Το θέατρο Τζένη Καρέζη παρουσιάζει ένα ενδιαφέρον έργο του Bernard-Marie Koltès σε σκηνοθεσία Αλέξανδρου Σωτηρίου. Πρόκειται για το “Αγώνας Νέγρου και Σκύλων”, γραμμένο το 1979, το οποίο θίγει θέματα που παραμένουν επίκαιρα, που είναι πανανθρώπινα, θέματα που το θέατρο με την παιδευτική του ιδιότητα μπορεί να “βάλει” στο μυαλό του θεατή.
Η παράσταση παίζεται κάθε Παρασκευή και Σάββατο σε σκηνοθεσία, όπως αναφέραμε, του Αλέξανδρου Σωτηρίου και μετάφραση της Σύλβιας Κιούση. Παίζουν οι: Δημήτρης Ραφαήλος, Σαμουήλ Ακίνολα, Ντόρα Μακρυγιάννη και Μάρκος Παπαδοκωνσταντάκης. Το ωραίο σκηνικό είναι της Τζίνας Ηλιοπούλου, τα κοστούμια της Λίνας Σταυροπούλου και οι φωτισμοί του Νίκου Σωτηρόπουλου. Βοηθός σκηνοθέτη είναι η Νατάσα Πετροπούλου.
Λίγα Λόγια για το Έργο
Σε μια χώρα στις Δυτικής Αφρικής, ο Άλμπουρυ, ένας μαύρος άνδρας, εισβάλλει σε ένα περίκλειστο και καλά φρουρούμενο γαλλικό εργοτάξιο για να παραλάβει το νεκρό σώμα του αδελφού του, που σκοτώθηκε σε εργατικό ατύχημα. Να τονίσω ότι η έννοια του “αδελφού” μπορεί να είναι αρκετά διευρυμένη σχετικά με το ποιον/α αποκαλούμε αδελφό ή αδελφή μας.
Εκεί θα συναντηθεί με τρεις λευκούς που κατοικούν εντός του εργοταξίου, τον Ορν, τον υπεύθυνο του εργοταξίου, τον Καλ, έναν νεαρό Γάλλο μηχανικό, και τη Λεονή, μια γυναίκα με εύθραυστη υγεία, που έφερε ο Ορν μαζί του από το Παρίσι με σκοπό να την παντρευτεί.
Οι δύο λευκοί άνδρες, με διάφορες προφάσεις, αρνούνται να παραδώσουν τον νεκρό στον αδελφό του. Και ο Άλμπουρυ τους δηλώνει ότι δεν πρόκειται να φύγει από τον χώρο τους μέχρι να του παραδώσουν τον νεκρό για να τον θάψει. Η στάση του θα οδηγήσει την αντιπαράθεσή του με τον Ορν και τον Καλ στα άκρα και θα φέρει στην επιφάνεια τη συγκάλυψη της δολοφονίας του Νουόφια, του αδελφού του Άλμπουρυ, καθώς και ένα σκάνδαλο διαφθοράς εις βάρος των κατοίκων του χωριού που βρίσκεται κοντά στο εργοτάξιο, το οποίο η γαλλική κατασκευαστική εταιρεία θέλει να κρατήσει μυστικό. Στον αγώνα του για δικαιοσύνη ο Άλμπουρυ θα βρει έναν απρόσμενο σύμμαχο, τη Λεονή. Τα γεγονότα του έργου διαδραματίζονται στη διάρκεια μιας νύχτας, από το σούρουπο ως την αυγή της επόμενης μέρας.
Δύσκολο Έργο, Ευτυχείς Θεατές
“Το θέατρο είναι για τα δύσκολα”. Αυτή η ατάκα μου ήρθε στο μυαλό καθώς έβγαινα από το θέατρο Τζένη Καρέζη μετά την παράσταση. Το έργο του Bernard-Marie Koltès δεν είναι εύκολο, δεν είναι εύπεπτο. Ο ίδιος βίωνε τη διαφορετικότητα, καθότι ομοφυλόφιλος, στη Γαλλία του 1979, όπου τη θέση των συνθημάτων του Μάη του 1968 είχε καταλάβει ο συντηρητισμός. Αυτές τις δομές εξουσίας του “κανονικού” θέλησε να αποτυπώσει στο έργο του.
Ο συγγραφέας ταξίδεψε στην Αφρική, όπου είδε ότι η εκμετάλλευση παρέμενε ολοζώντανη από τη “μαμά-Γαλλία”, παρά το γεγονός ότι οι περισσότερες χώρες είχαν κηρύξει την ανεξαρτησία τους ήδη από το 1960. Εκεί θα επιλέξει να μεταφέρει την υπόθεση του έργου.
Ο μαύρος παραμένει υποτελής, κοιτάζει αλλού, τρέμει τον λευκό. Η γυναίκα είναι μπιμπελό, εύθραυστη, ένα αντικείμενο ηδονής. Ο υπεύθυνος ασκεί εξουσία στα όρια του σημείου εξάντλησης. Ο μηχανικός-εργάτης ασκεί εξουσία στους μαύρους φτωχοδιάβολους. Αυτό αποτυπώνει σε κάθε σκηνή το έργο και η ματιά του Αλέξανδρου Σωτηρίου.
