Erdogan, Ένας Απροσδόκητος «Μουσαφίρης»

Για εμάς τους κοινούς θνητούς που παρακολουθούμε τις ελληνοτουρκικές σχέσεις μέσω του Τύπου ήταν έκπληξη το γεγονός ότι η επίσκεψη του Erdogan στην Αθήνα ήταν τόσο θετική. Πριν από την άφιξή του, γράφτηκαν και ειπώθηκαν διάφορα σχόλια στα MME των δύο χωρών που προσπαθούσαν να δώσουν νόημα σε αυτή την επίσκεψη και εξέταζαν διάφορα πιθανά σενάρια για το πώς θα μπορούσε να εξελιχθεί. Ωστόσο, αποδείχθηκε ότι οι διπλωμάτες είχαν προετοιμαστεί για αυτή τη συνάντηση εδώ και μήνες και προφανώς τίποτα δεν αφέθηκε στην τύχη.

Ένα πρώτο συμπέρασμα από την επίσκεψη είναι ότι και οι δύο πλευρές επιθυμούν την αποκλιμάκωση της έντασης σε ό,τι αφορά τις σχέσεις των δύο χωρών. Οι «ειδικοί» εκατέρωθεν τόνισαν πόσο πολύ η «άλλη πλευρά» χρειάζεται αυτόν τον συμβιβασμό. Φοβισμένη Ελλάδα… Στριμωγμένη Τουρκία… Κανείς δεν είπε τη μαγική φράση: «το χρειαζόμαστε κι εμείς». Με άλλα λόγια, είδαμε μια αντανάκλαση της ιδιορρυθμίας των ελληνοτουρκικών σχέσεων, που ακόμη και μέσα από τις ειρηνικές πρωτοβουλίες προσπαθούν να αντλήσουν καύσιμο για λούμπεν εθνικισμό.

Φυσικά, και οι δύο χώρες έχουν τους δικούς τους λόγους για να αγκαλιάσουν αυτή την αποκλιμάκωση. Τι άλλαξε όμως στις σχέσεις των δύο χωρών ώστε ο Erdogan, που πριν από δύο χρόνια έλεγε «Για μένα δεν υπάρχει πια Μητσοτάκης», να σπεύδει στην Αθήνα με πλατύ χαμόγελο στα χείλη και κλαδί ελιάς στα χέρια για τον «φίλο του Κυριάκο»;

Αυτό που άλλαξε δεν ήταν στο Αιγαίο, αλλά αρχικά στην Ουκρανία και τώρα στη Μέση Ανατολή. Ο πόλεμος στην Ουκρανία δεν εξελίσσεται καθόλου όπως θα ήθελαν οι ΗΠΑ και η Ευρώπη. Επιπλέον, έχει προκύψει μια πολύ επικίνδυνη κατάσταση στην Παλαιστίνη, της οποίας η κατεύθυνση είναι ακόμη άγνωστη. Επομένως, θα ήταν αυταπάτη να σκεφτεί κανείς ότι αυτή η εξέλιξη στις ελληνοτουρκικές σχέσεις έλαβε χώρα χωρίς την ευλογία ή ακόμη και την ενθάρρυνση των ΗΠΑ. Για τις ΗΠΑ, σε μια περίοδο που το νοτιοανατολικό μέτωπο του ΝΑΤΟ πρέπει να ενισχυθεί σε περίπτωση ρωσικής νίκης στην Ουκρανία, ένα από τα πρώτα που πρέπει να επιτευχθεί είναι πιθανόν η άμβλυνση των αιχμών στις ελληνοτουρκικές σχέσεις.

Και εδώ βλέπουμε μια παραδοξότητα των καιρών μας. Μία ή δύο ημέρες πριν από την επίσκεψή του, ο Erdogan δήλωσε ότι είναι η Αμερική που δυναμιτίζει τις σχέσεις των δύο χωρών, ωστόσο υπέγραψε μια συμφωνία με τις ευλογίες της Αμερικής. Από την άλλη, προσφέρεται να προμηθεύσει την Ελλάδα με ενέργεια από πυρηνικά εργοστάσια που κατασκευάζονται από τους Ρώσους. Και στο πρόσφατο παρελθόν, παρά το γεγονός ότι είναι μέλος του ΝΑΤΟ, δεν δίστασε να αγοράσει αμυντικά συστήματα S-400 από τη Ρωσία.

