Για μία σοκολάτα 100 γραμμαρίων χρειάζονται 1.700 λίτρα νερού. Αντίστοιχα, ένας χυμός μήλου 200 ml έχει υδατικό αποτύπωμα 230 λίτρων.
Γενικά, η ποσότητα ενέργειας και πρώτων υλών από το κακαόδεντρο μέχρι την τέλεια συσκευασμένη σοκολατένια λιχουδιά μας είναι εντυπωσιακή και, κατά συνέπεια, περιβαλλοντικά επιζήμια. Και αυτομάτως τίθεται το ερώτημα: μπορεί ποτέ η σοκολάτα, ως μια καθημερινή –και εθιστική πολλές φορές– τροφή να θεωρηθεί και ηθική επιλογή;
Με δεδομένο τον αντίκτυπο της κλιματικής αλλαγής που γίνεται όλο και πιο έντονα αισθητός στις περιοχές όπου καλλιεργούνται τα κακαόδεντρα και έχοντας κατά νου πως η βιομηχανία κακάο έχει, εκτός των άλλων, συνδεθεί με την αποψίλωση των δασών και την παιδική εργασία, τότε το ερώτημα που οι απανταχού σοκολατοφάγοι επί της Γης οφείλουν (-ουμε) να αναλογιστούν (-ούμε) δεν μοιάζει τόσο παράλογο.
Αλλά πριν γίνει αυτό, ίσως χρειαστεί, έτσι κι αλλιώς, να αρχίσουμε να σκεφτόμαστε –είτε το θέλουμε είτε όχι– τη μείωση της κατανάλωσης σοκολάτας εξαιτίας μιας τιμής που γίνεται όλο και πιο τσουχτερή.
Η Ξέφρενη Κούρσα της Τιμής του Κακάο
Πριν από λίγο καιρό, τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης του κακάο ξεπέρασαν τα 10.000 δολάρια ανά τόνο, ακολουθώντας μια ξέφρενη ανοδική πορεία που έχει οδηγήσει στον υπερδιπλασιασμό των τιμών. Το κακάο, σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς, είναι το πιο «καυτό» εμπόρευμα πλέον στον κόσμο, ξεπερνώντας ακόμη και την τιμή του χαλκού.
Περίπου το 70% της παγκόσμιας παραγωγής κακάο προέρχεται από τα κράτη της Δυτικής Αφρικής, με επικεφαλής την Ακτή του Ελεφαντοστού και την Γκάνα, μεγάλο μέρος των οποίων εξάγεται (η Ευρώπη και η Βόρεια Αμερική καταναλώνουν περίπου το 70% του συνόλου της σοκολάτας που παράγεται παγκοσμίως).
Τα ακραία καιρικά μοτίβα που σημειώνονται σε αυτές τις χώρες τα τελευταία χρόνια, η άνοδος της θερμοκρασίας και η ξηρασία, που συνδέονται και με την ανάπτυξη ασθενειών στα δέντρα, είναι καταστροφικά για τις καλλιέργειές τους. Εκτός των άλλων, τα παράνομα ορυχεία χρυσού έχουν καταλάβει μεγάλες εκτάσεις παραγωγικών εδαφών κακάο στην Γκάνα. Είναι συχνά δύσκολο για τους αγρότες μικρής κλίμακας –που ζουν με πολύ χαμηλά εισοδήματα– να αντισταθούν στην πώληση μέρους της γης τους για εξόρυξη. Όπως το έθεσε ένας καλλιεργητής κακάο: «Κάθε μήνα με πληρώνουν 500 δολάρια και είμαι ευχαριστημένος με αυτό γιατί δεν πρόκειται να βγάλω τόσα χρήματα από την επιχείρησή μου με το κακάο».