Οι Ηθοποιοί
Ο Δημήτρης Ραφαήλος, μια μορφή ανάμεσα στον Bowie και τον Byrne, ως υπεύθυνος του εργοταξίου, είναι αδίστακτος και απάνθρωπος. Μια λεπτή μορφή που πλέει στο κοστούμι του, σκληρός με όλα, θαρρείς διαλυμένος από την Αφρική και από όσα έχει δει. Έχει την ευθύνη για ό,τι συμβαίνει, αλλά δεν θα αναλάβει καμία από αυτές που του αναλογούν. H ανέκφραστη προσωπίδα του είναι τουλάχιστον τρομακτική – σαν τη γραφειοκρατία που υπηρετεί.
Η Ντόρα Μακρυγιάννη “άκουγε ρέγκε στο Παρίσι” και ξαφνικά βρέθηκε στην ξερή γη της Δυτικής Αφρικής. Μια εκτυφλωτική ξανθιά, τόσο μόνη και τόσο ευάλωτη. Θα είναι, όμως, αυτή που θα ζητήσει την κάθαρση γι’ αυτό που έχει συμβεί. Η Μακρυγιάννη βοηθάει στην οικονομία της παράστασης, χρωματίζει το έργο και το ωθεί προς την κορύφωση.
Συχνά, οι μικροί άνθρωποι θέλουν ένα μικρό πράγμα, πολύ απλό. Αυτό το μικρό πράγμα, όμως, το θέλουν. Τίποτα δεν τους γυρίζει τα μυαλά. Και σκοτώνονται γι’ αυτό. Κι όταν ακόμα θα έχουν σκοτωθεί, και νεκροί ακόμα, πάλι θα το θέλουν.
Ο Μάρκος Παπαδοκωνσταντάκης είναι βγαλμένος από την “Καρδιά του Σκότους”. Μια μορφή λερωμένη, σαν την ψυχή του, λιπαρή και χυδαία. Ουρλιάζει “Είμαι άνδρας εγώ!” και κραδαίνει το όπλο. Νευρικές κινήσεις, πλαστικότητα, αντίβαρο ίσως στην -ηθελημένη- ακινησία του Ραφαήλου. Πολύ δυνατή η σκηνή του με την Ντόρα Μακρυγιάννη. Μου θύμισε σε πολλές σκηνές τον Άρη Σερβετάλη – μόνο που ήταν καλύτερος.
Άφησα για το τέλος τον Σαμουήλ Ακίνολα. Είναι η συνείδησή μας. Είναι αυτός που θέλει το νεκρό σώμα, γιατί και με αυτό συνδεόμαστε. Είναι αυτός που σε ένα εκπληκτικό μονόλογο συνδέει νεκρούς και ζωντανούς, μιλάει για το τι είναι κοινωνία. Και τα λέει στους λευκούς εξουσιαστές. Αποστρέφει το βλέμμα του από τον λευκό με μια παράξενη περηφάνια και επιμένει να ζητάει κάτι ανθρώπινο, που η αρχαία τραγωδία έχει εξυμνήσει, την ταφή των νεκρών. Ο Ακίνολα, με καταγωγή από τη Νιγηρία και την Κένυα, έχει όλα τα προσόντα για να παίξει σε μεγάλα έργα.
Τα ευρήματα του σκηνοθέτη πολλά και διάφορα. Ένα πηγάδι για το νερό που επίμονα ζητάει η Λεονή. Μουσική από τα ’80s να βγαίνει από τα walkman των πρωταγωνιστών, θα έλεγε κανείς για να μην ακούσουν την αλήθεια, να μην ακούσουν τον διπλανό τους. Απομόνωση μετά μουσικής. Απολαυστικά εκνευριστικό το γρύλισμα των “σκυλιών του εργοταξίου” στο ξεκίνημα.
Σκηνοθετικό Σημείωμα
Παραθέτω το σκηνοθετικό σημείωμα του Αλέξανδρου Σωτηρίου, καθώς είναι κατατοπιστικότατο. “Ό ‘Αγώνας Νέγρου και Σκύλων’ του Μπερνάρ Μαρί Κολτές, έργο σκληρό αλλά ταυτόχρονα και βαθιά ουμανιστικό, μας μιλάει για τον φόβο της συνύπαρξης, τον φόβο του ανθρώπου για τον άνθρωπο. Ο Κολτές στήνει ένα καλοδουλεμένο ψυχολογικό θρίλερ, όπου η ακρότητα των συγκρούσεων των προσώπων το αναγάγουν σε μια σύγχρονη τραγωδία. Στην εποχή μας που καθημερινά κτίζουμε γύρω μας αόρατους προσωπικούς αλλά και κυριολεκτικούς εθνικούς φράχτες, η πένα του Γάλλου σημαίνοντα δραματουργού μάς υπενθυμίζει πως η άγνοια γεννά τον ρατσισμό”.
Διαβάστε ακόμα στην αθηΝΕΑ: