Ως fan του Bruce Springsteen, το «Born to Run», η αυτοβιογραφία του καλλιτέχνη που κυκλοφόρησε πρόσφατα και στα ελληνικά από τις εκδόσεις Key Books, δεν είναι απλώς ένα βιβλίο για μένα. Είναι μια απολαυστική βόλτα στη διαδρομή ζωής του μουσικού που με έχει σημαδέψει από την εφηβεία μου.
Αν και το όνειρο να πάρω συνέντευξη από τον ίδιο τον Springsteen παραμένει ζωντανό (…talk about a dream, try to make it real… που λέει και το τραγούδι) σκέφτηκα πως αυτή τη στιγμή, το πιο κοντινό πρόσωπο στο βιβλίο αυτό είναι ο άνθρωπος που ανέλαβε να φέρει τη «φωνή» του Bruce στα ελληνικά. Διπλή η χαρά, αφού ο μεταφραστής του βιβλίου είναι ο Αλέξης Καλοφωλιάς, τον οποίο εκτιμώ και ως μουσικό.
Έχοντας διαβάσει το βιβλίο και στα αγγλικά, βρίσκω πως ο Αλέξης Καλοφωλιάς με επαγγελματισμό, μεράκι και βάζοντας μουσική «ψυχούλα», αντιμετώπισε εξαιρετικά τις προκλήσεις και τις ιδιαιτερότητες της μετάφρασης αυτού του τόσο προσωπικού κειμένου.
Τελικά; Παρέδωσε ένα απολαυστικό ανάγνωσμα, μια αφήγηση ζωής, ενδιαφέρουσα, συγκινητική, τίμια, καθηλωτική. Αν είστε fans του Springsteen θα ενθουσιαστείτε, αν πάλι δεν είστε… μάλλον θα γίνετε!
«Κάθε λέξη του είναι διαλεγμένη με προσοχή, δεν υπάρχει αυτόματη γραφή, μόνο σχολαστικές αποτυπώσεις μιας ανήσυχης και ακούραστης προσωπικότητας».
Υπήρξε κάποια ενδιαφέρουσα ιστορία πίσω από το πώς προέκυψε η συνεργασία σας με την Key Books ώστε να μεταφράσετε εσείς το βιβλίο «Born to Run» του Bruce Springsteen;
Οι άνθρωποι της Key Books είναι λάτρεις του Springsteen και, μόλις εξασφάλισαν τα δικαιώματα, ήρθαν σε επαφή μαζί μου. Μου έδωσαν να καταλάβω ότι ήταν πολύ σημαντικό για εκείνους να υπάρχει στον οίκο αυτή η έκδοση στην καλύτερη δυνατή μορφή της κι εγώ προσπάθησα να ανταποκριθώ στην πρόκληση.
Τι «πρόσημο» θα βάζατε στη συγκεκριμένη μεταφραστική εμπειρία; Εννοώ, με τι συναισθήματα την παραδώσατε; Σας ιντρίγκαρε –ίσως και δυσκόλεψε– ή σας συγκίνησε κάτι;
Σίγουρα δεν ήταν από τα πιο εύκολα βιβλία που έχω μεταφράσει, καθώς πρόκειται για πολυεπίπεδο κείμενο∙ είναι ταυτόχρονα κλασική ροκ εν ρολ αφήγηση, ψυχαναλυτικός μονόλογος, οδηγός ηχογραφήσεων στο στούντιο∙ οι αναμνήσεις μιας πολύ σημαντικής μορφής για τον αμερικανικό πολιτισμό με πλήρη συνείδηση του μεγέθους της και της επιρροής της.
Το «Born to Run» είναι ένα πολύ ρευστό κείμενο, χειμαρρώδες σε κάποια σημεία, «σφιχτό» σε άλλα, φιλόδοξο ως προς την πρόθεσή του και πληθωρικό στο σύνολό του. Κάθε λέξη του είναι διαλεγμένη με προσοχή, δεν υπάρχει αυτόματη γραφή, μόνο σχολαστικές αποτυπώσεις μιας ανήσυχης και ακούραστης προσωπικότητας.
«Ο Springsteen κατάφερε σε όλη αυτή τη διαδρομή να παραμείνει ευαίσθητος και κριτικός απέναντι στις μεταβολές που συνέβαιναν, πάντα στην πλευρά του “απλού” ανθρώπου που δεν έχει λόγο σε αυτές τις αλλαγές, αλλά οι συνέπειές τους τον συντρίβουν».
