To χωριό μου είναι ο Αμπελώνας Τυρνάβου. Όπως όλες οι οικογένειες της περιοχής, έτσι και η δική μου είχε ένα μικρό αμπελάκι για να παράγει δικό της κρασί, καθώς και σταφύλια.
Οι εργασίες γίνονταν κυρίως από τους μεγαλύτερους, ενώ εμείς –η νέα γενιά– επιστρέφαμε τον Σεπτέμβριο για να βοηθήσουμε στον τρύγο. Τα σταφύλια αποθηκεύονταν στην αυλή της γιαγιάς και γύρω εκεί στον Δεκέμβριο γινόταν η αποκάλυψη.
Θυμάμαι στα οικογενειακά τραπέζια είτε να ευλογούμε τα γένια μας για τη διαύγεια και το χρώμα του κρασιού είτε να αναρωτιόμαστε ποια είναι η σωστή θέση του βαρελιού ώστε να μη θαμπώνει. Για την επίγευση, ούτε λόγος. Ήταν το δικό μας και ήταν το καλύτερο. Στα μεγάλα τραπέζια της οικογένειας πάντα είχαμε κρασί. Πότε δεν μας απασχολούσε τι θα πιούμε ή τι ταιριάζει με το φαγητό. Εμείς δε –η νέα γενιά– δεν μπορούσαμε ούτε να το μυρίσουμε. Αλλά, τότε, δεν μας απασχολούσε και πολύ.
Πέρασαν τα χρόνια και ήρθε η χρονιά που για τα γιορτινά τραπέζια εμείς –η νέα γενιά– κουβαλήσαμε φιάλες με γνωστές ετικέτες και κολονάτα ποτήρια –που αυτά ίσως και να εμπόδιζαν την εμπειρία του να μοιράζεσαι το φαγητό σου με άλλους– και έτσι η οικογένεια άρχισε να μιλά για χρώμα και ποικιλία. Παροτρύναμε και τους υπόλοιπους να σταματήσουν να πίνουν το «οικιακό» κρασί και να εκπαιδευτούν σε πιο «σοβαρές οινοποιήσεις». Μάλιστα, ο μπαμπάς ξερίζωσε ένα μεγάλο τμήμα του αμπελιού –γιατί, όπως είπε, «Φύγατε όλοι»– και η παραγωγή μειώθηκε κατά πολύ.
Τα «Φυσικά Κρασιά»
Τα χρόνια πέρασαν και στις διεθνείς οινικές τάσεις εμφανίστηκε μια νέα προσέγγιση οινοποίησης ή μάλλον όχι και τόσο νέα για εμάς. Τα λεγόμενα «φυσικά κρασιά», κρασιά με μηδενική ή ήπια παρέμβαση, κατακλύζουν λίστες εστιατορίων, δημιουργούν τολμηρά pairing και παράγουν νέα προϊόντα, όπως μονοθεματικά wine bars, εκθέσεις κρασιών αλλά και applications.
Πρόσφατα άνοιξε στη Θεσσαλονίκη ένα νέο wine bar, το Σούπερ Ιούλιος. H αθηναϊκή τάση με μοντέρνους, λιτά διακοσμημένους χώρους που σερβίρουν κρασί, με προτίμηση στα φυσικά κρασιά και στη μηδενική ή ελάχιστη παρέμβαση, κερδίζει έδαφος και εκτός πρωτεύουσας. Η ομάδα του αθηναϊκού wine bar Τανίνη, Αγάπη μου και της έκθεσης «Φυσικά Fysika» φαίνεται πως έχει βρει το κοινό της σε μια μερίδα νέων οινόφιλων ή εξερευνητών των νέων τάσεων.
