G. G. Márquez | Όταν το Βιβλίο «Μέχρι τον Αύγουστο» Πέρασε στην Αιωνιότητα

Γκαμπριέλ Γκαρσία Μαρκές

Η μεταθανάτια έκδοση του βιβλίου «Μέχρι τον Αύγουστο» του Gabriel García Márquez, του συγγραφέα που μας έμαθε, κυρίως αυτός, πως πέρα από όλους τους άλλους -ισμούς που ξέραμε μέχρι τότε υπήρχε κι ένας που περιέγραφε κόσμους κόντρα στα στενά λογικά όρια του δικού μας, διαστέλλοντας την πραγματικότητα και μυώντας μας έτσι στον μαγικό ρεαλισμό, μας έθεσε μπροστά στο ερώτημα:

«Μπορούμε να αψηφήσουμε την επιθυμία του συγγραφέα για τη μη έκδοση ενός βιβλίου του;».

Ο Gabriel García Márquez ή Gabo άφησε την τελευταία του πνοή σε ηλικία 87 ετών πριν από 10 χρόνια, στις 17 Απριλίου 2014. Φέτος τον Μάρτιο, τιμώντας τα δεκάχρονα της μνήμης του, εκδόθηκε από τα κατάλοιπά του το μικρό μυθιστόρημα «Mέχρι τον Αύγουστο». Ταυτόχρονα, ο γιος του Rodrigo Márquez εξέδωσε ένα δικό του βιβλίο με αναμνήσεις από τη ζωή του πατέρα του και της μητέρας του, της Mercedes Barcha.

«Αυτό το Βιβλίο δεν Λειτουργεί»

Πρωταγωνίστρια του βιβλίου «Μέχρι τον Αύγουστο» (εκδόσεις Ψυχογιός) είναι μια μεσήλικη γυναίκα –το πρώτο βιβλίο του Márquez με γυναίκα πρωταγωνίστρια– με το όνομα Ana Magdalena Bach, η οποία κάθε χρόνο επισκέπτεται τον τάφο της μητέρας της σε ένα νησί της Καραϊβικής. Σε ένα από αυτά τα ταξίδια, η Ana προσκαλεί έναν ανώνυμο άντρα στο δωμάτιο του ξενοδοχείου της. Όταν ξυπνάει το πρωί, ο άντρας έχει φύγει, όμως από τότε ξεκινά, σαν ιεροτελεστία, η επανάληψη της εμπειρίας, κάθε φορά στην επίσκεψή της στο νησί, με έναν άλλο άγνωστο.

Η νουβέλα παρέμεινε ημιτελής όσο ζούσε ο Márquez. Μάλιστα, αφού είχε ολοκληρώσει και το πέμπτο προσχέδιο, είχε εκμυστηρευτεί στην επί χρόνια βοηθό του Mónica Alonso: «Μερικές φορές τα βιβλία πρέπει να αφήνονται να ξεκουραστούν». Και αργότερα έλεγε στους γιους του Rodrigo και Gonzalo Garcia Barcha: «Αυτό το βιβλίο δεν λειτουργεί. Πρέπει να καταστραφεί».

Οι γιοι του Márquez που αποφάσισαν την έκδοση του βιβλίου δικαιολογούν στον πρόλογο την επιλογή τους λέγοντας πως τίποτα σε αυτό δεν τους εμπόδιζε από το να χαρούν τις εξαιρετικές πτυχές του έργου του: την εφευρετικότητά του, την ποιητική του γλώσσα, τη σαγηνευτική αφήγηση, την κατανόησή του και την αγάπη του για τις εμπειρίες και τις περιπέτειές των ανθρώπων, ιδίως στον έρωτα. Κατέληγαν δε στο συμπέρασμα ότι οι «εξασθενημένες λειτουργίες του πατέρα τους που τον εμπόδισαν να ολοκληρώσει το βιβλίο, τον εμπόδισαν και να συνειδητοποιήσει πόσο καλό ήταν». Την περίοδο εκείνη ο Márquez πάλευε με την άνοια.

«Σε μια πράξη προδοσίας», γράφουν, «αποφασίζουμε να βάλουμε την ευχαρίστηση των αναγνωστών του πάνω από κάθε άλλη σκέψη. Αν είναι ευχαριστημένοι, ίσως ο Gabo μας συγχωρήσει».