Με συγκίνησε σε πολλά σημεία, περισσότερο για την προσπάθεια του Springsteen να κατανοήσει τον κόσμο που μεγάλωσε και να συμβάλλει στο να γίνει καλύτερος. Επίσης, ο τρόπος που μιλάει ο Springsteen για τους συνεργάτες του, για παράδειγμα για τον Clarence Clemons, τον σαξοφωνίστα της E Street Band, είναι βαθιά συγκινητικός και ουσιαστικός και καταλαβαίνεις πως μέσα σε ένα ροκ εν ρολ συγκρότημα ο καθένας προσδιορίζεται σε σχέση με τον άλλον, με σχεδόν αξεδιάλυτα τα όρια του εαυτού. Οι σχέσεις που αναπτύσσονται εκεί μέσα πολλές φορές είναι κάτι παραπάνω από φιλικές, είναι οικογενειακές, αλλά με τη δυνατότητα επιλογής.
Όσον αφορά την «τεχνική» πλευρά της μετάφρασης, είχα έναν πολύτιμο συνεργάτη, τον επιμελητή του βιβλίου και φίλο Γιώργο Τσελώνη, με τον οποίο συζητούσαμε καθ’ όλη τη διάρκεια της μετάφρασης και της επιμέλειας, βρίσκοντας τις καλύτερες δυνατές λύσεις για τα ζητήματα που προέκυπταν.
Είστε κι εσείς μουσικός και μέλος ενός ιστορικού ελληνικού συγκροτήματος (σ.σ. των Last Drive). Tι στίγμα πιστεύετε πως άφησε –κι ακόμη αφήνει– ο Springsteen στη ροκ μουσική; Εσάς προσωπικά σας έχει επηρεάσει;
Το στίγμα του Springsteen στη ροκ μουσική είναι διακριτό και αδιαμφισβήτητο – είναι ένα σημείο αναφοράς για το αμερικανικό ροκ εν ρολ, ένας δεινός αφηγητής των εποχών που ακολούθησαν την επέλαση του νεοφιλελευθερισμού και την αποβιομηχάνιση στις ΗΠΑ και κατ’ επέκταση στον δυτικό κόσμο.
Ο Springsteen κατάφερε σε όλη αυτή τη διαδρομή να παραμείνει ευαίσθητος και κριτικός απέναντι στις μεταβολές που συνέβαιναν, πάντα στην πλευρά του «απλού» ανθρώπου που δεν έχει λόγο σε αυτές τις αλλαγές, αλλά οι συνέπειές τους τον συντρίβουν.
Πήρε τις σκοτεινές ιστορίες που γέννησε αυτή η βίαιη μετάβαση, ιστορίες φτώχειας, εγκατάλειψης, μετατραυματικού στρες, ψυχικής κατάρρευσης, μετανάστευσης και αποξένωσης, και τους έδωσε φωνή, τις έντυσε με τις ικανότητές του ως τραγουδοποιού και performer και ένα πανίσχυρο μουσικό υπόβαθρο που είχε να κάνει με τις πιο δυναμικές πτυχές του αμερικανικού πολιτισμού του εικοστού αιώνα. Προσωπικά δεν με έχει επηρεάσει ιδιαίτερα, αλλά τον σέβομαι απεριόριστα και μου αρέσουν πολύ κάποια τραγούδια του.
«Το βάθος της σύνδεσης των fans του Springsteen μαζί του μου έδωσε ένα αίσθημα ευθύνης ώστε να προκύψει η καλύτερη δυνατή απόδοση της αυτοβιογραφίας του – υπάρχει μια σχεδόν υπερβατική πλευρά σε αυτή τη σχέση, την οποία σέβομαι απόλυτα».
Συνεχίζω με μια ακόμη ερώτηση που αφορά και τη μουσική σας ιδιότητα. Ταυτιστήκατε σε κάτι διαβάζοντας τα κεφάλαια για τα πρώτα συγκροτήματα του Springsteen και την E Street Band;
Η πορεία ενός ροκ μουσικού στα πρώτα του βήματα είναι λίγο πολύ η ίδια∙ αγωνιώδης προσπάθεια για έκφραση, πολλή ταλαιπωρία, απεριόριστη πίστη στο –απροσδιόριστο– όνειρο, απίστευτη υπομονή, αυτοαμφισβήτηση μαζί με φιλοδοξία, φουσκωμένο εγώ αλλά και δεκτικότητα για ανθρώπους που γνωρίζουν περισσότερα από σένα. Σίγουρα δεν γίνεται να έχεις παίξει ροκ εν ρολ και να μη βρεις τις διηγήσεις του Springsteen αληθοφανείς και τίμιες.
