Μαρίνος Τρανουδάκης | Η Καρδιά των Κρουστών «Χτυπά» στην ΕΛΣ

Μαρίνος Τρανουδάκης

Μετά την εντυπωσιακή επιτυχία της πρώτης ζωντανής του διοργάνωσης, το Φεστιβάλ Κρουστών της Εναλλακτικής Σκηνής της Εθνικής Λυρικής Σκηνής επέστρεψε φέτος για δεύτερη χρονιά, γεμίζοντας τον Ιούνιο με ρυθμούς, ενέργεια και μουσικές εκπλήξεις. Από τις 11 έως τις 13 Ιουνίου 2025, η Εναλλακτική Σκηνή μεταμορφώθηκε σε έναν ζωντανό καμβά ήχου, αφιερωμένο στον πολυδιάστατο κόσμο των κρουστών.

Σε καλλιτεχνική επιμέλεια του σολίστ κρουστών και Α′ κορυφαίου τυμπανιστή στην ορχήστρα της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, Μαρίνου Τρανουδάκη, το φεστιβάλ πρόσφερε ένα πλούσιο τριήμερο πρόγραμμα. Συναυλίες με σπουδαία σύνολα και κορυφαίους σολίστ, masterclasses από καταξιωμένους μουσικούς και διαδραστικά εργαστήρια για παιδιά και εφήβους συνέθεσαν μια γιορτή ρυθμού και ήχου. Το φεστιβάλ ανέδειξε τις ατελείωτες δυνατότητες των κρουστών, εστιάζοντας όχι μόνο στην τεχνική και τη δεξιοτεχνία, αλλά κυρίως στην εκφραστική τους δύναμη – από παραδοσιακές φόρμες έως σύγχρονες, πειραματικές προσεγγίσεις.

Μια εμπειρία φτιαγμένη για όλους: όχι μόνο για όσους αγαπούν τα κρουστά, αλλά και για εκείνους που ήθελαν να νιώσουν τη μουσική αυθόρμητα και βιωματικά. Διότι στο Φεστιβάλ Κρουστών ο ρυθμός δεν ακούγεται μόνο – σε παρασύρει.

Συνάντησα τον Μαρίνο Τρανουδάκη στην αίθουσα προβών της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, πριν από την έναρξη του φεστιβάλ, όπου μου χάρισε και τη συνέντευξη.

Το 2ο Φεστιβάλ Κρουστών της Εναλλακτικής Σκηνής της ΕΛΣ πλησιάζει. Ποιο είναι το όραμά σας για αυτή τη διοργάνωση και πώς εξελίχθηκε σε σχέση με την περσινή χρονιά;

Φέτος είναι η δεύτερη χρονιά του φεστιβάλ και, ομολογώ, το κάνω με το ίδιο πάθος, όπως και πέρσι. Η ιδέα γεννήθηκε με τρόπο σχεδόν κωμικό, όταν κατά τη διάρκεια της πανδημίας ταξίδευα συχνά με το τρένο στη Γερμανία. Ήταν μεγάλες διαδρομές και μέσα σε αυτές τις ώρες σκεφτόμουν τι θα μπορούσα να δημιουργήσω – μιας και πάντα είχα αυτή τη δημιουργική διάθεση ως καθηγητής που θέλει να προσφέρει κάτι παραπάνω.

Έτσι ξεκίνησα ένα μικρό brainstorming: πώς θα μπορούσα να βοηθήσω τη νέα γενιά να αγαπήσει τα κρουστά; Βλέπετε, τα κρουστά άρχισαν να μοιάζουν –όχι άδικα– με είδος υπό εξαφάνιση. Υπάρχουν πολλοί λόγοι γι’ αυτό. Το κόστος των οργάνων, οι προκαταλήψεις, τα στερεότυπα.

Πολλές φορές ακούς γονείς να λένε «κάνουν φασαρία, δεν μπορεί να μελετήσει στο σπίτι». Όμως για μένα δεν ήταν μόνο το εκπαιδευτικό κομμάτι που με απασχολούσε. Παρατηρούσα και κάτι βαθύτερο. Στην Ελλάδα υπάρχει έλλειψη τεκμηριωμένης γνώσης γύρω από τα κρουστά, ιδιαίτερα στο ακαδημαϊκό τους σκέλος. Υπάρχει, δυστυχώς, ένα πεδίο ημιμάθειας. Γι’ αυτό και μετά τις σπουδές μου στην Ελλάδα αποφάσισα να συνεχίσω περαιτέρω σπουδές και στο εξωτερικό.

