Στις 25 Νοεμβρίου 1826, την επομένη της ελληνικής νίκης στη Μάχη της Αράχωβας, ο Καραϊσκάκης, αρχηγός των νικητών, κατασκεύασε μια “πυραμίδα” με 300 κεφάλια Τουρκαλβανών. Στη βάση της τοποθέτησε πινακίδα με την επιγραφή “Τρόπαιον των Ελλήνων κατά των βαρβάρων Οθωμανών ανεγερθέν κατά το 1826 έτος Νοεμβρίου 24 εν Αράχωβα”.
Η οπτική σύνδεση με τη μακάβρια αυτή “πυραμίδα” επιτυγχάνεται μέσα από τον πίνακα του Αθανάσιου Ιατρίδη “Το τρόπαιο της Αράχωβας” (Μουσείο Μπενάκη). Πρόκειται ίσως για τη μοναδική καλλιτεχνική απεικόνιση η οποία αναδεικνύει την άβολη αλήθεια πως η υπέρμετρη σκληρότητα δεν ήταν αποκλειστικό προνόμιο της τουρκικής πλευράς.
Τα Γεγονότα στο Ιστορικό Πλαίσιο
Αν επιχειρήσουμε να αξιολογήσουμε την πράξη αυτή με τα σημερινά δεδομένα θα τη χαρακτηρίσουμε καταδικαστέα. Ταυτόχρονα όμως θα έχουμε υποπέσει σε ένα σφάλμα, καθώς ο ιστορικός πρέπει να μελετά τα γεγονότα εντάσσοντάς τα στο χρονικό πλαίσιο στο οποίο έλαβαν χώρα.
Ο αποκεφαλισμός των πτωμάτων και το στήσιμο των κεφαλιών εν είδει τροπαίου αποτελούσε μια μάλλον κοινή πρακτική με μηνύματα προς εχθρούς, φίλους και ουδέτερους και απηχούσε ένα ιδιαίτερο περιβάλλον με συγκεκριμένες πολεμικές νοοτροπίες και παραδόσεις. Οι Έλληνες επαναστάτες ήταν άνθρωποι εκείνου του περιβάλλοντος, φορείς άγριων ενστίκτων και νοοτροπιών, ικανοί για την πιο γενναία πράξη και την πιο αποτρόπαια ενέργεια.
Ο Δημήτριος Αινιάν χαρακτήρισε την ενέργεια αυτή του Καραϊσκάκη “λείψανον της βαρβαρότητας των ηθών”. Ο Σπυρίδων Τρικούπης επίσης το θεώρησε αποτέλεσμα των βάρβαρων συνηθειών που επικρατούσαν τότε. Ο Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος, στη βιογραφία του Καραϊσκάκη, χαρακτήρισε την πυραμίδα ένδοξη μα και αποτρόπαιη.
Νεότεροι ιστορικοί, όπως ο Διονύσιος Κόκκινος, αναφέρουν ότι η “πυραμίδα” μαρτυρούσε τα, εξαγριωμένα από τον πόλεμο, ένστικτα των επαναστατών. Ο Δημήτρης Φωτιάδης, τέλος, σημειώνει πως τη λάμψη της νίκης της Αράχωβας ήρθε να σκιάσει αυτή η “φοβερή πράξη των νικητών”.
Σύγχρονοι μελετητές έσπευσαν να επιτιμήσουν τον Ρουμελιώτη στρατηγό γι’ αυτή του την ενέργεια. Παραβλέπουν, όμως, ότι το μακάβριο αυτό τρόπαιο μαρτυρούσε τα εξαγριωμένα πνεύματα των επαναστατών, οι οποίοι είχαν υιοθετήσει τη ρήση “Ελευθερία ή Θάνατος”. Παραβλέπουν, επίσης, ότι τα εξαχρειωμένα ήθη της εποχής συνηγορούσαν σε τέτοιου είδους ενέργειες.
Καρατομήσεις και Άλλες Πρακτικές
Ειδικά το κόψιμο του κεφαλιού του εχθρού, πέρα από δείγμα ανδρείας, ήταν και εύγλωττο αποδεικτικό νίκης. Η Ελληνική Επανάσταση δεν ήταν ένας πόλεμος με αρχές, συγκεκριμένους κανόνες και σεβασμό απέναντι στον ηττημένο αντίπαλο. Ο τελευταίος, συνήθως, το καλύτερο που είχε να περιμένει από τους νικητές ήταν ένα γρήγορο τέλος.