«From Farm to Table»
Σάββατο βράδυ και το πεζοδρόμιο της Μακρυγιάννη, της πλατείας Άθωνος στη Θεσσαλονίκη είναι γεμάτο με όρθιους θαμώνες να αναδεύουν το «γεμάτο με φυσικό κρασί ποτήρι τους». Άραγε, ξέρουν τι πίνουν; Γιατί δοκιμάζουν φυσικά κρασιά; Τους αρέσουν περισσότερο; Υποστηρίζουν ή εκπροσωπούν κάποιο κίνημα στη βιομηχανία της οινοποίησης; Και, τελοσπάντων, μέχρι πότε θα πίνουμε φυσικά κρασιά;
Η νέα τάση των εστιατορίων «from farm to table» έχει δημιουργήσει ανακατατάξεις στις λίστες κρασιών. Παρατηρώ τη νέα τάση: όσο πιο ακατέργαστη είναι η πρώτη ύλη που σερβίρεται, όσο πιο βιολογικός ο τρόπος με τον οποίο παράγεται, τόσο μη παρεμβατικές πρέπει να είναι αντίστοιχα και οι επιλογές στη λίστα κρασιών που θα έχουμε για το pairing.
Για να καταλήξω σε συμπεράσματα —αν αυτό είναι μια μόδα ή τάση της εποχής, ένας τρόπος να μεγιστοποιηθεί το κέρδος του οινοπαραγωγού χωρίς να το αντιλαμβάνεται ο καταναλωτής καθώς καταναλώνει το αφήγημα και όχι πάντα τη νοστιμιά που βγάζει ο χυμός του— επέλεξα να ρωτήσω ειδικούς στον τομέα της οινοποίησης και της εστίασης.
Σκέψεις και Απόψεις
Γιώργος Κορετσίδης | Καθηγητής Οινολογίας στο Τμήμα Επιστήμης και Τεχνολογίας Τροφίμων του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών
Τα φυσικά κρασιά χρειάζονται προσδιορισμό, δηλαδή να περιγράφεται τι ακριβώς ξεχωρίζει τα φυσικά από τα συμβατικά. Το φυσικό κρασί είναι τρόπος ζωής, αλλά απαιτεί μεγάλη γνώση τόσο στο αμπέλι όσο και στην μικροβιολογία οίνου. Γιατί το πρόβλημα είναι πως, δυστυχώς, πολλά φυσικά κρασιά έχουν οργανοληπτικά προβλήματα. Όταν όμως υπάρχει γνώση, τα φυσικά κρασιά είναι top.
Παναγιώτης Παπαγιαννόπουλος | Οινολόγος, Γενικός Διευθυντής στο Οινοποιείο Τετράμυθος
Ο θόρυβος που προκάλεσαν και προκαλούν τα φυσικά κρασιά είναι αντιστρόφως ανάλογος με την παραγόμενη ποσότητά τους. Ακόμη και σήμερα που αρκετοί παραγωγοί, είτε πλήρως είτε μερικώς, παράγουν φυσικά κρασιά, το ποσοστό τους σε παγκόσμια κλίμακα παραμένει μονοψήφιο.
Στην οινική σκηνή της χώρας μας, το όλο και αυξανόμενο ρεύμα των παραγωγών που, είτε ολοκληρωτικά είτε εν μέρει, ασχολούνται με την ήπια παρέμβαση σε αμπελώνα και κελάρι, έχει οδηγήσει σε έναν σημαντικό αριθμό ενδιαφέροντων κρασιών, έχει δώσει λόγο και δυναμική σε αμπελουργούς/οινοποιούς, ενώ επανέρχονται στο προσκήνιο ιστορικές/παραδοσιακές περιοχές και τεχνικές.
Μια σημαντική ώσμωση συντελείται στους δύο πόλους του ελληνικού κρασιού, με τους παραγωγούς των κλασικών κρασιών να αντιλαμβάνονται καλύτερα, να απενοχοποιούν τις οινοποιήσεις τους σε πιο ήπιες εκδοχές και να βλέπουμε όλο και πιο ενδιαφέροντα συμβατικά κρασιά που δεν είναι απαραιτήτως μαύρα ή άχρωμα, είναι αφιλτράριστα ή εμφιαλώνονται με χαμηλότερα θειώδη. Στην ιδανική σύγκλιση που θα απαλειφθεί και μέρος ακραίων ελαττωμάτων από κάποια φυσικά κρασιά, σε χρονιές χωρίς καιρικές ακρότητες το κρασί της χώρας μας θα κινείται σε ανοδικές διαδρομές.
