Η Παναγιώτα Δόγκα είναι ειδική παιδαγωγός και αθλήτρια αγώνων ultra αποστάσεων. Πέρα από αυτά τα “τυπικά”, είναι ένας ζεστός, ζωντανός άνθρωπος. Όταν την είχα γνωρίσει, η θετική αύρα που εξέπεμπε με παραξένεψε και μου υπενθύμισε, σε μια περίοδο δύσκολη για εμένα, ότι υπάρχουν ακόμα τέτοιοι ξεχωριστοί άνθρωποι.
Μιλήσαμε με την Παναγιώτα χωρίς ερωτηματολόγιο, σε ένα καφέ, 12 μέρες μετά την τρομερή της επιτυχία να τερματίσει το πρώτο της Σπάρταθλο, τον αγώνα των 246 χιλιομέτρων από την Αθήνα στη Σπάρτη που γίνεται κάθε χρόνο στα τέλη του Σεπτέμβρη, σε ανάμνηση της προσπάθειας του Φειδιππίδη να φτάσει στη Σπάρτη για να ζητήσει τη βοήθεια των Λακεδαιμονίων λίγο πριν τη Μάχη του Μαραθώνα.
Με πολλή ζέστη και δύσκολες στιγμές, η Παναγιώτα, από μια συγκυρία της τύχης, ήταν η μόνη Ελληνίδα που τερμάτισε φέτος.
Εξαντλητικές προπονήσεις 2 ετών, χιλιάδες χιλιόμετρα, 140 με 180 χιλιόμετρα την εβδομάδα, αξημέρωτα με κρύο και ζέστη, με εργασιακές υποχρεώσεις, αλλά πλαισιωμένη από αγαπημένους ανθρώπους που την “άντεξαν” και την έσπρωξαν να τα καταφέρει.
Στην αρχή της συζήτησης και με τον αγώνα αυτό να “καλεί” και εμένα, μου απάντησε: “αν το έκανα εγώ το αουτσάιντερ, μπορεί να το κάνει οποιοσδήποτε, απλά θέλει προπονήσεις”. Ας δώσουμε, όμως, μορφή συνέντευξης σε αυτή τη θαυμάσια συζήτηση.
Πότε το πήρες απόφαση; Πότε είπες “θέλω να το τρέξω”;
Το 2017, όταν τερμάτισε η παρέα μου από το γήπεδο του Χαλανδρίου, οπότε είπα “θέλω κι εγώ”. Ήταν και μια περίοδος της ζωής μου που άφησα πίσω μου ό,τι θεωρούσα τοξικό, ανθρώπους και συμπεριφορές. Αναζήτησα τον Μάριο Μιχόπουλο, με τον οποίο έχω συγγένεια, και ταιριάξαμε.
Δεν σου είπε κανείς “είσαι τρελή”;
Όχι, και μάλιστα ήταν μαγκιά αυτό, να μου πουν “μπορείς, δοκίμασέ το!”. Από ‘κει, άλλαξε όλη μου η προπόνηση. Πήγα στα 100 χιλιόμετρα στην Ψάθα σαν πρώτο αγώνα, αν και δεν πέτυχε. Δούλεψα ταχύτητα, ρυθμό, πολλή ανηφόρα. Ξεκινήσαμε long runs, 30-40-50 χιλιόμετρα, δεν λογαριάζαμε, πηγαίναμε, και ενώ είχα ως στόχο να κάνω καλό χρόνο στον Μαραθώνιο της Θεσσαλονίκης, μαθαίνουμε για τον “Ολύμπιο Δρόμο” και μου λένε από την παρέα “εμείς θα πάμε, θα έρθεις;” 180 χιλιόμετρα Νεμέα-Ολυμπία. Πιστέψανε σε μένα. Είναι πολύ βασικό αυτό! Έτσι ξεκίνησα να κάνω χιλιόμετρα. Μετά τα 110 χιλιόμετρα, περιμένανε τηλέφωνό μου για να τους πω πώς ένιωθα και τους είπα ότι όλα ήταν καλά! Μου βγήκε η προπόνηση και είναι και πολύ ωραίος αγώνας.
