Μεγάλα, εκφραστικά μάτια. Βλέμμα που καρφώνεται κατευθείαν στην καρδιά. Αιθέρια φωνή. Πρόσωπο-καμβάς θλίψης και θυμού. Δύο δάκρυα. Αληθινά δάκρυα, όπως η ίδια παραδέχτηκε.
Έτσι πρωτογνώρισα τη Sinéad O’Connor . Τη δεκαετία του ’90, από το video clip του «Nothing Compares to You» στο MTV, όπου η ασκητική φιγούρα της περιπλανιέται στο Παρίσι θρηνώντας έναν χωρισμό και μεταμορφώνοντας το τραγούδι του Prince σε έναν ολοδικό της σπαραγμό ψυχής. Αυτό ήταν. Η γυναίκα αυτή με είχε κερδίσει.
H Sinéad O’Connor ήταν αληθινή. Μια καλλιτέχνις που, μέσω της τέχνης της, τίμησε τον εαυτό της και τις αξίες της. Δεν υποχώρησε, δεν προσαρμόστηκε, δεν θαμπώθηκε από τη λάμψη της επιτυχίας. Αντιθέτως, υπερασπίστηκε με απίστευτο θάρρος τη φύση της ως μουσικού, γυναίκας, ανθρώπου, μην υπολογίζοντας κανένα τίμημα.
«Σταματήστε να με Πληγώνετε»
«Σταματήστε να με πληγώνετε. Αν καταφέρω να υπερνικήσω τις φωνές των γονιών μου και να αγαπήσω και εκτιμήσω τον εαυτό μου, τότε θα μπορέσω να τραγουδήσω πραγματικά…», είχε ζητήσει η Ιρλανδή τραγουδίστρια σε δημόσια επιστολή της στους Irish Times το 1993, αναφερόμενη στη βαριά κακοποίηση που είχε υποστεί στα παιδικά της χρόνια.
Πρωτίστως από τη μητέρα της αλλά και από το αυστηρό καθολικό εκπαιδευτικό περιβάλλον στο οποίο μεγάλωσε. Εμπειρίες τραυματικές που τη σημάδεψαν βαθιά και προσπαθούσε σε όλη της τη ζωή να παλέψει και να ξορκίσει, αναφερόμενη σε αυτές και δημοσίως.
«Πολεμήστε τον Πραγματικό Εχθρό»
Αυτά τα παιδικά τραύματα την οδήγησαν να πάρει θέση εκ μέρους όλων των κακοποιημένων παιδιών αυτού του κόσμου. Με πιο ακραία την εμφάνισή της τον Οκτώβριο του 1992 στην αμερικανική εκπομπή «Saturday Night Live».
Όταν, τραγουδώντας a cappella το «War» του Bob Marley, άλλαξε τους στίχους και έσκισε δημοσίως μια φωτογραφία του πάπα Ιωάννη Παύλου σε ένδειξη διαμαρτυρίας ενάντια στην παιδική κακοποίηση από μέλη της Καθολικής Εκκλησίας, τολμώντας να φωνάξει: «πολεμήστε τον πραγματικό εχθρό».
Η πράξη αυτή ξεσήκωσε την οργή των Καθολικών, έβλαψε σημαντικά την καριέρα της και έβαλε σε κίνδυνο τη ζωή της. Χαρακτηριστικό ήταν το «γιουχάρισμα» και η αποδοκιμασία που εισέπραξε στη συναυλία για την 30ή επέτειο του Bob Dylan στο Madison Square Garden της Νέας Υόρκης δύο εβδομάδες μετά το συμβάν στο SNL (αξίζει να δείτε το συγκλονιστικό βίντεο μέχρι το τέλος).
Ωστόσο, η γενναία διαμαρτυρία της ταρακούνησε τον καθωσπρεπισμό και τα δεδομένα κοινωνικά «άβατα», θίγοντας και φέρνοντας στο φως ένα θέμα-ταμπού. Κάτι για το οποίο δικαιώθηκε τα επόμενα χρόνια, καθώς γινόταν όλο και πιο γνωστή η πραγματική κλίμακα της διαφθοράς στην Καθολική Εκκλησία.
Επαναστάτρια με Αιτία
Στα απομνημονεύματά της, που εκδόθηκαν το 2021 με τίτλο «Rememberings» και έγιναν best seller, η O’Connor έγραψε πως για εκείνη ήταν σημαντικότερο να είναι μια τραγουδίστρια διαμαρτυρίας παρά μια επιτυχημένη pop star. Η στάση της στην τέχνη αλλά και στη ζωή ήταν πάντα μια κραυγή για κοινωνική δικαιοσύνη, ισότητα και ελευθερία.
Διαμαρτυρήθηκε έντονα για τον ρατσισμό απέναντι στους μαύρους και υποστήριξε με πολλούς τρόπους τη μαύρη μουσική, τέθηκε ξεκάθαρα ενάντια στην ομοφοβία, στους πολέμους που διεξήγε η Αμερική, στον μισογυνισμό.
Υποστήριξε το δικαίωμα των γυναικών στην άμβλωση και στην επιλογή. Διαμαρτυρήθηκε για ζητήματα που εκείνη την εποχή κανείς δεν «άγγιζε». Έμεινε πιστή στο όραμά της: στην υποχρέωση του καλλιτέχνη να αφυπνίζει.
Σε πολιτικό επίπεδο, επίσης ήταν απολύτως διεκδικητική: υποστήριζε ένθερμα μια ενωμένη Ιρλανδία, ενώ το 2014 αρνήθηκε να παίξει στο Ισραήλ ως πράξη διαμαρτυρίας για τη μεταχείριση των Παλαιστινίων.