Το κοινό που ακολουθεί τα φυσικά κρασιά είναι κατά βάση νεανικό, αλλά όχι μόνο. Δεν έχει να κάνει με την αποδόμηση των συνηθειών των γονιών μας, όπως συμβαίνει σε αρκετές δυτικές χώρες, μια και στην Ελλάδα με τη μικρή αστική τάξη το κρασί που κυρίως κατανάλωναν οι γονείς μας ήταν εγγύτερα σε αυτό που σήμερα αποκαλούμε φυσικό κρασί.
Η κυτταρική μνήμη είναι βαθιά αποτυπωμένη μέσα μας, γενιές και γενιές προγόνων μας κατανάλωναν φυσικά κρασιά. Το περισσότερο κρασί που ιστορικά έχει παραχθεί στην πορεία των αιώνων είναι φυσικό.
Υπάρχουν πολλά κλασικά κρασιά που μου αρέσουν πολύ, τα περισσότερα όμως κρασιά που μου αρέσουν είναι φυσικά. Πιστεύω πως σε λίγα χρόνια θα υπάρξει ένας σημαντικός διαχωρισμός στα κρασιά της συγκεκριμένης κατηγορίας. Θα υπάρχει ένα σημαντικό μερίδιο από ευχάριστα ευκολόπιοτα κρασιά, ένα μικρότερο μερίδιο με πολύχρωμες έντονες ετικέτες και με αρκετά ελαττώματα κρασιά, και ένα ακόμη πιο μικρό μερίδιο, που θα βρίσκεται στην κορυφή της πυραμίδας, με συγκλονιστικά, εξαιρετικής ποιότητας κρασιά.
Θοδωρής Γερμάνης | Οινοποιείο Μοσχόπολις
Τα φυσικά κρασιά είναι ένα χώρος με εξαιρετική δυναμική, καθώς συγκινεί κυρίως νεανικό κοινό που ψάχνει κάτι το διαφορετικό για να ταυτιστεί μαζί του. Η διαδικασία παραγωγής τους, αλλά και η φιλοσοφία των οινοποιών, δεν αφήνουν περιθώρια δυναμικής ανάπτυξης ωστόσο, σε σημείο να φτάσουν να εκτοπίσουν τα κρασιά συμβατικής οινοποίησης, και δη αυτά στην οικονομική κατηγορία.
Ωστόσο, το κοινό αυτό που τα προτιμά έχει έρθει για να μείνει, πιστεύω. Είναι αυτή η αίσθηση του ξεχωριστού και αυθεντικού που αποπνέουν τα κρασιά αυτά που θα έχει πάντα απήχηση σε κοινό που δεν επιθυμεί να συμβιβάζεται με την κοινή γραμμή.
Όσο και αν ακούγεται παράξενο, επειδή μιλάμε για νέα τάση, αυτά τα κρασιά δεν έχουν καμία διαφορά με τον παραδοσιακό τρόπο οινοποίησης που ακολουθούνταν για αιώνες πριν από τη βιομηχανοποίηση της οινοπαραγωγικής διαδικασίας. Οπότε, από αυτή την άποψη, ίσως επέλεγα τον όρο κρασιά παραδοσιακής οινοποίησης.
Ως οινοποιείο, από την αρχή είμαστε θιασώτες της παραγωγής κρασιών terroir. Αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να χρησιμοποιείς τις λιγότερες δυνατές παρεμβάσεις για να μπορέσεις να αποδώσεις με σαφή τρόπο τον ιδιαίτερο χαρακτήρα των ποικιλιών, της περιοχής και του κλίματος στο οποίο καλλιεργούνται τα σταφύλια. Κατά αυτόν τον τρόπο, είτε ακολουθούμε αυστηρά παραδοσιακή οινοποίηση είτε οινοποίηση με τη βοήθεια σύγχρονων τεχνολογιών και οινολογικών μεθόδων, πάντα όμως με απόλυτη επιστημονική παρακολούθηση.