Η Παναγιώτα μιλάει με τα καλύτερα λόγια για τις γυναίκες που τρέχουν σε αυτούς τους αγώνες και μνημονεύει αρκετές στιγμές που την οδήγησαν να θέλει και αυτή να γίνει μέρος αυτής της εμπειρίας. Φτάνοντας στο 110ο χιλιόμετρο του Σπαρτάθλου, μαθαίνει ότι μία από τις πλέον αξιόλογες αθλήτριες, Σπαρταθλήτρια και κάτοχος του καλύτερου ελληνικού χρόνου στις γυναίκες, η Τζο Μαντά, έχει εγκαταλείψει, κάτι που την στεναχώρεσε και που δυσκολεύτηκε να δεχτεί. Με το live του αγώνα να μη λειτουργεί όπως έπρεπε και όπως όφειλε, η αγωνία των δικών της ανθρώπων αυξάνονταν, όσο δεν έβλεπαν το όνομά της να καταγράφεται.
Τι συνέβη μετά;
Αγχώθηκα πάρα πολύ και στεναχωρέθηκα που μου είπαν ότι χρειάστηκε φορείο, γιατί δεν ήξερα τι συνέβη. Ίσως δεν έπρεπε να μου το πουν. Έφτασα σε ένα μικρό σταθμό και με είδαν θλιμμένη. Με ρώτησαν τι έχω και απάντησα ότι μου είπαν ότι είμαι η μοναδική Ελληνίδα. “Και δεν χαίρεσαι;”, μου λέει η εθελόντρια. “Δεν χαίρομαι γιατί εγκατέλειψε μια φίλη μου και είναι πολύ βαρύ”. “Είχα στο νου μου ότι αυτή θα πηγαίνει πρώτη και θα ανοίγει το δρόμο. Ήθελα να είμαι η δεύτερη.” Και μου απαντάει η κυρία: “Δέξου το σαν κάτι καλό, σου άφησε το δρόμο για να το ζήσεις εσύ. Θα το κάνει κάποια άλλη στιγμή. Όλα ανταμείβονται. Προσπάθησε να τη βγάλεις ασπροπρόσωπη και αυτή και όλες τις άλλες. Μην το πάρεις ότι εκπροσωπείς την Ελλάδα, εσένα εκπροσωπείς αλλά κάνε την χαρούμενη.” Αυτό με χαλάρωσε! Πιο μετά με ενημέρωσαν ότι η Τζο ήταν καλύτερα και ότι παρακολουθούσε την πορεία μου, οπότε εκεί είπα: “Εντάξει! Τελείωσε, είμαι καλά!”.
Μου είπες πριν ότι κάτι συνέβη και σε σένα. Για πες;
Στο 157. Είναι νύχτα, πριν ανέβω το βουνό. Έχω ανέβει πολλές ανηφόρες και έχω φτάσει στα όρια μου. Βλέπω το Σταύρο [σ.σ. τον σύντροφό της] και του λέω “δίνω το νούμερο, πάμε σπίτι μας τώρα”. Έβλεπα το βουνό και έλεγα πως θα το ανέβω. Στο μεταξύ, με αγκαλιάζανε όλοι και μυρίζανε αρώματα και δεν μπορούσα να ανασάνω. Εκείνη την ώρα, έρχεται ο Γιάννης Πυργελής και μου λέει στο αυτί, χωρίς να με ακουμπάει: “Κάνε μου τη χάρη, Ανέβα το βουνό, κατέβα, πάρε την εμπειρία και μετά εγκαταλείπεις”. Φυσικά, συνέχισα, και στον επόμενο σταθμό μια ομάδα φίλων και γνωστών με πιάνει και μου αρχίζει μασάζ παντού, φαγητό και “μπουστάρισμα”. Χωρίς να καταλάβω τίποτα, ηρέμησα 15 λεπτά και ήμουν πάλι όρθια, έτοιμη να φύγω. Χωρίς συνοδεία το Σπάρταθλο δεν βγαίνει! Χώθηκα μέσα στο βουνό και τέλος.
Και μετά το βουνό έχεις άλλα 70 χιλιόμετρα!
Δεν το σκέφτεσαι, είσαι εσύ και η επιβίωση. Ίσως στα τελευταία 20 ζορίζει που είναι χαοτικό και λες “άντε να δω τη Σπάρτη”.
