέστρεψε στην Αθήνα και ίδρυσε την αθηΝΕΑ το 2014 με σκοπό να απευθυνθεί σε ένα ευρύ κοινό δραστήριων και απαιτητικών ελληνόφωνων αναγνωστών που αναζητούσαν μια ενημέρωση πιο κοντά στα δικά τους ενδιαφέροντα. Αρθρογραφεί τακτικά στον ελληνικό τύπο ως πολιτική και οικονομική αναλύτρια και έχει αποκομίσει σημαντική εμπειρία στο συντονισμό συζητήσεων σε συνέδρια και ημερίδες στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Εργάζεται παράλληλα ως σύμβουλος σε θέματα οικονομικών και δημόσιας διοίκησης, με ιδιαίτερη εμπειρία σε projects στον κλάδο του τουρισμού, της αγροδιατροφής και του clustering.

ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ

Τα σημαντικότερα νέα της ημέρας, στο inbox σου κάθε μεσημέρι!

ΕΓΓPΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER

+