Όσον αφορά την περσινή, πρώτη χρονιά του φεστιβάλ, παρόλο που αρχικά ήμουν επιφυλακτικός αν και κατά πόσο θα είχε ανταπόκριση, ήταν ιδιαίτερα αποκαλυπτική, καθώς η συμμετοχή και ο ενθουσιασμός του κόσμου με διέψευσαν ευχάριστα. Έλαβα ειλικρινές, θερμό και εξαιρετικά ενθαρρυντικό feedback. Και αυτό με κινητοποιεί ακόμη περισσότερο να συνεχίσω.

Μαρίνος Τρανουδάκης

photo credits: Giannis_Antonoglou

Το φετινό πρόγραμμα περιλαμβάνει εργαστήρια, masterclasses και συναυλίες με καλλιτέχνες από διαφορετικό μουσικό υπόβαθρο. Πώς επιλέχθηκαν οι συμμετέχοντες και ποιο ήταν το σκεπτικό πίσω από αυτή την ποικιλία;

Η πολυσυλλεκτικότητα του φετινού προγράμματος δεν είναι τυχαία. Αντικατοπτρίζει την ίδια τη φύση των κρουστών· τα συναντά κανείς σε όλους τους πολιτισμούς και σε όλες τις εποχές και έχουν βαθιές ρίζες στον χρόνο. Αυτό ήταν κάτι που ήθελα να αναδείξω με το φεστιβάλ. Όχι μια μονοδιάστατη ματιά, αλλά ένα ευρύ, πολιτισμικό πλαίσιο.

Δεν ήθελα να περιοριστεί το πρόγραμμα σε ένα σύνολο κρουστών ή σε μια συγκεκριμένη κατηγορία – όπως, για παράδειγμα, μόνο τζαζ ή μόνο έθνικ. Ήθελα να αναδείξω τα κρουστά ως μια παγκόσμια γλώσσα που μπορεί να μιλήσει σε όλους και για όλα. Γι’ αυτό και στο πρόγραμμα συνυπάρχουν ο Bach και ο Mozart, ο Ξενάκης με ρυθμούς της Δυτικής Αφρικής, η βαλκανική τζαζ με μουσικές της Λατινικής Αμερικής.

Δημιουργείται έτσι ένα μωσαϊκό ήχων και πολιτισμών, που στην ουσία αντανακλά αυτό που είναι τα κρουστά. Οτιδήποτε παράγει ήχο, οτιδήποτε χτυπά τον παλμό της ανθρώπινης έκφρασης.

Ποια θεωρείτε την πιο σημαντική πρόκληση για τη διάδοση και αναγνώριση των κρουστών στην Ελλάδα; Έχει αλλάξει κάτι τα τελευταία χρόνια;

Αν το δούμε μουσικολογικά και ιστορικά, σε κάθε ορχήστρα ή μουσικό σύνολο –από τη συμφωνική μέχρι ένα ροκ συγκρότημα– υπάρχει πάντα ένα σταθερό στοιχείο στη δομή ενός συνόλου, κάποιος που κρατά τον ρυθμό. Δεν έχει σημασία αν πρόκειται για ντράμερ, τυμπανιστή ή εκτελεστή κρουστών σε οποιοδήποτε όργανο – η λειτουργία του μέσα στο μουσικό σύνολο είναι ίδια.

Ο ντράμερ σε ένα ροκ συγκρότημα έχει τον ίδιο πυρηνικό ρόλο με τον τυμπανιστή σε μια συμφωνική ορχήστρα ή σε μια ορχήστρα όπερας. Είναι αυτός που κρατά τη σταθερότητα, την ένταση, την κατεύθυνση. Αν λείπει ο τυμπανιστής σε μια συμφωνία του Beethoven, η απουσία του γίνεται αισθητή όπως ακριβώς αν έλειπε το rhythm section σε μια μπάντα τζαζ.

Σε κάθε είδος, τα κρουστά είναι η βάση, ο παλμός. Ειδικά όταν συνδυάζονται με το μπάσο, δημιουργούν το θεμέλιο πάνω στο οποίο χτίζεται ολόκληρη η μουσική δομή.

Μαρίνος Τρανουδάκης

photo credits: Giannis_Antonoglou

Έχετε συνεργαστεί με σπουδαίες προσωπικότητες και ορχήστρες διεθνώς. Τι αποκομίσατε από αυτές τις εμπειρίες και πώς επηρεάζουν την προσέγγισή σας ως ερμηνευτή και ως καθηγητή κρουστών;

Μεγάλο ρόλο στη μουσική μου πορεία έχει παίξει το Μουσικό Σχολείο Παλλήνης, απ’ όπου και αποφοίτησα. Δεν θέλω να μειώσω τις σπουδές ενός ωδείου, απλώς πολλές φορές είναι αποστειρωμένες. Το μουσικό σχολείο, αντίθετα, σου δίνει τη δυνατότητα να βιώσεις τη μουσική ζωντανά, μέσα από την πράξη, τον πειραματισμό και την επαφή με πολλά είδη και πολιτισμούς.

