Διαβάζουν τα Παιδιά μας; Μάλλον Όσο κι Εμείς…

Παιδί και ανάγνωση

Η έρευνα «Παιδί και Ανάγνωση» έρχεται να επιβεβαιώσει πολλές από τις σκέψεις που έχουμε κάνει κατά καιρούς για τις αναγνωστικές συνήθειες των παιδιών. Πως και σε αυτό το πεδίο, τα παιδιά είναι ο καθρέφτης μας.

Ο ρόλος της οικογένειας, και εδώ καθοριστικός: «Η μαθητεία στην ανάγνωση εγγράφεται αρχικά στα σώματα των παιδιών μέσω των αντίστοιχων οικογενειακών πρακτικών», αναφέρεται στα συμπεράσματα της έρευνας.

Πράγματι, τα αποτελέσματα δείχνουν πως όσο υψηλότερο είναι το μορφωτικό επίπεδο της οικογένειας τόσο πιο υψηλή και αυξημένη είναι η πρόσβαση των παιδιών στο βιβλίο. Ωστόσο, αυτό δεν συνδέεται πάντα με την οικονομική ευχέρεια ή με το επάγγελμα των γονιών, παράγοντες που ευνοούν την πρόσβαση στο βιβλίο, αλλά που είναι λιγότερο επιδραστικοί.

Γενικότερα, τα παιδιά γονιών με υψηλότερο μορφωτικό επίπεδο έχουν πιο στενή σχέση με την ανάγνωση: διαβάζουν περισσότερα βιβλία γενικά, περισσότερη λογοτεχνία ειδικά, δανείζονται πιο συχνά βιβλία, εγγράφονται πιο συχνά συνδρομητές σε παιδικά περιοδικά, βλέπουν περισσότερο τους γονείς τους να διαβάζουν, εκτίθενται λιγότερο στην τηλεόραση και σε άλλες οθόνες.

«Το παιδί που εμπλέκεται σταθερά και συστηματικά στην αναγνωστική πρακτική (αρχίζει να) κατανοεί τον κόσμο της ανάγνωσης σιγά σιγά, πολύ καλά, κατά μία έννοια, να τον βιώνει ως αυτονόητο κόσμο».

Οι γονείς τους τους αγοράζουν βιβλία και μιλούν περισσότερο μαζί τους γι’ αυτά, τους διαβάζουν ιστορίες και παραμύθια σε μεγαλύτερο βαθμό, ενώ τους επιτρέπουν και να διαβάζουν βιβλία που είναι για μεγαλύτερες ή μικρότερες ηλικίες. Είναι οι ίδιοι εντατικοί αναγνώστες, ενώ το βιβλίο κατέχει κεντρική θέση στις οικογενειακές «αλληλοδράσεις και στις τροπικότητες της κοινωνικότητας» αυτών των οικογενειών.

Σημαντική είναι και η πρακτική, όταν τα παιδιά βρίσκονται σε μια ηλικία που δεν γνωρίζουν ακόμα να διαβάζουν με τρόπο αυτόνομο, να τους διαβάζουν οι γονείς, καθώς έτσι διαπιστώθηκε ότι συγκροτείται μια μόνιμη και έντονη σχέση με τον γραπτό και προφορικό λόγο.

Έτσι, όπως αναφέρεται σε ένα άλλο συμπέρασμα της έρευνας, «Το παιδί που εμπλέκεται σταθερά και συστηματικά στην αναγνωστική πρακτική (αρχίζει να) κατανοεί τον κόσμο της ανάγνωσης σιγά σιγά, πολύ καλά, κατά μία έννοια, να τον βιώνει ως αυτονόητο κόσμο».

Το πώς επιλέγουν τα παιδιά τα βιβλία ή οι γονείς τους και τι στόχευση ή κριτήρια έχει αυτή η επιλογή είναι άλλη μια ενότητα της έρευνας που έχει ενδιαφέρον. Όπως επίσης και τα ζητήματα «έμφυλης διάστασης» που αναδείχθηκαν –ναι, και εδώ–, αλλά και οι  προτάεις που προκύπτουν βάσει των αποτελεσμάτων.

