Από τις 11 έως τις 20 Ιουλίου πραγματοποιήθηκε το πρώτο Διεθνές Κινηματογραφικό Camp στον Ταΰγετο, το οποίο είχα τη χαρά να παρακολουθήσω. Το διοργάνωσε το Κέντρο Δημιουργικού Ντοκιμαντέρ, στο πλαίσιο του του Διεθνούς Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Πελοποννήσου.
Η δεκαήμερη κατασκήνωση κύλησε μέσα σε ένα ζεστό, συνεργατικό κλίμα, διαμορφωμένο από ανθρώπους με αληθινό μεράκι – πρόθυμους να μοιραστούν τις γνώσεις τους και να μάθουν ο ένας από τον άλλο. Ξεχωριστή εντύπωση μας έκανε το πόσοι από τους εκπαιδευτές προσφέρθηκαν πρόθυμα να μας στηρίξουν σε οποιοδήποτε μελλοντικό μας project! Ως απόφοιτη της ξεχωριστής αυτής διοργάνωσης, άφησα το βουνό του Ταΰγετου γεμάτη νέες γνώσεις, φιλίες, αλλά και το πρώτο ντοκιμαντέρ μου, το οποίο συνδημιουργήσαμε με μια νέα, αγαπημένη φίλη.
Με την ολοκλήρωση του προγράμματος, είχα την ευκαιρία να μιλήσω με την Τζίνα Πετροπούλου, την εμπνεύστρια και υπεύθυνη του camp, ώστε να αποτυπώσουμε την ξεχωριστή αυτή εμπειρία στο βουνό.
Πού και πώς γεννήθηκε η ιδέα για τη συγκεκριμένη κατασκήνωση;
Τζίνα Πετροπούλου (Τ.Π.): Το Κέντρο Δημιουργικού Ντοκιμαντέρ έχει πάντοτε έντονο εκπαιδευτικό χαρακτήρα και δραστηριοποιείται πολύ στο πεδίο της παραγωγής και προώθησης του ντοκιμαντέρ, ειδικά σε νέους δημιουργούς. Η ιδέα ξεκίνησε κάπως αυθόρμητα, από την ανάγκη να ξεφύγουμε από τα κλασικά πρότυπα ενός σεμιναρίου μέσα σε αίθουσες και να δοκιμάσουμε κάτι πιο «ανοιχτό», πιο βιωματικό, πιο ζωντανό. Ήθελα να ενώσουμε την εκπαίδευση στο ντοκιμαντέρ με την εμπειρία της φύσης και της συνύπαρξης – κάτι που να μοιάζει λίγο με φεστιβάλ και λίγο με κατασκήνωση. Ο Ταΰγετος, που είναι δίπλα μας και παραμένει ένας παρθένος τόπος, ήταν ιδανική επιλογή. Είναι ήσυχος, γεμάτος εικόνες και ιστορίες, ιδανικός για δημιουργία. Έτσι, στήθηκε σιγά σιγά μια ιδέα που συνδυάζει το μάθημα με την παρέα, την τέχνη με την περιπέτεια.
Η περιοχή του Ταΰγετου ήταν κομμάτι της επιτυχίας αυτής της πρώτης προσπάθειας;
Τ.Π.: Ναι, σίγουρα η επιλογή του Ταΰγετου έπαιξε ρόλο στην επιτυχία. Αν και τόσο κοντά στην Καλαμάτα, τα χωριά της περιοχής ερημώνουν και ήθελα με αυτή τη δράση να δείξουμε πόσο εύκολα μπορούν να γίνουν ωραία πράγματα και εκεί. Να ξαναδώσουμε λίγη ζωή, έστω και προσωρινά. Η επιτυχία φάνηκε σε πολλά επίπεδα. Όχι μόνο επειδή ήρθε κόσμος από την Καλαμάτα για τις προβολές και τις δράσεις μας, αλλά και επειδή οι ντόπιοι μας υποδέχτηκαν με πολλή αγάπη. Μας φιλοξένησαν, μας κέρασαν, συμμετείχαν. Υπήρχε πολύ ζεστή ανταπόκριση – ένιωθες ότι η παρουσία μας άγγιξε τον κόσμο και αυτό ήταν ίσως το πιο ουσιαστικό κομμάτι.
