Είναι τα Αυτοκινούμενα Οχήματα το Μέλλον;

A car that is driverless

Τα αυτοκινούμενα οχήματα, γνωστά και ως autonomous vehicles ή self-driving cars, αποτελούν ίσως το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα της τεχνολογικής μετάβασης που βιώνει ο κόσμος της μετακίνησης. Μέχρι πριν από λίγα χρόνια έμοιαζαν με σενάριο επιστημονικής φαντασίας, σήμερα όμως κυκλοφορούν ήδη δοκιμαστικά σε πόλεις των Ηνωμένων Πολιτειών, της Ιαπωνίας, αλλά και της Ευρώπης, προκαλώντας ενθουσιασμό, αμφιβολίες και πολλές συζητήσεις για το μέλλον. Η εικόνα ενός αυτοκινήτου χωρίς οδηγό στο τιμόνι, που κινείται με τη βοήθεια αισθητήρων, καμερών και τεχνητής νοημοσύνης, αποτελεί για πολλούς ίσως το πιο χαρακτηριστικό σύμβολο μιας νέας εποχής. Για άλλους, όμως, είναι μια ανησυχητική υπενθύμιση του πόσο εύκολα μπορεί η τεχνολογία να ξεπεράσει την κοινωνική μας ετοιμότητα.

Τα επιχειρήματα υπέρ της αυτόνομης οδήγησης είναι πολλά και ισχυρά. Πρώτα απ’ όλα, η ασφάλεια. Σύμφωνα με διεθνείς στατιστικές, περισσότερο από το 90% των τροχαίων ατυχημάτων οφείλεται σε ανθρώπινο λάθος – στην κούραση, στην απροσεξία, στην υπερβολική ταχύτητα ή στη χρήση κινητού τηλεφώνου. Ένα αυτόνομο σύστημα δεν κουράζεται, δεν αποσπάται και δεν παίρνει παρορμητικές αποφάσεις. Ελέγχει ταυτόχρονα δεκάδες παραμέτρους του δρόμου, αντιδρά μέσα σε κλάσματα του δευτερολέπτου και διατηρεί σταθερή συμπεριφορά. Εφόσον λειτουργήσει σωστά, θα μπορούσε να μειώσει δραστικά τα ατυχήματα, να σώσει ζωές και να μειώσει το κόστος για τα συστήματα υγείας και τις ασφαλιστικές εταιρείες.

Oι υποστηρικτές της τεχνολογίας πιστεύουν ότι τα αυτοκινούμενα μπορούν να γίνουν βασικός κρίκος σε ένα βιώσιμο μοντέλο «έξυπνων πόλεων», όπου τα οχήματα επικοινωνούν μεταξύ τους και με τα φανάρια, ρυθμίζοντας μόνα τους την κυκλοφορία με ελάχιστα μποτιλιαρίσματα.

Ένα δεύτερο σημαντικό πλεονέκτημα είναι η προσβασιμότητα. Η αυτόνομη οδήγηση υπόσχεται να απελευθερώσει εκατομμύρια ανθρώπους που σήμερα δεν μπορούν να οδηγήσουν – ηλικιωμένους, άτομα με αναπηρίες, εφήβους χωρίς δίπλωμα ή πολίτες που ζουν σε περιοχές χωρίς επαρκείς συγκοινωνίες. Ένας στόλος αυτοκινούμενων ταξί ή λεωφορείων θα μπορούσε να μεταμορφώσει ριζικά τη δημόσια μετακίνηση, μειώνοντας την ανάγκη για ιδιωτικά οχήματα και περιορίζοντας τις εκπομπές ρύπων. Στην πραγματικότητα, οι υποστηρικτές της τεχνολογίας πιστεύουν ότι τα αυτοκινούμενα μπορούν να γίνουν βασικός κρίκος σε ένα βιώσιμο μοντέλο «έξυπνων πόλεων», όπου τα οχήματα επικοινωνούν μεταξύ τους και με τα φανάρια, ρυθμίζοντας μόνα τους την κυκλοφορία με ελάχιστα μποτιλιαρίσματα.

