Παναγιώτης Σεψάς | «Στόχος Είναι ο Πελάτης στο Ξενοδοχείο να Νιώσει Μέρος του»

Μάνη. Μια πυργοκατοικία του 1750 που έγινε ξενοδοχείο. Ένας τοίχος που έχει χτιστεί με μεγαλιθική τεχνική. Ένα παράθυρο του 15ου αιώνα. Ένα κτίσμα που υπάγεται στην Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων.

Με τον κ. Σεψά, ιδιοκτήτη του Citta dei Nicliani και ιδρυτή της Nicliani Cellars, μιλήσαμε για το πώς το κρασί μπορεί να αποτελέσει κύριο σημείο αναφοράς σε ένα ξενοδοχείο και πρωταρχικό λόγο για επίσκεψη και διαμονή.

Αναλύσαμε τη σημασία της διατήρησης της αυθεντικότητας ενός τόπου. Σε μια εποχή που ο τουρισμός τείνει προς την κατεύθυνση της μοντέρνας πολυτέλειας και σχεδόν κινδυνεύει να ομογενοποιηθεί, χαίρομαι όποτε διαπιστώνω πως υπάρχουν εναλλακτικές επιλογές που επίσης προάγουν το καλαίσθητο, την προσιτή πολυτέλεια και το αυθεντικό lifestyle χωρίς περιττά λούσα και υπερβολές.


Αυτό αντανακλάται στο ξενοδοχείο και από τις πολύ σπάνιες ετικέτες κρασιών, που είναι επιλεγμένες μία προς μία, μέχρι τη γαστρονομική κουλτούρα των λίγων αλλά εκλεκτών πιάτων που αποτελούν εγγύηση.

«Το κοινό-στόχος δεν είναι ο πελάτης που αναζητάει τη μοντέρνα πολυτέλεια, αλλά εκείνος που θέλει να ζήσει Ελλάδα» [«Είναι κι αυτή μια στάσις. Νοιώθεται» (Κ. Π. Καβάφης)]. Κάλλιο λίγα και καλά, παρά πολλά και αδιάφορα. Μήπως αυτή οφείλει να είναι η φιλοσοφία του αναδυόμενου «ποιοτικού» τουρισμού; Μήπως είναι μονόδρομος μια τέτοια λογική για τον τουρισμό του μέλλοντος;

«Στόχος μας είναι με το που μπει ο πελάτης στο ξενοδοχείο μας να νιώσει μέρος του και να τοποθετηθεί στον χρόνο και στην αίσθηση που αυτό εκπέμπει. Να διεισδύσει στην απλότητα και την αυτάρκεια…». Με τη συνέντευξη μπήκα κι εγώ στο κλίμα και ένιωσα αναπόσπαστο μέρος της άγονης Μάνης.

Μιλήστε μας για το ξενοδοχείο σας, το Citta Dei Nicliani.

Πρόκειται για μια πυργοκατοικία του 1750. Το κτίριο αγοράστηκε από εμάς το 2006. Το παλαιότερο κομμάτι του έχει κατασκευαστεί τον 10ο αιώνα. Ένας τοίχος του έχει χτιστεί με μεγαλιθική τεχνική. Η επέκταση του κτιρίου συνεχίστηκε τον 19ο αιώνα. Η Μάνη επιβλέπεται από την Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων. Η κυρία Αμαλία Ανδρουλιδάκη ηγείτο της εφορείας και, κατά την άποψή μου, έχει συμβάλει πολύ στη σημερινή ομορφιά της Μάνης.

Ξεκινήσαμε το ξενοδοχείο με στόχο να αναδείξουμε αυτό που πραγματικά είναι η Μάνη, για εκείνον τον πελάτη που επιθυμεί να μείνει σε δωμάτιο που έχει παράθυρα από τη Μάνη του 15ου αιώνα. Αυτό έγινε βασικό στοιχείο της κουλτούρας που θα «χτίζαμε». Δεν προσπαθήσαμε να φτιάξουμε ένα ξενοδοχείο που να απευθύνεται σε όλους για τις σύγχρονες ανέσεις του, αλλά που να αντανακλά το πώς ήταν η Μάνη την παλιά εποχή, εμπνέοντας κάτι από την αλήθεια της.

Θέλαμε να χτίσουμε το branding μας με βάση την πραγματική κουλτούρα της Μάνης. Στη συνέχεια, το ξενοδοχείο χαρακτηρίστηκε αρχαιολογικό μνημείο και η ανακαίνιση ολοκληρώθηκε το 2011. Ακολούθησαν χρόνια πολεοδομικού σχεδιασμού και χτισίματος. Το 2011 ξεκίνησε η λειτουργία του.

«Στόχος μας είναι από τη στιγμή που θα μπει ο πελάτης μέσα στο ξενοδοχείο να νιώσει κομμάτι του».

