Θα Πληρώνατε για το Facebook;

“Ναι, θα υπάρχει πάντα μια εκδοχή του Facebook που θα είναι δωρεάν”. Η παραδοχή αυτή του Μαρκ Ζούκερμπεργκ κατά τη μαραθώνια διήμερη κατάθεσή του στο Αμερικανικό Κογκρέσο την περασμένη εβδομάδα δεν πέρασε απαρατήρητη. Είχε μάλιστα δύο αναγνώσεις. Η μία, πιο απλή, ότι το Facebook θα είναι πάντα διαθέσιμο στους χρήστες του δωρεάν. Η άλλη, πιο ενδιαφέρουσα, αφορά την έμμεση παραδοχή ότι έχουν υπάρξει σκέψεις για ένα Facebook πολλαπλών εκδοχών, για πρόσβαση σε κάποιες απ’ τις οποίες θα μπορούσε να ζητείται από τους χρήστες να πληρώσουν.

Με τις αντιδράσεις για τη διαρροή δεδομένων χρηστών του Facebook να συνεχίζονται, μια σειρά από προσωπικότητες του ευρύτερου χώρου της τεχνολογίας παίρνουν θέση όσον αφορά το τι πήγε λάθος. Έχουμε να κάνουμε με κακούς ανθρώπους που τρέχουν κακές εταιρείες, που θέλουν να μας κάνουν όλους υποχείριά τους για να βγάλουν μια πεντάρα παραπάνω, ή υπάρχει μια βαθύτερη συζήτηση που ξεπερνά ατομικές επιλογές και ευθύνες, η οποία όμως είναι απαραίτητο να γίνει;

Δεν Υπάρχει Δωρεάν Γεύμα

Σύμφωνα με τον Τζάρον Λάνιερ, ο οποίος θεωρείται πατέρας του κλάδου της εικονικής πραγματικότητας κι ένας απ’ τους πρωτεργάτες της Σίλικον Βάλεϊ, η δραματική παραβίαση της ιδιωτικότητάς μας που έχει συντελεστεί τα τελευταία χρόνια βασίζεται σ’ ένα πρώτο, τεράστιο λάθος στην ίδια τη φιλοσοφία του διαδικτύου. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει στην ομιλία που έδωσε στο παγκόσμιο συνέδριο του TED στο Βανκούβερ προ ημερών και συζητήθηκε πολύ: “Δεν νομίζω ότι πρόκειται για κακούς ανθρώπους που έχουν κάνει κάτι κακό. Πρόκειται για ένα παγκόσμιο, τραγικό, εκπληκτικά γελοίο σύστημα”.

Σύμφωνα με τον ίδιο, το σημερινό σύστημα βασίστηκε στο σοσιαλιστικής έμπνευσης όραμα των πρωτεργατών του διαδικτύου να δημιουργήσουν κάτι το οποίο θα διατίθετο στους ανθρώπους απολύτως δωρεάν. Το όραμα αυτό είχε λογική. Οι πλάκες του Γουτεμβέργιου άλλαξαν τον κόσμο, τα βιβλία όμως κοστίζουν, επομένως, ενώ ήταν διαθέσιμα σε περισσότερους απ’ ό,τι τα χειρόγραφα πριν, δεν ήταν διαθέσιμα σε όλους. Το internet θα έπρεπε να είναι δωρεάν. Θα μπορούσε να εξαλείψει έτσι την ανισότητα. Η ιδεαλιστική αυτή προσέγγιση του διαδικτύου βρίσκεται στην καρδιά της κρίσης που διανύει σήμερα, επισημαίνει και η Έλεν Πάο, πρώην διευθύνουσα σύμβουλος του Reddit.

Το σημερινό σύστημα βασίστηκε στο σοσιαλιστικής έμπνευσης όραμα των πρωτεργατών του διαδικτύου να δημιουργήσουν κάτι το οποίο θα διατίθετο στους ανθρώπους απολύτως δωρεάν.