Ωστόσο, η άλλη πλευρά της εικόνας παραμένει πιο σύνθετη. Παρά τα θεαματικά άλματα των τελευταίων ετών, η πλήρης αυτονομία απέχει ακόμη πολύ. Τα αυτοκινούμενα οχήματα δυσκολεύονται να ανταποκριθούν σε σύνθετα ή απρόβλεπτα σενάρια, όπως όταν ένας πεζός κινείται εκτός διάβασης, όταν ένα παιδί πετάγεται ξαφνικά στο δρόμο ή όταν το περιβάλλον αλλάζει απότομα λόγω καιρού ή έργων. Οι κάμερες και τα ραντάρ μπορεί να «τυφλωθούν» από τη λάμψη του ήλιου ή τη βροχή, ενώ οι αλγόριθμοι χρειάζονται τεράστιες ποσότητες δεδομένων για να προβλέψουν κάθε πιθανή κατάσταση. Ακόμα και εταιρείες πρωτοπόροι, όπως η Tesla ή η Waymo, έχουν αντιμετωπίσει περιστατικά όπου το σύστημα απέτυχε να αντιδράσει σωστά, προκαλώντας ατυχήματα.

Πέρα όμως από την τεχνολογία, τα προβλήματα είναι βαθύτερα και αγγίζουν την κοινωνία και τη νομοθεσία. Ποιος είναι υπεύθυνος όταν ένα αυτόνομο όχημα προκαλεί ζημιά ή τραυματισμό; Ο ιδιοκτήτης, ο κατασκευαστής του οχήματος ή η εταιρεία που ανέπτυξε το λογισμικό; Οι νομοθεσίες των κρατών δεν έχουν ακόμη καταλήξει σε σαφές πλαίσιο και κάθε περιστατικό ανοίγει νέες νομικές συζητήσεις. Η ασφάλιση των αυτόνομων οχημάτων παραμένει επίσης γκρίζα ζώνη, ενώ το κόστος για την ανάπτυξη και τη συντήρησή τους είναι ακόμα πολύ υψηλό για τον μέσο καταναλωτή.

Εκατομμύρια οδηγοί ταξί, φορτηγών ή λεωφορείων ενδέχεται να δουν τις δουλειές τους να απειλούνται, ενώ νέες θέσεις θα δημιουργηθούν στους τομείς της μηχανικής, της κυβερνοασφάλειας και της ανάλυσης δεδομένων.

Προστίθενται και ζητήματα ηθικής φύσης. Αν το σύστημα πρέπει να επιλέξει ανάμεσα σε δύο κακά –να προστατεύσει τους επιβάτες ή τους πεζούς– ποιος ρυθμίζει τον «κανόνα» της απόφασης; Και σε ποιον ανήκουν τα δεδομένα που συλλέγουν αυτά τα οχήματα; Ένα αυτοκίνητο που κινείται με GPS,κάμερες και αισθητήρες καταγράφει αδιάκοπα εικόνες και πληροφορίες για το περιβάλλον, τους πεζούς και τις διαδρομές. Η δυνατότητα αυτής της παρακολούθησης προκαλεί εύλογες ανησυχίες για την ιδιωτικότητα και την ασφάλεια των προσωπικών δεδομένων.

Παράλληλα, η εξάπλωση των αυτοκινούμενων οχημάτων θα επιφέρει μεγάλες αλλαγές στην αγορά εργασίας. Εκατομμύρια οδηγοί ταξί, φορτηγών ή λεωφορείων ενδέχεται να δουν τις δουλειές τους να απειλούνται, ενώ νέες θέσεις θα δημιουργηθούν στους τομείς της μηχανικής, της κυβερνοασφάλειας και της ανάλυσης δεδομένων. Η μετάβαση όμως δεν θα είναι εύκολη, ούτε κοινωνικά ομαλή. Οι κυβερνήσεις θα κληθούν να διαχειριστούν ένα ευρύ κύμα επανακατάρτισης και ανακατανομής εργατικού δυναμικού.

