Το 65ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης ολοκληρώνεται αύριο, Κυριακή 10 Νοεμβρίου. Σημαντικές στιγμές του φεστιβάλ, μεταξύ άλλων, ήταν η παρουσία της Juliette Binoche και του Ralph Fiennes στην πρεμιέρα της ταινίας «Η Επιστροφή» («The Return») του Uberto Pasolini.
Τα φώτα έπεσαν και στον αντισυμβατικό και outsider, αλλά συγχρόνως σταρ πρώτης γραμμής, Matt Dillon, ο οποίος παρουσίασε τη νέα ταινία στην οποία πρωταγωνιστεί με τίτλο «Την Έλεγαν Μαρία» («Being Maria»), σε σκηνοθεσία της Jessica Palud. Η ταινία έχει στο επίκεντρό της τη βασανισμένη ζωή της Maria Schneider, με τον Matt Dillon να υποδύεται με συγκλονιστικό τρόπο τον Marlon Brando.
«Πρωτίστως μια Οδύσσεια του Μυαλού και του Πνεύματος και όχι μια Γεωγραφική»
Στην ταινία «Η Eπιστροφή» συνεργάζονται για άλλη μια φορά η Juliette Binoche με τον Ralph Fiennes – είχαν συνεργαστεί για πρώτη φορά το 1996, στην εμβληματική ταινία «Ο Άγγλος Ασθενής», και είχαν ξανασυναντηθεί το 1992, στην ταινία «Ανεμοδαρμένα Ύψη». Τώρα, στην ταινία που είναι εμπνευσμένη από την «Οδύσσεια» του Ομήρου, υποδύονται τους κεντρικούς ήρωες, τον Οδυσσέα και την Πηνελόπη.
Στη συνέντευξη Τύπου για την ταινία, που πραγματοποιήθηκε στις 2 Νοεμβρίου στην αίθουσα Σταύρος Τορνές, στο πάνελ συμμετείχαν και ο σκηνοθέτης της ταινίας, Uberto Pasolini, καθώς και ο συμπαραγωγός της, Κωνσταντίνος Κοντοβράκης. Τη συνέντευξη συντόνισε ο Γιώργος Κρασσακόπουλος, επικεφαλής προγράμματος του φεστιβάλ.
«Την ταινία αυτή τη σκέφτομαι για 30 ολόκληρα χρόνια. Δηλαδή, 10 χρόνια περισσότερα από όσα χρειάστηκε ο Οδυσσέας για να πολεμήσει στην Τροία, να αποχωρήσει, να συνάψει ερωτικές περιπέτειες με τις πιο όμορφες γυναίκες της Μεσογείου, να σκοτώσει, σύμφωνα πάντα με τον Όμηρο, 108 μνηστήρες, και τελικά να καταλήξει στην αγκαλιά της Πηνελόπης. Να σημειώσω πως στην ταινία μας χρειάστηκε να σκοτώσουμε σαφώς λιγότερους», αστειεύτηκε αρχικά ο Uberto Pasolini.
«Η “Οδύσσεια” μιλάει σε όλους μας για τον αγώνα της επιστροφής. Όλοι βρισκόμαστε σε κάποιο ταξίδι και η επιστροφή είναι το ερώτημα που κουβαλάμε μέσα μας».
«Ήταν πρωτίστως μια οδύσσεια του μυαλού και του πνεύματος και όχι μια γεωγραφική οδύσσεια», συνέχισε. «Αυτή είναι και η πραγματική εσωτερική πάλη του Οδυσσέα, και στην εξέλιξη του σεναρίου δόθηκε όλο και περισσότερη έμφαση στις εσωτερικές συγκρούσεις και στα προβλήματα της οικογένειας. Επικεντρωθήκαμε περισσότερο στους ανθρώπους, παρά στους μύθους», διευκρίνισε ο Pasolini.