Τα εργαστήρια παραγωγής φιλμ καλλιέργησαν το πνεύμα της ομαδικής δουλειάς, ενώ παράλληλα άνοιξαν τον δρόμο για νέες γνωριμίες και επαφές ανάμεσα στους συμμετέχοντες. Εσείς, πώς βιώσατε αυτή τη δυναμική;
Τ.Π.: Οπωσδήποτε, η συνεργασία ήταν ένα από τα πιο δυνατά στοιχεία του camp. Οι συμμετέχοντες δεν μοιράστηκαν απλώς έναν χώρο – μοιράστηκαν εμπειρίες, ιδέες, ανησυχίες και ενθουσιασμό. Δημιουργήθηκαν πολύ όμορφες σχέσεις μεταξύ τους και αυτό φάνηκε καθαρά και στο αποτέλεσμα: τα ντοκιμαντέρ τους είχαν συνοχή, ευαισθησία και κοινό όραμα. Δούλεψαν σε ομάδες των δύο, με απόλυτη εμπιστοσύνη και δημιουργική ανταλλαγή. Πέρα από την παραγωγή, όμως, χτίστηκαν φιλίες και επαφές που –ελπίζουμε– θα συνεχιστούν και μετά το camp. Προσωπικά, μια και ήμουν η μεγαλύτερη σε ηλικία, ένιωσα λίγο σαν τη μάνα του λόχου! Ήταν πραγματικά μια αξέχαστη εμπειρία να παρακολουθώ αυτό το κλίμα κινηματογραφικής δημιουργίας να ξεδιπλώνεται μέρα με τη μέρα. Είδα νέους ανθρώπους να συνεργάζονται με πάθος, να εμπνέονται από τον τόπο και να μοιράζονται τη χαρά της δημιουργίας στον υπερθετικό βαθμό. Ήταν κάτι που με συγκίνησε βαθιά.
Η κατασκήνωση έγινε αφορμή και για ουσιαστική επαφή και με τους ντόπιους, ενισχύοντας την κοινωνικότητα και τη σύνδεση με τον τόπο. Κυρίως όμως πρόσφερε στους κατασκηνωτές τη δυνατότητα να γνωρίσουν μια Ελλάδα που χάνεται και έναν τρόπο ζωής που, μέσα από τα φιλμ που παράγονται, μετατρέπεται σε πολύτιμο ντοκουμέντο. Ήταν αυτή η κατεύθυνση ένας από τους στόχους του προγράμματός σας;
Τ.Π.: Ναι, η σύνδεση με τους ντόπιους ήταν κομβικό στοιχείο της εμπειρίας, και για τους ίδιους αλλά και –ίσως ακόμα περισσότερο– για τους κατασκηνωτές. Από τη μία πλευρά, οι κάτοικοι των χωριών είχαν την ευκαιρία να «ανοιχτούν», να μιλήσουν για τη ζωή τους, να μοιραστούν ιστορίες, αναμνήσεις και καθημερινότητα. Αυτό λειτούργησε σαν μια μορφή κοινωνικότητας που ξεπερνά την τυπική επαφή – ήταν επικοινωνία με ουσία και περιεχόμενο. Από την άλλη πλευρά, για τους σπουδαστές ήταν μια μοναδική ευκαιρία να γνωρίσουν από κοντά έναν τρόπο ζωής που σιγά σιγά χάνεται. Μια Ελλάδα αυθεντική, ανθρώπινη, που δεν τη βλέπουμε συχνά – και που μέσα από τα μάτια τους και την κάμερά τους γίνεται ντοκουμέντο. Όσα κατέγραψαν –οι βοσκοί, τα μικρά καφενεία, η καθημερινότητα των χωριών– δεν είναι απλώς «θέμα». Είναι μνήμη. Και η μνήμη αυτή αποκτά φωνή και διάρκεια μέσα από το ντοκιμαντέρ. Για όλους ήταν κάτι βαθύτερο από ένα project. Ήταν συνάντηση – και αυτή η συνάντηση νομίζω άφησε ίχνη και στις δύο πλευρές.