Από τα 12 μέχρι τα 17, ήμουν καθημερινά σε σύνολα, πρόβες, συναυλίες, εξετάσεις – μουσικές στιγμές με τους συμμαθητές μου, ως ομάδα. Εκεί άρχισα να καταλαβαίνω τι σημαίνει πραγματική, μουσική παιδεία.

Μεγαλώνοντας, είχα την τύχη να γνωρίσω σπουδαίους ανθρώπους. Ένας από αυτούς που με σημάδεψε ήταν ο μαέστρος Kurt Masur, τον οποίο γνώρισα το 2011, λίγο πριν φύγει από τη ζωή.

«Όταν η τεχνική σού έχει γίνει δεύτερη φύση, μπορείς πια να στραφείς στο ουσιώδες, στην έκφραση, στη μουσική πρόθεση, στην πορεία».

Με εντυπωσίασε ο τρόπος δουλειάς του, η ουσία που έδινε στο «γιατί» και όχι στο «πώς». Δεν τον ενδιέφερε αν θα κάνεις ένα λάθος ή αν η τεχνική σου είναι τέλεια – αυτό που τον ενδιέφερε ήταν αν κάνεις μουσική. Όσο πιο αληθινή, εκφραστική και ουσιαστική ήταν η ερμηνεία σου τόσο πιο ικανοποιημένος ήταν. Μου έμαθε ότι η τεχνική είναι απλώς ένα μέσο, όχι ο σκοπός.

Αυτό μου το επιβεβαίωσε και ένας άλλος μέντοράς μου στη Γερμανία, ο Peter Prommel. Μου είχε πει κάτι που λέω συχνά κι εγώ στους μαθητές μου: «Η τεχνική είναι το μέσο για να φτάσεις στον προορισμό. Αν μείνεις στο μέσο, δεν πας πουθενά». Είναι όπως στην οδήγηση. Δεν σκέφτεσαι πια το κάθε σου πάτημα – ξέρεις απλώς πού θες να πας και επικεντρώνεσαι στον δρόμο.

Το ίδιο συμβαίνει και στη μουσική. Όταν η τεχνική σού έχει γίνει δεύτερη φύση, μπορείς πια να στραφείς στο ουσιώδες, στην έκφραση, στη μουσική πρόθεση, στην πορεία.

Τι θα ξεχωρίζατε από το πρόγραμμα του φετινού φεστιβάλ; Υπάρχει κάποια εκδήλωση ή συνεργασία που σας συγκινεί ιδιαίτερα;

Φέτος είμαι ιδιαίτερα περήφανος που το φεστιβάλ φιλοξενεί το σύνολο κρουστών Opercussion της Βαυαρικής Κρατικής Όπερας του Μονάχου, ένα σχήμα με ξεχωριστή καλλιτεχνική παρουσία, το οποίο πρόσφατα ήταν υποψήφιο για το βραβείο των Κριτικών Δίσκων της Γερμανίας, μία από τις σημαντικότερες διακρίσεις στον ευρωπαϊκό χώρο της δισκογραφίας.

«Αυτό που λέω πάντα στους μαθητές μου –και σε όποιον με ρωτάει για το μέλλον– είναι να μη φοβάται τα λάθη. Να αποκτήσει γερές βάσεις και μετά να εκτεθεί, να πειραματιστεί, να αποτύχει».

Τους παρακολουθώ χρόνια και γνωρίζω από πρώτο χέρι τη δυναμική τους. Πρόκειται για εξαιρετικούς μουσικούς, που, παρότι είναι ενταγμένοι σε μία από τις πιο ιστορικές και παλαιότερες ορχήστρες της Γερμανίας, φέρουν μοναδική ενέργεια και εκρηκτικότητα – ένα ταμπεραμέντο που οφείλεται και στην πολυπολιτισμική τους σύνθεση, αφού προέρχονται από την Ισπανία τη Γαλλία την Ολλανδία, τη Λατινική Αμερική.

Παρ’ όλα αυτά, είναι πιο πειθαρχημένοι και από τους ίδιους τους Γερμανούς, γιατί έχουν μάθει να επιβιώνουν και να διαπρέπουν σε ένα εξαιρετικά απαιτητικό μουσικό περιβάλλον.