Πώς όμως ανταμείβεται η επιχειρηματικότητα όταν όλα είναι δωρεάν; Μια λύση διαφάνηκε στον ορίζοντα: το μοντέλο της διαφήμισης. Έβγαζε νόημα αυτή η λύση. Αντί να πληρώνουμε εμείς απευθείας για μια υπηρεσία ή ένα αγαθό που καταναλώνουμε, δεν θα ήταν ωραία αν πλήρωνε κάποιος άλλος; Όπερ και εγένετο, σε μεγάλο βαθμό, είτε αυτή η υπηρεσία είναι η πρόσβαση σ’ ένα κοινωνικό δίκτυο, είτε στο πιο ισχυρό εργαλείο αναζήτησης πληροφοριών που δημιουργήθηκε ποτέ. Με τον καιρό, ξεχάσαμε ότι υπάρχει κάτι θεμελιωδώς παράδοξο όταν κάτι τόσο πολύτιμο διατίθεται δωρεάν. Ξεχάσαμε ότι δεν υπάρχει δωρεάν γεύμα.

“Αυτοκρατορίες Τροποποίησης Συμπεριφοράς”

Μα ποιο είναι το πρόβλημα με τη διαφήμιση; Το μοντέλο εσόδων με βάση τη διαφήμιση δεν είναι δα κάτι καινούριο. Διαφημίσεις βλέπαμε στην τηλεόραση, ακούγαμε στο ραδιόφωνο, διαβάζαμε στις εφημερίδες. Ναι, όμως τα δεδομένα τα οποία είχε για μας ο αποστολέας του εκάστοτε διαφημιστικού μηνύματος ήταν περιορισμένα. Αντιθέτως, στο διαδίκτυο, ο αποδέκτης έχει ο ίδιος μετατραπεί σε ανύποπτο αποστολέα ιδιωτικών του πληροφοριών, σε μόνιμη σχεδόν βάση.

Γιατί ασφαλώς, δεν είναι μόνο η Google και το Facebook που βασίζονται στην όσο το δυνατόν πιο προσωποποιημένη διαφήμιση για να αυξάνουν τον ετήσιο τζίρο τους. Το ίδιο πάνω-κάτω μοντέλο αξιοποιούν και η πλειοψηφία των μέσων ενημέρωσης που αυτή τη στιγμή βάλλουν έναντι των τεχνολογικών κολοσσών που παραβιάζουν την ιδιωτικότητά μας. Όπως γράφει στο blog του ο Ντοκ Σίαρλς, δημοσιογράφος και συγγραφέας που εξειδικεύεται σε θέματα προσωπικών δεδομένων και εδώ και καιρό κρούει τον κώδωνα του κινδύνου όσον αφορά την κατάχρησή τους, πλήθος εκδοτών περιεχομένου online σερβίρουν στους αναγνώστες τους tracking-based διαφημίσεις.

Τι συμβαίνει όταν η τεχνολογία μιας πλατφόρμας επιτρέπει στους διαφημιζόμενους να χρησιμοποιούν όλο και πιο εξειδικευμένες διαφημίσεις, είτε αυτές αποσκοπούν στην αγορά ενός εμπορικού προϊόντος, είτε στην επιλογή ενός πολιτικού υποψηφίου; Σύμφωνα με τον Τζάρον Λάνιερ, με τον καιρό, η διαφήμιση αρχίζει να επηρεάζει τη συμπεριφορά των χρηστών. Επειδή τα αρνητικά ερεθίσματα τείνουν να είναι πιο αποτελεσματικά στα κοινωνικά δίκτυα από τα θετικά, αυτό τελικά διευκολύνει την παραπληροφόρηση και τη χειραγώγηση.

“Δεν τα αποκαλώ κοινωνικά δίκτυα πια”, εξηγεί ο Λάνιερ. “Τα αποκαλώ αυτοκρατορίες τροποποίησης συμπεριφοράς.” Δεν πρόκειται όμως για σατανικές αυτοκρατορίες, συμπληρώνει. Όλα αυτά οφείλονται στο πρώτο εκείνο λάθος, στην ψευδαίσθηση δηλαδή ότι θα μπορούσαμε να έχουμε ένα σωρό χρήσιμα και ευχάριστα πράγματα, δωρεάν. Με άλλα λόγια; Η ιδιωτικότητα κοστίζει.

Η Δική Μας Ευθύνη

Ποια είναι η λύση; Σύμφωνα με τον Λάνιερ, να αντιληφθούμε ότι το δωρεάν στο internet ενέχει κινδύνους και να ζητήσουμε και να επιλέξουμε ως καταναλωτές και χρήστες υπηρεσίες που μας ζητούν μεν μια χρηματική συνδρομή, αλλά εξασφαλίζουν την ιδιωτικότητά μας με τρόπο που εξ ορισμού, όσοι βασίζονται στο tracking-based διαφημιστικό μοντέλο δεν μπορούν να κάνουν.