Μάνος Νικολάου | Oenosophy Wine Tours, συνδιοργανωτής «Φυσικά Fysika»
Όταν μου ζητούν να μιλήσω για τα φυσικά κρασιά, απέναντί μου βλέπω είτε ένα σηκωμένο φρύδι είτε ένα πλατύ χαμόγελο. Αυτό συμβαίνει γιατί κάποιοι είναι ακόμη πολύ επιφυλακτικοί απέναντί τους, ενώ αυτοί που τα έχουν γνωρίσει καλά ισχυρίζονται ότι άπαξ και μπεις στον κόσμο τους δεν υπάρχει δρόμος γυρισμού.
Το φυσικό κρασί είναι ό,τι κοντινότερο στο πρωτογενές, σέβεται τη φύση και τον άνθρωπο, και αναζητά ανοιχτά μυαλά (και πρόθυμους ουρανίσκους). Για αυτό εδώ και πολύ καιρό έχει αποκτήσει το δικό του, δυναμικό, πολύχρωμο και ετερόκλητο κοινό, όπως το κοινό της έκθεσης φυσικών κρασιών «Φυσικά Fysika», και έχει βρει τη θέση του στις λίστες σπουδαίων εστιατορίων και wine bars σε όλη τη χώρα (όπως ο Σούπερ Ιούλιος στη Θεσσαλονίκη και το Τανίνη Αγάπη μου στην Αθήνα).
Το φυσικό κρασί δεν είναι «το νέο» που ήρθε να πολεμήσει το «παλιό». Έρχεται από το παρελθόν, ζει με δυναμισμό στο παρόν και σίγουρα θα υπάρχει και στο μέλλον.
Σταύρος Σωτηρούδης | Επιχειρηματίας εστίασης – Γλυκάνισος, Marea, Iberico, Stories, Διαγώνιος
Η μόδα έχει καλή και κακή έκφραση, έτσι και το φυσικό κρασί στη χώρα μας, που βιάστηκε να μεγαλώσει και πήγε με το μότο: «είναι φυσικό, είναι καλό!». Προσωπικά, πιστεύω πως πρέπει να επικεντρωθούν αποκλειστικά στην ποιότητά τους. Εννοείται ότι μπορούν να έχουν μερίδιο στη λίστα κρασιών κάθε εστιατορίου της χώρας μας. Θεωρώ πως είναι στην αρχή τους και περιμένουμε τα επόμενα χρόνια σπουδαίες δουλειές από τους παραγωγούς. Αγαπημένο μου, με διαφορά, είναι η Αγία Τριάδα του Αποστολίδη.
Αστέριος Γκανάς | Ιδιοκτήτης Klimax Wine Bar Λάρισα, Corphes Herbs and Biodynamic Products
Ο όρος «φυσικά» δεν με αντιπροσωπεύει. Το κρασί είναι από τα λίγα αγροτικά προϊόντα που δημιουργείται με φυσικό τρόπο. Η τεχνολογία του οίνου εφαρμόστηκε για να εξαλείψει πιθανά προβλήματα και να σταθεροποιήσει το τελικό αποτέλεσμα. Οι οίνοι ήπιας παρέμβασης (όπως αγαπώ να λέω) είναι αποτέλεσμα της ανάγκης να καταναλώνουμε προϊόντα με λιγότερες χημικές επεξεργασίες και πρόσθετα.
Δεν είναι απλώς τάση, είναι απόρροια της επιβαρυμένης, άναρχης διατροφής. Ήρθε για να μείνει. Αλλά μην μπερδευόμαστε. Τέτοιου τύπου κρασιά έχουν όρια στο σφάλμα. Πρέπει να είναι αποδεκτά νόστιμα, ευχάριστα και να συνοδεύουν ορθά τις γαστρονομικές προτιμήσεις. Οι υψηλές οξύτητες, η καθαρότητα του φρούτου και οι μεταξένιες τανίνες (κάποια από τα χαρακτηριστικά τους) προφανώς και μπορούν να συμπληρώσουν λίστες εστιατορίων.
Παρ’ όλη την αυξητική τους τάση στην Ευρώπη και στην Αμερική, τα πράγματα δεν είναι τόσο ευοίωνα για το μέλλον αυτών των κρασιών. Λανθασμένες ετικέτες που βγήκαν στην αγορά, καθώς και μη αποδεκτά κρασιά, απομάκρυναν τον καταναλωτή.
