Ο Λευκός Οίκος εξέδωσε στην αρχή του μήνα διακήρυξη με την οποία αναγνωρίζει τον Φεβρουάριο ως Μήνας Μαύρης Ιστορίας, την ίδια στιγμή που ο Trump έχει βάλει στο στόχαστρο την κατάργηση των προγραμμάτων διαφορετικότητας, ισότητας και ένταξης από τις πρώτες εβδομάδες της διακυβέρνησής του, χαρακτηρίζοντάς τα, μάλιστα, ως «διακρίσεις».
Ο Gerald Ford ήταν ο πρώτος πρόεδρος, το 1976, που εξέδωσε διακήρυξη με την οποία αναγνώριζε τον Μήνα Μαύρης Ιστορίας. Έκτοτε, ακολούθησαν όλοι οι πρόεδροι, ορίζοντας τον Φεβρουάριο ως γιορτή της ιστορίας, του πολιτισμού και της εκπαίδευσης των Αφροαμερικανών. Το φετινό θέμα του θεσμού είναι «Αφροαμερικανοί και εργασία», για τον ρόλο τους στην οικοδόμηση του έθνους μέσω της βιομηχανίας ή της κοινοτικής εργασίας.
Η φετινή διακήρυξη του Λευκού Οίκου για το 2025, μικρότερη από άλλες χρονιές, καλεί και πάλι τους δημόσιους λειτουργούς και τους εκπαιδευτικούς, αλλά και όλους τους Αμερικανούς πολίτες, να τιμήσουν αυτόν τον μήνα «με κατάλληλα προγράμματα, τελετές και δραστηριότητες», αν και δεν υπάρχει καμία διευκρίνιση σχετικά με το τι συνιστά το «κατάλληλα».
Πάντως, ένα δελτίο Τύπου από το Υπουργείο Άμυνας με τίτλο «Identity Months Dead at DOD» αναφέρει ότι οι επίσημοι πόροι δεν θα χρησιμοποιούνται πλέον για τον εορτασμό των μηνών πολιτιστικής ευαισθητοποίησης, όπως ο Μήνας Μαύρης Ιστορίας, ο Μήνας Ιστορίας των Γυναικών και ο Εθνικός Μήνας Ευαισθητοποίησης για την Απασχόληση με Αναπηρία.
Έχουμε γράψει παλιότερα για την ιστορία του θεσμού και, σίγουρα, δεν χρειάζεται να επιχειρηματολογήσουμε εδώ για το ποια ανάγκη οδήγησε –και συνεχίζει να οδηγεί– στην ανάδειξη της δράσης και της κληρονομιάς των Αφροαμερικανών στην ιστορία και στον πολιτισμό των ΗΠΑ.
Όμως αξίζει να σταθούμε στις δηλώσεις του Worth K. Hayes, αναπληρωτή καθηγητή Ιστορίας και Αφρικανικών Σπουδών στο Morehouse College, όπου αναφέρει πως «αν μιλάμε για τον Μήνα Μαύρης Ιστορίας δεν μιλάμε μόνο για τον Nat Turner, αλλά και για τον Toussaint Louverture και την επανάσταση της Αϊτής. Μιλάμε για πολλές από τις γυναίκες και τους άνδρες που ηγήθηκαν των κινημάτων ανεξαρτησίας στην αφρικανική ήπειρο» και ότι αυτή η ιστορία «θα ειπωθεί ανεξάρτητα από την πολιτική δυναμική της συγκεκριμένης εποχής».
Οι δηλώσεις του Hayes συνθέτουν τη μεγάλη εικόνα, μεταφέροντάς μας εκτός των συνόρων των ΗΠΑ, σε αυτό που συμβαίνει όχι μόνο στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού σε ό,τι αφορά τη «μαύρη δράση και κληρονομιά», αλλά και στη δική μας ήπειρο, που ετοιμάζεται για μια πρωτιά.
Η Biennale Arte της Βενετίας διόρισε για πρώτη φορά μια Αφρικανή γυναίκα, την Koyo Kouoh, ως επιμελήτρια του φεστιβάλ σύγχρονης τέχνης, προκαλώντας έκπληξη σε όσους περίμεναν ότι η παλαιότερη και μεγαλύτερη πολιτιστική έκθεση στον κόσμο θα έκλινε προς μια διαφορετική επιλογή υπό την ακροδεξιά κυβέρνηση Meloni.
Η Biennale Arte ως «Σπίτι του Μέλλοντος»
Επικεφαλής της 61ης έκδοσης της Biennale Μπιενάλε Arte, η οποία θα πραγματοποιηθεί στη Βενετία από τον Απρίλιο έως τον Νοέμβριο του 2026, τέθηκε η Koyo Kouoh.