Girl Power: με τον Δικό της Τρόπο
Στην πίεση της μουσικής βιομηχανίας να υιοθετήσει ένα πιο «πιασάρικο» θηλυκό στιλ, η O’ Connor απάντησε εξαρχής ξυρίζοντας το κεφάλι της. Κι όταν οι δισκογραφικές εταιρείες προσπάθησαν να την προωθήσουν ως είδωλο της pop, εκείνη έγραψε σκοτεινούς στίχους που εμβάθυναν σε προσωπικά θέματα.
Με «μητρική» διάθεση, δεν δίστασε να γράψει μια ανοιχτή επιστολή στη Miley Cyrus, με αφορμή το προκλητικό video clip του τραγουδιού «Wrecking Ball», θυμίζοντάς της τι σημαίνει «γυναικεία ενδυνάμωση» και πως «οι γυναίκες πρέπει να εκτιμώνται για πολύ περισσότερα πράγματα από τη σεξουαλικότητά τους».
Την παρότρυνε να στέλνει πιο υγιή μηνύματα στις συνομήλικές της, βασιζόμενη στο ταλέντο της: «έχεις αρκετό ταλέντο. Μην αφήνεις τη μουσική βιομηχανία να σε κάνει πόρνη. Αυτοί είναι εκεί για τα λεφτά. Πάντα έτσι ήταν και θα είναι. Εμείς είμαστε εδώ για τη μουσική. Όσο πιο γρήγορα το καταλάβει αυτό μια νέα γυναίκα τόσο πιο γρήγορα θα μπορέσει να έχει πραγματικά τον έλεγχο της ζωής της».
«Γραφική» Sinéad
Πέρασε μια σκληρή δεκαετία κατά την οποία το σύστημα, τα media και άλλοι καλλιτέχνες την παρουσίαζαν ως «τρελή» ή «γραφική», ακριβώς επειδή ήταν πολύ ακέραιη για να χωρέσει σε «κουτάκια».
Δεν βολεύτηκε ποτέ και δεν εγκατέλειψε την ιδέα πως κάθε άνθρωπος μπορεί να βάλει το δικό του λιθαράκι στο να αλλάξει ο κόσμος προς το καλύτερο. Είχε το ταλέντο της αλλά και τα κότσια να υπερασπιστεί ατρόμητα τα ιδανικά της, χωρίς φόβο αλλά με πάθος, δύναμη και αλήθεια.
Κατά τη διάρκεια της καριέρας της, η τραγουδοποιός κυκλοφόρησε 10 studio albums, συμπεριλαμβανομένου του θρυλικού πρώτου της album «The Lion and the Cobra» (1987), του παγκόσμιου Nο 1 «I Don’t Want What I Haven’t Got» (1990), των «Am I Not Your Girl?» (1992) και «Universal Mother» (1994), που αμφότερα χαρακτηρίστηκαν «χρυσά» στο Ηνωμένο Βασίλειο, καθώς και το «Faith and Courage» (2000), που χαρακτηρίστηκε «χρυσό» στην Αυστραλία, και το «Throw Down Your Arms» (2005), που έγινε «χρυσό» στην Ιρλανδία.
Επίσης, έγραψε τραγούδια για ταινίες, συνεργάστηκε με πολλούς καλλιτέχνες και εμφανίστηκε σε συναυλίες για φιλανθρωπικούς σκοπούς.
Μεταξύ αρκετών άλλων βραβείων, το 1991 κέρδισε το Brit Award για την «Καλύτερη Διεθνή Solo Καλλλιτέχνιδα», ενώ ήταν υποψήφια για τέσσερα βραβεία Grammy, εκ των οποίων κέρδισε αυτό της «Καλύτερης Ερμηνείας Εναλλακτικής Μουσικής» το 1991. Ωστόσο αρνήθηκε να παρευρεθεί στην τελετή ή να παραλάβει το βραβείο της, κατηγορώντας τη διοργάνωση ότι ήταν βουτηγμένη στην εμπορευματοποίηση.
Το 2018, η συνεχόμενη αναζήτηση την οδήγησε να ασπαστεί τον ισλαμισμό. Όλα αυτά τα χρόνια μιλούσε πάντα ανοιχτά για την εύθραυστη ψυχική της υγεία και την αναζήτηση της προσωπικής της λύτρωσης. Όμως, το 2022, ο θάνατος του τρίτου από τα τέσσερα παιδιά της, του 17χρονου Shane, τη βούτηξε βαθύτερα στα προσωπικά της σκοτάδια.
«Ι Will Sleep in Peace»
Η μοναδική αυτή γυναίκα με τη μαγική φωνή σώπασε για πάντα στις 26 Ιουλίου 2023, όταν βρέθηκε αναίσθητη στο διαμέρισμά της στο νότιο Λονδίνο, σε ηλικία 56 ετών.
Άφησε πίσω της συγκλονιστικά τραγούδια, αλλά κυρίως ένα φωτεινό παράδειγμα γνήσιου, εύθραυστου, αυθεντικού, γενναίου ανθρώπου.
Aς είναι αναπαυμένη στη μουσική.
Whatever it may bring
I will live by my own policies
I will sleep with a clear conscience
I will sleep in peace
[ «The Emperor’s New Clothes» – 1990 ]
Διαβάστε επίσης στην αθηΝΕΑ και στο μηνιαίο newsletter No Man’s Land – στο οποίο μπορείτε να κάνετε την εγγραφή σας εδώ.
Tina Turner | Η Βασίλισσα του Rock ‘n’ Roll
Λίζα Βλαχοπούλου Aichinger: «Έμαθα να Αμφισβητώ Αυτούς που Νομίζουν ότι Υστερώ»