Το τηλέφωνο χτυπά και σπεύδω να απαντήσω. Είναι μια αγαπημένη φίλη, καλεσμένη χθες στο σπίτι μας για ένα πολύ μεταξύ μας γεύμα (πανδημίας εποχή, γαρ), που θέλει να μου εκφράσει ευχαριστίες για το κάλεσμα.
Μαζί και διθυραμβικά σχόλια για τη μαγειρική μου – που τα βρίσκω λίγο υπερβολικά, αλλά τα αποδίδω στον γλυκό χαρακτήρα της και στη μεροληπτική της αγάπη. Μικρή παύση… και μετά έρχεται η ερώτηση που πάντα φοβάμαι ότι ακολουθεί τους μαγειρικούς επαίνους: «Θα μου δώσεις τη συνταγή σου για …;». Αυθόρμητη και συνηθισμένη ερώτηση, ειδικά μεταξύ φίλων, στους οποίους η οικειότητα και η άνεση είναι δεδομένη.
Βασανίζομαι!
Γιατί λοιπόν με βασανίζει η ερώτηση; Όχι βέβαια γιατί ανήκω στην (παρωχημένη) σχολή στην οποία τα «μυστικά» της μαγειρικής δεινότητας της νοικοκυράς (τον καιρό εκείνο, οι άνδρες δεν έμπαιναν στην κουζίνα) αποτελούσαν επτασφράγιστο μυστικό που παραδινόταν με ευλάβεια από γενιά σε γενιά.
Αλλά γιατί απλούστατα ποτέ (άντε, στο 99% των περιπτώσεων) ΔΕΝ έχω συνταγή!
Ναι, μα τον Θεό της υψηλής γαστρονομίας και όλα τα αστέρια Michelin που λάμπουν στο παγκόσμιο στερέωμά της, δεν τα πάω καθόλου καλά με τις συνταγές! Και εξηγούμαι αμέσως γιατί:
Για μένα η μαγειρική, εφόσον οι συνθήκες της ζωής μου δεν την έκαναν μια από τις κύριες ασχολίες μου, είναι μια ευχάριστη διαδικασία στο τέλος της οποίας περιμένει μια μεγάλη απόλαυση – αν είναι επιτυχημένη, βέβαια. Είναι ένας τρόπος επίσης να δείχνω το νοιάξιμο, τη φροντίδα για κάθε αγαπημένο που κάθεται στο τραπέζι μας, είτε κάθε μέρα είτε σε κάθε γιορτή.
Το καλό φαγητό, όμορφα σερβιρισμένο, είναι στο δικό μου μυαλό η επιτομή του home, sweet home. Και είναι και μια πηγή ικανοποίησης επειδή, μιας και φαίνεται να «πιάνουν τα χέρια μου» σε αυτό τον τομέα (σε αντίθεση με άλλες σχετικές ασχολίες, στις οποίες είμαι εντελώς άχρηστη, π.χ. ραπτική) απολαμβάνω την όλη διαδικασία.
Την οποία διαδικασία θέλω χαλαρή, ξένοιαστη και συναρπαστική. Μου αρέσει να φαντάζομαι συνδυασμούς γεύσεων, να επινοώ τρόπους για να αξιοποιώ ό,τι υπάρχει στην κουζίνα μου, να εξερευνώ και να πειραματίζομαι. Γι’ αυτό αισθάνομαι «στριμωγμένη» με τις συνταγές και κυρίως όχι τόσο με την περιγραφή, αλλά με την «πειθαρχία» που επιβάλλουν τα υλικά και οι αναλογίες τους.
Ουγκιές σε Λίτρα, Εφιάλτης στην Κουζίνα
Ο εφιάλτης μου; Να πρέπει να μετατρέψω ουγκιές και λίτρα (αμερικανικές μονάδες μέτρησης) σε γραμμάρια και κιλά (ευρωπαϊκές). Εδώ ζορίζομαι (ακόμα) με τις ισοτιμίες ευρώ και δολαρίου, έ, όχι και να βάλω τέτοιον μπελά στην κατεξοχήν «θεραπευτική» ασχολία, τη μαγειρική! Ας μη θεωρηθώ ασεβής, παρακαλώ. Εννοείται πως τρέφω τεράστιο θαυμασμό για τα ιερά τέρατα της μαγειρικής, εγχώρια και διεθνή, και τα συγγράματά τους.