Οι επαναστάτες υιοθέτησαν σε μεγάλο βαθμό τις πρακτικές των εχθρών τους. Η αποστολή χιλιάδων κεφαλιών και αυτιών προς το παλάτι του σουλτάνου, στην Κωνσταντινούπολη, αποτελούσε μια μακάβρια συνήθεια, η οποία απαντήθηκε πολλές φορές από την ελληνική πλευρά με τον ίδιο ακριβώς τρόπο.
Ο αποκεφαλισμός των πτωμάτων και το στήσιμο των κεφαλιών εν είδει τροπαίου αποτελούσε μια μάλλον κοινή πρακτική με μηνύματα προς εχθρούς, φίλους και ουδέτερους.
Η εφαρμογή αυτού του εθίμου από τον Καραϊσκάκη στην Αράχωβα ήταν μια ανταπόδοση του τροπαίου που είχε στήσει ο Κιουταχής με κεφάλια Ελλήνων έξω από το Μεσολόγγι. Ο Τούρκος στρατηγός, μάλιστα, έστειλε δεκάδες κεφάλια επιφανών Ελλήνων στον σουλτάνο, καθώς και χιλιάδες ζεύγη αυτιών ως απόδειξη της νίκης του.
Παράλληλα, οι Τούρκοι και οι Αιγύπτιοι σφαγίασαν όλους τους άνδρες και τα παιδιά άνω των 12 ετών, ενώ τις γυναίκες και τα μικρότερα παιδιά τα πούλησαν ως δούλους. Στο ελληνικό στράτευμα συμμετείχαν πολλοί διασωθέντες της Εξόδου του Μεσολογγίου, οι οποίοι αναζητούσαν διακαώς την ευκαιρία για εκδίκηση.
Χαρακτηριστική ως προς αυτό είναι η επιστολή (30 Δεκεμβρίου 1826) του Μεσολογγίτη αγωνιστή και ενός εκ των διασωθέντων της Εξόδου Δημητρίου Μακρή προς τους Αναστάσιο Παπά και Λουκά Βελέτζα (η επιστολή βρέθηκε στο αρχείο του Ιωάννη Καποδίστρια στην Κέρκυρα):
“…εβγάλαμε το δανεικόν του Μεσολογγίου, μάλιστα περισσότερον από το Μεσολόγγι. Τους το έκαμε ο Θεός ωσάν των Φραντζέζων… Δεν εσκοτώθηκαν ούτε πενήντα με τουφέκι, αλλά με το σπαθί και το γιαταγάνι τους εμακελεύσαμε… Τι επήραν οι Έλληνες, εκείνοι το ηξεύρουν. Επιάσαμε 200 ζωντανούς και τους έσφαξαν και αυτούς οι Έλληνες, διά το θυμόν που είχαν εξ αιτίας του Μεσολογγίου. Και αγροικώντας οι Τούρκοι ότι είναι ασκέρι του Μεσολογγίου, εφώναζαν: ‘Που δεν ήμουνα στο Μεσολόγγι! Που δεν ήμουνα στο Μεσολόγγι'”.
Η εφαρμογή αυτού του εθίμου από τον Καραϊσκάκη στην Αράχωβα ήταν μια ανταπόδοση του τροπαίου που είχε στήσει ο Κιουταχής με κεφάλια Ελλήνων έξω από το Μεσολόγγι.
Η Συμμετοχή στον Αγώνα
Εκείνο επίσης που πρέπει να επισημανθεί είναι η αντιμετώπιση των ντόπιων πληθυσμών της υπαίθρου από τους Έλληνες οπλαρχηγούς. Σήμερα κάνουμε λόγο για το πνεύμα ομοψυχίας και ενότητας που επικρατούσε στις τάξεις των επαναστατών και για το πώς το έθνος ξεσηκώθηκε σύσσωμο κατά των Τούρκων.
Η αλήθεια είναι, όμως, πως πολλές φορές οι Έλληνες καπετάνιοι δυσκολεύονταν προκειμένου να πείσουν τους κατοίκους ενός χωριού να συνταχθούν μαζί τους. Ιδιαίτερα όσο τα χρόνια περνούσαν και ο πόλεμος συνεχιζόταν, σημαντικά τμήματα του απλού λαού δεν φαίνονταν διατεθειμένα να προβούν και σε άλλες θυσίες. Επιπλέον, πολλοί Έλληνες κάτοικοι διαφόρων περιοχών φοβούνταν τα τουρκικά αντίποινα και δίσταζαν να συνταχθούν με το μέρος των επαναστατών.
