Η Φένια Παπαδόδημα Μιλάει για την «Έξοδό» της

Πριν από λίγες μέρες είχαμε την ευκαιρία να συνομιλήσουμε με τη Φένια Παπαδόδημα με αφορμή τη μουσική παράσταση «Έξοδος», που συνομιλεί με την ψηφιακή ζωγραφική του Γιώργου Κόρδη.

Η Φένια Παπαδόδημα γράφει τη μουσική και τα τραγούδια που συνομιλούν με τους ψηφιακούς πίνακες που δημιουργούνται μπροστά στα μάτια του θεατή σε μια μεγάλη οθόνη. Τα κείμενα της παράστασης είναι αποσπάσματα από το οδοιπορικό του Γιώργου Σεφέρη «Τρεις Μέρες στα Μοναστήρια της Καππαδοκίας», γράμματα από την αλληλογραφία του με τον Ζήσιμο Λορετζάτο 1948-1968, αναφορές στο ημερολόγιο της Σόφης Μανουσάκη Αναστασιάδη «Μνήμες Καππαδοκίας», καθώς και αληθινές μαρτυρίες προσφύγων από την έκδοση «Έξοδος» του Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών – ένα ενιαίο σώμα που αναπτύσσεται μουσικά.

Οι πίνακες του Γιώργου Κορδη αναπαριστούν επεισόδια από την πορεία μιας πομπής προσφύγων. Εκεί καταγράφεται η σταδιακή απώλεια των ανθρώπινων δεσμών και σχέσεων, που καταντά απώλεια μνήμης, ταυτότητας, προσώπου. Αυτή την «απώλεια προσώπου» εκφράζει μέσα από τη δική του αγωνία ο Σεφέρης.

Ο Γεράσιμος Γεννατάς ταυτίζεται ενίοτε με το πρόσωπο του Σεφέρη, διαβάζοντας επί σκηνής τα γράμματα, τα ημερολόγια, τα ποιήματά του, ενώ ένα σύνολο κορυφαίων μουσικών επί σκηνής οδηγούν μουσικά την αφήγηση του παράδοξου αυτού ταξιδιού. Η μουσική είναι της Φένιας Παπαδόδημα, συνθέσεις οργανικές αλλά και μελοποιήσεις στίχων δικών της και ποίησης του Σεφέρη. Μαζί της στο τραγούδι και στην ερμηνεία κειμένων, η Ελένη Ποζατζίδου.

Η παράσταση είναι μια μαρτυρία που γεφυρώνει το 1922 με το 2022, τους ανέστιους πρόσφυγες της καταστροφής με τους «ανέστιους» κατοίκους της σύγχρονης πόλης. Από το πρόσωπο στην απώλεια του προσώπου. Ας δούμε τι μας είπε…

Πώς ξεπήδησε η ιδέα γι’ αυτή τη μουσική παράσταση; Το ζωγραφικό έργο του Γιώργου Κόρδη έγινε αφορμή και έμπνευση;

Παράλληλες και διαφορετικές συγκυρίες με οδήγησαν σ’ αυτή τη σύνθεση. Σίγουρα η πρώτη αφορμή ήταν η διάθεση να κάνουμε κάτι κοινό με τον Γιώργο Κόρδη, με αφορμή την έκθεσή του «Ανέστιοι Προσφεύγοντες», που παρουσιάστηκε στο Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού στη Θεσσαλονίκη. Η συνεργασία μας έχει ξεκινήσει εδώ και κάποια χρόνια και έκτοτε δεν σταματήσαμε ποτέ να δουλεύουμε μαζί. Τολμώ να πω ότι η ζωγραφική του φέρει όλη την ιστορία, την ιχνογράφηση της ελληνικής ταυτότητας μέσα στους αιώνες. Από την αρχαιότητα στον Κόντογλου. Αλλά κάτι τέτοιο έγραφε και ο Jacques Lacarrière για τον Σεφέρη αναφερόμενος στο μυστήριο της ελληνικής γλώσσας που παραμένει μία μέσα στους αιώνες. «Από τον Όμηρο στον Σεφέρη και από τον Ορφέα στον Τσιτσάνη».