Όσον αφορά τη διαδικασία της μετάφρασης, είμαι περίεργη: πόσο παίρνει η μετάφραση ενός τέτοιου βιβλίου 580 σελίδων; Μεταφράζοντάς το, νιώσατε την ανάγκη να γίνετε και λίγο «ντετέκτιβ» και να ψαχουλέψετε τις διάφορες πληροφορίες; Π.χ. τοπωνύμια, στέκια, μουσικούς κ.λπ.;
Κάθε μετάφραση προϋποθέτει έρευνα για το πλαίσιο μέσα στο οποίο εξελίσσεται η ιστορία, για τη γεωγραφία της δράσης και για τους ανθρώπους που η ιστορία τους εξελίσσεται παράλληλα με αυτή του ήρωα.
Ευτυχώς στην περίπτωση του Springsteen υπάρχει σχεδόν πλήρης τεκμηρίωση τόσο μέσα από την επίσημη ιστοσελίδα του καλλιτέχνη όσο και από τις διάφορες εκδόσεις που έχουν κυκλοφορήσει γι’ αυτόν. Η συγκεκριμένη δουλειά μού πήρε γύρω στους πέντε μήνες.
Ο Springsteen είναι Αμερικανός με τα όλα του (τιμώντας ωστόσο τις ιταλικές/ιρλανδικές/ολλανδικές του ρίζες). Ωστόσο και οι Ευρωπαίοι τον αγαπούν πολύ. Γιατί, κατά τη γνώμη σας, συνδέονται έτσι δυνατά μαζί του οι fans του;
Νομίζω ότι ο λόγος είναι ότι ο Bruce Springsteen υπάρχει σαν μία σταθερά επιμονής, πίστης, ταξικής συνείδησης και αυτοπραγμάτωσης σε μια εποχή όπου όλα είναι ρευστά, κατακερματισμένα και δίχως βάρος.
Το βάθος της σύνδεσης των fans του Springsteen μαζί του μου έδωσε ένα αίσθημα ευθύνης ώστε να προκύψει η καλύτερη δυνατή απόδοση της αυτοβιογραφίας του – υπάρχει μια σχεδόν υπερβατική πλευρά σε αυτή τη σχέση, την οποία σέβομαι απόλυτα.
Από την προσωπική μου εμπειρία, συμφωνώ απόλυτα μαζί σας. Ναι, υπάρχει μια υπερβατική πλευρά στη σχέση αυτή… Αλήθεια, τον έχετε δει live; Αν ναι, τι εντύπωση σας άφησε; Θέλετε να αναφέρετε πέντε τραγούδια του που σας αρέσουν/ταιριάζουν/αγγίζουν περισσότερο και γιατί;
Όχι, δεν είχα την τύχη να τον δω ζωντανά. Μου αρέσουν –μεταξύ άλλων– τα «Born to Run», «Blinded by Light», «Bandlands», «Τhe River» και ολόκληρο το άλμπουμ «Nebraska». Και πολλά ακόμη, αλλά είπαμε μόνο πέντε.
Υπάρχει φυγή και επιστροφή, πόνος και λύτρωση στα τραγούδια του, και το «Nebraska» είναι ο δίσκος που ακούω πάντα από την αρχή μέχρι το τέλος, παρόλο που είναι μια «ανορθόδοξη» παραγωγή για τα μέτρα του Springsteen. Όμως μου θυμίζει πάρα πολύ τους Suicide, που είναι από τα αγαπημένα μου συγκροτήματα.
«Ο Bruce Springsteen υπάρχει σαν μία σταθερά επιμονής, πίστης, ταξικής συνείδησης και αυτοπραγμάτωσης σε μια εποχή όπου όλα είναι ρευστά, κατακερματισμένα και δίχως βάρος».
Έχοντας πια γνωρίσει τη ζωή του «λέξη λέξη», αν είχατε την ευκαιρία να πιείτε μια μπίρα με τον Springsteen, τι θα θέλατε να συζητήσετε μαζί του; Τι θα του λέγατε;
Θα αφηνόμουν στην κουβέντα, φαίνεται πολύ ωραίος τύπος. Σίγουρα έχει πολλά να πει∙ η αφήγησή του στο βιβλίο είναι μια ακτινογραφία των τελευταίων έξι δεκαετιών της Αμερικής. Ίσως τον ρωτούσα για το πώς κατάφερε να σταθεί στα πόδια του μετά τη μεγάλη ψυχική κρίση που τον οδήγησε στην ενδοσκόπηση και τον αναπροσδιορισμό. Αυτό μου φάνηκε πολύ ενδιαφέρον για την τόλμη με την οποία το περιγράφει.
