Παρακολουθώντας τις «Τρεις Ψηλές Γυναίκες» στο Δημοτικό θέατρο Πειραιά, βασισμένο στο έργο του Edward Albee και σε σκηνοθεσία του Robert Wilson, με πρωταγωνίστριες τη Ρένη Πιττακή, την Καρυοφυλλιά Καραμπέτη και τη Λουκία Μιχαλοπούλου, αισθάνθηκα πραγματικά δέος το πόσα μπορεί να μας διδάξει το θέατρο. Ένα εικαστικό θέατρο με εξαιρετικές ερμηνείες σε συνδυασμό με την καθαρότητα και την ομορφιά της σκηνής που ήρθαν κόντρα με το περιεχόμενο του κειμένου για τη θνητότητα του χρόνου με τις προκλήσεις της ζωής.
Η Ρένη Πιττακή, μια από τις τρεις πρωταγωνίστριες, ανέδειξε τις συναισθηματικές εντάσεις και τις εσωτερικές αναζητήσεις που χαρακτηρίζουν τον ρόλο της στο έργο με τρόπο που μένει βαθιά αποτυπωμένο στη μνήμη μας. Αλλά και γενικότερα, η δυναμική παρουσία της και η σιωπή που την περιβάλλει στο θέατρο είναι αναμφίβολα σημαντική, καθώς δεν αποτελεί απλώς μια ηθοποιό που προσφέρει αξιοπρόσεκτες ερμηνείες, αλλά ένα πρότυπο που εμψυχώνει και εμπνέει νεότερες γενιές καλλιτεχνών να ακολουθήσουν το όνειρό τους στον κόσμο του θεάτρου.
Πώς θα χαρακτηρίζατε την εμπειρία σας από τον ρόλο σας στην παράσταση «Τρεις Ψηλές Γυναίκες»; Ποιες ήταν οι κύριες προκλήσεις που αντιμετωπίσατε;
Όλα ήταν διαφορετικά σε σχέση με προηγούμενες συνεργασίες. Η σκηνοθεσία του Robert Wilson δίνει έμφαση στη φόρμα. Κοινό χαρακτηριστικά θα έλεγα με τον Κάρολο Κουν, το πάθος τους για την τελειομανία και η αγάπη τους για την τέχνη. Η αστείρευτη προσπάθεια για το καλύτερο αποτέλεσμα.
Όμως, η σκηνοθετική αισθητική του Wilson περιορίζει την ελευθερία και επιβάλλει ένα συγκεκριμένο σύστημα, αποτρέποντας την υπέρβαση των προκαθορισμένων πλαισίων. Τόσο με τον λόγο όσο και με την κίνηση, η απεύθυνση ήταν προς το κοινό και όχι προς τους άλλους χαρακτήρες, με εμάς να λειτουργούμε σαν μαριονέτες.
Στο πρώτο μέρος επικρατεί η σκηνοθετική φόρμα, ενώ μέσα από την πορσελάνινη εύθραυστη αντανάκλαση των εκφράσεων και των κινήσεων αντιλαμβανόμασταν μια διαφορετική διάσταση των συναισθημάτων της πρωταγωνίστριας. Στο δεύτερο μέρος διατηρείται η σκηνοθετική φόρμα, ενώ παράλληλα εμφανίζονται και τα υπαρξιακά ζητήματα του έργου.
Πώς ήταν η συνεργασία σας μαζί του;
Ανεπανάληπτη, διαφορετική. Το εντελώς Άλλο! Η παράσταση αυτή ήταν μοναδική. Ήταν αναμφίβολα μια προκλητική εμπειρία, καθώς απαιτούσε αμέτρητες ώρες προβών για να επιτευχθεί το επιθυμητό αποτέλεσμα. Ωστόσο, υπήρχε μια αμοιβαία υποστήριξη μεταξύ μας, καθώς η σκηνοθεσία βασιζόταν σε μια εντελώς διαφορετική οργάνωση.
Η παράσταση αφορούσε θέματα που άγγιζαν το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον. Υπάρχει κάτι στο παρελθόν για το οποίο νιώθετε μετανιωμένη και ελπίζατε ότι θα μπορούσατε να είχατε αλλάξει;
Είμαι άνθρωπος του εδώ και του τώρα. Θα μπορούσα να χαρακτηρίσω τον εαυτό μου… τζιτζίκι! Δεν αφιερώνω χρόνο, ούτε ασχολούμαι με το παρελθόν. Ζω τη στιγμή. Το παρελθόν και το μέλλον υπάρχουν μέσα στο εδώ και τώρα, η διαδοχή τους είναι καθαρά φαινομενική. Απλώς, είμαι έτσι.
