Αν δεν έκανα τη δουλειά που κάνω, θα ήθελα να σχεδιάζω παγκάκια. Προτού γελάσεις, σκέψου πότε ήταν η τελευταία φορά που κάθισες σε ένα παγκάκι και το ευχαριστήθηκες με την καρδιά σου. Το σωστό παγκάκι δεν πυρακτώνεται το καλοκαίρι, δεν παγώνει τον χειμώνα, δεν μουλιάζει στην πρώτη μπόρα. Καθαρίζεται εύκολα και, αν φθαρεί, η ζημιά διορθώνεται χωρίς καθυστερήσεις. Επιπλέον, είναι άνετο για να κάθεσαι μόνος σου ή με παρέα.
Στη φούσκα που έχω επιμελώς δημιουργήσει στο Facebook μου, είδα το προηγούμενο διάστημα αρκετές φορές αναδημοσιευμένη την ανάρτηση της επίκουρης καθηγήτριας Αστικού και Πολεοδομικού Σχεδιασμού του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Φυλλιώς Κατσαβουνίδου σχετικά με την παιδική χαρά που παρέδωσε ο Δήμος Θεσσαλονίκης στο Πεδίον του Άρεως.
Είναι μια μικρή παιδική χαρά, περιποιημένη, θα μπορούσε κανείς να πει πως θα έκανε χαρούμενα δεκάδες παιδιά και γονείς που μένουν στην περιοχή. Κάτι τέτοιο όμως δεν θα συμβεί. Τουλάχιστον όχι πριν από τα τέλη του Σεπτεμβρίου. Γιατί η ολοκαίνουργια παιδική χαρά δεν έχει την παραμικρή σκιά. Ούτε λίγη. Και είναι τόσο προφανής η έλλειψή της που, πραγματικά, αναρωτιέσαι πώς κανείς από όσους ενεπλάκησαν στην κατασκευή της δεν το παρατήρησε. Και αν το παρατήρησε, πόσο θα έβγαινε εκτός προϋπολογισμού το έργο αν τοποθετούνταν και μια τέντα από πάνω.
Η ανάρτηση με οδήγησε στο να αναζητήσω και τις νέες παιδικές χαρές που παρέδωσε ο Δήμος της Αθήνας το τελευταίο εξάμηνο, για να διαπιστώσω το ίδιο: για όσες από αυτές δεν ήταν τοποθετημένες σε σημεία με ήδη έντονη βλάστηση δεν είχε γίνει καμία πρόβλεψη σκίασης. Δεν χρειάζεται να είναι γονέας ή κηδεμόνας κάποιος για να γνωρίζει πως οι ώρες χρήσης μιας παιδικής χαράς είναι αυτές με τη μεγαλύτερη ηλιοφάνεια και πως, αφού δύσει ο ήλιος, η χρήση της μειώνεται κατακόρυφα. Οπότε μία παιδική χαρά χωρίς σκιά είναι σαν ποδήλατο χωρίς ρόδες: απολύτως αδύνατον να χρησιμοποιηθεί.
Το ζήτημα το σχεδιασμού της «αστικής επίπλωσης» μοιάζει απλό, αλλά δεν είναι. Σε μια χώρα όπου ο υπαίθριος βίος είναι κανόνας, θα περίμενε κανείς τα διάφορα στοιχεία, από τα παγκάκια μέχρι τους κάδους απορριμμάτων, και βέβαια οι παιδικές χαρές, να είναι προϊόντα καλύτερου σχεδιασμού. Λέγοντας καλύτερου εννοώ ορθολογικότερου, όχι ομορφότερου. Συχνά δημιουργείται η εντύπωση πως ο καλός σχεδιασμός είναι θέμα καλαισθησίας, γράφει καλά στη φωτογραφία – κάθε άλλο όμως. Ο καλός σχεδιασμός ανταποκρίνεται σε συγκεκριμένες ανάγκες που προκύπτουν από τους χρήστες και τα ειδικά χαρακτηριστικά του τόπου.
Σε άλλες πόλεις (όσο κι αν η σύγκριση μοιάζει συχνά γραφική, είναι, δυστυχώς, αναπόφευκτη) ο σχεδιασμός των «δημόσιων καθιστικών» είναι προϊόν δημιουργικού πειραματισμού. Κατά τη διάρκεια ενός πρόσφατου ταξιδιού μου στη Βουδαπέστη, ξεκίνησα να φωτογραφίζω τα διάφορα δημόσια καθίσματα και, ανατρέχοντας τώρα στις φωτογραφίες μου, μετράω έντεκα διαφορετικές τυπολογίες: άλλες περισσότερο επιτυχημένες, άλλες λιγότερο. Βλέποντάς τες όμως, κανείς δεν μπορεί να πει ότι τοποθετήθηκαν «διαδικαστικά» ή βιαστικά, για να φωτογραφηθούν και να αναρτηθούν στα κοινωνικά δίκτυα κάποιου δημάρχου.
Διαβάστε επίσης στην αθηΝΕΑ:
«Το Μέλλον απ’ το Παρελθόν»* στην Πλατεία Καλλιγά