Τα Κριτήρια στην Επιλογή των Βιβλίων

Τα αποτελέσματα δείχνουν πως τα παιδιά των λαϊκών τάξεων επιλέγουν, τις περισσότερες φορές, τυχαία και μόνα τους τα βιβλία. Στις περιπτώσεις που επιλέγουν οι γονείς τα βιβλία τους, αυτά έχουν περισσότερο «πρακτικό χαρακτήρα», με σκοπό να κατανοήσουν την πραγματικότητα, να μάθουν τρόπους αντίδρασης και συμπεριφοράς σε καταστάσεις της καθημερινής ζωής, ενώ τονίζεται και η ηθική διάσταση που στοχεύει στην κανονικοποίηση στο πλαίσιο αυτής της καθημερινής ζωής.

Σπάνια τα παιδιά έχουν προσδοκίες τελείως (παρ)άλογες, «εκτός τόπου και χρόνου». Αντίθετα, συνδέονται πάντα με τη δεδομένη πρακτική οικογενειακή, και ευρύτερα συλλογική, σφαίρα.

Οι γονείς με ισχυρό πολιτισμικό κεφάλαιο, χρησιμοποιούν τρία σύνολα κριτηρίων στην επιλογή των βιβλίων των παιδιών τους. Αυτά αφορούν την εκμάθηση –θεωρώντας ωστόσο «πολύ ανιαρή, αφελή, μη “σοβαρή” και άχρηστη τη διδακτική λογοτεχνία και την ηθικοπλαστική της διάσταση»– την αισθητική και την ευχαρίστηση. Γι’ αυτούς, η παιδική λογοτεχνία οφείλει να αντιμετωπίζεται «σύμφωνα με τις ποιητικές, φαντασιακές και αισθητικές της λειτουργίες παρά με την πρακτική της λειτουργία».

Παιδί και Ανάγνωση

Από την άλλη, οι αναγνωστικές προσδοκίες των παιδιών είναι πολύ καλά προσαρμοσμένες στις «αντικειμενικές ευκαιρίες» που τους δίνονται. Σπάνια τα παιδιά έχουν προσδοκίες τελείως (παρ)άλογες, «εκτός τόπου και χρόνου». Αντίθετα, συνδέονται πάντα με τη δεδομένη πρακτική οικογενειακή, και ευρύτερα συλλογική, σφαίρα. Τα παιδιά για τα οποία «η αναγνωστική πρακτική αποτελεί α-πίθανο γεγονός, έστω γεγονός μικρής συχνότητας στις οικογενειακές πρακτικές» θεωρούν την ανάγνωση αμελητέας σημασίας και αξίας.

Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται σε ένα άλλο συμπέρασμα της έρευνας, «Τα παιδιά κατασκευάζουν την αναγνωστική, κοινωνική πραγματικότητά τους και προσπαθούν ενίοτε να αναδείξουν και να προωθήσουν ή ακόμα και να επιβάλουν τις επιλογές τους, αλλά το κάνουν πάντα με απόψεις, συμφέροντα και αρχές καθορισμένες από τη θέση που κατέχουν μέσα στον κοινωνικό κόσμο που ζουν και επιθυμούν να ζήσουν».

Τα Κορίτσια Έχουν «Ατού»…

Ένα άλλο ενδιαφέρον στοιχείο που ανέδειξε η έρευνα είναι πως οι άνδρες γονείς δηλώνουν ότι επιβλέπουν λιγότερο τι διαβάζουν τα παιδιά, θεωρούν λιγότερο σημαντική την εντατική ανάγνωση, συμβουλεύονται ειδικούς για την αγορά βιβλίου σε μικρότερο βαθμό και μιλούν λιγότερο με το παιδί τους για τα βιβλία που διάβασε. Από την άλλη, επιθυμούν σε μεγαλύτερο βαθμό το παιδί τους να αποκτήσει διδακτορικό δίπλωμα!

