Ο Στέλιος Καζαντζίδης, σε μικρή ηλικία, εξαναγκάστηκε να πάρει το δρόμο της ξενιτιάς και του ξεριζωμού (ο πατέρας από το Πόντο, η μητέρα από τη Μικρά Ασία), ζώντας προσφυγικά. Έχοντας έντονα την αίσθηση της κοινωνικής αδικίας και της εκμετάλλευσης, ήταν ο πρώτος διεκδικητής ποσοστών από τις πωλήσεις των δίσκων του, συμβάλλοντας στην μετέπειτα οικονομική εξασφάλιση των συναδέλφων του. Ο Καζαντζίδης μιλά την ίδια γλώσσα με τον κόσμο από τον οποίο προέρχεται, παραμένοντας έτσι “ο δικός τους άνθρωπος” σε προσωπικό και καλλιτεχνικό επίπεδο. Ακόμα κι όταν αποσύρεται από το πάλκο, καθώς ενοχλείται αφάνταστα από τους γλεντζέδες-σαματατζήδες, χρησιμοποιεί τους δίσκους τους ως δίαυλο επικοινωνίας με το κοινό του.
Η Ντενίση αναμετριέται ξανά με την Ιστορία, αφηγούμενή την μέσα από τη ζωή ενός αγαπημένου λαϊκού τραγουδιστή. Έχοντας παρακολουθήσει το πρότερο επιτυχές θεατρικό της έργο, “Σμύρνη μου Αγαπημένη”, ήμουν προϊδεασμένη για τη θέαση μιας εξίσου καλοδουλεμένης υπερπαραγωγής, που θα εκτυλισσόταν στη θεατρική σκηνή του Ελληνικού Κόσμου. Όμως, παρόλο που πρόκειται για δύο διαφορετικά δραματουργικά έργα σε ύφος και περιεχόμενο, αλλά με κοινό στόχο-βάση την αναδρομή στην ιστορία και κοινή αφετηρία την προσφυγιά, ο Στέλιος Καζαντζίδης δεν έχει την ίδια δυναμικότητα σε σχέση με τη “Σμύρνη”, που προκάλεσε την ενσυναίσθηση κοινού και θιάσου, δημιουργώντας έντονες εικόνες αισθητικά και συναισθηματικά.
Στην παράσταση συμμετέχει μια πλειάδα ηθοποιών αποτελώντας τον κοινωνικό και επαγγελματικό περίγυρο του Καζαντζίδη, τον οποίο υποδύεται ο Μελέτης Ηλίας, συμπαθητικά, καταβάλλοντας προσπάθεια στο να αφουγκραστεί την ψυχοσύνθεση του Στέλιου. Κορυφαία ερμηνευτικά είναι η Ελισάβετ Κωνσταντινίδου, που απογειώνει τον ρόλο της κυρά Γεσθημανής, της μητέρας του Στέλιου, χαρίζοντάς μας κωμικές και δραματικές στιγμές στη σκηνική συνύπαρξη με τον “γιο” της. Guest ο Δημήτρης Σταρόβας, στον ταιριαστό ρόλο του ιδιοκτήτη νυχτερινού μαγαζιού. Αξίζει να αναφερθούν η Νεφέλη Ορφανού, ο Μιχάλης Μητρούσης, η Νίκη Παλληκαράκη κι ο Σταύρος Νικολαΐδης.