Προκειμένου να δώσετε μορφή στο καλλιτεχνικό αυτό εγχείρημα, ασχοληθήκατε με την αλληλογραφία του Γιώργου Σεφέρη με τον Ζήσιμο Λορετζάτο, καθώς και με το οδοιπορικό του Γιώργου Σεφέρη «Τρεις Μέρες στα Μοναστήρια της Καππαδοκίας». Πάντα η αλληλογραφία των ανθρώπων κρύβει όμορφα ανοίγματα του μυαλού τους. Θέλετε να μοιραστείτε σκέψεις και συναισθήματά σας που είχατε μελετώντας αυτά τα κείμενα;

Η αλληλογραφία Σεφέρη-Λορετζάτου υπήρξε για πολύ καιρό το πιο αγαπημένο μου βιβλίο. Γιατί κάθε φορά που το διάβαζα ένιωθα πως είμαι παρέα μ’ αυτούς τους δύο μοναδικούς «φίλους». Οδηγούς, σύμμαχους στις δύσκολες ώρες, φάρους αληθινούς. Πόσες φορές ταυτίστηκα μαζί τους διαβάζοντας τις σκέψεις και τα συναισθήματά τους για την πολιτική, κοινωνική και πνευματική κατάσταση της Αθήνας, της Ελλάδας. Οι καταστάσεις που περιγράφουν το 1950 είναι απαράλλαχτες ως προς την ουσία τους με αυτές που βιώνουμε σήμερα. Αλλά και σε πιο βαθύ προσωπικό επίπεδο ένιωσα πολύ συχνά να ταυτίζομαι με τα «αδιέξοδα» τα οποία τόσο συχνά αναφέρουν. Και αυτό που πιο πολύ με τρελαίνει είναι η αγάπη, η τρέλα που έχουν για την ελληνική γλώσσα, ως γνώστες της πορείας της μέσα στους αιώνες. Κι ακόμη, είναι τόσο σπάνιο να «συναντήσεις» τόσο βαθιά μορφωμένους «συνομιλητές», που ακόμα και το δευτερόλεπτο που περνάς μαζί τους είναι θησαυρός!

Το προσφυγικό είναι μια πληγή που δυστυχώς –εδώ και πολλά χρόνια– μένει ανοιχτή. Δεν είναι απόδραση, είναι φευγιό. Είναι αναγκαστική πορεία προς την «Έξοδο». Αυτός είναι και ο τίτλος της παράστασής σας. Έξοδος σημαίνει λύτρωση; Και αν όχι, τι;

Η ιδέα για τον τίτλο «Έξοδος» ήρθε από την ομώνυμη συλλογή του Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών. Οι ιδρυτές της Μέλπω και Οκτάβιος Μερλιέ έκαναν μία συγκλονιστική εργασία, καταγράφοντας χιλιάδες μαρτυρίες από όλες της περιοχές της Μικράς Ασίας. Δεν νομίζω ότι τυχαία επέλεξε το ζεύγος Μερλιέ τον τίτλο «Έξοδος» για την τετράτομη αυτή συγκλονιστική συλλογή. Υπάρχει αναγκαστικά ένας παραλληλισμός αλλά όχι και ταύτιση, μια αναφορά, στη βιβλική έξοδο από την Αίγυπτο, σ’ ένα επίπεδο πνευματικό κατά τη δική μου αντίληψη. Έξοδος έτσι σημαίνει διάσωση, λύτρωση, επιβίωση αλλά και νέα αρχή, νέα ζωή, νέα ιστορία. Όλα αυτά σηματοδοτούν αυτό που σημαίνει για μένα ο τίτλος «Έξοδος».