Τι θα συμβουλεύατε έναν νέο μουσικό κρουστών που ονειρεύεται να ακολουθήσει διεθνή καριέρα, όπως η δική σας; Ποιες είναι, κατά τη γνώμη σας, οι «νότες» της επιτυχίας;

Αυτό που λέω πάντα στους μαθητές μου –και σε όποιον με ρωτάει για το μέλλον– είναι να μη φοβάται τα λάθη. Να αποκτήσει γερές βάσεις και μετά να εκτεθεί, να πειραματιστεί, να αποτύχει. Γιατί μόνο από τα λάθη μαθαίνουμε ουσιαστικά. Οι αποτυχίες μας εξελίσσουν πολύ περισσότερο απ’ ό,τι οι επιτυχίες. Γι’ αυτό και τους ενθαρρύνω να πορεύονται με ταπεινότητα, ακόμα κι αν ο στόχος τους είναι υψηλός. Αργά, σταθερά και ταπεινά.

Τι σας δίνει ρυθμό ή κίνητρο στην καθημερινότητά σας ως καλλιτέχνη και ως άνθρωπο;

Προσωπικά είμαι πολύ χαρούμενος κυρίως μέσα από την επαφή με τους ανθρώπους. Η κοινωνικοποίηση, οι συζητήσεις, η ανταλλαγή ιδεών με άλλους μουσικούς –και όχι μόνο– είναι για μένα απαραίτητες.

Αντίθετα, οι περίοδοι απομόνωσης με βαραίνουν, ακόμα κι αν αφιερώνω πολλές ώρες στη μελέτη, η οποία για μένα λειτουργεί σαν διαλογισμός. Νιώθω την ανάγκη να μοιράζομαι τις υπόλοιπες ώρες. Να διευρύνω τους ορίζοντές μου όχι μόνο μουσικά, αλλά και ανθρώπινα.

Έχετε κάποιο μότο;

Αυτό που προσπαθώ να εφαρμόζω στην καθημερινότητά μου και αυτό που συμβουλεύω και τους νεότερους είναι να παραμείνουν πάντα με τη διάθεση του «μαθητή». Να ζουν τη ζωή τους και να αναζητούν καθημερινά κάτι καινούργιο. Η συνεχής αυτοβελτίωση να είναι στάση ζωής.

Μικρό Πορτρέτο

Ξεκίνησε τις σπουδές του στην Ελλάδα, κοντά στους Κωνσταντίνο Βορίση και Κωνσταντίνο Θεοδωράκο, και τις συνέχισε στη Γερμανία, στις Ανώτατες Μουσικές Ακαδημίες του Ντέτμολντ και του Βίρτσμπουργκ, με δασκάλους όπως οι Peter Prommel, Nancy Zeltsman, Φουμίτο Νουνόγια, Sven Pollkötter, Mark Lutz και Robert Cürlis. Παράλληλα, εμβάθυνε στα ορχηστρικά τύμπανα με καθοδηγητές τον Wieland Welzel (Φιλαρμονική Βερολίνου) και τον Arend Weitzel (Συμφωνική Μπόχουμ). Όταν δεν συντονίζει με την μπαγκέτα του κάποια ορχήστρα ή δεν αφιερώνεται στη σιωπή της αίθουσας μελέτης, τον κερδίζει η σιωπή του βυθού, καθώς οι καταδύσεις αποτελούν μία από τις μεγάλες του αγάπες.

 

Διαβάστε επίσης στην αθηΝΕΑ:

Pomegranate Project | Ο Πολύχρωμος Κόσμος των Προσφυγισσών

10 Ερωτήσεις Αναζητούν Συγγραφέα | Μαρία Σκιαδαρέση

Φωτογράφος του Μήνα | Ηλίας Μπουργιώτης

ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΟΣ
We Are Family
We Are Family

Η Ρία Σπύρου διαχωρίζει τη ζωή της σε δύο περιόδους: την περίοδο της αναζήτησης –της προσωπικής ανάπτυξης– και την περίοδο του «Τώρα». Στην περίοδο της αναζήτησης, μέσω της συμμετοχής της στο εκπαιδευτικό δράμα του εργαστηρίου Θεάτρου Πόρτα της Ξένιας Καλογεροπούλου και των ομάδων γονέων, ανακάλυψε πόσο αγαπά να ακούει ανθρώπινες ιστορίες που μεταφέρουν βαθιές αλήθειες. Στην περίοδο του «Τώρα», με σπουδές στη Διοίκηση Τουρισμού, συνδέει τη δημοσιογραφία με τον Πολιτιστικό Τουρισμό και ερευνά τη φυσική - άυλη πολιτιστική κληρονομιά κάθε τόπου με τους ανθρώπους που τον διαμορφώνουν. Πιστεύει στην κυκλική οικονομία ως σύνδεση περιβάλλοντος-πολιτισμού-παιδιών. Έχει δύο γιους, αγαπά τη μουσική, τον αθλητισμό και τα ταξίδια. Και είναι πραγματικά χαρούμενη με αυτό!

ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ

Τα σημαντικότερα νέα της ημέρας, στο inbox σου κάθε μεσημέρι!

ΕΓΓPΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER

+