Με τις μαζικές διαδηλώσεις στην Κούβα πρωτοσέλιδη είδηση τις τελευταίες μέρες, το μυαλό μου ταξίδεψε σε μια δική μου επίσκεψη στο πολύπαθο νησί της Καραϊβικής πριν μια δεκαετία περίπου.
Θα σας μεταφέρω τρία στιγμιότυπα που έχουν μείνει χαραγμένα στη μνήμη μου – με απόλυτη επίγνωση ότι οι ταξιδιωτικές μας ιστορίες σπάνια δίνουν ολοκληρωμένη εικόνα μιας χώρας, αλλά και την πεποίθηση ότι παραμένουν χρήσιμες, όταν φωτίζουν κάποιες πτυχές της.
***
Σκηνή πρώτη. Μεσημέρι. Περπατάμε παρέα με την κεφάτη ξεναγό μας στο κέντρο της πόλης και περνάμε έξω από το μπαρ Floridita. Τουριστικό σποτ από τα λίγα, ο θρύλος λέει ότι εκεί έπινε το ομώνυμο daiquiri ο Ernest Hemingway. Τουρίστες εμείς -και λάτρεις των θρύλων- προτείνουμε να κάνουμε μια στάση για ποτό στη δροσιά του κλειστού χώρου και πιάνουμε συζήτηση.
Λίγα daiquiris αργότερα, έχουμε μάθει για τη ζωή και την οικογένειά της, για το πώς λειτουργεί η κουβανέζικη οικονομία με δύο νομίσματα, για το ποια καθημερινά είδη βρίσκονται σε έλλειψη και τα ζητάει από τους ξένους που γνωρίζει (από smartphone μέχρι βαφές μαλλιών), αλλά και το πώς είναι να ζεις σε μια χώρα όπου για να κουρευτείς χρησιμοποιείς κρατικό κουπόνι.
Πέρασε η ώρα, σηκωνόμαστε να τη χαιρετίσουμε για να μην την κρατάμε άλλο – κι επειδή, μέσα στη ζέστη, η επιστροφή στο ξενοδοχείο φαίνεται πιο ελκυστική εναλλακτική. Όμως η ξεναγός μας εξανίσταται. Μα, δεν έχουμε δει τίποτα ακόμα, μας λέει, και μας ξεναγεί στους δρόμους τις Αβάνας για την επόμενη μιάμιση ώρα, γιατί αυτή τη διαδρομή είχαμε συμφωνήσει. Φιλότιμο, λέγεται αυτό.
***
Σκηνή δεύτερη. Αργά το απόγευμα, στη βεράντα ενός διαμερίσματος με θέα την περαντζάδα Malecon. Θα μείνουμε το βράδυ εκείνο σε ένα από τα δωμάτια του σπιτιού που οι ντόπιοι νοικιάζουν σε επισκέπτες, ως μια επιπρόσθετη μορφή εισοδήματος – το λεγόμενο casa particular.
Τον ιδιοκτήτη, πυρηνικό φυσικό στο επάγγελμα, ο άντρας μου τον είχε γνωρίσει σε προηγούμενη επίσκεψη. Το κλίμα είναι φιλικότατο και μάλιστα οι οικοδεσπότες έχουν καλέσει και κάποιους φίλους τους γιατρούς για παρέα, με τους οποίους πιάνουμε την κουβέντα.
Ανάμεσα στα πολλά συναρπαστικά που ακούμε εκείνο το απόγευμα και που δεν θα ξεχάσουμε ποτέ ήταν ο ενθουσιασμός της ομήγυρης για το γεγονός ότι, εσχάτως, είχε επιτραπεί να βγάλουν διαβατήριο. Σκοπεύετε να πάτε κάπου, τους ρωτάμε; Όχι, αλλά είναι ωραίο που… μπορούμε.
***
Σκηνή τρίτη. Για το τελευταίο βράδυ μας στην πόλη, οι νέοι μας φίλοι μας δείχνουν στον ορίζοντα μια βιομηχανική καμινάδα και μας εξηγούν ότι εκεί έχει ανοίξει ένα πολύ ωραίο εστιατόριο που αξίζει να δοκιμάσουμε. Σπεύδουμε, αν και οι προσδοκίες μας είναι χαμηλές. Το ταξίδι είχε απίστευτες συγκινήσεις, όμως η γαστρονομία δεν ήταν μία απ’ αυτές.
Φτάνουμε και μπαίνουμε σ’ έναν χώρο που παραπέμπει σε upscale μαγαζί στο δικό μας Γκάζι, με θαμώνες καλοντυμένους και κοινό νεανικό. Designer τσάντες, τακούνια, iPhones. Δεν είναι τουρίστες, μιλούν όλοι τους ισπανικά και μοιάζει μεταξύ τους να γνωρίζονται.
Ένα ζευγάρι μας τραβάει την προσοχή. Στα τριάντα τους, ο άντρας ψηλός και ωραίος, φοράει ένα κασκέτο New York Yankees, η γυναίκα περιποιημένη, κοκέτα, με χτυπητά, επώνυμα αξεσουάρ. Όλοι σηκώνονται να τους χαιρετίσουν. Οι σερβιτόροι μας τίθενται στην υπηρεσία τους και ψιλο-αγνοούν τους υπόλοιπους θαμώνες.
Εμείς παρακολουθούμε με κλιμακούμενη περιέργεια το σκηνικό που εκτυλίσσεται γύρω μας, μέχρι που κάποια στιγμή ο ένας από τους δυο μας (όχι εγώ!) ρωτάει συνωμοτικά τη σερβιτόρα μας: ποιος είναι αυτός; Αυτός; Δεν έχω ιδέα! Αυτή όμως είναι η εγγονή του El Presidente!
***
Η Κούβα, όπως τη ζήσαμε τις λίγες μέρες που περάσαμε εκεί, από την οπτική ενός φιλοπερίεργου επισκέπτη, αποτυπώθηκε στη συνείδησή μας ως μια χώρα αντιθέσεων. Μια χώρα ζωντανό πείραμα του “υπαρκτού σοσιαλισμού”, στην οποία όμως οι κοινωνικές διαστρωματώσεις παρέμεναν ορατές διά γυμνού οφθαλμού.
Μια πυραμίδα με νικητές και χαμένους, με μια προνομιούχα τάξη που δεν έμοιαζε να ξεχωρίζει από τις αντίστοιχες προνομιούχες τάξεις του παγκοσμιοποιημένου δυτικού κόσμου στον οποίο ανήκουμε κι εμείς.
Μια χώρα που, όμως, μέσα από έναν συνδυασμό ιδεολογίας και επιβολής, συνέχιζε να πορεύεται μέσα στο ιδιότυπο αυτό καθεστώς επί δεκαετίες – με κάποια βοήθεια από συγκεκριμένες ξένες δυνάμεις και φυσικά από τον τουρισμό.
Με την κατάρρευση του τελευταίου λόγω της πανδημίας, οι ελλείψεις, οι ανισότητες και οι αδικίες έρχονται και πάλι στην επιφάνεια με ένταση. Ένας εκρηκτικός συνδυασμός που παραμένει άγνωστο για την ώρα πού θα οδηγήσει.
Διαβάστε περισσότερα editorials της Μαριάννας Σκυλακάκη στην αθηΝΕΑ:
Είμαι Επικίνδυνη: 1 Φράση, 100 Γυναίκες, 100 Μαρτυρίες
Κάντε την Αμερική να…Επιστρέψει Ξανά