Η Ερμούπολη, η πρωτεύουσα της Σύρου, δημιουργήθηκε εκ του μηδενός μέσα από τις φλόγες της Επανάστασης του 1821. H ίδρυσή της ως γεγονός, αλλά και η μετέπειτα ακμάζουσα πορεία της, αποτέλεσε καίριο σταθμό για τη νεότερη ελληνική ιστορία.
Η μετοίκηση των προσφύγων στο ασφαλές λιμάνι-καταφύγιο της νήσου της Σύρας, μετά την καταστροφή της Χίου και των Ψαρών, καθώς και κατοίκων άλλων περιοχών, από τη Θράκη έως την Κρήτη, που είχαν υποστεί βαρύ πλήγμα από τους Οθωμανούς, όπως οι Σμυρναίοι και οι Κυδωνιείς, έθεσε τη βάση για την πρώτη ουσιαστικά κοινωνία αστών του ελλαδικού χώρου.
Οι πρόσφυγες, αν και διωγμένοι από τον τόπο τους και τις εστίες τους, βαριά “τραυματισμένοι” από την αγριότητα των σφαγών, ήταν έμποροι, ναυτικοί, μορφωμένοι, με διασυνδέσεις στο εξωτερικό, με πείρα στην οργάνωση και στη διοίκηση και καλοί επιχειρηματίες, με εκτεταμένο εμπορικό δίκτυο στην Ευρώπη.
Η ήδη υφιστάμενη ελευθερία ναυσιπλοΐας και η απαλλαγή φορολογίας των καθολικών Ανω-Συριανών, λόγω της γαλλικής προστασίας και της ευνοϊκής ρωσοτουρκικής συνθήκης του 1774, συντέλεσαν ουσιαστικά στην οικοδόμηση μιας νέας νησιωτικής πόλης, σύμφωνα με τα ευρωπαϊκά πρότυπα της εποχής.
Η Γέφυρα της Ανατολής και της Δύσης
Η Ερμούπολη, που φέρει το όνομα του “κερδώου αλλά και του λόγιου” θεού Ερμή (το όνομα προτάθηκε από τον Χιώτη Λουκά Ράλλη το 1826), κατέστη εξαρχής ο “δεξιός οφθαλμός της Ελλάδας” και η “γέφυρα της Ανατολής και της Δύσης”.
Το λιμάνι της Σύρας έγινε σε ελάχιστα χρόνια το σημαντικότερο ναυτικό κέντρο της αγωνιζόμενης Ελλάδας. Ανέπτυξε μεγάλη εμπορική κίνηση και, παράλληλα, εξασφάλιζε τον επισιτισμό και τον οπλικό ανεφοδιασμό των αγωνιστών της ελληνικής ανεξαρτησίας, καθώς και πληροφορίες για τις κινήσεις των Τούρκων.
Επιπλέον, μόλις σε πέντε χρόνια μετά το 1822, τα ελάχιστα προϋφιστάμενα κτίσματα των εμπόρων Φραγκοσυριανών στο παραλιακό μέτωπο έδωσαν τη θέση τους σε μια ακμάζουσα, σύγχρονη για την εποχή, ευρωπαϊκή πόλη, με αξιόλογα κτίρια, δρόμους, πλατείες, υποδομές και τα πρώτα ιδρύματα και σχολεία.
Η Ερμούπολη, που φέρει το όνομα του “κερδώου αλλά και του λόγιου” θεού Ερμή, κατέστη εξαρχής ο “δεξιός οφθαλμός της Ελλάδας” και η “γέφυρα της Ανατολής και της Δύσης”.
Η Ιστορία της Πόλης
Η δημοσιευμένη γκραβούρα του 1829 της Expédition de Morée (Εκστρατεία του Μοριά) του γαλλικού εκστρατευτικού σώματος, στον τόμο της έκδοσης της Εμπορικής Τραπέζης της Ελλάδος “Ερμούπολη” των Ιωάννη Τραυλού και Αγγελικής Κόκκου, μας επιβεβαιώνει οπτικά τα στοιχεία που καταγράφουν ιστορικοί και λόγιοι της εποχής.