Πέρα από αυτά, υπήρχε κάποιος άλλος στόχος πίσω από αυτή την τόσο πρωτοποριακή κατασκήνωση;
Τ.Π.: Ο βασικός στόχος ήταν να αναδειχθεί ο Ταΰγετος και τα χωριά του. Να ακουστεί ξανά αυτός ο τόπος, όχι μόνο ως φυσικό τοπίο, αλλά και ως κοινότητα. Θέλαμε να δώσουμε ένα μικρό σπρώξιμο, ώστε να ζωντανέψει ξανά, έστω και προσωρινά – να κινηθεί λίγο ο κόσμος, να ακουστεί γέλιο, συζήτηση, προβολές, ιστορίες. Η ενίσχυση της τοπικής κοινωνίας, ακόμα και σε επίπεδο συμβολικό, ήταν κάτι που με ενδιέφερε πολύ. Η παρουσία νέων ανθρώπων, η δημιουργική ενέργεια, η ανταλλαγή με τους κατοίκους – όλα αυτά φέρνουν μια άλλη πνοή. Έναν αέρα που λέει: «αυτός ο τόπος μπορεί ακόμα να εμπνέει και να φιλοξενεί».
Πώς σκοπεύετε να εξελίξετε την κατασκήνωση τα επόμενα χρόνια;
Τ.Π.: Η πρώτη μας προσπάθεια ήταν μόνο η αρχή. Σκοπεύουμε να συνεχίσουμε την κατασκήνωση τα επόμενα χρόνια, να την εξελίξουμε και να την κάνουμε ακόμα πιο ζωντανή και ουσιαστική. Προσωπικά θα ήθελα να δημιουργήσουμε ένα σταθερό θεσμό που θα φέρνει κάθε χρόνο ανθρώπους κοντά στη φύση, στην τέχνη και στην ιστορία αυτού του μοναδικού τόπου. Να γίνει ένα σημείο συνάντησης για όλους όσους αγαπούν το ντοκιμαντέρ, αλλά και για όσους θέλουν να ζήσουν μια διαφορετική εμπειρία. Το πρόγραμμα που σχεδιάζουμε στον Ταΰγετο δεν είναι απλώς ένα κινηματογραφικό camp· είναι μια πρόταση για το πώς η εκπαίδευση, η τέχνη και η επιστήμη μπορούν να συναντηθούν μέσα σε ένα ζωντανό φυσικό και πολιτισμικό τοπίο. Ο απώτερος στόχος του εγχειρήματος είναι να γίνει ο Ταΰγετος μια μόνιμη βάση, ένα κέντρο περιβαλλοντικής και κινηματογραφικής εκπαίδευσης που να λειτουργεί όλο τον χρόνο, με πολιτιστικές δράσεις, εκπαιδευτικά περιβαλλοντικά σεμινάρια για παιδιά και μαθητές, αλλά και κινηματογραφικά εργαστήρια για ενήλικες το καλοκαίρι. Να λειτουργήσει όχι μόνο ως θερινό καλλιτεχνικό εργαστήριο, αλλά ως εργαλείο πολιτιστικής αναζωογόνησης, περιβαλλοντικής ευαισθητοποίησης και τοπικής ανάπτυξης στον Ταΰγετο.
Διαβάστε επίσης στην αθηΝΕΑ:
Η Εναλλακτική Αρρενωπότητα του Pedro Pascal Λάμπει!