Και σε καλλιτεχνικό επίπεδο, μια εντελώς νέα για μένα προσέγγιση του μυστικού, αόρατου θεάτρου που παίζεται παράλληλα και πίσω από την παράσταση.

Στην παράσταση, μαζί με τον Γεράσιμο Γεννατά, θέλετε να δημιουργήσετε ένα νέο εσωτερικό οδοιπορικό, από τους «ανέστιους» πρόσφυγες της καταστροφής στους «ανέστιους» αστούς της πόλης. Από το πρόσωπο στην απώλεια του προσώπου. Μιλήστε μας λίγο περισσότερο για αυτόν σας τον προβληματισμό και για το μήνυμα που θέλετε να περάσετε.

Πρόκειται για την απλή παρατήρηση της καθημερινότητάς μας. Εννοώ των μέσων και μικρών αστών μιας μεγάλης σύγχρονης πόλης. Βεβαίως δεν βιώνουμε ούτε στο ελάχιστο την τραγωδία που ζει ένας πρόσφυγας, ωστόσο είμαστε ένα νέο είδος «ανέστιων», «προσφύγων», μέσα στην ίδια μας την πόλη. Ο Γιώργος Κόρδης στις πομπές που ζωγραφίζει αποτυπώνει τη σταδιακή απώλεια των δεσμών των ανθρώπων που, βασανισμένοι, προχωρούν ασταμάτητα. Η έλλειψη χρόνου και δύναμης τους κάνει σιγά σιγά να χάνουν κάθε δεσμό μεταξύ τους, κι έτσι σταδιακά να χάνουν τα χαρακτηριστικά του προσώπου τους. Γιατί το πρόσωπο το ορίζουν οι δεσμοί του με τους άλλους. Αν το καλοσκεφτεί κανείς αυτό, σε μια άλλη κλίμακα, κάτι τέτοιο συμβαίνει σε όλους μας. Οι δεσμοί μας με τους συνανθρώπους μας χάνονται, μικραίνουν, κωδικοποιούνται στα πλέον απαραίτητα και υπολογιστικά απαιτούμενα και η βαθύτερη ανθρώπινη επαφή, που χρειάζεται χρόνο, αφοσίωση στον άλλο, επικοινωνία και αγάπη, εξατμίζεται.

Οι μαρτυρίες προσφύγων από την Καππαδοκία που χρησιμοποιείτε ως βάση για την παράσταση –όπως σημειώνετε–, πέρα από το χρονικό της καταστροφής, περιγράφουν συμβάντα στα όρια του ονείρου, του θαύματος και της πραγματικότητας. Τελικά μήπως η πραγματικότητα δεν είναι τόσο σουρεάλ όσο πιστεύουμε; Ή μήπως μόνο ως «σουρεάλ» αντέχεται;

Υπάρχουν μαρτυρίες που συνδυάζουν στοιχεία κωμικά με την απόλυτη τραγικότητα ταυτόχρονα. Αυτό είναι ένας κανόνας που διέπει τη ζωή σταθερά, αλλά ακόμη και την τραγωδία ως θεατρικό είδος. Πάντα υπάρχουν κωμικές στιγμές, διάσπαρτο αυθεντικό χιούμορ, σε κάθε ελληνική τραγωδία. Κάτι που λείπει από τους συνεχιστές του είδους στον λατινικό κόσμο.

Έχετε πάει στην Καππαδοκία; Μήπως έχετε κάποια προσωπική, προγονική σχέση με πρόσφυγες, ίσως από τη Μικρά Ασία;

Δυστυχώς όχι, ούτε έχω πάει ούτε έχω καταγωγή από εκεί, αλλά με έναν περίεργο τρόπο νιώθω μια πολύ βαθιά σύνδεση. Είμαι κατά το ήμισυ από τη Μάνη και τα γυμνά τοπία της θυμίζουν αρκετά την Καππαδοκία. Με έλκει ιδιαίτερα το πνευματικό της υπόβαθρο μέσα στους αιώνες. Είναι απίθανα δυνατό μέρος, ακόμη και τώρα που έχει ερημώσει από τους «τρωγλοδύτες καλογέρους».

