Λίγο πολύ όλοι έχουμε αναρωτηθεί ή προβληματιστεί σχετικά με το αν θα πρέπει να τοποθετηθεί κορνίζα σε ένα έργο τέχνης που έχουμε στη συλλογή μας. Καθώς λοιπόν διάβαζα ένα σχετικό άρθρο του οίκου Christie’s, με τίτλο “What is the Right Way to Frame a Painting?”, θεώρησα χρήσιμο να το μοιραστώ μαζί σας.

Στο άρθρο αυτό γίνεται μία σύντομη αναδρομή στην ιστορία της κορνίζας, η οποία, σύμφωνα με το συγγραφέα, άρχισε την πορεία της κατά τη διάρκεια της Αναγέννησης. Συγκεκριμένα, από τον 14ο αιώνα, όταν οι καλλιτέχνες και οι χορηγοί-προστάτες τους διαμόρφωσαν την ιδέα πως οι πίνακες θα έπρεπε να αντιμετωπίζονται ως συλλεκτικά αντικείμενα, με άλλα λόγια ως κινητά αγαθά πολυτελείας που προορίζονται προς πώληση και αγορά.

Έτσι, ενώ αρχικά η κορνίζα σχεδιάστηκε με σκοπό να προστατεύει τον πίνακα κατά τη μεταφορά του, στην πορεία της κλασικής περιόδου στην τέχνη, δηλαδή έως το 19ο αιώνα, η κορνίζα έφτασε να διακηρύσσει την αξία του έργου που περιγράφει, επιδεικνύοντας την πολύτιμη φύση της τέχνης.

Όσον αφορά το ύφος της κορνίζας, έως τη δεκαετία του 1880 επικρατούσε παγκοσμίως η τάση για “βαριά” επιχρυσωμένα πλαίσια, που εσωκλείαν τα έργα των κλασικών καλλιτεχνών. Στο Παρίσι, οι Ιμπρεσιονιστές, αλλάζοντας το σκεπτικό του κοινού γύρω από την τέχνη, χρησιμοποίησαν κορνίζες απλές και λευκές, προκαλώντας ρήξη με τα έως τότε δεδομένα. Στη συνέχεια, έως τη δεκαετία του 1940, ο Piet Mondrian τοποθετούσε τους καμβάδες του σε επίπεδες επιφάνειες, ώστε να δίνεται η αίσθηση του απείρου στο έργο του. Έως τη δεκαετία του 1960, οι Αμερικανοί Αφαιρετικοί Εξπρεσιονιστές αφαίρεσαν τη λογική της κορνίζας, θέλοντας να “απλώνεται” το έργο τους στον πραγματικό χώρο του θεατή.

Σήμερα δεν ακολουθούνται συγκεκριμένοι κανόνες και υπάρχουν άπειρες επιλογές, εφόσον ο ιδιοκτήτης επιθυμεί να καδράρει τα έργα της συλλογής του, με βάση τη δική του προσωπική αισθητική. Εγώ, ωστόσο, θα πρότεινα να ακολουθεί κανείς τις συμβουλές ενός ειδικού ή/και τις συστάσεις του ίδιου του καλλιτέχνη, όπως ενδεχομένως τις έχει διατυπώσει στα γραπτά του ή στις εκθέσεις των έργων του. Κατά τη γνώμη μου, εάν ένα έργο χρειάζεται κορνίζα, τότε αυτή θα πρέπει να αναδεικνύει το περιεχόμενό της χωρίς να το επισκιάζει.

ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΟΣ
pARTicle
pARTicle

Η Αγγελική Ντούρου γεννήθηκε στην Αθήνα το 1984. Το 2006 ολοκλήρωσε τις σπουδές της στο Τμήμα Συντήρησης Αρχαιοτήτων & Έργων Τέχνης στο ΤΕΙ Αθηνών. Το 2008 απέκτησε το μεταπτυχιακό δίπλωμα MSc Ιστορίας της Τέχνης στο Πανεπιστήμιο Εδιμβούργου, με εξειδίκευση στην Εκτίμηση Έργων Τέχνης. Έχει εργαστεί ως συντηρήτρια αρχαιοτήτων και έργων τέχνης στο Υπουργείο Πολιτισμού και στο Μουσείο Μπενάκη και ως ιστορικός τέχνης στο Ίδρυμα Σύγχρονης Τέχνης ΔΕΣΤΕ. Είναι εγγεγραμμένη στον κατάλογο Πραγματογνωμόνων-Εκτιμητών Έργων Τέχνης του Πρωτοδικείου Αθηνών και τακτικό μέλος του Συλλόγου Εκτιμητών Ελλάδος (Σ.ΕΚ.Ε.) και της Εταιρείας Ελλήνων Ιστορικών Τέχνης (Ε.Ε.Ι.Τ.). Έχει επιμεληθεί εκθέσεις τέχνης και σεμινάρια ιστορίας τέχνης και εκτίμησης έργων τέχνης στο Μουσείο Ηρακλειδών κ.α. Σήμερα εργάζεται ως Πιστοποιημένη Εκτιμήτρια Έργων Τέχνης (MRICS) και ως Σύμβουλος Τέχνης. Παρακολουθεί ανελλιπώς την αγορά τέχνης και τις εφαρμογές των επιστημών στην τέχνη, ενώ απολαμβάνει να επισκέπτεται καλλιτεχνικές εκθέσεις και να μελετάει την ιστορία και τη θεωρία της τέχνης. Μοιράζεται μαζί μας τα #MustSee του μήνα μέσα από τη στήλη της «pARTicle».

ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ

Τα σημαντικότερα νέα της ημέρας, στο inbox σου κάθε μεσημέρι!

ΕΓΓPΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER

+