Μου φαίνεται αστείο να κάνω ανασκόπηση και να προσπαθώ να διορθώσω ή να αναθεωρήσω τη ζωή μου στο παρελθόν. Ακολουθώ το σήμερα. Για το αύριο δεν γνωρίζω τίποτα. Θεωρώ ότι παρελθόν και παρόν είναι μέσα στον άνθρωπο και είναι ένα. Αποτελούν μέρος της ανθρώπινης φύσης και είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένα. Φυσικά, δεν εννοώ ότι δεν έχω όνειρα, αλλά δεν είμαι δέσμια σε αυτά, καθώς όλα μπορούν να αλλάξουν.
Η παράσταση εστίασε επίσης στη σχέση μεταξύ μητέρας–γιου και το αποτύπωμα του χρόνου ανάμεσά τους. Τι ήταν αυτό που σας συγκίνησε ή υπήρχε κάτι που σας φόβισε περισσότερο;
Η δυναμική της σχέσης μεταξύ μητέρας και γιου φαίνεται ξεκάθαρα στο έργο, ειδικά στο δεύτερο μέρος όπου η μητέρα απορρίπτει τον γιο της με τη χαρακτηριστική φράση «Έξω από το σπίτι μου!». Ο γιος είναι ομοφυλόφιλος, δεν ανταποκρίνεται στο πρότυπο που ήθελε η οικογένεια να ακολουθήσει.
Κατά συνέπεια, η μητέρα δεν μπορεί να τον ανεχθεί στο σπίτι και τον διώχνει. Πιστεύει στις φυλετικές διακρίσεις. Ο γιος νιώθει πως είναι αδύνατον να συνυπάρξει με αυτές τις αντιλήψεις. Οι έννοιες της συμπερίληψης και της ενσυναίσθησης μοιάζει να απέχουν πολύ από αυτήν την οικογένεια, όπως σε όλες τις οικογένειες αυτού του τύπου, αυτών των αντιλήψεων. Σήμερα φαίνεται ότι υιοθετούμε τις δύο έννοιες περισσότερο ως μια μόδα. Αυτή την εποχή, άλλωστε, ξέρουμε πως αυτή η πλευρά διεκδικεί τις απόψεις, τα δικαιώματά της και κυρίως την ύπαρξή της.
Πώς πιστεύετε ότι συνέβαλλε η παράσταση στην αντίληψη του κοινού;
Κατά τη διάρκεια της παράστασης παρατηρείς μια αφοσίωση, χωρίς να προβάλλονται κινητά, και οι θεατές να είναι απορροφημένοι στο έργο. Γενικά, ο κόσμος ήταν συγκινημένος και ενθουσιασμένος τόσο από την παράσταση όσο και από τις ερμηνείες.
Η επίδραση του έργου σε κάθε θεατή είναι διαφορετική, δεν ξέρεις πώς επηρεάζει καθέναν από αυτούς. Θυμάμαι τον Γιώργο Χειμωνά να λέει ότι η τέχνη δεν είναι για τους λίγους, δεν είναι για τους πολλούς, αλλά για τον κάθενα χωριστά. Αυτή η φράση σημαίνει ότι η κάθε προσέγγιση της τέχνης εξαρτάται από τα προσωπικά χαρακτηριστικά, τις πεποιθήσεις και την ευαισθησία του καθενός.
Ποιες αντιδράσεις του κοινού σας εντυπωσίασαν περισσότερο;
Πολλοί από τους θεατές αναγνώρισαν με ειλικρίνεια όταν έβγαιναν από την παράσταση ότι τους έφερε ανακούφιση, ακόμα και αν είχαν μια δύσκολη ημέρα. Είτε συγκινούνταν είτε γοητευόταν από την ομορφιά της παράστασης. Έφευγαν από το θέατρο με αίσθημα χαράς ή αγαλλίασης. Ένιωθαν ότι κάτι κινείται μέσα τους. Συν-κινείται.