Σε πολλές χώρες, οι αρχές έχουν επιλέξει έναν προσεκτικό δρόμο: τα αυτόνομα οχήματα επιτρέπονται υπό αυστηρούς όρους και σε περιορισμένες ζώνες. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, για παράδειγμα, ορισμένες πολιτείες έχουν εγκρίνει τη λειτουργία robotaxis σε συγκεκριμένες πόλεις, αλλά με συνεχή εποπτεία. Στην Ευρώπη, η προσέγγιση είναι ακόμη πιο συντηρητική, με έμφαση στην ασφάλεια, τη διαφάνεια και τη συμμόρφωση με αυστηρά πρότυπα. Συγκεκριμένα, εκτός από τη συνεχή εποπτεία, υπάρχουν και σαφείς γεωγραφικοί περιορισμοί, ενώ απέχουμε πολύ από τη γενικευμένη υιοθέτηση που αναμένεται να γίνει σταδιακά και σε βάθος χρόνου, αφού πρώτα επιλυθούν σημαντικά θέματα υποδομών και ρυθμιστικού πλαισίου.

Το μέλλον, ωστόσο, μοιάζει αναπόφευκτο. Η τεχνολογική πρόοδος δεν σταματά, απλώς επιβραδύνεται για να προσαρμοστεί στα ανθρώπινα μέτρα. Το πιθανότερο είναι ότι τα επόμενα χρόνια θα δούμε μια σταδιακή ενσωμάτωση της αυτόνομης οδήγησης στην καθημερινότητα, ξεκινώντας από τις εμπορικές μεταφορές, τις διανομές και τα οχήματα κοινής χρήσης. Η πλήρης αυτονομία, χωρίς καθόλου ανθρώπινη παρέμβαση, ίσως χρειαστεί δεκαετίες για να γίνει πραγματικότητα σε ευρεία κλίμακα. Όμως, κάθε βήμα φέρνει νέες εμπειρίες, νέες ρυθμίσεις και μια όλο και πιο ώριμη σχέση ανάμεσα στον άνθρωπο και τη μηχανή.

Τα αυτοκινούμενα οχήματα δεν είναι, όμως, απλώς ένα τεχνολογικό επίτευγμα. Είναι ένας καθρέφτης του πώς η κοινωνία αντιλαμβάνεται την πρόοδο, την ευθύνη και την ασφάλεια. Το αν θα τα αποδεχθούμε ή θα τα φοβηθούμε και θα τα απορρίψουμε εξαρτάται από το πόσο έτοιμοι είμαστε να παραχωρήσουμε τον έλεγχο – και να εμπιστευτούμε την τεχνητή νοημοσύνη όχι μόνο με το τιμόνι, αλλά και με τη ζωή μας. Το μέλλον της μετακίνησης φαίνεται αυτόνομο, αλλά η πορεία προς τα εκεί θα χρειαστεί κάτι που καμία μηχανή δεν διαθέτει ακόμη: κοινή λογική, σύνεση και συλλογική ευθύνη.

 

Διαβάστε επίσης στην αθηΝΕΑ: 

Tο Eλληνικό Kράτος μας Ζητά να Γίνουμε Καταδότες;

Το Τέλος του Διεθνούς Διαστημικού Σταθμού: Και Μετά;

Το Νέο Δημογραφικό: Η ΑΙ και το Μέλλον της Εργασίας

Ο Γιώργος Βελισσάριος σπούδασε στο ΕΜΠ, το Imperial College και το Harvard και είχε την καλή τύχη να ασχοληθεί για περισσότερα από 25 χρόνια με την επικοινωνία και το μάρκετινγκ. Στο διάστημα αυτό πέρασε από διευθυντικές θέσεις σε περισσότερες από 10 ελληνικές και πολυεθνικές εταιρείες. Συνηθίζει να επαναπροσδιορίζεται επαγγελματικά και σήμερα ασχολείται με τον οινοτουρισμό και την αθηΝΕΑ.

ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ

Τα σημαντικότερα νέα της ημέρας, στο inbox σου κάθε μεσημέρι!

ΕΓΓPΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER

+