Επίσης, οι πατεράδες μεταξύ των λιγότερο διπλωματούχων γονέων δεν διαβάζουν καθόλου, ενώ οι μητέρες διαβάζουν σχετικά περισσότερο. Αυτή η έμφυλη διαφοροποίηση φαίνεται να συγκροτεί ένα «ατού» για τα κορίτσια των λαϊκών τάξεων, κυρίως σε θέματα σχολικής επιτυχίας.

Σε ό,τι αφορά τη σχέση φύλου και αναγνωστικής πρακτικής στα ίδια τα παιδιά, για τα αγόρια αναγνώστες η ανάγνωση είναι περισσότερο τεχνική ικανότητα παρά συνθήκη πρόσβασης στην πολιτισμική πρακτική, όπως παρατηρείται πιο συχνά στα κορίτσια.

Οι Προτάσεις της Έρευνας

Παιδί και Ανάγνωση

Όπως προκύπτει από την έρευνα, η άνιση σχέση με την ανάγνωση, την οποία βιώνουν τα παιδιά που προέρχονται από συγκεκριμένες κοινωνικές ομάδες, παράγει κοινωνικές, πολιτισμικές και οικονομικές ανισότητες. Αυτό σημαίνει πως ο ρόλος της εκπαίδευσης στη συγκρότηση μιας σχέσης αγάπης του παιδιού με την ανάγνωση είναι ισχυρά καθοριστικός και ποιοτικός, κάτι που αποτυπώνεται με έμφαση στις προτάσεις της έρευνας:

  • Έμφαση, από το δημοτικό σχολείο, σε ασκήσεις έκφρασης της σκέψης των παιδιών.
  • Στελέχωση κάθε σχολείου με το ίδιο ποσοστό διδασκόντων με διαφορετικά προσόντα και παροχή του ίδιου πολιτιστικού εξοπλισμού.
  • Δημιουργία σώματος βοηθών εκπαίδευσης, σωστά αμειβόμενων, με προοπτικές καριέρας, οι οποίοι, έχοντας ειδική κατάρτιση, θα κάνουν φροντιστηριακού τύπου αναγνωστική μελέτη.
  • Συμπληρωματικές εκπαιδεύσεις ανάκτησης και επανόρθωσης της αναγνωστικής ικανότητας, τόσο κατά τη διάρκεια της σχολικής χρονιάς όσο και κατά τη διάρκεια των διακοπών.
  • Γεφύρωση του χάσματος ανάμεσα στους περιφερειακούς και στους περιθωριακούς θεσμούς εκπαίδευσης ή διάδοσης της αναγνωστικής πρακτικής και του σχολικού θεσμού.

«Επιπλέον παιδιά-αναγνώστες «χάνονται» σταδιακά και αυτό σε έναν βαθμό οφείλεται στο ότι στα μάτια των παιδιών, από πολύ μικρή ηλικία, το βιβλίο παύει να αποτελεί διασκέδαση και η ανάγνωσή του αποκτά υποχρεωτικό χαρακτήρα».

Από την Παρουσίαση της Έρευνας

H Βασιλική Νίκα, πρόεδρος του Ελληνικού Τμήματος της ΙΒΒΥ – Κύκλος του Ελληνικού Παιδικού Βιβλίου, ΕΔΙΠ στο Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης του ΕΚΠΑ, ανέφερε στην παρουσίαση της έκθεσης: «Διάβασα λοιπόν την έρευνα και τα αποτελέσματα της αναζητώντας στοιχεία που σχετίζονται με την ανάγνωση για ευχαρίστηση και όχι την ανάγνωση για πληροφόρηση και έχοντας κατά νου και μία προηγούμενη, που έγινε 2003-04 […]. Και παρά το γεγονός ότι οι δύο αυτές έρευνες έγιναν με απόσταση 20 ετών, τα αποτελέσματά τους συγκλίνουν σε μεγάλο βαθμό». Όπως και στην έρευνα του 2003, «μοιάζει δηλαδή να θεωρείται η ανάγνωση ως κάτι το χρησιμοθηρικό, που είναι θα έλεγα ένα στοιχείο που συναντάμε σε κοινωνίες υπό ανάπτυξη και όχι τόσο αναπτυγμένες».