Γιατί τελικά, έχουμε κι εμείς οι ίδιοι μια ευθύνη για όλα όσα συνέβησαν την τελευταία δεκαετία. Όταν βάζαμε στη μηχανή αναζήτησης του Google ό,τι ερώτηση περνούσε απ’ το μυαλό μας, δεν ξέραμε ότι αποκαλύπτουμε σε κάποιον τις σκέψεις μας; Όταν επιτρέπαμε από ένα app να γνωρίζει τη γεωγραφική μας θέση, δεν ξέραμε ότι αφήναμε το ψηφιακό αποτύπωμά μας; Όταν πατούσαμε το κουμπάκι like, δεν δείχναμε απλόχερα την προτίμησή μας; Όταν κάναμε κλικ σε μια διαφήμιση, δεν στέλναμε ένα μήνυμα ότι μας αρέσει, ότι θέλουμε πιο πολλές διαφημίσεις σαν κι αυτήν;

Όταν βάζαμε στη μηχανή αναζήτησης του Google ό,τι ερώτηση περνούσε απ’ το μυαλό μας, δεν ξέραμε ότι αποκαλύπτουμε σε κάποιον τις σκέψεις μας;

Μπορεί να μη δώσαμε τη συγκατάθεσή μας για να δώσει το Facebook ένα σωρό τέτοια δεδομένα στην Cambridge Analytica. Μπορεί να μη θυμόμαστε να του δώσαμε τη συγκατάθεσή μας για μια σειρά από πράγματα που νόμιμα έχει κάνει. Όμως τώρα δεν έχουμε πια δικαιολογία. Το κλειδί για να “εξαγνιστούμε” από το προπατορικό αμάρτημα του internet, αν προσωπικότητες όπως ο Λάνιερ έχουν δίκιο, είναι να αφυπνιστούμε ως χρήστες, να γίνουμε πιο καχύποπτοι και, ναι, να πληρώσουμε πιθανώς και 10 ευρώ παραπάνω για μια υπηρεσία που έχει αλλάξει τη ζωή μας. Γιατί, όπως αναφέρει προς το τέλος της ομιλίας του, “μερικές φορές, όταν πληρώνουμε για πράγματα, τα πράγματα γίνονται καλύτερα.”

Tο άρθρο αυτό δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Φιλελεύθερος» την Πέμπτη 19 Απριλίου.

ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΟΣ
Editor-in-Chief & CEO
Editor-in-Chief & CEO

Η Μαριάννα Σκυλακάκη είναι οικονομολόγος, εκδότρια και αρχισυντάκτρια της αθηΝΕΑς, του βραβευμένου ελληνικού διαδικτυακού μέσου ενημέρωσης που έχει τα μάτια του στραμμένα στο μέλλον. Σπούδασε Oικονομικά και Πολιτικές Επιστήμες στο Πανεπιστήμιο του Bristol και κατέχει μεταπτυχιακό στη Δημόσια Διοίκηση (MPA in Public Policy & Management) από τo London School of Economics. Ξεκίνησε την καριέρα της στο Λονδίνο, όπου εργάστηκε ως αναλυτής στο τμήμα επενδυτικής τραπεζικής της Goldman Sachs για μια τριετία. Επέστρεψε στην Αθήνα και ίδρυσε την αθηΝΕΑ το 2014 με σκοπό να απευθυνθεί σε ένα ευρύ κοινό δραστήριων και απαιτητικών ελληνόφωνων αναγνωστών που αναζητούσαν μια ενημέρωση πιο κοντά στα δικά τους ενδιαφέροντα. Αρθρογραφεί τακτικά στον ελληνικό τύπο ως πολιτική και οικονομική αναλύτρια και έχει αποκομίσει σημαντική εμπειρία στο συντονισμό συζητήσεων σε συνέδρια και ημερίδες στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Εργάζεται παράλληλα ως σύμβουλος σε θέματα οικονομικών και δημόσιας διοίκησης, με ιδιαίτερη εμπειρία σε projects στον κλάδο του τουρισμού, της αγροδιατροφής και του clustering.

ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ

Τα σημαντικότερα νέα της ημέρας, στο inbox σου κάθε μεσημέρι!

ΕΓΓPΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER

+