Τα τελευταία πολλά χρόνια ζούμε σε διαφορετικές χώρες, αλλά αυτές τις μέρες μου λείπει η αγκαλιά της. Όχι γιατί δεν έχω αγκαλιές εδώ, έχω… και πολλές μάλιστα, αλλά η αγκαλιά της μαμάς μου είναι μοναδική. Ίσως γιατί με ταξιδεύει πίσω στο χρόνο, τότε που δεν είχα να ανησυχώ για τίποτα γιατί ανησυχούσε εκείνη για λογαριασμό μου (μαζί με τον πατέρα μου).
Κυρίως όμως γιατί η αγκαλιά της μου δίνει δύναμη. Για κάποιο μαγικό λόγο καταφέρνω να “χωράω” ανάμεσα στα μικρά της χέρια, είναι άλλωστε πιο μικροκαμωμένη από μένα, να χάνομαι εκεί και να παγώνω το χρόνο.
Δε θυμάμαι πόσο χρονών ήμουν όταν κατάλαβα ότι η μαμά μου, όπως και όλες οι μανούλες του κόσμου, δεν είχε τελειώσει την Ανώτατη Σχολή Μαμαδίστικων Σπουδών και ότι απλά έκανε “ό,τι καλύτερο μπορούσε”, καθοδηγούμενη από το ένστικτό της και τις αρχές της. Κάπου σε εκείνη την ηλικία κατάλαβα επίσης ότι η δύναμη που μου δείχνει και μου δίνει δεν είναι επειδή τα ξέρει όλα ή επειδή έχει το μαγικό ραβδί, αλλά επειδή σα μητέρα νιώθει “ταγμένη” στο να στηρίζει τα παιδιά της, τον αδερφό μου κι εμένα.
Και ξαφνικά, στη νέα πραγματικότητα των αποστάσεων στην οποία όλοι οφείλουμε να προσαρμοστούμε για να σώσουμε ανθρώπινες ζωές, η αγκαλιά της μου μοιάζει το πολυτιμότερο και πιο σπάνιο αγαθό.
Όταν έκλεισα τα 18, σταδιακά άρχισε να μεταμορφώνεται από μαμά-μαμά σε μαμά-φίλη. Πέρασαν κάποια χρόνια για να καταλάβουμε η μία την άλλη μέσα από τσακωμούς, κλάματα και πολύωρες συζητήσεις που ήταν γεμάτες αγάπη, ένταση, αγκαλιές και λίγα ακόμη κλάματα…
Να καταλάβει εκείνη τα δικά μου “θέλω” κι εγώ τα δικά της. Να μου δώσει χώρο να της δείξω το δικό μου κόσμο, να με αφήσει να προκαλέσω τον τρόπο σκέψης της, χωρίς να προσπαθεί να με ακυρώσει. Να παλεύει με τον εαυτό της, μερικές φορές, για να αποδεχθεί την ενηλικίωσή μου, κι άλλες να με σπρώχνει να ανοίξω τα φτερά μου. Να με στηρίζει με όλη της ψυχή, ακόμη και σε επιλογές που μου είχε πει ξεκάθαρα, με ύφος απόγνωσης, “παιδί μου γιατί;” ως γνήσια Ελληνίδα μάνα. Ακόμη και τότε όμως, να είναι πάντα δίπλα μου, να με στηρίζει και να θαυμάζει το κάθε βήμα μου, όσο καλό ή κακό κι αν βγήκε, γιατί στα μάτια της ποτέ δεν ήταν ένα “λάθος”. Ήταν απλά η επιλογή μου.
Να καταλάβω κι εγώ τις δικές της αδυναμίες, τις φοβίες της, τα όνειρά της. Να συνειδητοποιήσω ξαφνικά ότι το άτρωτο που έδειχνε να έχει, όσο ήμουν παιδί, ήταν μια πολύ καλά καμουφλαρισμένη ευαισθησία. Να αντιληφθώ ότι όσο δυναμική κι αν είναι, θέλει κι αυτή αγκαλιά και συμβουλή… Ότι πονάει πολύ “να την ακυρώνω”, κάτι που άλλωστε δεν μου έκανε ποτέ εκείνη… Κι ότι πονάει κάθε φορά που μπαίνω στο αεροπλάνο να φύγω μακριά της.
Ξέρω, όμως, πως αν τολμήσω να κάνω πίσω, θα είναι η ίδια που θα με βάλει μέσα και θα μου δέσει και τη ζώνη!
Και τώρα πλέον, κάνουμε περιπάτους μαζί, στηρίζουμε η μια την άλλη στην κάθε μικρή ή μεγάλη τρέλα μας, κουτσομπολεύουμε τους άντρες μας και εξασκούμε το αγαπημένο μας χόμπι που δεν είναι άλλο από το να μετακινούμε μαζί έπιπλα ή αντικείμενα μέσα στα σπίτια μας. Μου διορθώνει τα ελληνικά μου κείμενα και της κάνω εντατικά μαθήματα Gmail, Facebook και Instagram, που συνήθως ξεκινάνε: “Παιδί μου τι είναι αυτό το…; Και δηλαδή τι κάνει;”. Για να ακολουθήσει δεύτερο τηλεφώνημα… “Λοιπόν πώς θα κάνω δικό μου λογαριασμό; Τι εννοείς δεν έχεις χρόνο να μου εξηγήσεις τώρα;”
Αν και ζούμε σε διαφορετικές χώρες, πάντα βρίσκουμε χρόνο να δούμε η μία την άλλη. Κι έτσι έχουμε χορτάσει αγκαλιές. Ωστόσο η πανδημία μας έκανε όλους να θυμηθούμε αυτά που μετράνε. Και ξαφνικά, στη νέα πραγματικότητα των αποστάσεων στην οποία όλοι οφείλουμε να προσαρμοστούμε για να σώσουμε ανθρώπινες ζωές, η αγκαλιά της μου μοιάζει το πολυτιμότερο και πιο σπάνιο αγαθό.
Σε αυτή τη γιορτή της μητέρας, η αγκαλιά της μαμάς μου, μου λείπει λίγο πιο πολύ. Όσοι την έχετε κοντά σας, να της δώσετε μια τεράστια αγκαλιά και να της πείτε: “Σε αγαπώ μαμά και σε ευχαριστώ για όλα”. Εγώ προς το παρόν θα της το πω τηλεφωνικά.