«Ο Uberto είναι εδώ και πολλά χρόνια φίλος και συνεργάτης μου», δήλωσε αρχικά ο Ralph Fiennes. «Όταν μας έγινε η πρόταση, η Juliette κι εγώ ήμασταν στην Τζόρτζια των ΗΠΑ, ο ένας στη Σαβάνα και ο άλλος στην Ατλάντα. Συναντηθήκαμε, το συζητήσαμε και πήγαμε σε ένα βιβλιοπωλείο. Εκεί, αγοράσαμε την “Οδύσσεια” στην πιο πρόσφατη μετάφραση της Emily Wilson. Βγάλαμε λοιπόν μια σέλφι με το βιβλίο και τη στείλαμε στον Uberto με λεζάντα “έτοιμοι!”», ενώ η Juliette Binoche πρόσθεσε: «Όταν προσκλήθηκα στον “χορό” του Οδυσσέα, ήμουν πολύ πρόθυμη να χορέψω. Ήταν όλα πολύ όμορφα: το γράψιμο, οι διάλογοι και, φυσικά, η ιδέα τού να δουλέψω πάλι με τον Ralph».
Ο Fiennes, σε ερώτηση για τις τυχόν εκπλήξεις που του επιφύλασσε το σενάριο απάντησε πως γνώριζε την ιστορία από μικρό παιδί και πως η δυσκολία γι’ αυτόν ήταν να κατανοήσει την εκδοχή του Uberto: «Μια εσωτερική οδύσσεια. Ένας άντρας που φτάνει σπίτι μετά κόπων και βασάνων, χωρίς να είναι σίγουρος αν μπορεί να μείνει εκεί. Ένας άντρας πνευματικά διαλυμένος από όλες τις δυσκολίες του ταξιδιού, ένα εσωτερικό ταξίδι που περνά μέσα από την Πηνελόπη, με την οποία βρίσκεται σε ένα τραγικό αδιέξοδο, καθώς είναι ανήμποροι να επανασυνδεθούν ψυχικά έπειτα από όλα όσα έχουν περάσει. Ο Uberto κατόρθωσε να προσδώσει ψυχολογικό βάθος στους ήρωές του, προσφέροντάς μας μια όμορφη πρόκληση».
«Η Πηνελόπη, ακόμη και ως αρχέτυπο, είναι μια πολύ μοντέρνα γυναίκα. Κάνει το δικό της ταξίδι και έρχεται αντιμέτωπη με το τι σημαίνει να έχεις πίστη».
Για το τι προσθέτει ο ρόλος της Πηνελόπης στη σύγχρονη γυναίκα ζητήθηκε να απαντήσει η Binoche, η οποία είπε: «Είναι μια πολύ προσωπική υπόθεση. Έχει απήχηση σε διαφορετικές γυναίκες, με διαφορετικούς τρόπους. Η Πηνελόπη, ακόμη και ως αρχέτυπο, είναι μια πολύ μοντέρνα γυναίκα. Κάνει το δικό της ταξίδι και έρχεται αντιμέτωπη με το τι σημαίνει να έχεις πίστη. Η υπομονή που απαιτείται από αυτή τη γυναίκα είναι απέραντη.
Αν προσπαθήσουμε να παραλληλίσουμε την ιστορία με τα σημερινά δεδομένα, θα λέγαμε πως πρόκειται για μια προσπάθεια συντονισμού και επανένωσης της θηλυκής και της αρσενικής μας πλευράς, αλλά και μια απόπειρα επιστροφής στην ουσία, στην καρδιά του εαυτού μας, στο σπίτι. Ως εκ τούτου, αν και κλασικό έργο, παραμένει πιο μοντέρνο από ποτέ».