Η πόλη, όχι μόνο είχε αρχίσει να αναπτύσσεται κατά μήκος του παράλιου μετώπου, υπό τη σκιά του μεσαιωνικού καθολικού οικισμού του λόφου της Άνω Σύρου και του ναού του Σαν Τζώρτζη, αλλά η πύκνωση και το πλήθος των καραβιών ήταν τόσο έντονη, που ουσιαστικά κυριαρχούσε στην εικόνα.
Χαρακτηριστικά, σύμφωνα με την απογραφή που δημοσίευσε ο Τιμολέων Αμπελάς στην “Ιστορία της Σύρου” (1874), αναφέρεται ότι η Ερμούπολη το 1828 είχε 13.805 κατοίκους και 4.167 οικοδομές.
Η πόλη των προσφύγων, που είχε αρχίσει να σχηματίζεται έπειτα από δεινές καταστάσεις, είχε πλέον εδραιωθεί και η πλειονότητα των κατοίκων της ταύτιζε τον βίο της µε τη νέα πατρίδα, εγκαταλείποντας την ιδέα της προσωρινής εγκατάστασης.
Πρώτιστο μέλημά τους ήταν η ικανοποίηση των συμφερόντων της πόλης και της Ελλάδος, γεγονός που επιβεβαιώνεται από τη σύσταση της “Επαρχίας Μυκόνου και Σύρου” το 1822, “εις την υποταγή της Ελληνικής Διοικήσεως”, όπως γνωστοποιούν οι Συριανοί το 1823 στην Εθνοσυνέλευση.
Την ίδια χρονιά, καταφτάνει Έλληνας Διοικητής, ο έπαρχος Αλέξανδρος Αξιώτης, ο οποίος διορίζει Ελληνική Αστυνομία, λιμενάρχη για την κίνηση του λιμανιού και οργανώνει το πρώτο δικαστήριο.
Το λιμάνι της Σύρας έγινε σε ελάχιστα χρόνια το σημαντικότερο ναυτικό κέντρο της αγωνιζόμενης Ελλάδας.
Ορθόδοξοι και Καθολικοί Συριανοί
Οι διαφορές μεταξύ των νεοαφιχθέντων ορθόδοξων και καθολικών κατοίκων του νησιού ουδέποτε εμπόδισε την ανάπτυξη του νέου οικισμού, µε επίκεντρο το λιμάνι της Σύρου, το οποίο εξαρχής είχε “εθνικό” χαρακτήρα.
Το γεγονός αυτό εξασφάλιζε ομαλές συνθήκες διαβίωσης, οι οποίες είχαν τεθεί υπό τη δικαιοδοσία των ελληνικών αρχών, παρέχοντας, παράλληλα, επιπλέον κίνητρα για την επέκταση και ασφάλεια των εμπορικών δραστηριοτήτων.
Επιπλέον, οι απανταχού διασκορπισμένοι Χιώτες στις χώρες της δυτικής Ευρώπης συνεργάζονταν με τους Χιώτες της Σύρου για την απελευθέρωση της ιδιαίτερης πατρίδας τους, καθώς ευελπιστούσαν στην επιστροφή τους στα πατρογονικά εδάφη.
Γι’ αυτό τον λόγο συμμετείχαν ενεργά στην Πολιτική Επιτροπή για τους Έλληνες, που συγκροτήθηκε τον Μάρτιο του 1823 στο Λονδίνο.
Το Πιο Σημαντικό Κέντρο της Επαναστατημένης Ελλάδας
Η Ερμούπολη ήταν πλέον αναμφισβήτητα το σημαντικότερο εμπορικό κέντρο της επαναστατημένης Ελλάδας. Στην αγορά της κυκλοφορούσαν όλα τα νομίσματα της Ευρώπης, ενώ στην πόλη είχαν εγκατασταθεί πρόξενοι από τη Γαλλία, την Αυστρία, τη Ρωσία κ.ά., προκειμένου να εξασφαλίζουν τα συμφέροντα των κρατών τους.
