Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το χθεσινό εκλογικό αποτέλεσμα είναι μια ιστορικού μεγέθους νίκη για τον Κυριάκο Μητσοτάκη και μια απροσδόκητα συντριπτική ήττα για τον Αλέξη Τσίπρα. Οι ερμηνείες τόσο για την εντυπωσιακή καθίζηση του ΣΥΡΙΖΑ όσο και για τη σαρωτική επικράτηση της Νέας Δημοκρατίας είναι πολλές – θα σταθώ σε αυτήν που πιστεύω ότι έχει το μεγαλύτερο ενδιαφέρον για τις προοπτικές της χώρας μας σε αυτή τη συγκυρία.
Άκουσα αρκετές φορές στη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου υποψήφιους του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και τον ίδιο τον Αλέξη Τσίπρα, να αναφέρονται στην κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη ως «τη χειρότερη κυβέρνηση μετά τη μεταπολίτευση».
Απορούσα πώς γίνεται να επιλέγουν ένα τόσο αφοριστικό αφήγημα, που ερχόταν σε πλήρη αντίθεση με μια σειρά από αντικειμενικά, βιωματικά στοιχεία – διαχείριση απανωτών κρίσεων συμπεριλαμβανομένης της πανδημίας, πορεία της οικονομίας, βελτίωση της καθημερινότητας του πολίτη και των συνδιαλλαγών του με το δημόσιο, για να αναφέρω μόνο κάποια από αυτά.
Για κάποιο λόγο, όμως, στην Κουμουνδούρου θεώρησαν ότι «λέγε λέγε, κάτι θα μείνει». Αντιθέτως, αποδεικνύεται ότι, όταν η πραγματικότητα που βιώνουν οι πολίτες είναι τόσο διαφορετική από τις περιγραφές του ΣΥΡΙΖΑ, τότε η εμπιστοσύνη τους στα λεγόμενά του διαβρώνεται συνολικά – μπορεί και αμετάκλητα.
Και τότε δεν αρκούν σακιά ολόκληρα από ανεδαφικές προεκλογικές υποσχέσεις για να τραβήξουν πίσω τους χαμένους ψηφοφόρους. Για την ακρίβεια, κάνουν τα πράγματα ακόμη χειρότερα, επιβεβαιώνοντας την υποψία ότι είναι ο τυχοδιωκτισμός ο κεντρικός πολιτικός άξονας στον οποίο βασίστηκε ο ΣΥΡΙΖΑ ως κόμμα.
Τα στελέχη του αυτή τη μεγάλη αλλαγή δεν την αφουγκράστηκαν ποτέ. Ούτε ο αρχηγός του που, ως επιστέγασμα της τυχοδιωκτικής πολιτικής του καριέρας, μέχρι και στους πάλαι ποτέ ψηφοφόρους της Χρυσής Αυγής απηύθυνε κάλεσμα στο παρά πέντε της εκλογικής μάχης. Αυτή τη φορά, όμως, κάθε νέο «τέχνασμα» δεν έβρισκε απλώς τοίχο. Επιβεβαίωνε την αίσθηση ότι ήταν διατεθειμένος να κάνει τα πάντα προκειμένου να έρθει πιο κοντά στην εξουσία.
«Μπορείς να τους ξεγελάς όλους για λίγο καιρό, λίγους όλο τον καιρό, αλλά όχι όλους όλο τον καιρό» – η γνωστή ρήση ταιριάζει γάντι σε αυτό που, τελικά, συνέβη στον ΣΥΡΙΖΑ χθες. Και έχει σημασία γιατί δείχνει μια σταδιακή ωρίμανση του εκλογικού μας σώματος, μια απόρριψη του ανορθολογισμού, μια επιβράβευση ενός πρωθυπουργού «άλλου τύπου».
Γιατί, κακά τα ψέματα, η χθεσινή νίκη έχει ονοματεπώνυμο. Ανήκει στον Κυριάκο Μητσοτάκη, που επέμεινε να εξαντλήσει την τετραετία επενδύοντας στην κανονικότητα και όχι στην εκμετάλλευση των συγκυριών. Στον Κυριάκο Μητσοτάκη που, έπειτα από μια δεκαετία περιδίνησης, ανασφάλειας, έλλειψης προοπτικής, έδωσε στους πολίτες μια γεύση του πώς είναι μια χώρα όταν κάνει σταθερά βήματα μπροστά.
Κι εκείνοι αποφάσισαν ότι δεν θέλουν να ρισκάρουν κάτι διαφορετικό, πολλώ μάλλον όταν η βασική εναλλακτική έχει τα χαρακτηριστικά που περιέγραψα παραπάνω. Παρά τα λάθη και τις αστοχίες – μια τετραετία δεν μπορεί παρά να έχει και από αυτά. Χωρίς υπερβολικές φωνασκίες και τοξικούς διαξιφισμούς. Με έμφαση στην ουσία. Αν τώρα, στις απανωτές εκλογές που θα ακολουθήσουν, η ΝΔ επιβεβαιώσει την ισχυρή εντολή που έλαβε χθες, ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα έχει την ευκαιρία να ολοκληρώσει το έργο του.
Διαβάστε επίσης στην αθηΝΕΑ:
Σύνδεσμος Επιχειρηματιών Γυναικών Ελλάδος | #Her_Research 2023 σε μια Λαμπερή Τελετή Βράβευσης