Η συμμετοχή των γυναικών στα κοινά και η εκπροσώπησή τους στα κέντρα λήψης αποφάσεων κινείται δυστυχώς ακόμη σε χαμηλά επίπεδα στη χώρα μας. Αυτό πρακτικά μεταφράζεται σε έλλειψη ισορροπίας στη δημόσια σφαίρα, σημαίνει μη ολοκληρωμένες πολιτικές και μοιραία οδηγεί σε μια πιο αδύναμη Δημοκρατία. Η εικόνα αυτή συναντάται τόσο σε επίπεδο Κοινοβουλίου, όσο και σε επίπεδο αυτοδιοίκησης πρώτου και δεύτερου βαθμού. Μάλιστα στους Δήμους και τις Περιφέρειες, τα πράγματα είναι ακόμη πιο απογοητευτικά, καθώς σπανίζουν οι γυναίκες δήμαρχοι και περιφερειάρχες σε επίπεδο επικράτειας.
Είναι σαφές ότι εδώ και πάρα πολλά χρόνια γίνονται προσπάθειες να ανατραπεί αυτή η κατάσταση με διάφορους τρόπους: καμπάνιες ευαισθητοποίησης των γυναικών, συγκρότηση σχετικών διακομματικών επιτροπών και οργάνων και βέβαια η ποσόστωση. Ένα θετικό μέτρο που πρέπει, όμως, να συνοδεύεται και από άλλα μέσα στήριξης από την Πολιτεία, αν θέλουμε να μιλάμε, με ρεαλιστικούς όρους, για ισόρροπη συμμετοχή και εκπροσώπηση των φύλων στη διαμόρφωση και άσκηση της πολιτικής καθώς και στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων.
Οι αυτοδιοικητικές εκλογές που θα γίνουν σε λίγους μήνες στη χώρα μας, τον Μάιο του 2019, θα αποτυπώσουν στην κάλπη την σημερινή κατάσταση στην τοπική αυτοδιοίκηση. Θα δείξουν, μεταξύ άλλων, και σε ποιο βαθμό η ενισχυμένη, λόγω της ποσόστωσης, συμμετοχή των γυναικών στα δημοτικά και περιφερειακά ψηφοδέλτια θα οδηγήσει τελικά και σε αυξημένο ποσοστό εκλογής τους στα αντίστοιχα συμβούλια.
Πριν φτάσουμε όμως στην κάλπη, είναι σημαντικό να αντιληφθούμε έγκαιρα, όλοι και όλες ανεξαιρέτως, ότι τόσο οι Δήμοι όσο και οι Περιφέρειες έχουν ανάγκη να στελεχωθούν από περισσότερες ικανές γυναίκες· ανάγκη ακόμη πιο επιτακτική στην κρίσιμη περίοδο που βιώνουμε, όπου απαιτείται συστράτευση δυνάμεων. Θα πρέπει να γίνει κατανοητό, ότι η συμμετοχή των γυναικών και η αξιοποίηση των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών τους οδηγεί στη λήψη ποιοτικότερων αποφάσεων, στην αποτελεσματικότερη εφαρμογή χρήσιμων πρακτικών και στο σχεδιασμό ολοκληρωμένων πολιτικών για το σύνολο της κοινωνίας. Κάτι που όχι μόνο θα βελτιώσει το παρόν αλλά εν τέλει θα καθορίσει και το μέλλον των πόλεων και των περιφερειών μας.
Οι αυτοδιοικητικές εκλογές θα δείξουν, μεταξύ άλλων, και σε ποιο βαθμό η ενισχυμένη, λόγω της ποσόστωσης, συμμετοχή των γυναικών στα δημοτικά και περιφερειακά ψηφοδέλτια θα οδηγήσει τελικά και σε αυξημένο ποσοστό εκλογής τους στα αντίστοιχα συμβούλια.
Προσωπικά, αισθάνομαι τυχερή που από νεαρή ηλικία αποφάσισα να ασχοληθώ με την τοπική αυτοδιοίκηση και διατέλεσα δημοτική σύμβουλος και αντιδήμαρχος του Δήμου στον οποίο μεγάλωσα και ζω. Έτσι, σύντομα κατανόησα, στην πράξη, τις μεγάλες δυνάμεις της αυτοδιοίκησης καθώς και την αρχή της εγγύτητας που τη διέπει. Συνειδητοποίησα τι σημαίνει συγκροτημένες ομάδες ανθρώπων να θέτουν στόχους και μέσα από την ανταλλαγή ακόμη και πολύ διαφορετικών απόψεων να βρίσκουν σημεία σύγκλισης· και αυτό προκειμένου να λαμβάνουν σημαντικές αποφάσεις για την περιοχή τους και να τις εφαρμόζουν στην πράξη, λύνοντας μικρά ή μεγάλα προβλήματα των συμπολιτών τους. Και κατέληξα με βεβαιότητα στο ότι οι παραπάνω ενέργειες δεν μπορούν να είναι πλήρεις και ολοκληρωμένες χωρίς την ουσιαστική συμμετοχή των γυναικών.
Κλείνοντας, θα ήθελα να τονίσω ότι η συμμετοχή αυτή, δεν θα πρέπει να αντιμετωπίζεται ως μία «τεχνική» διαδικασία, που λόγω της νομοθετημένης ποσόστωσης θα πρέπει να τηρείται. Οφείλουμε να την αντιληφθούμε ως μία μεγάλης σημασίας πολιτική διεργασία που είναι απαραίτητη αν θέλουμε να εκφράζεται και να εκπροσωπείται πραγματικά το σύνολο των πολιτών, ανδρών και γυναικών. Είναι ξεκάθαρα θέμα ποιότητας της Δημοκρατίας μας.