Η πρόθεσή τους αυτή, ωστόσο, αναζωπύρωσε μια προαιώνια συζήτηση σχετικά με το κατά πόσο πρέπει οι επιθυμίες των συγγραφέων σχετικά με το έργο τους, είτε εκφράζονται ενόσω βρίσκονται εν ζωή είτε μέσα από τη διαθήκη τους, πρέπει να γίνονται σεβαστές. Και αν η λέξη «σεβαστές» μας ιντριγκάρει ώστε να πάρουμε αμέσως θέση, ίσως όταν αναλογιστούμε πόσα αριστουργήματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας θα έμεναν θαμμένα και παραγνωρισμένα γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο να μας έβαζε σε σκέψεις.

Γκαμπριέλ Γκαρσία Μαρκές

«Κατασκευάζοντας» το Μέλλον τους

Πολλοί διάσημοι συγγραφείς προσπάθησαν να «κατασκευάσουν» το μέλλον του έργου τους με διάφορους τρόπους. Είτε ζητώντας να καταστραφούν χειρόγραφά τους είτε βάζοντας περιοριστικούς όρους στο πώς θα αξιοποιούνταν στο μέλλον.

Ο Franz Kafka είχε εκφράσει την επιθυμία του στον φίλο και εκτελεστή της διαθήκης του Max Brod να καεί το αδημοσίευτο έργο του. Μετά το θάνατό του, ωστόσο, το 1924, ο Brod αψήφησε την επιθυμία αυτή και δημοσίευσε τη «Δίκη», τον «Πύργο» και την «Αμερική».

«Δεν υπάρχει κυριολεκτικά κανείς στον πλανήτη που να πιστεύει ότι θα ήμασταν καλύτερα αν τα είχε κάψει ο Max Brod», λέει ο μυθιστοριογράφος Robert Cohen, καθηγητής Λογοτεχνίας στο Middlebury College, όπου διδάσκει το έργο του Kafka εδώ και δεκαετίες. Θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι η ίδια η έλλειψη “πληρότητας” σε αυτά τα βιβλία που ενοχλούσε τον Kafka είναι που τα κάνει απείρως ενδιαφέροντα και προκλητικά για τις γενιές που ακολούθησαν». Ο ίδιος ήταν ιδιαίτερα επιφυλακτικός όσον αφορά το έργο του –σε μια επιστολή του στον εκδότη του έγραφε «Θα σας είμαι πάντα πολύ πιο ευγνώμων για την επιστροφή των χειρογράφων μου παρά για τη δημοσίευσή τους»– και εμμονικά τελειομανής.

Η Dickinson έγραφε χιλιάδες ποιήματα, όμως μόνο λίγα είχαν δημοσιευτεί κατά τη διάρκεια της ζωής της. Πριν τον θάνατό της, το 1886, είχε ζητήσει από τη μικρότερη αδελφή της Lavinia να καταστρέψει την αλληλογραφία της. Η Lavinia, όμως, ανακάλυψε και την «κρυψώνα» των ποιημάτων της. Άραγε, τι έπρεπε να κάνει με αυτά; Η αδελφή της δεν της είχε πει…

Ο Samuel Beckett συνήθιζε να «αστυνομεύει» τις παραγωγές των έργων του, απαιτώντας οι σκηνοθετικές οδηγίες του να ακολουθούνται κατά γράμμα. Μετά τον θάνατό του, την πρακτική του συνέχισε ο ανιψιός του Edward Beckett, πιστός στις οδηγίες του θείου του.

Ο Eugene O’Neill αμφέβαλε για την αξία αρκετών θεατρικών έργων του και μόνο χάρη στις προσπάθειες της τρίτης συζύγου του και διαχειρίστριας του έργου του Carlotta Monterey διασώθηκαν πολλά χειρόγραφα – ανάμεσά τους και το αριστούργημά του «Ταξίδι μιας Μεγάλης Μέρας Μέσα στη Νύχτα» (για το οποίο είχε επιβάλει 25ετές εμπάργκο), το οποίο ανέβηκε λίγο μετά τον θάνατό του.