Αυτό που δίνει στον Erdogan τη φαινομενική ευελιξία κινήσεων είναι η νέα παγκόσμια τάξη, η οποία γίνεται ταχύτατα πολυπολική. Οι ΗΠΑ χάνουν με γοργούς ρυθμούς το μονοπώλιό τους να διαμορφώσουν την παγκόσμια τάξη, ενώ εμφανίζονται πλέον πολλαπλοί διεκδικητές ικανοί να κάνουν το ίδιο. Συνεπώς, ο Erdogan έχει βρει ένα εξαιρετικά τεταμένο αλλά και ταυτόχρονα ελεύθερο πεδίο στο οποίο μπορεί να «παίξει» τις μεγάλες δυνάμεις στρέφοντας τη μία εναντίον της άλλης. Στο πλαίσιο αυτό δεν υπάρχει καμία αμφιβολία για το ποια πλευρά έχει επιλέξει η Ελλάδα, σε αντίθεση με την Τουρκία, που εμφανίζεται προς το παρόν χωρίς σαφή προσανατολισμό. Θα πρέπει να περιμένουμε για να δούμε για πόσο καιρό ακόμη μπορεί να διατηρεί αυτή την αμφίσημη στάση.

Η ανθρωπότητα, διαχρονικά, μεταβαίνει σε κύκλους αυτοκαταστροφής. Σήμερα, όπως ακριβώς και πριν από τους δύο παγκόσμιους πολέμους, έχει αρχίσει να συσσωρεύεται υπερβολικά πολλή ενέργεια στα ρήγματα της παγκόσμιας πολιτικής. Ο κόσμος ξαναμοιράζεται για άλλη μία φορά και καταστρώνονται πολύ επικίνδυνα σχέδια πάνω σε αυτή τη μοιρασιά. Αλλά, όπως γνωρίζουμε καλά από την ιστορία, δεν είναι τα προγράμματα, οι σχεδιασμοί, οι υπολογισμοί, αλλά οι συμπτώσεις και οι δυνατότητες που είναι καθοριστικές. Τα πιο έξυπνα σχέδια έχουν πολλές φορές αποδειχθεί καταστροφικά για τους δημιουργούς τους.

Δεν γνωρίζω τι σχεδιάζουν οι δύο ηγέτες. Αλλά, εάν η πρόθεση είναι να επιλυθούν τα προβλήματα μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, και οι δύο πλευρές θα πρέπει να κάνουν συμβιβασμούς. Και αν μια μέρα, πράγματι, γίνουν αυτοί οι συμβιβασμοί, ο Erdogan, ως αυταρχικός ηγέτης που ήδη δεν λογοδοτεί πουθενά, δεν θα έχει κανένα πρόβλημα να το «εξηγήσει» στους Τούρκους. Φαίνεται ότι θα είναι πολύ πιο δύσκολο για τον Μητσοτάκη, αντίστοιχα, να το «εξηγήσει» στους Έλληνες.

Αν και δεν συμφωνώ με το 99% των όσων έχει πει και κάνει ο Erdogan στην πολιτική του θητεία, βρίσκω αυτή την εξέλιξη στις ελληνοτουρκικές σχέσεις εξαιρετικά θετική. Αυτό είναι καθαρά μια προσωπική μου εκτίμηση, αλλά νομίζω ότι ο Erdogan, ο οποίος με δυσκολία μπορούσε να σταθεί στα πόδια του κατά τις κοινές δηλώσεις τους, δεν αντιλήφθηκε εκείνη τη στιγμή την έμφαση που έδωσε ο Μητσοτάκης με την αναφορά του, στο τέλος, στη «μουσουλμανική μειονότητα». Ωστόσο, το γεγονός ότι δεν έκανε καμία απόπειρα επανόρθωσης στο αεροπλάνο κατά την επιστροφή του, έδειξε πως οτιδήποτε και αν θέλει να κερδίσει από αυτήν την προσέγγιση το έχει πραγματικά ανάγκη.

Είναι πολύ πιθανόν τα προβλήματα να μπουν στην κατάψυξη μέχρι να εκτονωθεί η τεταμένη κατάσταση στην περιοχή και νομίζω ότι αυτό είναι απολύτως θεμιτό. Έτσι κι αλλιώς, η διαδικασία αυτή δεν μπορεί να οδηγήσει από μόνη της στην επίλυση των προβλημάτων. Όμως, θεωρώ πως είναι σημαντικό ότι οι δύο ηγέτες δείχνουν να έχουν τη βούληση να πορευτούν προς αυτή την κατεύθυνση. Καλή αρχή λοιπόν!

 

Διαβάστε επίσης στην αθηΝΕΑ:

Μετά τον Erdogan ο Κατακλυσμός;

Τουρκία, 1922-2022: Από τον Κεμαλισμό στον Ερντογανισμό

ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΟΣ

Ο Şükrü Ilıcak είναι ιστορικός, διδάκτωρ του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ και την τρέχουσα περίοδο μεταδιδακτορικός ερευνητής της Οθωμανικής Ιστορίας στο Ινστιτούτο Μεσογειακών Σπουδών. Έχει συνεργαστεί με πολλούς φορείς και πανεπιστήμια ανά τον κόσμο με πλήθος άρθρων, δημοσιεύσεων και βιβλίων για την Ελληνική Επανάσταση και τα «τρία έθνη» της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, τους Έλληνες, τους Αρμένιους και τους Εβραίους.

ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ

Τα σημαντικότερα νέα της ημέρας, στο inbox σου κάθε μεσημέρι!

ΕΓΓPΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER

+