Παραισθήσεις είχες;
Η μόνη που είχα, ας πούμε παραίσθηση, ήταν λίγο πριν ξημερώσει, στο 180. Ανεβαίνω σε ένα χωριουδάκι, δεξιά είναι μια εκκλησία και δίπλα τα μνήματα. Ε! Εγώ νόμιζα ότι ήταν σκυμμένοι άνθρωποι και τους χαιρέταγα! Άκουγα τις φωνές από το σταθμό και μπερδεύτηκα. Με το που φτάνω στο σταθμό, 300 μέτρα πιο κει τους λέω “Ζάχαρη, κομπόστα τώρα! Χαιρέταγα τα μνήματα”. Γέλαγαν όλοι!
Και να σου πω κάτι. Δεν νιώθω τίποτα σπουδαία, νικήτρια ή κάτι τέτοιο. Αγώνας είναι η καθημερινότητα και έπαθλό μου είναι να μου πει ένα παιδί στον Παιδικό Σταθμό “Παναγιώτα σ’ αγαπώ”.
“Γυναίκα στο Σπάρταθλο!” Λένε διάφορα που δεν τα μπορώ. Ότι οι άντρες αντέχουν κ.λπ. Ποια είναι η γνώμη σου;
Την ίδια προπόνηση κάνουμε όλοι, τα ίδια τραβάμε. Ίσως έχουμε περισσότερο πείσμα. Δεν το δείχνουμε αν πονάμε, κλείνουμε το στόμα. Είμαστε “σκυλιά” στον πόνο. Ίσως οι πόνοι από τη γυναικεία φύση μας ατσαλώνουν, τα κοντρολάρουμε όλα, δεν γκρινιάζουμε και δεν θα κάτσουμε να κλαίμε. Εγώ δεν είδα γυναίκα να “σπάει”. Πολύ τσαγανό, ειδικά οι Γιαπωνέζες. Το άσχημο είναι ότι μας βάζουν στην ίδια κληρωτίδα. Αφού είμαστε λίγες, βάλε όλες τις γυναίκες να τρέξουν!
Σε βλέπω σε φωτογραφίες να γελάς. Από πού προκύπτει όλη αυτή η χαρά, εν μέσω αγώνα;
Όντως, είναι η άμυνά μου. Έχω κι εγώ δύσκολες στιγμές, έχω εγωισμό. Έκλαιγα από το άγχος μου στην Κόρινθο που πέρασα την πρώτη πόρτα αποκλεισμού. Γενικά το διασκεδάζω, τραγουδάω και αλλάζω τους στίχους για να γελάω. Στον αγώνα τραγούδαγα το Καπηλειό των Χαΐνηδων, γιατί αναφέρεται μέσα ένας Σταύρος. Υπήρχε ο Σταύρος, αλλά εγώ δεν είχα μάτια να τον δω, ώσπου γίναμε ζευγάρι εν μέσω προπονήσεων, οπότε στον αγώνα είχα αυτό το τραγούδι.
Αν και ήταν στις προπονήσεις σου, είχες θέμα, όπως έχουν πολλοί δρομείς με τους ανθρώπους τους;
Ναι. Μου είπε “κουράστηκα να σε βλέπω κουρασμένη”. Όπου με ακούμπαγες κοιμόμουν. Ήταν εξαντλητικό. Άλλοι χωρίζουν, τσακώνονται – δεν είναι εύκολο το χόμπι μας. Επειδή είναι δρομέας, γκρίνιαξε λιγότερο.