Στην αρχή σκεφτήκαμε να φτιάξουμε ένα «bed and breakfast». Επικεντρωθήκαμε στη γαστρονομία, στις μανιάτικες και ελληνικές παραδοσιακές συνταγές, γιατί είχαμε πολλούς πελάτες που δεν ήθελαν να βγουν το βράδυ έξω για φαγητό. Ο μέσος επισκέπτης της Μάνης θέλει να ζήσει Ελλάδα. Το target group του ξενοδοχείου δεν είναι ο luxury πελάτης που αναζητάει τη μοντέρνα πολυτέλεια, αλλά εκείνος που θέλει να ζήσει την εμπειρία.

Ποια είναι η γαστρονομική κουλτούρα του ξενοδοχείου σας;

Στην Ιταλία πηγαίνεις σε ένα χωριό στη μέση του πουθενά, βρίσκεις μια trattoria που σερβίρει πέντε πράγματα και αυτά τα πέντε είναι τέλεια. Αυτή ακριβώς είναι η γαστρονομική μας προσέγγιση και η λογική μας. Φτιάχνουμε απλές σαλάτες − χωριάτικη, βραστά πράσινα λαχανικά και σαλάτα πορτοκάλι.

Στη Μάνη, η σαλάτα πορτοκάλι φτιάχνεται με σκέτο πορτοκάλι, αλάτι, πιπέρι, ελαιόλαδο και κάπαρη. Στη Σικελία υπάρχει η ίδια συνταγή με προσθήκη βραστής πατάτας. Στην Προβηγκία επίσης υπάρχει η ίδια συνταγή, αυτή τη φορά με προσθήκη κρεμμυδιού. Η μανιάτικη σαλάτα είναι σκέτη. Δεδομένου πως η Μάνη είναι άγονος τόπος, τα πιάτα της έχουν συχνά ως πρώτη ύλη το πορτοκάλι, το χοιρινό και το κοτόπουλο.

«Ο μέσος επισκέπτης της Μάνης θέλει να ζήσει Ελλάδα».

Κυρίως κάνουμε θαλασσινά, ψάρι ημέρας. Τους αστακούς και τις κολοχτύπες τις σταματήσαμε, γιατί δεν θέλαμε να τα σκοτώνουμε ζωντανά, δεν είναι σωστό προς τον πελάτη. Αυτά τα είδη πρέπει να αλιεύονται την άνοιξη. Ή θα τα αγοράσεις την άνοιξη και θα τα καταψύξεις ή θα αγοράζεις παράνομα το καλοκαίρι για να καταναλωθούν από τους πελάτες. Οπότε τα αφήσαμε. Εκτός από θαλασσινά, το μενού μας περιλαμβάνει γιουβέτσι, παραδοσιακές συνταγές και γλυκά.

Μιλήστε μας για το κεφάλαιο «κρασί», για το οποίο φημίζεται το Citta Dei Nicliani.

Αποφασίσαμε να ασχοληθούμε με το κρασί γνωρίζοντας πως στην κουλτούρα των ξένων αποτελεί σημείο αναφοράς και πως, όταν έρθουν στην Ελλάδα, θέλουν να δοκιμάσουν διάφορες ποικιλίες. Το κρασί αποτελεί και έναν οικονομικό τρόπο διασκέδασης.

Αρχικά, δεν θέλαμε να πάμε στο ακριβό κρασί. Θέλαμε να παρουσιάζουμε στους πελάτες μας ελληνικές ποικιλίες κρασιών σε σωστά ποτήρια και σωστές θερμοκρασίες. Αυτό θα ικανοποιούσε τον πελάτη μας. Δεν θα είχαμε Chardonnay ή Sauvignon Blanc ελληνικής παραγωγής.

Σε δεύτερη φάση όμως, αντιληφθήκαμε πως έπρεπε κάποιος από εμάς να αποκτήσει γνώσεις σχετικές με το κρασί. Αποφάσισα λοιπόν να φοιτήσω στη σχολή WSPC στην Αθήνα, όπου παρακολούθησα τα πτυχία μέχρι και το επίπεδο 3 (Level 3 WSPC).

Έτσι, σιγά σιγά γεννήθηκε το πάθος για το κρασί και το ξενοδοχείο μας έγινε προορισμός και για πελάτες που θέλουν να απολαύσουν σπάνια κρασιά. Σε μεγάλο βαθμό πετύχαμε να αποτελεί το κρασί λόγο επίσκεψης και διαμονής στο ξενοδοχείο. Έχουμε πελάτες που πρώτα θα έρθουν για το κρασί, μετά για τη Μάνη και τελευταία για τη διαμονή. Το κρασί έγινε πρωταγωνιστής!

«Το κρασί αποτελεί λόγο επίσκεψης και διαμονής στο ξενοδοχείο μας. Έχουμε πελάτες που πρώτα θα έρθουν για το κρασί μας, μετά για τη Μάνη και τελευταία για τη διαμονή».