Άλλοι συγγραφείς υπερασπίστηκαν σθεναρά το δικαίωμά τους να μην τεθεί η δική τους ζωή υπό το φως της δημοσιότητας, ζητώντας να μην εκδοθεί βιογραφία τους, όπως ο George Orwell, του οποίου το αίτημα ωστόσο δεν εισακούστηκε.

Γκαμπριέλ Γκαρσία Μαρκές

Ας Αποφασίσουν οι Αναγνώστες

Η συζήτηση για το ερώτημα που τέθηκε στην αρχή του κειμένου, για τις μεταθανάτιες εκδόσεις με αφορμή την έκδοση του βιβλίου του Márquez, υπήρξε όλο αυτό το διάστημα ζωηρή.

Άλλοι υπερασπίστηκαν το δικαίωμα των γιων του να «προδώσουν» τον πατέρα τους. Άλλοι τους κατηγόρησαν για σκέτη προδοσία, χωρίς εισαγωγικά αυτή τη φορά. Άλλοι έκριναν το βιβλίο κατώτερο του έργου του και δικαίωσαν την επιθυμία για τη μη έκδοσή του. Άλλοι έγραψαν ότι στο σύνολό του «είναι με έναν ιδιαίτερο τρόπο συγκινητικό», αν και απογυμνωμένο από τις αρετές των βιβλίων που έκαναν παγκόσμια γνωστό τον νομπελίστα συγγραφέα.

Κάποιοι άλλοι επιχειρηματολόγησαν υπέρ της έκδοσής του με τα λόγια της μητέρας της Nora Ephron, της Phoebe, θεατρικής συγγραφέα, πως καθώς ο συγγραφέας κλέβει πάντα από τη ζωή και από όλους γύρω του, φαίνεται δίκαιο ότι η ζωή μερικές φορές κλέβει και από τον συγγραφέα. Ειδικά όταν δεν είναι πια εκεί για να παραπονεθεί.

Όπως και να έχει, ο Gabo θα είναι πάντα αγαπημένος μας και πάντα θα διαβάζουμε με συγκίνηση και χαμόγελο τις ιστορίες που λένε πως αυτός ο ποπ σταρ μεταξύ του Ρίο Γκράντε και της Γης του Πυρός μόνο στα εστιατόρια του Λος Άντζελες μπορούσε να δειπνήσει απαρατήρητος, εκτός αν οι παρκαδόροι ήταν Λατίνοι, οπότε έστελναν ενίοτε κάποιον να αγοράσει επί τόπου ένα βιβλίο του ώστε να το υπογράψει ο μετρ μετά το δείπνο του. «Αυτό του έδινε πάντα τη μεγαλύτερη ευχαρίστηση», γράφει ο γιος του.

 

Διαβάστε επίσης στην αθηΝΕΑ:

Διαβάζουν τα Παιδιά μας; Μάλλον Όσο κι Εμείς…

Deborah Levy | Βήμα Βήμα προς την Ελευθερία

10 Ερωτήσεις Αναζητούν Συγγραφέα | Παναγιώτης Χατζημωυσιάδης

 

 

ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΟΣ
ΕΠΙΜΕΛΗΤΡΙΑ ΚΕΙΜΕΝΩΝ
ΕΠΙΜΕΛΗΤΡΙΑ ΚΕΙΜΕΝΩΝ

H Δέσποινα Ράμμου διορθώνει και επιμελείται τα κείμενα της αθηΝΕΑς. Σπούδασε Θεολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και εργάστηκε ως διευθύντρια σύνταξης στην παιδική έκδοση της Καθημερινής, «Οι Ερευνητές Πάνε Παντού», και ως αρχισυντάκτρια στο περιοδικό GEO. Έχει συνεργαστεί ως επιμελήτρια κειμένων με περιοδικά και εκδοτικούς οίκους. Θεωρεί πως οι ωραίες ιστορίες αξίζει να ειπωθούν τόσο στα παιδιά όσο και στους μεγάλους.

DEI

ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ

Τα σημαντικότερα νέα της ημέρας, στο inbox σου κάθε μεσημέρι!

ΕΓΓPΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER

+