Οι τελευταίοι χρησιμοποιούσαν ποικίλα μέτρα, ενίοτε σκληρά, προκειμένου να εξασφαλίσουν την υποστήριξη των ντόπιων πληθυσμών. Ένα από αυτά ήταν η έκθεση των κατοίκων μιας περιοχής στα μάτια των Τούρκων. Οι Έλληνες οπλαρχηγοί προέβαιναν σε σφαγές άμαχων μουσουλμάνων ή εκτελέσεις αιχμαλώτων στρατιωτών ή σε κακοποιήσεις των σορών των εχθρών προκειμένου να αναγκαστούν οι κάτοικοι της περιοχής που τελέστηκε η πράξη να ταχθούν με το μέρος τους. Διαφορετικά θα υφίσταντο την εκδικητική οργή των Τούρκων.
Την περίοδο κατά την οποία ο Καραϊσκάκης εκστράτευσε στη Ρούμελη βρήκε το σύνολο σχεδόν των κατοίκων της εξαντλημένο από τις συνεχείς μάχες και υποταγμένο εκ νέου στην τουρκική εξουσία. Όπως πολύ εύστοχα αναφέρει ο ιστορικός Δημήτρης Λυριντζής, “Γι’ αυτούς, υπήρχε μόνο η επιβίωση και όχι η επιτυχής έκβαση του ελληνικού αγώνα”. Ο Καραϊσκάκης κατασκεύασε την “πυραμίδα” λίγο έξω από την Αράχωβα, στη θέση Πλόβαρμα. Η επιλογή της θέσης δεν ήταν τυχαία, αφού το φρικτό τρόπαιο θα ήταν ορατό τόσο από τον δρόμο των Δελφών όσο και από τον δρόμο Λιβάδι-Παρνασσός. Έτσι εξέθετε τους κατοίκους μιας ευρύτερης περιοχής στα μάτια των Τούρκων.
Σχετικά με την επιλογή της θέσης, ο Δημήτριος Αινιάν αναφέρει: “Δεν έκρινε δι’ άλλον λόγον αναγκαίον να το μεταχειρισθή, ειμή να κάμη να φανώσιν ένοχοι εις τους Τούρκους οι κάτοικοι του χωρίου και να χάσωσι την ελπίδα τους να υποταχθώσι πάλιν εις τους εχθρούς”.
Η ανέγερση της “πυραμίδας” στόχευε επίσης και στον κλονισμό του ηθικού του εχθρού. Κατά την εκστρατεία απελευθέρωσης της Ρούμελης, ο Καραϊσκάκης φρόντιζε να αφήνει “εύγλωττα” σημάδια στους Τούρκους.
Στη Γενική Εφημερίδα της Ελλάδος (έτος 1826/αρ. 12) δημοσιεύτηκε η επιστολή προς τη Διοίκηση ενός φροντιστή του στρατοπέδου του Καραϊσκάκη αμέσως μετά την ελληνική νίκη στη Βελίτσα (σημερινή Τιθορέα). Εκεί ο αποστολέας αναφέρει πως “ο τρόμος των εχθρών είναι απαραδειγμάτιστος. Πύργον εκ κεφαλών εχθρικών έκτισεν ο αρχηγός και εις Βελίτζαν, καθώς και εις Ράχοβαν”.
Οι Τούρκοι συνειδητοποιούσαν πλέον ότι ο αντίπαλός τους ήταν αποφασισμένος και κυρίως ανελέητος.
“Μικρά Τεκμήρια για το ’21”: μια πλειάδα επιστημόνων διαφόρων ειδικοτήτων προσεγγίζει το 1821 μέσα απ’ αυτά. Γλυπτά, έγγραφα, αντικείμενα, νομίσματα και έργα τέχνης γίνονται αφορμή για να φωτιστούν πτυχές της εποχής. Η έκδοση, που θα φτάσει σύντομα στο κοινό μας αρχικά ως e-book και στη συνέχεια θα “δεθεί” σε βιβλίο, αποτελεί μία σύμπραξη της αθηΝΕΑς, των “hιστορισταί” και της Ελληνοαμερικανικής Ένωσης, με την ευγενική χορηγία της Eurolife FFH.
Δείτε επίσης στην αθηΝΕΑ:
Επαναστατικές Γεωγραφίες Ανάμεσα στον Άθω και τις Άνδεις
Η Σημαία στην Επανάσταση, οι Συμβολισμοί της και η Καθιέρωσή της. Το Παράδειγμα του Ανδρέα Λόντου