Το δεύτερο editorial της χρονιάς είναι πάνω σ’ ένα θέμα που θα θέλαμε να θεωρούμε πια δευτερεύον ή ακόμα και τριτεύον. Θα θέλαμε να έχουμε αφήσει την πανδημία πίσω μας. Ή, έστω, να αισθανόμαστε ασφάλεια ότι ο στόχος που είχε τεθεί για την οικοδόμηση ενός τείχους ανοσίας μέσα από τον εμβολιασμό μέχρι το φθινόπωρο έχει επιτευχθεί.
Οι Εμβολιασμοί
Δεν είμαστε ακόμα εκεί. Μόλις το 52-53% του γενικού πληθυσμού έχει εμβολιαστεί, κάτω από τον αντίστοιχο μέσο όρο στην Ευρώπη. Όμως η πανδημία έχει αλλάξει πρόσωπο. Οι συνθήκες που καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε είναι διαφορετικές.
Καταρχήν, τα εμβόλια φαίνεται να μας προστατεύουν αποτελεσματικά από τη βαριά νόσηση από Covid-19. Μεγάλη υπόθεση αυτό και ο βασικός λόγος που μας κάνει να ελπίζουμε ότι αυτή η χρονιά μπορεί να κυλήσει ομαλότερα από τις δύο προηγούμενες.
Οι Αρνητές
Λίγες μέρες πριν την επίσημη έναρξη της σχολικής χρονιάς, περίπου 1 στα 5 νέα κρούσματα κορωνοϊού στη χώρα μας εντοπίζεται σε παιδιά
Ο μόνος λόγος που το εθνικό σύστημα υγείας αυτή τη στιγμή αντέχει τους αριθμούς κρουσμάτων που καταγράφονται σε ημερήσια βάση -που είναι από τις αρχές Ιουλίου σταθερά τετραψήφιοι, ξεπερνώντας σε διάφορες περιοδικές εξάρσεις τις 4.000- είναι γιατί οι πλήρως εμβολιασμένοι, ακόμα κι όταν νοσούν, επιβαρύνουν το σύστημα υγείας πολύ λιγότερο.
Λίγο Πριν το Πρώτο Κουδούνι
Όμως, ακόμα και αν ο ιός προορίζεται να γίνει ενδημικός στον πληθυσμό, όπως ο ιός της γρίπης, να κυκλοφορεί δηλαδή ανάμεσά μας αλλά να έχουμε πια οι περισσότεροι αναπτύξει κάποιο επίπεδο ανοσίας απέναντί του, είτε κατόπιν φυσικής μόλυνσης είτε κατόπιν εμβολιασμού, δεν είμαστε ούτε εκεί ακόμα. Ο ιός εξακολουθεί να κυκλοφορεί ευρέως. Και όσο περισσότερο κυκλοφορεί θα μεταλλάσσεται, έτσι τα δεδομένα μπορούν πάντα να αλλάξουν προς το χειρότερο. Ελπίζουμε πως αυτό δεν θα συμβεί, αλλά δεν το ξέρουμε.
Τί Πρέπει να Κάνουμε;
Διαβάστε ακόμα στην αθηΝΕΑ