Παρ’ όλα αυτά, η συνειδητή καλλιέργεια και οινοποίηση χαμηλών παρεμβάσεων, κατ’ εμέ, έχει τεράστιο πεδίο ανάπτυξης και ενδιαφέροντος παγκοσμίως. Αγαπημένη ετικέτα: η νέα δουλειά των αδερφών Παπαδόπουλου από τη Ραψάνη (Rapsani ΠΟΠ), ένα μεταξένιο, καλοδουλεμένο κρασί, έτοιμο προς πόση αλλά και φύλαξη στο κελάρι για τα επόμενα χρόνια. Enjoy permaculture!
Στέλιος Δημητριάδης | Ιδιοκτήτης mycava.gr, Αθήνα και Θεσσαλονίκη
Πιστεύω πως ήρθαν ως μόδα, αλλά αυτό δεν είναι απαραίτητα κακό. Τα περισσότερα πράγματα κάπως έτσι εμφανίζονται. Στην πορεία, όμως, πάντα ξεχωρίζει «η ήρα από το σιτάρι». Το θέμα είναι πώς διαχειριζόμαστε αυτή τη μόδα στο τώρα. Υπάρχουν αφορισμοί – και αυτό σχεδόν ποτέ δεν είναι καλό.
Εκτιμώ πως, μέχρι σήμερα, η πλειονότητα των κρασιών ήπιας παρέμβασης που έχω δοκιμάσει δεν πληροί το προσωπικό μου κριτήριο σχέσης ποιότητας τιμής. Το γεγονός πως έχουν μικρή παραγωγή δεν μου αρκεί. Θα το ξαναπιεί κανείς αυτό το κρασί επειδή του πρόσφερε απόλαυση; Ή θα πάει στο επόμενο επειδή η ετικέτα του «γράφει» καλά στο Instagram και έχει cool όνομα; Υπάρχουν και πιο ψύχραιμες φωνές, όπως της Χλόης Χατζηβαρύτη, του Laurens Hartman (Καρανίκας), των αδελφών Νικολαΐδη (Ανατολικός Vineyards) κ.ά., οι οποίοι δεν αψηφούν την επιστήμη της οινολογίας. Χρησιμοποιούν τα λιγότερα δυνατόν πρόσθετα, αξιοποιούν τη βαρύτητα, τη φυσική θερμοκρασία, ακόμα και την αλληλεπίδραση του βαρυτικού πεδίου της Σελήνης. Βάζουν τη φύση στο επίκεντρο με ουσιαστικό τρόπο, με σεβασμό προς τη δική μας γενιά αλλά και προς τις επόμενες.
Όπως κάθε μόδα, λοιπόν, πιστεύω πως οι υπερβολές θα αμβλυνθούν. Τα κρασιά ήπιας ή χαμηλής παρέμβασης θα πάρουν τον χώρο που τους αξίζει, και με την απαιτούμενη ώσμωση θα ανταλλάξουν στοιχεία με τα συμβατικά, χωρίς να αλλοιωθεί ο χαρακτήρας κανενός. Ο διαχωρισμός σε μια λίστα μου θυμίζει apartheid. Ήδη τα μεγαλύτερα και εμβληματικά οινοποιεία του Παλαιού Κόσμου, αλλά και μερικά από τα ακριβότερα κρασιά του Νέου Κόσμου, εφαρμόζουν πρακτικές ήπιας οινοποίησης και βιοδυναμικές μεθόδους καλλιέργειας, όμως δεν το κάνουν σημαία. Οι σημαίες με ενοχλούν, ειδικά όταν σηκώνονται μέσα σε κόσμους τόσο δημοκρατικούς και πολιτισμένους όπως το κρασί.
Στέφανος Κόγιας | Δημοσιογράφος κρασιού, Thessaloniki Wine Show
Πιστεύω πως είναι μια μόδα που ήρθε για να μείνει. Καθώς, όμως, τα «φυσικά κρασιά» —που προτιμώ να αποκαλώ κρασιά ήπιας ή μηδενικής παρέμβασης— θα συνεχίσουν να υπάρχουν, όπως υπήρχαν και πριν αποκτήσουν τον όγκο παραγωγής και την ισχυρή αγοραστική τάση που απολαμβάνουν σήμερα, θα πρέπει να αποκτήσουν και νομική οντότητα. Τι σημαίνει, άλλωστε, φυσικό κρασί σήμερα εκτός από αυτό που δηλώνει κάθε παραγωγός; Δεν υπάρχει κάποιο νομικό πλαίσιο και προφανώς κανένας ελεγκτικός μηχανισμός που να ελέγχει και να πιστοποιεί αυτό το πλαίσιο.