Πώς βλέπετε τον ρόλο του θεάτρου στη σημερινή κοινωνία και πώς πιστεύετε ότι μπορεί να επηρεάζει ή να αντανακλά την κοινωνική πραγματικότητα; Αλλάζει κάτι προς το καλύτερο;
Μετά την πανδημία του κορωνοϊού, παρατηρείται μια αυξημένη ανάγκη του κοινού να απολαύσει μεγάλο φάσμα θεατρικών παραστάσεων παρότι είναι δύσκολο να παρακολουθήσει όλες αυτές τις επιλογές. Κυρίως οι γυναίκες αποτελούν το μεγαλύτερο μέρος του θεατρικού κοινού, αλλά υπάρχει και σημαντικό μερίδιο ανδρών που ακολουθούν.
Ωστόσο, το θέατρο χαρακτηρίζεται βραδυφλεγές. Η αντίληψη και η κατανόησή του απαιτούν χρόνο και πολιτιστική παιδεία. Παρ’ όλα αυτά, υπάρχουν περιπτώσεις όπου μια παράσταση μπορεί να έχει άμεση και έντονη επίδραση στον θεατή, αλλάζοντας μια πτυχή της ζωής του.
Η συγκεκριμένη παράσταση όμως έχει αυτά τα χαρακτηριστικά…
Υπήρξαν συγκεκριμένες φάσεις που επηρέασαν τους θεατές. Πολλοί είχαν συναισθηματική σύνδεση με συγκεκριμένα σημεία της παράστασης, όπως η έμφαση στη χαμένη μνήμη της γηραιότερης κυρίας. Άλλοι δυσκολεύτηκαν να εξηγήσουν τι τους συγκίνησε περισσότερο.
Επικράτησαν ανάμεικτα συναισθήματα. Δεν είμαι τόσο αισιόδοξη για το μέλλον. Δεν βλέπω να υπάρχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον εκ μέρους των αρμοδίων για τον πολιτισμό. Τον προηγούμενο χρόνο αντιληφθήκαμε τη σοβαρότητα των προβλημάτων στον τομέα της εκπαίδευσης και των σχολών.
Ωστόσο, δεν διακρίνω μια ανάλογη σοβαρότητα στην αντιμετώπιση του πολιτισμού και των τεχνών, που αποτελούν αναπόσπαστο μέρος αυτής της πραγματικότητας. Το εκπαιδευτικό σύστημα αντιμετωπίζει σημαντικά προβλήματα στη δομή και στην οργάνωσή του και απαιτείται ένα ανανεωμένο ενδιαφέρον για αυτά τα θέματα.
Παράλληλα, παρακολουθούμε με θαυμασμό την εξέλιξη της τεχνολογίας και των επιστημών. Νιώθω ότι καθένας μας προσπαθεί ατομικά να αντεπεξέλθει στις προκλήσεις της εποχής.
Ποια είναι η δική σας ερμηνεία για τη λέξη «παιδεία»; Τι πιστεύετε για τους νέους σήμερα;
Η παιδεία προϋποθέτει την οικογένεια και το σχολείο. Για μένα, η παιδεία σημαίνει πολύ περισσότερα από την απλή απόκτηση γνώσεων και δεξιοτήτων. Είναι μια διαρκής αναζήτηση για την αλήθεια, την κατανόηση του εαυτού μας και του κόσμου γύρω μας. Επίσης, η ανάπτυξη της κριτικής σκέψης και της δημιουργικότητας.
Όσον αφορά τους νέους σήμερα, πιστεύω ότι είναι σημαντικό να ενθαρρύνουμε την κριτική σκέψη, την αυτογνωσία και τη δημιουργικότητα, καθώς αυτές οι ικανότητες είναι καθοριστικές για την επίτευξη μιας ικανοποιητικής ζωής.
Υπάρχει κάποιο μότο που θα θέλατε να μοιραστείτε μαζί μας;
Έχω κρατήσει χρόνια τώρα μια ρήση του Samuel Beckett: «Να προσπαθείς. Να αποτύχεις. Να προσπαθήσεις ξανά. Να αποτύχεις καλύτερα».
Διαβάστε επίσης στην αθηΝΕΑ:
Ανδρομάχη Παπανικολάου, η Κυρία Τεστ Παπ
Φαίδων Καστρής, Ένας Ηθοποιός Αυτός Καθεαυτός
Φωτογράφος του Μήνα | Τατιάνα Μαυρομάτη