Ξέρω ότι έχεις σχέση με τη Φλόγα. Πες μου πως προέκυψε;
Ήμουν στον αγώνα Race for the Cure και ξαφνικά είδα ένα παιδί με καπελάκι να τρέχει με μια μπλούζα “τρέχω για τη μητέρα μου”. Στην αρχή δεν κατάλαβα τι ακριβώς εννοούσε. “Τι ήθελε να πει;”! Και σιγά σιγά, με άλλους δρομείς φτιάξαμε μια ανθρώπινη αλυσίδα για να τερματίσει μόνος μπροστά μας. Φτάνουμε στο τέρμα, η μητέρα του δεν είχε μαλλιά και βγάζει ο μικρός το καπέλο και δεν είχε ούτε αυτός. Δεν πέρασα τη γραμμή, ένιωσα ξεφτίλα που είχα πάει να τρέξω ως αγώνα τη συγκεκριμένη διαδρομή. Δεν είναι αγώνας, είναι γι’ αυτούς τους ανθρώπους. Ένιωσα ότι θέλω να προσφέρω και έτσι βρήκα τη Φλόγα. Πρέπει να διαδοθεί ότι υπάρχει ανάγκη για βοήθεια και υποστήριξη σε αυτούς τους ανθρώπους και μάλιστα στα παιδιά. Και τα καταφέρνουν. Περνάνε το γολγοθά τους και πάνε πίσω στα σπίτια τους.
Για να ελαφρύνουμε το κλίμα. Κανένα ευτράπελο; Για παράδειγμα, το παγωτό πώς προέκυψε μέσα στο Σπάρταθλο;
Ξεκίνησε στον Ολύμπιο των 180 χιλιομέτρων που μου πρόσφεραν παγωτό και από τότε έγινε σαν εσωτερικό αστείο. Εγώ έλεγα “οι αγώνες είναι ωραίοι, τρως και παγωτό”. Όποτε και στο Σπάρταθλο, μου το έκανε έκπληξη ο σύντροφός μου για να με διασκεδάσει, και φυσικά το έφαγα! Άλλο φοβερό σκηνικό είναι η τουαλέτα στο Σπάρταθλο. Δεν φαντάζεσαι! Μια όμορφη στιγμή είναι τα πιτσιρίκια που μας ζήταγαν αυτόγραφο στους σταθμούς, αλλά και όταν τα “έβαλαν”με μια ξένη αθλήτρια, η οποία με πέρασε στα τελευταία μέτρα και της φώναζαν τα μικρά! Τους είπα ότι δεν πειράζει και θα πάμε εμείς σιγά σιγά.
Ο τερματισμός; Φαινόσουν τόσο έκπληκτη στο βίντεο!
Ένιωθα φοβερή υπερηφάνεια. Εκεί ένιωσα τόσο περήφανη για τη χώρα μου, όταν μου έδωσε ο προπονητής μου τη σημαία που κράταγε ο ίδιος όταν τερμάτισε το Σπάρταθλο. Έβγαλα τα παπούτσια ως ένδειξη σεβασμού. Αυτά με έφτασαν ως εκεί. Είναι τιμημένα. Το έκανα και για τη Φλόγα, να ακουστεί η Φλόγα και είχα δίπλα τον προπονητή, τον σύντροφό μου και τον πατέρα μου. Είδα το βίντεο, αλλά δεν μπορώ να το ξαναδώ ακόμα.
Αφήνω εσένα να κάνεις το κλείσιμο, όπως θες!
Αυτά τα δύο χρόνια, άλλαξαν πολύ οι σχέσεις μου με τους ανθρώπους. Άφησα πίσω τους τοξικούς και έκανα νέες παρέες. Όλα ήταν στραβά. Δεν είχα δουλειά, με είχαν απορρίψει σε ένα μεταπτυχιακό και ένιωθα μόνη. Ξέρεις ποιος με πήρε από το χέρι; Ο πατέρας μου και γι’ αυτό ήταν και στον τερματισμό μου. Περπατάγαμε, με έβγαλε έξω. Του το χρωστάω αυτό. Με τον Σταύρο χάσαμε λιγάκι το ρομαντισμό του πρώτου καιρού που περνάει ένα ζευγάρι, δεν έμεινα, όμως, πίσω σε τίποτα. Και να σου πω κάτι. Δεν νιώθω τίποτα σπουδαία, νικήτρια ή κάτι τέτοιο. Αγώνας είναι η καθημερινότητα και έπαθλο μου είναι να μου πει ένα παιδί στον Παιδικό Σταθμό “Παναγιώτα σ’ αγαπώ”.
Η Παναγιώτα και ο Σταύρος πήραν απόφαση να παντρευτούν πλέον, σε ένα διαφορετικό… Σπάρταθλο.