Η απορία μου είναι γιατί οι ίδιοι οι παραγωγοί φυσικών κρασιών δεν παίρνουν την πρωτοβουλία να δημιουργήσουν και να κατοχυρώσουν τις προδιαγραφές που θεωρούν πως καθορίζουν αυτή την κατηγορία των κρασιών. Είναι κάτι που πρέπει να προσαρμόσουμε στο pairing των εστιατορίων;
Δεν συνηθίζω να διαχωρίζω τα κρασιά ανάλογα με τα πρωτόκολλα της παραγωγής τους, αλλά με βάση τον τύπο, το στιλ τους, τα χαρακτηριστικά τους, την εκφραστικότητα και τη νοστιμιά τους, τη διαφορετικότητα και την ιδιομορφία τους, και κυρίως με το πόσο απολαυστικά είναι όταν τα καταναλώνεις.
Όταν, λοιπόν, ένα κρασί καλύπτει αυτά τα κριτήρια και ταιριάζει με το στιλ των φαγητών ενός εστιατορίου, τότε για μένα δεν έχει καμία σημασία αν έγινε χρήση θειωδών κατά τη διαδικασία της παραγωγής του ή όχι, ή αν η ζύμωση ήταν αυθόρμητη με ζύμες εμπορίου, ή αν ο μούστος εμβολιάστηκε με άγριες ζύμες που καλλιεργήθηκαν σε κάποιο εργαστήριο.
Αν πιστεύω πως έχει ολοκληρωθεί ο κύκλος τους και ποιο πιστεύω ότι θα είναι το μέλλον τους στην παραγωγή και την κατανάλωση; Θεωρώ πως τα κρασιά ήπιας ή μηδενικής παρέμβασης δεν έχουν να κλείσουν κάποιον κύκλο, ότι θα συνεχίσουν να υπάρχουν, με τα σκαμπανεβάσματά τους, όπως και τα orange wines, τα PetNat, τα ροζέ της Προβηγκίας, αλλά και τα επιδόρπια κρασιά (που τα τελευταία χρόνια δεν είναι στα καλύτερά τους).
Σάκης Γκοντίνος | Τribeca bar – Aκτή Ντοβίλ Εστιατόριο, Θεσσαλονίκη
Λόγω της δουλειάς μου δοκιμάζω διαφορετικές οινοποιήσεις, όπως της Χλόης Χατζηβαρύτη, του Οινοποιείου Τάτση και του Ιάσονα Λίγα, αλλά δεν μπορώ να πω πως θα είναι η πρώτη μου επιλογή σε ένα τραπέζι. Σίγουρα είναι μόδα, βλέπουμε νέα μαγαζιά και λίστες, ωστόσο το κοινό μας στα μαγαζιά δεν αποζητούν φυσικό κρασί.
Σάκης Παπαδόπουλος | Ιδρυτής της @sofeast.gr, εισαγωγέας κρασιών
Θεωρώ πως δεν απευθύνεται και δεν θα απευθυνθεί ποτέ στο μεγαλύτερο κομμάτι του κοινού. Μπορούμε να πούμε πως είναι μόδα, αλλά οι οινόφιλοι, αυτοί που πραγματικά αγαπούν και γνωρίζουν το κρασί, πάντα θα προτιμούν την ποιότητα.
Πιστεύω πως πάντα θα υπάρχει μικρή μερίδα κόσμου που θα θέλει να δοκιμάζει διαφορετικά κρασιά. Αλλά, για τους περισσότερους, η εμπειρία αυτή θα είναι περιστασιακή, όπως όταν κάποιος δοκιμάζει εξωτικά, περίεργα φαγητά, π.χ. ένα σκουλήκι ή μια ακρίδα. Δεν βλέπω αυτή την τάση να εξελίσσεται όπως ξεκίνησε. Το μεγαλύτερο ποσοστό του κόσμου θα συνεχίσει να πίνει κρασιά που έχουν παραχθεί με τον παραδοσιακό τρόπο οινοποίησης.