Η Kouoh γεννήθηκε το 1967 στο Καμερούν, αλλά σπούδασε στη Ζυρίχη της Ελβετίας. Από το 2019 είναι εκτελεστική διευθύντρια του Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης (MOCAA) στο Κέιπ Τάουν της Νότιας Αφρικής, το οποίο διαθέτει τη μεγαλύτερη συλλογή σύγχρονης τέχνης της ηπείρου.
Με την αλλαγή του πολιτικού κλίματος στην Ιταλία, αναμενόταν πως η 60ή Μπιενάλε θα ήταν ο επίλογος μιας άποψης στην τέχνη που καυτηρίαζε τον ευρωκεντρισμό και υποστήριζε τις φωνές του παγκόσμιου Νότου. Ιδιαίτερα καθώς ο Pietrangelo Buttafuoco, ο Σικελός δημοσιογράφος που ανέλαβε νέος πρόεδρος της Biennale τον περασμένο Νοέμβριο, είναι ανοιχτός υποστηρικτής της Giorgia Meloni.
Ο Gennaro Sangiuliano, ο πρώην υπουργός Πολιτισμού στην κυβέρνηση, είχε αγωνιστεί ώστε το φεστιβάλ να απομακρυνθεί από τον διεθνισμό των προηγούμενων διοργανώσεων. Ωστόσο, με τον διορισμό της Kouoh, ο Buttafuoco φάνηκε να ανταποκρίνεται στη φήμη του ως ενός πιο ιδιόρρυθμου και ελεύθερα σκεπτόμενου συντηρητικού. «Η Biennale επιβεβαιώνει αυτό που προσφέρει στον κόσμο εδώ και πάνω από έναν αιώνα: να είναι το σπίτι του μέλλοντος», δήλωσε.
Η Koyo Kouoh
Είχε προηγηθεί ως επιμελητής της Biennale το 2015 ο Νιγηριανός κριτικός τέχνης Okwui Enwezor, αφρικανικής καταγωγής που εργαζόταν εκείνη την εποχή στην Ευρώπη ως διευθυντής του Haus der Kunst του Μονάχου. Όμως, είναι η πρώτη φορά που τίθεται επικεφαλής, και μάλιστα σε αυτή την πολιτική συγκυρία, μια μαύρη γυναίκα.
Η Kouoh περιέγραψε την Biennale ως «μυθικό τόπο», όπου καλλιτέχνες, συλλέκτες και κοινό συγκλίνουν κάθε δύο χρόνια για να «νιώσουν τον παλμό του zeitgeist», τις ιδέες που χαρακτηρίζουν μια γενιά ανθρώπων, τη συμπεριφορά των ατόμων σε συγκεκριμένη κοινωνία σε μια συγκεκριμένη εποχή.
«Είναι τιμή και προνόμιο να ακολουθήσω τα βήματα των φωτεινών προκατόχων μου στον ρόλο του καλλιτεχνικού διευθυντή και να συνθέσω μια έκθεση που ελπίζω να έχει νόημα για τον κόσμο στον οποίο ζούμε σήμερα – και κυρίως για τον κόσμο που θέλουμε να φτιάξουμε», δήλωσε. «Οι καλλιτέχνες είναι οι οραματιστές και οι κοινωνικοί επιστήμονες που μας επιτρέπουν να προβληματιζόμαστε» με τρόπους που μόνο η τέχνη μπορεί να προσφέρει.
Αυτοπροσδιοριζόμενη ως «παναφρικανίστρια», η Koyo Kouoh ήταν προηγουμένως η ιδρυτική καλλιτεχνική διευθύντρια του Raw Material Company, ενός κέντρου τέχνης στο Ντακάρ της Σενεγάλης.
Από την αρχή δε της θητείας της στο μουσείο στο Κέιπ Τάουν είχε αφήσει να φανεί το στίγμα της, με ένα τολμηρό πρόγραμμα που παρουσίαζε έργα καλλιτεχνών από την αφρικανική ήπειρο και τη διασπορά της.
«Η Αφρική είναι για μένα μια ιδέα που υπερβαίνει τα σύνορα. Είναι μια ιστορία που ξεπερνά τα σύνορα», είχε δηλώσει. «Οι Αμερικανοί δεν θέλουν να το ακούνε, αλλά τους λέω πάντα ότι η Αμερική είναι άλλη μία αφρικανική χώρα», θα αναφέρει.
Όσο για την επιρροή της αφρικανικής διασποράς στις ΗΠΑ, «είναι αναμφισβήτητη. Γι’ αυτό μου αρέσει να μιλάω για μαύρες γεωγραφίες περισσότερο από ό,τι για αφρικανική διασπορά. Εκεί όπου η μαύρη κουλτούρα, τα μαύρα σώματα, οι μαύροι άνθρωποι έχουν επηρεάσει την κοινωνία».
Και σίγουρα αυτή η ιστορία δεν περιορίζεται ούτε σε σύνορα ούτε σε «μήνες».
Διαβάστε επίσης στην αθηΝΕΑ:
Τα Επικίνδυνα Σχέδια Real Estate για τη Γάζα