Η οικονομική άνθηση σχετιζόταν με το εμπόριο σιταριού και τροφίμων από την Κωνσταντινούπολη και την Οδησσό, αγγλικών και γαλλικών υφασμάτων και μεταξωτών, ιταλικών ειδών ένδυσης, κρασιών κ.λπ.
Η Σύρος, γενέτειρα του μεγάλου φιλόσοφου Φερεκύδη, δασκάλου του Πυθαγόρα, αποκτούσε ξανά ρόλο ρυθμιστή του ευρωπαϊκού και ελληνικού γίγνεσθαι της εποχής. Ο νεοκλασικισμός, ως ενωτικό στοιχείο της πολυπολιτισμικής κοινωνίας της Ερμούπολης, που εξαρχής υιοθετήθηκε κατά την οικοδόμηση των μεγαλόπρεπων κτιρίων της, όχι μόνο δήλωνε τη “στροφή” προς τη Δύση, αλλά και τις βαθιές ρίζες στην ελληνική παράδοση.
Η Ερμούπολη ήταν αναμφισβήτητα το σημαντικότερο εμπορικό κέντρο της επαναστατημένης Ελλάδας. Στην αγορά της κυκλοφορούσαν όλα τα νομίσματα της Ευρώπης.
Το προοδευτικό και εξωστρεφές πνεύμα των κατοίκων της, λόγω της επίδρασης των εμπορικών δραστηριοτήτων του λιμανιού της, εκφράστηκε σε όλες τις πτυχές της διοικητικής, κοινωνικής και πολιτισμικής δομής της.
Από το 1827 καθιερώνεται φόρος στα εμπορεύματα από το τελωνείο της Σύρου, για τα θρησκευτικά, εκπαιδευτικά και φιλανθρωπικά καταστήματα. Το 1826 έχει ήδη χτιστεί ο ορθόδοξος Ναός της Μεταμόρφωσης, που λειτουργεί ταυτόχρονα ως χώρος των γενικών συνελεύσεων και, τα παρακείμενα κτίσματα αυτού, ως νοσοκομείο.
Το 1828 χτίζεται το πρώτο αλληλοδιδακτικό σχολείο για τα αγόρια και το 1829 για τα κορίτσια. Το 1828 ιδρύεται η Ναυτική Σχολή, στην οποία φοιτούν Έλληνες και ξένοι ναυτικοί. Το 1826 δίνεται η πρώτη θεατρική παράσταση με το έργο “Νικήρατος” της Ευανθίας Καΐρη, εμπνευσμένο από την ηρωική έξοδο του Μεσολογγίου, ενώ το 1830 οργανώνεται η πρώτη συστηματική θεατρική σκηνή της Ελλάδος.
Το 1828 ιδρύεται το πρώτο τυπογραφείο, για να ακολουθήσουν πολλά άλλα τα επόμενα χρόνια, προκειμένου να ενημερώνουν τους πολίτες, να διαμορφώνουν την “εθνική” συνείδηση και να συμβάλλουν στον επαναστατικό αγώνα.
“Μικρά Τεκμήρια για το ’21”: μια πλειάδα επιστημόνων διαφόρων ειδικοτήτων προσεγγίζει το 1821 μέσα απ’ αυτά. Γλυπτά, έγγραφα, αντικείμενα, νομίσματα και έργα τέχνης γίνονται αφορμή για να φωτιστούν πτυχές της εποχής. Η έκδοση, που θα φτάσει σύντομα στο κοινό μας αρχικά ως e-book και στη συνέχεια θα “δεθεί” σε βιβλίο, αποτελεί μία σύμπραξη της αθηΝΕΑς, των “hιστορισταί” και της Ελληνοαμερικανικής Ένωσης, με την ευγενική χορηγία της Eurolife FFH.
Δείτε επίσης στην αθηΝΕΑ:
Η “Πυραμίδα” της Αράχωβας, το Μακάβριο Τρόπαιο του Καραϊσκάκη
Η Σημαία στην Επανάσταση, οι Συμβολισμοί της και η Καθιέρωσή της. Το Παράδειγμα του Ανδρέα Λόντου