Τον ρόλο του James Bond τον έχουν ερμηνεύσει έξι συν ένας ηθοποιοί μέχρι σήμερα. Ο καθένας με το δικό του στιλ και την αντίστοιχη αποδοχή από το κοινό. Ο Sean Connery, όμως, είναι ίσως ο μόνος που έφτασε να αγγίξει το επίπεδο του “θρύλου”.
Γεννημένος στη Σκωτία από χειρώνακτες γονείς και με μηδενική εκπαίδευση, ξεπέρασε τον έφηβο ποδοσφαιριστή-πυγμάχο εαυτό του και βρέθηκε να ενσαρκώνει τον πιο κομψό αρσενικό ήρωα που πέρασε ποτέ από τις οθόνες μας. Οι φίλοι της στήλης από παλιά γνωρίζουν την αδυναμία μου στον χαρακτήρα και ιδίως στον συγκεκριμένο ερμηνευτή.
Με αφορμή τον θάνατό του την προηγούμενη εβδομάδα, στάθηκα για λίγο και αναρωτήθηκα τι είναι αυτό που έκανε τον Connery τόσο πετυχημένο και αγαπητό, ούτως ώστε να φτάσει σε αυτά τα ποσοστά καθολικής αποδοχής και θαυμασμού.
Ο James Bond, ως κινηματογραφική φιγούρα, πληροί όλες τις προϋποθέσεις του εξιδανικευμένου αρχετυπικού άνδρα που (οφείλει να) είναι ατρόμητος, γόης, κοσμοπολίτης και πλήρης αυτοπεποίθησης. Μιλώντας προσωπικά, θα έλεγα πως τα στοιχεία που προσέδωσε ο Connery στο ρόλο και τον έκαναν ακόμη πιο ελκυστικό είναι η ευρηματικότητα, η σκοτεινή του πλευρά και, τέλος, αυτό που οι Βρετανοί αποκαλούν chivalry ή στα ελληνικά ιπποτισμός.
Το εντυπωσιακότερο, δε, όλων είναι πως ο ίδιος κατάφερε να ξεφύγει απο τη στάμπα του ήρωα και να υποδυθεί δεκάδες άλλους ρόλους που τον ανέδειξαν ως έναν εξαιρετικά επιτυχημένο ηθοποιό.
Υπήρξε πάντοτε “πρέσβης” της ιδιαίτερης πατρίδας του, της Σκωτίας, και αυστηρός με τις αρχές του, τις οποίες δεν συμβίβαζε παρά την υπέρμετρη δημοσιότητα που απολάμβανε.
Για εμάς τους άνω των σαράντα, που ξεκινήσαμε τη συνειδητή περιπλάνησή μας στη ζωή κάπου στα μέσα της δεκαετίας του ’80, ο εν λόγω κύριος ήταν -και παραμένει- ένα στιβαρό πρότυπο και τώρα που δεν είναι πια μαζί μας, ο κόσμος μοιάζε πιο flat.
In memoriam, το μουσικό θέμα του