Πριν κάποιες μέρες, ο Donald Trump ζήτησε από τα κανάλια των ΗΠΑ να του παραχωρήσουν τη ζώνη υψηλής τηλεθέασης για να εκφωνήσει την πρώτη του ομιλία απευθείας από το Οβάλ Γραφείο. Με το ομοσπονδιακό κράτος να παραμένει κλειστό και την αντιπαράθεσή του με τους Δημοκρατικούς με αντικείμενο το τείχος στο Μεξικό να βρίσκεται σε αδιέξοδο, αποπειράθηκε να πείσει την κοινή γνώμη ότι το πείσμα του είναι δικαιολογημένο και εθνικά συμφέρον, καθώς η Αμερική κινδυνεύει από “μια διογκούμενη ανθρωπιστική κρίση και κρίση ασφαλείας στα νότια σύνορά” της.
Η σχέση των λεγόμενων του Trump με την πραγματικότητα έχει ιστορικά υπάρξει -στην καλύτερη περίπτωση- χαλαρή. Σε αντίθεση δε με άλλες κρίσεις που έχει προκαλέσει ο Αμερικανός πρόεδρος κατά τη διάρκεια της θητείας του και επηρεάζουν άμεσα τα ευρωπαϊκά συμφέροντα, αυτή φαντάζει μάλλον μακρινή. Όμως, η νέα αυτή κατάφωρη χειραγώγηση στοιχείων και καταστάσεων σε ό,τι αφορά τις μεταναστευτικές και προσφυγικές ροές στα σύνορα της Αμερικής εμπνέει ήδη δημαγωγούς και στη δίκη μας πλευρά του Ατλαντικού – η μεταναστευτική και προσφυγική κρίση που πέρασε η Ευρωπαϊκή Ένωση τα τελευταία χρόνια υπήρξε άλλωστε πιο πραγματική απ’ οτιδήποτε έχει πρόσφατα βιώσει η Αμερική.
Έχουμε εισέλθει σε εκλογική χρονιά στην Ευρώπη και μην έχετε καμία αμφιβολία ότι το ζήτημα της ευρωπαϊκής διαχείρισης των ροών θα είναι ένα απ’ τα κεντρικά θέματα στην ατζέντα των Ευρωεκλογών. Φρεσκάροντας στο μυαλό μας όμως τα βασικά στοιχεία της κρίσης, αλλά και του μεγέθους της συγκριτικά με τις αντίστοιχες ροές παγκοσμίως, είναι λιγότερο πιθανό να πέσουμε οι ίδιοι θύματα προεκλογικής χειραγώγησης.
Το 2017 ο αριθμός των προσφύγων παγκοσμίως έφτασε τα 25,4 εκατομμύρια, ενώ ο αριθμός των βίαια εκτοπισμένων τα 68,5 εκατομμύρια – ένας τεράστιος όγκος ανθρώπων, ο οποίος ειρήσθω εν παρόδω αναμένεται να συνεχίσει να αυξάνεται, όσο οι βίαιες συγκρούσεις παρατείνονται και οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής γίνονται πιο αισθητές.
Ένας Ανισομερής Παγκόσμιος Καταμερισμός
Η προσφυγική κρίση υπήρξε την τελευταία πενταετία το βούτυρο στο ψωμί ακροδεξιών και αντιευρωπαϊκών κομμάτων σε όλη την Ευρώπη – ο βασικός μοχλός άντλησης ψήφων. Ήδη, δε, η αύξηση της εκλογικής επιρροής τους έχει επηρεάσει με τη σειρά της παραδοσιακά κεντρώες δυνάμεις, πολλές από τις οποίες έχουν αρχίσει να αναπαράγουν επιμέρους κομμάτια της ξενοφοβικής ρητορικής τους, για την αδυναμία της Ευρώπης να αντέξει άλλους ξένους, για τον κίνδυνο που διατρέχει η κουλτούρα μας, για τις δόλιες (εγκληματικές αν όχι τρομοκρατικές) διαθέσεις των νεοαφιχθέντων, όπως φυσικά και για το ίδιο το μέγεθος του προβλήματος.
Για να δούμε τα πράγματα όμως στην πραγματική τους διάσταση, είναι χρήσιμο να αναρωτηθούμε: τι μερίδιο του βάρους σηκώνουν οι πλούσιες συγκριτικά χώρες της Ευρώπης, σε σχέση με το παγκόσμιο σύνολο; Σύμφωνα με στοιχεία της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους πρόσφυγες για το 2017, αναπτυσσόμενες χώρες φιλοξενούν 85% των προσφύγων παγκοσμίως, περίπου 16,9 εκατομμύρια ανθρώπους. Μάλιστα, οι λιγότερο αναπτυγμένες χώρες παγκοσμίως χορήγησαν άσυλο στο ένα τέταρτο περίπου του συνόλου ή σε 6,7 εκατομμύρια πρόσφυγες.