Ο Uberto Pasolini πρόσθεσε πως τα έργα του Ομήρου προσφέρουν πολλαπλές αναγνώσεις: «Από μια φεμινιστική σκοπιά υπάρχουν δύο τρόποι ανάγνωσης: η πρώτη είναι πως η Πηνελόπη είναι μια γυναίκα υποτακτική, ενώ στη δεύτερη, η οποία βγάζει περισσότερο νόημα στη δική μου οπτική, η Πηνελόπη είναι μια γυναίκα που επιλέγει. Η Πηνελόπη είναι υπεύθυνη για όσα συμβαίνουν στο νησί. Έχει τη δύναμη λήψης αποφάσεων, αλλάζει τη ροή των γεγονότων, είναι μια γυναίκα με ικανότητα αυτενέργειας».
Για τη Binoche, η μεγαλύτερη δυσκολία της Πηνελόπης είναι να διατηρήσει την ψυχική της υγεία. «Η Πηνελόπη αντιμετωπίζει έναν καθημερινό εφιάλτη, προσποιούμενη πως όλα είναι εντάξει. Είναι πολύ πιο περίπλοκη από μια γυναίκα που απλώς περιμένει τον άντρα της να επιστρέψει. Πρέπει να χρησιμοποιήσει έναν πονηρό τρόπο να αντιμετωπίσει τη σκοτεινή πλευρά της ανθρωπότητας. Δεν αντιμετωπίζεις τον διάβολο ποτέ κατά πρόσωπο, αλλά πλαγίως. Κι έτσι, καταφέρνει να διαχειριστεί μια κατάσταση που διαφορετικά θα τη διέλυε».
Ακολούθως, η Juliette Binoche τόνισε πόσο σημαντική ήταν η επίσκεψή της σε πραγματικές ελληνικές τοποθεσίες πριν τα γυρίσματα, προκειμένου να γνωριστεί με τους ανθρώπους και να εγκλιματιστεί.
Ο Ralph Fiennes συμφώνησε, προσθέτοντας: «Θεωρώ πως η χώρα σας είναι εξαιρετική. Υπάρχει μια φοβερή ενέργεια με την οποία μπορώ να ταυτιστώ, που τη συναντά κανείς στα νησιά, στις θάλασσες και στα τοπία της, στην τοπογραφία και στα βουνά της. Ισχυρά πνεύματα κατοικούν εκεί. Το ίδιο συναίσθημα βιώνω και στη δυτική ακτή της Ιρλανδίας».
Στο τέλος της συνέντευξης, ο Fiennes ανέφερε: «Όλοι μας με έναν τρόπο αναζητούμε την προσωπική μας Ιθάκη, τον εαυτό μας. Η “Οδύσσεια” μιλάει σε όλους μας για τον αγώνα της επιστροφής. Όλοι βρισκόμαστε σε κάποιο ταξίδι και η επιστροφή είναι το ερώτημα που κουβαλάμε μέσα μας».
• Η «Επιστροφή» θα κυκλοφορήσει στις ελληνικές αίθουσες από τη Rosebud.21 στις 28 Νοεμβρίου 2024.
«Αγάπησα το Σενάριο: Η Απεικόνιση Ήταν Δίκαιη και Ειλικρινής»
Στη συνέντευξη Τύπου του Matt Dillon, που πραγματοποιήθηκε τη Δευτέρα 4 Νοεμβρίου, επίσης στην αίθουσα Σταύρος Τορνές, ο ηθοποιός μίλησε τόσο για την ταινία «Την Έλεγαν Μαρία» στην οποία πρωταγωνιστεί, όσο και για την ταινία «Πόλη των Φαντασμάτων», το ντεμπούτο του ως σκηνοθέτη και σεναριογράφου, αλλά και για τη συμμετοχή του στην ταινία «Interfears» του Jesper Just, μια ευρηματική χαρτογράφηση του μυαλού ενός ηθοποιού, η οποία προβάλλεται με τη μορφή οπτικής εγκατάστασης καθ’ όλη τη διάρκεια του φεστιβάλ στο MOMus-Πειραματικό Κέντρο Τεχνών.
«Η Maria Schneider, η οποία ξεκίνησε να δουλεύει στον κινηματογράφο πάρα πολύ νέα, κάτι με το οποίο μπορώ να ταυτιστώ γιατί έκανα τα πρώτα μου βήματα στην υποκριτική σε πολύ μικρή ηλικία».