Αν καταλαβαίνω καλά από τη σύνθεση των μουσικών που πλαισιώνουν την παράσταση, η μουσική που έχετε συνθέσει τριγυρίζει σε παραδοσιακά μονοπάτια. Έχετε άνεση με όλα τα είδη μουσικής – ως συνθέτις αλλά και ως ακροάτρια; Έχετε κάποια προτίμηση;

Έκανα πολύ μεγάλο δρόμο στη ζωή μου ως μαθήτρια μουσικής, ξεκινώντας από το κλασικό πιάνο και το λυρικό τραγούδι, περνώντας από την ινδική καρνατική παράδοση του τραγουδιού στο Παρίσι, συναντώντας έπειτα την τζαζ και τον σύγχρονο αυτοσχεδιασμό, για να φτάσω έπειτα από όλα αυτά τα σχολεία στη βυζαντινή και την ελληνική παραδοσιακή μουσική.

Αυτός ήταν ο δικός μου δρόμος, από πολύ μακριά έφτασα στο κοντά.

Πάντα όμως στην καρδιά μου ηχούσε η ελληνική παράδοση, καθώς κατά το άλλο ήμισυ είμαι από την Ήπειρο. Πέρασα όλα μου τα καλοκαίρια ως παιδί ακούγοντας κλαρίνα, λαούτα, βιολιά να «κλαίνε»… Εκεί χτυπάει η καρδιά μου, αλλά δεν θα μπορούσα να σταματήσω να γράφω τη μουσική που γράφω, η οποία μπορεί να φέρει το αποτύπωμα της ελληνικής παραδοσιακής μουσικής, όμως συγχρόνως φέρει και άλλα ακούσματα, όλα αυτά που αγάπησα, μελέτησα και με σημάδεψαν τόσα χρόνια, από τον Ντεμπισί στον Σκαλκώτα και από τη Χίλντεγκαρντ στην Μπίλι Χολιντέι.

Συντελεστές

Φένια Παπαδόδημα: Πρωτότυπη μουσική/ Σκηνοθεσία- Ερμηνεία-Φωνή | Γιώργος Κόρδης: Ψηφιακή ζωγραφική | Γεράσιμος Γεννατάς: Ερμηνεία – Ελένη Ποζατζίδου: Eρμηνεία-φωνή | Θωμάς Μελετέας-Ούτι, Γωγώ Ξαγαρά-Άρπα,  Ήβη Παπαθανασίου-Τσέλο, Γιώργος Παλαμιώτης-Ηχητικά τοπία/Ενορχήστρωση | Καλλιόπη Σωτηρίου: Βοηθός σκηνοθέτη | Στέβη Κουτσοθανάση: Φωτισμοί | Κώστας Φούντας: Video | Ελένη Κουρή-Φωτογραφία

Πληροφορίες

Κάθε Δευτέρα και Τρίτη: 5/6, 12/13, 19/20 και 26/27 Δεκεμβρίου στις 21:00 | Διάρκεια 75′ | Θέατρο ΕΛΕΡ: Φρυνίχου 10, Αθήνα, τηλ. 211 7353928

 

Διαβάστε επίσης στην αθηΝΕΑ:

Και Γελάσαμε και Παίξαμε στο «Elizadeth» στο Vault

Σταυρός Δάλκος – Γιώργος Αλεβυζάκης: Στην «Αρτζεντίνα» του Θέατρου 104

Γυναικείοι Μονόλογοι στο Θεατρικό Σανίδι

ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΟΣ

Ο Άρης Γαβριελάτος είναι κοινωνιολόγος με μεταπτυχιακές σπουδες στον Κοινωνικό Αποκλεισμό και το Φύλο.

ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ

Τα σημαντικότερα νέα της ημέρας, στο inbox σου κάθε μεσημέρι!

ΕΓΓPΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER

+