Ο Πάνος Χριστοδούλου, γενικός διευθυντής του Δικτύου για τα Δικαιώματα του Παιδιού, επίσης στην παρουσίαση της έρευνας, ανέφερε πως  «Πέρα λοιπόν από τις κοινωνικές ανισότητες, που πολύ σωστά αναδεικνύει η έρευνα ως παράγοντες μη πρόσβασης των παιδιών στο βιβλίο, επιπλέον παιδιά-αναγνώστες «χάνονται» σταδιακά και αυτό σε έναν βαθμό οφείλεται στο ότι στα μάτια των παιδιών, από πολύ μικρή ηλικία, το βιβλίο παύει να αποτελεί διασκέδαση και η ανάγνωσή του αποκτά υποχρεωτικό χαρακτήρα.

Η εκπόνηση μιας εθνικής στρατηγικής για το βιβλίο, αλλά επίσης και η πολιτική όσων ασχολούνται με το βιβλίο καθώς και η συμπεριφορά της ίδιας της οικογένειας, που θεωρεί το βιβλίο σημαντικό στοιχείο στην ανάπτυξη του παιδιού, θα πρέπει να λάβει υπόψη της και αυτά τα παραπάνω στοιχεία».

Η έρευνα του ΟΣΔΕΛ (Οργανισμός Συλλογικής Διαχείρισης Έργων του Λόγου) «Παιδί και Ανάγνωση» πραγματοποιήθηκε υπό την επιστημονική διεύθυνση του Νίκου Παναγιωτόπουλου, καθηγητή κοινωνιολογίας στο Τμήμα Επικοινωνίας και ΜΜΕ του ΕΚΠΑ. Η έρευνα διευρευνά αφενός τη σχέση που διατηρούν τα παιδιά με την ανάγνωση και αφετέρου τον ρόλο της εκπαίδευσης στη διαμόρφωση της σχέσης αυτής, για να καταλήξει στην πρόταση εξειδικευμένων πολιτικών φιλαναγνωσίας για όλες τις ομάδες του πληθυσμού.

 

Διαβάστε επίσης στην αθηΝΕΑ: 

Ρωτήσαμε ποιο Είναι το Αγαπημένο τους Παιδικό Βιβλίο

Οι Έφηβες Γίνονται «Μικρές Επικίνδυνες»…

10 Ερωτήσεις Αναζητούν Συγγραφέα | Παναγιώτης Χατζημωυσιάδης

ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΟΣ
ΕΠΙΜΕΛΗΤΡΙΑ ΚΕΙΜΕΝΩΝ
ΕΠΙΜΕΛΗΤΡΙΑ ΚΕΙΜΕΝΩΝ

H Δέσποινα Ράμμου διορθώνει και επιμελείται τα κείμενα της αθηΝΕΑς. Σπούδασε Θεολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και εργάστηκε ως διευθύντρια σύνταξης στην παιδική έκδοση της Καθημερινής, «Οι Ερευνητές Πάνε Παντού», και ως αρχισυντάκτρια στο περιοδικό GEO. Έχει συνεργαστεί ως επιμελήτρια κειμένων με περιοδικά και εκδοτικούς οίκους. Θεωρεί πως οι ωραίες ιστορίες αξίζει να ειπωθούν τόσο στα παιδιά όσο και στους μεγάλους.

ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ

Τα σημαντικότερα νέα της ημέρας, στο inbox σου κάθε μεσημέρι!

ΕΓΓPΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER

+