Σε ερώτηση του Γιώργου Κρασσακόπουλου σχετικά με τον ρόλο του ως με την τελευταία του ταινία, όπου ενσαρκώνει τον Marlon Brando την εποχή που εκείνος πρωταγωνίστησε στο «Τελευταίο Τανγκό στο Παρίσι» του Bernardo Bertolluchi, ο Matt Dillon δήλωσε: «Δεν μπόρεσα να αντισταθώ και να αρνηθώ να συμμετάσχω σε αυτή την ταινία. Ο Marlon Brando είναι φοβερά επιδραστικός και άλλαξε τον ρου του σινεμά πολλές φορές στην καριέρα του. Αγάπησα το σενάριο: η απεικόνιση ήταν δίκαιη και ειλικρινής. Αργότερα κάπως το μετάνιωσα, γιατί ήταν πραγματικά μια πολύ δύσκολη αποστολή, δεδομένου ότι ο Marlon Brando υπήρξε ένας από τους πιο ενδιαφέροντες ανθρώπους του 20ού αιώνα. Ταυτόχρονα, όμως, μου άρεσε αυτή η πρόκληση».
Κάτι που τον κέρδισε σε αυτό τον ρόλο είπε πως ήταν «η Maria Schneider, η οποία ξεκίνησε να δουλεύει στον κινηματογράφο πάρα πολύ νέα, κάτι με το οποίο μπορώ να ταυτιστώ γιατί έκανα τα πρώτα μου βήματα στην υποκριτική σε πολύ μικρή ηλικία. Είχα πάντα πολλή κατανόηση για τη θέση στην οποία βρέθηκε. Φυσικά, η κατάστασή της ήταν πολύ διαφορετική από τη δική μου, αλλά με έναν τρόπο μπορώ να ταυτιστώ.
Ξέρω πώς είναι να είσαι ένα νέο άτομο στο σετ, που δεν έχει εμπειρία, δεν μπορεί να θέσει αυστηρά όρια και να έχει το προνόμιο της αυτενέργειας. Για τον λόγο αυτό, με συγκίνησε η ερμηνεία της Anamaria Vartolomei. Στο τέλος, ένιωσα πραγματικά περήφανος που πήρα μέρος σε μια δημιουργία που έδωσε φωνή στη Maria Schneider. Η Jessica Palud είχε την ευαισθησία να μην κάνει μια πολιτική ταινία, ούτε μια ταινία εκδίκησης. Έφτιαξε μια ειλικρινή προσωπική ιστορία, η οποία φωτίζει κρυμμένες πτυχές ενός γεγονότος».
Και όσον αφορά τη διαβόητη σκηνή από το «Τελευταίο Τανγκό στο Παρίσι», ο Matt Dillon δήλωσε: «Χωρίς να θέλω να κακολογήσω τον Bernardo Bertolluchi, αυτόν τον πραγματικά σπουδαίο κινηματογραφιστή, θεωρώ πως έκανε λάθος στη συγκεκριμένη επίμαχη σκηνή με τη Maria Schneider. Δεν πιστεύω σε καμία περίπτωση πως η πρόθεσή του ήταν να δημιουργήσει κάτι σαδιστικό. Θα ήταν όμως λάθος να απλοποιήσουμε τα δεδομένα. Έχουμε πολλά στοιχεία που περιπλέκουν την υπόθεση. Η ζωή της Maria Schneider ήταν ήδη φοβερά ασταθής λόγω του οικογενειακού της περιβάλλοντος.