Η ρυθμιστική αρχή κακάο της Ακτής Ελεφαντοστού (Le Conseil Cafe-Cacao) ήδη σταμάτησε τις προθεσμιακές πωλήσεις κακάο για τη σεζόν 2024-25 εξαιτίας της μείωσης της παραγωγής. Γενικά, ο Διεθνής Οργανισμός Κακάο και οι έμποροι κακάο εκτιμούν ότι η παγκόσμια παραγωγή θα μπορούσε να μειωθεί φέτος κατά περίπου μισό εκατομμύριο τόνους.
Παράλληλα ανεβαίνουν και οι τιμές της ζάχαρης – κατά 8% το 2024, ενώ είχαν ήδη αυξηθεί την προηγούμενη χρονιά. Η ζάχαρη παράγεται σε όλο τον κόσμο και ως εκ τούτου αντιμετωπίζει διαφορετικές κλιματικές προκλήσεις, ωστόσο η ξηρασία στην Ταϊλάνδη και στην Ινδία, για παράδειγμα, σε δύο από τις μεγαλύτερες χώρες παραγωγής ζάχαρης, είναι ιδιαίτερα επιβαρυντική για τις καλλιέργειες.
Εκτός τις ιδιαίτερες περιβαλλοντικές συνθήκες που συνδέονται με την κλιματική αλλαγή, η σοκολάτα γίνεται όλο και πιο ακριβή τις δύο τελευταίες δεκαετίες –από τη δεκαετία του 2000 έχει σημειωθεί αύξηση στις τιμές του κακάο έως και 50%– και εξαιτίας της αυξανόμενης παγκόσμιας ζήτησης για κακάο. Και, σύμφωνα με όρους σύνθετου ετήσιου ρυθμού ανάπτυξης (CAGR), η ζήτηση αυτή αναμένεται να αυξηθεί ακόμα περισσότερο.
Όπως ένα Μπουκάλι Κρασί…
Έχει ενδιαφέρον, ωστόσο, να παραθέσουμε και την άποψη του Dan Maloney, ο οποίος διευθύνει τη Sol Cacao, μια επιχείρηση σοκολάτας στο Μπρονξ, μαζί με τα δύο αδέλφια του: «Η υψηλή τιμή του κακάο δεν άλλαξε ποτέ», λέει, «είναι σχεδόν σαν η χύμα τιμή να προσέγγισε την premium, όμως εμείς πάντα πληρώναμε premium».
Αναφέρει ότι πλήρωνε ήδη 9.000-12.000 δολάρια για έναν τόνο κακάο υψηλής ποιότητας, το οποίο προμηθεύεται από αγρότες σε όλο τον κόσμο, ιδίως από τη Λατινική Αμερική και την Αφρική, χρεώνοντας βέβαια τις σοκολάτες του πιο ακριβά, καθώς έτσι, υποστηρίζει, διασφαλίζει την ποιότητα του προϊόντος και την ηθική μεταχείριση των αγροτών της βιομηχανίας, η οποία έχει ιστορικό εκμετάλλευσης παιδιών και «σκλαβωμένων» ανθρώπων.
«Εμπορεύονται τη σοκολάτα σαν καραμέλα», λέει ο κ. Maloney για τους μεγάλους κατασκευαστές. «Εμείς την εμπορευόμαστε περισσότερο ως προϊόν πολυτελείας, κάτι που μπορείς να απολαύσεις, όπως ένα μπουκάλι κρασί».
Το συμπέρασμα είναι πως η σοκολάτα, απ’ ό,τι δείχνουν τα στοιχεία, είναι εδώ για να μείνει, οι σοκολατοβιομηχανίες θα παραμείνουν επικερδείς –στο άμεσο τουλάχιστον μέλλον– και όσο για εμάς… Μάλλον αναμένεται να πληρώνουμε όλο και πιο ακριβά τη σοκολατένια μας αδυναμία.
Διαβάστε επίσης στην αθηΝΕΑ:
Με Πράσινο ή με Σπασμένο Αυγό Βαθμολογείται η Αγαπημένη σας Σοκολάτα;
From Farm to Fork με Ξεναγό την Έφη Λαζαρίδου
Αμπέλι και Νερό: Μια Αμφιλεγόμενη Σχέση