Γενικά, η εντύπωση που μου άφησε ο Springsteen από το βιβλίο του είναι ότι πρόκειται για έναν άνθρωπο που προσπαθεί να ισορροπεί ανάμεσα στις αντιφάσεις του – την ιταλική και την ιρλανδική πλευρά του, όπως το θέτει ο ίδιος γλαφυρά στην αρχή του βιβλίου, τον εκατομμυριούχο ροκ σταρ και τον άνθρωπο της εργατικής τάξης, τον φιλόδοξο νεαρό ρόκερ και τον «γειωμένο» καλλιτέχνη, τον καταθλιπτικό πατέρα του και την εξωστρεφή και «φωτεινή» μητέρα του. Άλλοτε το καταφέρνει, άλλοτε όχι, αλλά ακόμα και τότε λέει την ιστορία του με ειλικρίνεια και έναν αυτοσαρκασμό που, αντί να της αφαιρεί, της προσδίδει βαρύτητα.
Last (Drive) but not least. Έχει συμβεί κάτι που είμαι σίγουρη πως το «Αφεντικό» θα χαμογελούσε αν το μάθαινε. Οι δύο συναυλίες της μπάντας σας, των Last Drive, έγιναν αμέσως sold out 7 μήνες πριν πραγματοποιηθούν, γεγονός που οδήγησε στο να προστεθούν δύο ακόμη συναυλίες «Farewell to the Tribe». Πώς νιώσατε με όλο αυτό και πώς το προσμένετε;
Είναι ένας (πολύ μικρός) τρόπος να αποχαιρετήσουμε ένα υπέροχο κοινό που μας έχει σταθεί σε όλες τις καλές και τις άσχημες στιγμές της μπάντας. Το πιο όμορφο είναι ότι οι σχέσεις και η κοινότητα που δημιουργήσαμε μαζί με αυτούς τους ανθρώπους υπερβαίνουν το ίδιο το συγκρότημα και θα συνεχίσουν να υπάρχουν και αφού κατέβουμε από τη σκηνή.
Ευχαριστώ θερμά για αυτήν τη συνέντευξη!
Ο Αλέξανδρος (Αλέξης) Καλοφωλιάς γεννήθηκε στην Αθήνα. Είναι μουσικός και μεταφραστής. Σπούδασε Αγγλική Φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και Ευρωπαϊκό Πολιτισμό στο Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο.
Ασχολείται επαγγελματικά με τη λογοτεχνική μετάφραση από το 1995 και έχει μεταφράσει πολλά έργα μυθοπλασίας και δοκίμια, ανάμεσά τους βιβλία συγγραφέων όπως οι George Orwell, Hunter S. Thompson, Leonard Cohen, Woody Guthrie, J. M. Coetzee, Patti Smith, Timothy Leary, Jane Austen, Irvine Welsh, David Harvey, Chuck Palahniuk κ.ά. Το 2013 τιμήθηκε με το βραβείο λογοτεχνικής μετάφρασης ΕΙΛΜ/ΕΑΕ για τη μετάφρασή του στο μυθιστόρημα του William Vollmann «Κεντρική Ευρώπη».
Παίζει μουσική από την εφηβεία του, συμμετέχοντας στα συγκροτήματα The Last Drive, The Earthbound και Thee Holy Strangers, αλλά και ως μεμονωμένος καλλιτέχνης. Έχει ηχογραφήσει 15 άλμπουμ και 3 ep ως τραγουδιστής, μπασίστας, κιθαρίστας, συνθέτης και στιχουργός. Έχει δώσει πολλές συναυλίες στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, ενώ έχει γράψει μουσική για θεατρικές παραστάσεις, κινηματογραφικές ταινίες και ντοκιμαντέρ.
Ο Αλέξης Καλοφωλιάς ζει και εργάζεται στην Αθήνα.
Διαβάστε επίσης στην αθηΝΕΑ:
Η Μουσική Έχει Δύναμη (και στην Πολιτική!)
«Στέλλα, Κρατάω Βιβλίο!» | Βιβλιοπροτάσεις Γεμάτες Άδολη Αγάπη
Γιατί Aγαπάμε τα Punk Μυθιστορήματα