Η εμπειρία της στο πλατό εκείνη την ημέρα ήταν το χειρότερο δυνατό σενάριο για την ίδια, να βρεθεί δηλαδή σε μια τέτοια κατάσταση. Συνεχίζω να πιστεύω όμως πως το “Τελευταίο Τανγκό στο Παρίσι” είναι ένα αριστούργημα. Η σκηνή αυτή είναι το μόνο στοιχείο στην ταινία που δεν μου αρέσει καθόλου. Ήταν ένα λάθος που δημιούργησε ένα τεράστιο τραύμα. Το τραύμα αυτό ήταν ίσως ήδη σε εξέλιξη, αλλά σίγουρα επιδεινώθηκε από αυτή την κατάσταση. Το σημείο αυτό είναι κομβικό στην ιστορία της, αλλά σε καμία περίπτωση δεν είναι ολόκληρη η ιστορία της».
Αναφορικά με τις ερωτικές σκηνές στο σινεμά γενικότερα, σχολίασε χαρακτηριστικά: «Έχω γυρίσει πολλές ερωτικές σκηνές και δεν είναι ποτέ εύκολες. Πλέον, στα πλατό υπάρχει μια νέα επαγγελματική κατηγορία, ο intimacy coordinator, που αναλαμβάνει την ευθύνη για τη σωστή ψυχολογική προετοιμασία των ηθοποιών στις ερωτικές σκηνές.
Ήταν η πρώτη φορά που συνεργάστηκα με έναν τέτοιο επαγγελματία στο “Την έλεγαν Μαρία”. Σε κάποιους ανθρώπους ίσως να μην αρέσει η ιδέα κάποιου είδους “αστυνόμευσης” σχετικά με το πώς να συμπεριφερθούν. Ωστόσο, ο intimacy coordinator παρέχει σε όλους ένα ασφαλές πλαίσιο, το οποίο επιτρέπει περισσότερες δυνατότητες».
«Φυσικά και ψήφισα! Χωρίς να μπούμε σε μια μακρά συζήτηση για την πολιτική και τις απόψεις μου, θα σας πω απλώς πως ψήφισα την Kamala Harris».
Σχετικά με την πολιτική επικαιρότητα και τις αμερικανικές εκλογές, ο Matt Dillon δήλωσε: «Φυσικά και ψήφισα! Χωρίς να μπούμε σε μια μακρά συζήτηση για την πολιτική και τις απόψεις μου, θα σας πω απλώς πως ψήφισα την Kamala Harris».
Kαι όσον αφορά τη συνεργασία του με τον Γιώργο Λάνθιμο στο «Nimic», ανέφερε: «Μου αρέσει η δουλειά του, είναι ένας καταπληκτικός κινηματογραφιστής, μία από τις ελάχιστες πραγματικά ιδιαίτερες κινηματογραφικές φωνές παγκοσμίως. Είναι φοβερή ευκαιρία για έναν ηθοποιό να συνεργαστεί μαζί του.
Κάναμε τα γυρίσματα στο Μεξικό. Θυμάμαι ακόμη εκείνη τη σκηνή που έπρεπε να φάω ένα βραστό αυγό. Κατέληξα να τρώω δυο ντουζίνες, σαν τον Paul Newman στο “Cool Hand Luke”. Ο Γιώργος είναι φανταστικός και ξέρει ακριβώς τι ψάχνει. Εγώ κάποιες φορές δυσκολευόμουν να καταλάβω. Νιώθω ότι ακόμη δεν είμαι σίγουρος για τι πράγμα μιλάει η ταινία. Θέλω όμως να ξαναδουλέψω μαζί του, είναι φανταστικός, και είστε τυχεροί ως Έλληνες να έχετε έναν τόσο μεγάλο δημιουργό. Για την ακρίβεια, ο Γιώργος Λάνθιμος μπορεί να είναι Έλληνας, αλλά ανήκει σε όλους μας».
• Η ταινία «Την Έλεγαν Μαρία» θα κυκλοφορήσει από την εταιρεία διανομής Rosebud.21 το καλοκαίρι του 2025.
Διαβάστε επίσης στην αθηΝΕΑ:
Η Θεσσαλονίκη Γιορτάζει το 65ο Κινηματογραφικό Φεστιβάλ της