Η Έκθεση «Φυσικά Fysika»
Η ομάδα της αθηΝΕΑς παρευρέθηκε στην ετήσια έκθεση των φυσικών κρασιών στην Αθήνα, που πραγματοποιήθηκε στις 3 Νοεμβρίου 2024, αυτή τη φορά στο Ωδείο Αθηνών.
Η τρίτη διοργάνωση του «Φυσικά Fysika» επιβεβαίωσε ότι έχει πλέον καθιερωθεί ως θεσμός. Ξεκινώντας από τη Θεσσαλονίκη πριν από δύο χρόνια, η εκδήλωση έχει εξελιχθεί σε χώρο όπου αποτυπώνεται η δυναμική της κοινότητας των φυσικών κρασιών. Η οργανωτική ομάδα υπηρέτησε με πάθος και όραμα την πρωτοβουλία, καταφέρνοντας να αναδείξει μια οινική τάση που έχει αποκτήσει ισχυρή παρουσία τα τελευταία πέντε χρόνια. Πρόκειται για την επιλογή οινοποιείων να εντάξουν στις ετικέτες τους, εκτός από συμβατικά κρασιά, και προϊόντα όπως τα orange και φυσικά κρασιά (ήπιας παρέμβασης, χαμηλής παρέμβασης, με λίγα θειώδη ή και βιοδυναμικά).
Η πρόσφατη έκθεση στο Ωδείο Αθηνών, που σημείωσε μεγάλη επιτυχία, πρόσφερε στους επισκέπτες την ευκαιρία να δοκιμάσουν ποικιλία διαφορετικών κρασιών και προτάσεων. Με αναβαθμισμένη ποιότητα, χάρη στην παρουσία παλιών εσοδειών από έμπειρους οινοποιούς, οι οποίοι έχουν πειραματιστεί για χρόνια και πλέον κατέχουν εξέχουσα θέση στον χώρο. Παρόλο που πολλά από αυτά τα κρασιά δεν είναι κατάλληλα για παλαίωση, ορισμένα καταφέρνουν να διατηρηθούν και να εξελιχθούν στον χρόνο, προσφέροντας δυνατότητες για κάθετη γευσιγνωσία.
Οι καταναλωτές που συμμετέχουν σε αυτήν την κοινότητα είναι συνειδητοποιημένοι και ενημερωμένοι. Αποτελούν μέρος ενός σύγχρονου οινικού ρεύματος με κοινά χαρακτηριστικά και εντυπωσιακή συνοχή, κάτι που ενισχύει τη συνολική πρόταση γύρω από το φυσικό και orange κρασί.
Τα φυσικά κρασιά πάντα υπήρχαν. Απλώς βρήκαν τον χώρο τους σε μια αγορά καταναλωτών που συχνά επιλέγουν κρασί από το περιτύλιγμα ή από το ύψος της τιμής του. Όπως με όλα τα προϊόντα, άλλωστε.
***
Φέτος, στο χριστουγεννιάτικο τραπέζι στον Αμπελώνα δεν φέραμε από την Αθήνα κανένα κρασί. Ο θείος γέμισε τα γυάλινα μπουκάλια με τη φετινή σοδειά. Στο φετινό τραπέζι καταλήξαμε πως θα πάψουμε να το λέμε το δικό μας. Είναι το βιολογικό κρασί – μηδενικής παρέμβασης. Θα φτιάξουμε και μία pop ετικέτα και θα κατακλύσουμε την αθηναϊκή αγορά. Ερχόμαστε!
Διαβάστε επίσης στην αθηΝΕΑ:
Μήπως Χρειαζόμαστε έναν «Δήμαρχο Νύχτας»;
Κρασιά Ήπιας Οινοποίησης δεν Σημαίνει Κρασιά με Ελαττώματα
Η Σάμος και τα «Κρασιά του Ήλιου» Υποψήφια στον Κατάλογο της UNESCΟ