Την ίδια χρονιά, οι 3 χώρες με το μεγαλύτερο αριθμό προσφύγων και αιτούντων άσυλο ήταν η Τουρκία με 3,5 εκατομμύρια, οι περισσότεροι εκ των οποίων είχαν διαφύγει από την εμπόλεμη Συρία, το Πακιστάν με 1,4 εκατομμύρια, το σύνολο σχεδόν των οποίων είχε διαφύγει από το Αφγανιστάν, και η Ουγκάντα, όπου εκατομμύρια έχουν τραπεί σε φυγή από τον συνεχιζόμενο εμφύλιο στο Νότιο Σουδάν. Όσο για τον αριθμό προσφύγων που φιλοξενούνται συγκριτικά με τον πληθυσμό μιας χώρας, ο Λίβανος έχει τα πρωτεία: 1 στους 6 ανθρώπους ήταν πρόσφυγας υπό την ευθύνη της Ύπατης Αρμοστείας το 2017, με την Ιορδανία να κατατάσσεται δεύτερη (1 στους 14) και την Τουρκία τρίτη (1 στους 23).
1 στους 256
Το 2017 ο αριθμός των προσφύγων παγκοσμίως έφτασε τα 25,4 εκατομμύρια, ενώ ο αριθμός των βίαια εκτοπισμένων τα 68,5 εκατομμύρια – ένας τεράστιος όγκος ανθρώπων, ο οποίος ειρήσθω εν παρόδω αναμένεται να συνεχίσει να αυξάνεται, όσο οι βίαιες συγκρούσεις παρατείνονται και οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής γίνονται πιο αισθητές. Είναι μάλιστα προφανές ότι πιέζει δυσανάλογα τους πόρους των αναπτυσσόμενων εθνών, οι οικονομίες των οποίων δυσκολεύονται να απορροφήσουν τις ροές αυτές επιτυχώς. Αν θεωρούν οι Γερμανοί ότι αποτελεί πρόκληση να “μοιραστεί” ένα κατά κεφαλήν εισόδημα ύψους 122 δολαρίων την ημέρα με τους νεοαφιχθέντες, ή εμείς ένα εισόδημα ύψους 51 δολαρίων, τι να πει ο Λίβανος με 23 δολάρια την ημέρα, πολύ παραπάνω δε η Ουγκάντα, με 1,6 δολάρια!
Αυτό δεν σημαίνει ότι αυτό που βιώσαμε στην Ευρώπη, και ιδιαίτερα στην Ελλάδα, που αποτέλεσε βασική χώρα υποδοχής προσφύγων στο απόγειο της προσφυγικής κρίσης ήταν ασήμαντο ή συνηθισμένο. Πάνω από 1,8 εκατομμύρια πρόσφυγες έχουν φτάσει στην Ευρώπη από το 2014. Πάνω από 1 εκατομμύριο ήρθαν στις ακτές μας μόνο το 2015, που ήταν μακράν η χρονιά με τις εντονότερες προσφυγικές ροές στη διάρκεια της κρίσης. Όμως, όταν κανείς συγκρίνει το συνολικό νούμερο των ροών από το 2014 με τον ευρωπαϊκό πληθυσμό της Ευρώπης, αντιλαμβάνεται ότι αν υπήρχε μια πιο ισομερής κατανομή, το ζήτημα ήταν επί της ουσίας διαχειρίσιμο και δημιούργησε και δημιουργεί πολύ μεγαλύτερα προβλήματα στην πολιτική ζωή των ευρωπαϊκών χωρών από τις πραγματικές του επιπτώσεις. Στα 512 περίπου εκατομμύρια της Ευρωπαϊκής Ένωσης, 2 εκατομμύρια πρόσφυγες δεν είναι δα και το τέλος το κόσμου: 1 στους 256!
Τεράστια Περιθώρια για Σοβαρή Κριτική
Εκεί ακριβώς θα έπρεπε να επικεντρωθεί και η συζήτηση γύρω από το ζήτημα ενόψει των Ευρωεκλογών. Aπό την αρχή, άλλωστε, είχε να κάνει πολύ παραπάνω με την ευρωπαϊκή αναβλητικότητα και τη δυνατότητα των χωρών υπό τις παρούσες δομές της Ευρωπαϊκής Ένωσης να είναι ενωμένες σε κάποια ζητήματα και χωρισμένες σε άλλα, παρά στο μέγεθός του αυτό καθαυτό.
Προ ημερών, είχαμε την πιο πρόσφατη κραυγαλέα περίπτωση ευρωπαϊκής υποκρισίας. Μετά από εβδομάδες διαβουλεύσεων, η Μάλτα πέτυχε συμφωνία με 8 άλλες ευρωπαϊκές χώρες για τη μεταφορά 180 εκ των 300 μεταναστών που βρίσκονται εδώ και μέρες στα χωρικά ύδατα της χώρας περιμένοντας να αποβιβαστούν. 44 θα επιστραφούν στο Μπαγκλαντές -χώρα προέλευσής τους- και 80 θα μείνουν στη Μάλτα. Η πιο πρόσφατη “κρίση” -ύψους 300 ανθρώπων- αποφεύχθηκε τεχνηέντως. Μέχρι την επόμενη…
Tο άρθρο αυτό δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Φιλελεύθερος» την Πέμπτη 17 Ιανουαρίου.