Απόδειξη, τα αρκετά ράφια της βιβλιοθήκης μου που είναι αφιερωμένα –και φορτωμένα από βιβλία– στην υψηλή τέχνη της γαστρονομίας. Στοίβες τα περιοδικά με τις ξελιγωτικές φωτογραφίες εδεσμάτων – η πρόσφατη εκδοτική έκρηξη του είδους, που επιβεβαιώνει μαζί με τα master chef και λοιπά τηλεοπτικά και διαδικτυακά προϊόντα τη μεγάλη δημοφιλία του αθλήματος.
Τα μαζεύω με μανία συλλέκτη, υπόσχομαι στον εαυτό μου ότι θα ανατρέξω για κάθε εξαιρετική περίσταση και μετά… έρχονται τα Χριστούγεννα κι εγώ επαναλαμβάνω τη γέμιση γαλοπούλας της μαμάς μου. (Η οποία δεν είναι πουθενά καταγεγραμμένη, καθότι η μαμά ήταν της ίδιας σχολής.)
Η προσέγγιση αυτή έχει ως αποτέλεσμα, ωστόσο, να μη βγαίνει το πιάτο κάθε φορά ίδιο. Αφήστε που πολλές φορές δεν θυμάμαι τι ακριβώς είχα κάνει με το τάδε πιάτο, με αποτέλεσμα να μην ανταποκρίνομαι πιστά σε αιτήματα του τύπου «Να μας κάνεις εκείνο το ριζότο από κουνουπίδι που είχες κάνει στο πρώτο λοκντάουν!». Μάλλον κατά βάθος δεν είμαι καλή μαγείρισσα, έχω –με κάποια αίσθηση αυτογνωσίας– συμπεράνει πολλές φορές.
Όμως τα πράγματα –και οι καιροί– αλλάζουν. Ομοίως και οι οδηγοί με συνταγές μαγειρικής. Αφορμή για αυτό το άρθρο στάθηκε ένα βιβλίο που εκδόθηκε τον περασμένο Δεκέμβριο και τώρα πωλείται και στο amazon.com.
Ξέχνα τη Συνταγή
Λέγεται «Forget the Recipe! It’s the Process!» και το υπογράφει ο Έλληνας George Psacharopoulos, διαπρεπής οικονομολόγος, καθηγητής του LSE, με περίλαμπρη σταδιοδρομία στη World Bank, του οποίου η μαγειρική, ως ένα από τα χόμπι του (είναι επίσης μουσικός και ζωγράφος), στηρίζεται στη φιλοσοφία: να χαίρεσαι και να απολαμβάνεις τη διαδικασία, με απλές, «ελεύθερες» από κανόνες συνταγές. Με φαντασία, επινοητικότητα, αυτοσχεδιασμό. Η οποία φιλοσοφία, αφού με καλύπτει πλήρως στα μαγειρέματά μου, μου έδωσε στη συνέχεια τροφή για περαιτέρω σκέψεις.
Μήπως η απελευθέρωση από τις αυστηρές και μετρημένες ως τον κόκκο του αλατιού παντός είδους «συνταγές» είναι ένας τρόπος να «πλοηγηθούμε» πιο άνετα στις κατακλυσμιαίες αλλαγές της εποχής;
Παραθέτω ταπεινά παραδείγματα, από όσα μου έμαθε η ζωή, όπου οι «συνταγές της επιτυχίας» μόνο επιτυχία δεν εγγυώνται:
- «Συνταγές» για να να γίνουν τα παιδιά σου σωστοί και καλοί άνθρωποι.
- «Συνταγές» για επιτυχημένη σταδιοδρομία.
- «Συνταγές» για ανθρώπινες (κυριολεκτικά) σχέσεις.
Μήπως –λέω– τελικά η καλύτερη παντός είδους συνταγή είναι απλώς η… καμία συνταγή; Μήπως να ακολουθήσουμε τον τίτλο του ευφάνταστου βιβλίου και να τις ξεχάσουμε; Και να χαρούμε ολόψυχα τη διαδρομή – που μπορεί να μας οδηγήσει με περισσότερες πιθανότητες στην επιτυχία;
Αυτή κι αν θα ήταν επιτυχημένη συνταγή!
Διαβάστε επίσης στην αθηΝΕΑ: