Όταν ο Βρετανός αριστοκράτης λόρδος Έλγιν επέστρεψε από την Ελλάδα στις αρχές του 1800, μετέφερε στην Αγγλία μερικούς από τους μεγαλύτερους θησαυρούς της αρχαιότητας: μια συλλογή με αγάλματα Ελλήνων θεών και σκαλιστές ζωφόρους που απεικόνιζαν μάχιμους κενταύρους, οι οποίοι κάποτε κοσμούσαν τον Παρθενώνα στην Αθήνα. «Ξεριζωμένα», σε ορισμένες περιπτώσεις, από τους τοίχους του ναού, με πρόσχημα μια ψευδή άδεια των Οθωμανών επί Τουρκοκρατίας, τα λεγόμενα «Ελγίνεια Μάρμαρα» πουλήθηκαν αργότερα στη βρετανική κυβέρνηση και έγιναν κάποια από τα πιο αξιοθαύμαστα ιστορικά αντικείμενα της συλλογής του Βρετανικού Μουσείου. Παράλληλα, όμως, έγιναν, σχεδόν από την ημέρα της απομάκρυνσής τους, αντικείμενο της πιο περιβόητης ίσως πολιτιστικής διαμάχης στον κόσμο.
Οι Διαπραγματεύσεις Συνεχίζονται…
Σήμερα, 220 χρόνια αργότερα, το σημείο στο οποίο βρίσκονται οι διαπραγματεύσεις μεταξύ των δύο χωρών για την επιστροφή τους, παρά τα αισιόδοξα μηνύματα, έχει αποτελέσει αντικείμενο πολλών εικασιών. Πάντως, στις πρόσφατες «κρυφές συζητήσεις» μεταξύ του πρωθυπουργού της Ελλάδας, Κυριάκου Μητσοτάκη, και του George Osborne, πρώην υπουργού Οικονομικών της Βρετανίας και νυν προέδρου του Βρετανικού Μουσείου, αποδείχθηκε ότι οι δύο πλευρές απέχουν πολύ από το να βρουν τη χρυσή τομή σε ορισμένα βασικά ζητήματα, τα οποία φαίνεται να έχουν και σημαντικές νομικές διαστάσεις.
Μέχρι στιγμής, ο Osborne έχει προτείνει την επιστροφή ενός μικρότερου τμήματος της ζωφόρου (που αντιστοιχεί στο ένα τρίτο των Γλυπτών του Παρθενώνα που βρίσκονται στη συλλογή του μουσείου), καθώς και γλυπτών θεών και κενταύρων, ως βραχυπρόθεσμου δανείου. Ωστόσο, μια τέτοια συμφωνία θα σήμαινε αυτόματα ότι η ελληνική κυβέρνηση παραιτείται από την αξίωσή της για την κυριότητα των αντικειμένων, συμβιβασμό που η Ελλάδα αρνείται κατηγορηματικά.
Η Βρετανική Νομοθεσία
Σημειωτέον, σύμφωνα με τη νομοθεσία της χώρας (την οποία η βρετανική κυβέρνηση δεν σκοπεύει να αλλάξει), το μουσείο δεν μπορεί να αφαιρέσει αντικείμενα από τη συλλογή του, εκτός εάν είναι «ακατάλληλα για να διατηρηθούν». Είναι, ωστόσο, ελεύθερο να δανείσει αντικείμενα σε άλλα ιδρύματα. Ως εκ τούτου, εάν οποιαδήποτε συμφωνία με την ελληνική κυβέρνηση δεν περιλαμβάνει διάταξη ότι τα γλυπτά πρέπει να επιστρέψουν στο Λονδίνο, θα μπορούσε να προσβληθεί στα βρετανικά δικαστήρια. Άλλωστε, η βρετανική κυβέρνηση γνωρίζει πολύ καλά ότι μία τέτοια αλλαγή του νόμου θα μπορούσε να ανοίξει το «κουτί της Πανδώρας», οδηγώντας σε διεκδικήσεις χωρών και για άλλα «αμφιλεγόμενα» αντικείμενα του μουσείου.
Πολιτιστικός Διάλογος με Παγκόσμιο Αντίκτυπο
Σε κάθε περίπτωση, η πίεση στο Βρετανικό Μουσείο αυξάνεται. Πέρυσι, η Ιταλία επέστρεψε ένα θραύσμα από τον Παρθενώνα που για περισσότερα από 200 χρόνια εκτίθετο σε μουσείο της Σικελίας. Και τον Δεκέμβριο, το Βατικανό ανακοίνωσε ότι θα δώσει τρία θραύσματα του Παρθενώνα στον ηγέτη της Ελληνικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, ο οποίος αναμένεται να τα παραδώσει στο Μουσείο της Ακρόπολης. Φαίνεται ότι επρόκειτο για μία υπόθεση που δεν αφορά μόνο δύο χώρες αλλά τη διεθνή κοινότητα. Τυχόν συμφωνία θα αποτελούσε ένα σημαντικό βήμα για τους θεσμούς και για τον πολιτιστικό διάλογο σε ολόκληρο τον κόσμο.
Διαβάστε επίσης στην αθηΝΕΑ:
Τι Συμβαίνει με την Αστυνομία Ηθών στο Ιράν;
Ο Πόλεμος στην Ουκρανία και το Διεθνές Δίκαιο
Τι Παρακαταθήκη Θα Αφήσουμε στις Μελλοντικές Γενιές;