Παρατήρησα πως δεν έχετε κάνει κάποια ιδιαίτερη διαφήμιση μέχρι σήμερα. Δεν βρήκα σχετικά δημοσιεύματα, reviews και στο Instagram δεν γίνονται συχνές αναρτήσεις. Είναι μια στρατηγική που εφαρμόζεται από πλευράς σας στοχευμένα, εσκεμμένα απέχετε;

Ξεκινήσαμε το 2011. Είχα έναν φίλο σε πολύ γνωστό ταξιδιωτικό περιοδικό που με έβαλε στη διαδικασία να διαφημιστώ. Η όλη προσέγγιση δεν μου άρεσε. Ύστερα μας προσέγγισαν για συμβόλαιο διαφήμισης και, αφού κλείσαμε τη συνεργασία, ξέχασαν να βάλουν τα στοιχεία του ξενοδοχείου… Έτσι, απομυθοποιήσαμε αυτού του είδους τη διαφήμιση και αποφασίσαμε πως οποιαδήποτε προσπάθεια προώθησης κάνουμε θα είναι επικεντρωμένη στο εξωτερικό. Διαφημιζόμαστε, για παράδειγμα, στα «Condé Νast», «Times»…

Αναφορικά με τα κρασιά μας, επιλέξαμε να μην τα διαφημίζουμε. Η δυναμική του κελαριού μας μπορεί να δημιουργήσει μια ψευδή αίσθηση για το υπόλοιπο ξενοδοχείο. Έχουμε σπάνια κρασιά, από το Bordeaux, τη Βουργουνδία, ετικέτες όπως Domaine Leroy, σαμπάνια Philipponnat, που συναντάει κανείς στα καλύτερα εστιατόρια του κόσμου. Αν αυτό αρχίζαμε να το διαφημίζουμε, θα δίναμε ψευδείς προσδοκίες στον πελάτη για το ξενοδοχείο.

Να προσθέσω επίσης πως  σερβίρονται κάποιες από τις πιο ακριβές ετικέτες κρασιών. Έχουμε πελάτες που έρχονται με τα σκάφη τους για να δοκιμάσουν κρασιά μας ή παραγγέλνουν τα κρασιά για να τα πάρουν μαζί στα σκάφη τους.

«Οποιαδήποτε διαφήμιση κάνουμε είναι επικεντρωμένη πλέον μόνο στο εξωτερικό…»

Πώς αποφασίσατε να ανοίξετε τη δική σας εταιρεία εισαγωγής κρασιών;

Η ιδέα γεννήθηκε τον χειμώνα του 2020, όταν ξεκίνησε το lockdown. Λόγω της δουλειάς με το ξενοδοχείο, πάντοτε διατηρούσαμε καλές σχέσεις με πολύ σπάνια οινοποιεία και συστήναμε τα οινοποιεία αυτά σε εταιρείες στον χώρο του κρασιού για να κάνουν τη διανομή.

Κάποιος εισαγωγέας μου ζήτησε να τον συστήσω και τότε ο παραγωγός μου ζήτησε να αναλάβω εγώ τη διανομή για τη χώρα μας. Έτσι, δημιουργήθηκε η εταιρεία εισαγωγής κρασιών Nicliani Cellars, η οποία έχει μπει σε καλά μαγαζιά. Είμαστε πλέον στο σημείο που επιλέγουμε εμείς τους πελάτες μας.

Σε αυτό συνέβαλε φυσικά και το ότι είχαμε ήδη χτίσει μια εικόνα μέσω του ξενοδοχείου. Όταν έφτιαξα την εταιρεία, εκτός από την επιλογή των οινοποιείων, πραγματικά ένα προς ένα, το σημαντικό ήταν πως είχαμε κερδίσει την εμπιστοσύνη τους.

Ισχύει πως ο Έλληνας πελάτης είναι απαιτητικός και γκρινιάρης σε σχέση με έναν ξένο που μάλλον μοιάζει καλόβολος;

Δεν νομίζω πως έχει να κάνει τόσο με τους Έλληνες όσο με το ότι είναι ντόπιοι. Αντίστοιχα, όταν εμείς ταξιδεύουμε σε άλλη χώρα, βγάζουμε έναν πιο ευγενικό εαυτό από αυτόν που βγάζουμε στο σπίτι μας.

Ως επιχειρηματίας στον χώρο του τουρισμού, πώς αντιμετωπίζετε τον παράγοντα booking.com, expedia και τους μεσάζοντες τουριστικών κρατήσεων;

Αν δεν υπήρχε η booking.com, μπορώ να σας πω με σιγουριά πως το ξενοδοχείο μας δεν θα είχε αναπτυχθεί. Ως επιχειρηματίας, προτιμώ να πληρώνω κάποιον με βάση τη δουλειά που μου δίνει, ανταποδίδοντας έμπρακτα, όπως συμβαίνει με αυτούς τους συνεργάτες.

Θεωρείτε πως η Μάνη εκπροσωπείται επαρκώς από την πολιτεία στο κομμάτι της επικοινωνίας και της προώθησης;

Η Μάνη είναι αρκετά αναδυόμενη και πιστεύω σε αυτή. Έχει βοηθήσει και το Costa Navarino, καθώς και το αεροδρόμιο της Καλαμάτας. Το πιο σημαντικό που έπρεπε να κάνει η πολιτεία –και το έκανε κατά τη γνώμη μου με την τεράστια συμβολή της κυρίας Ανδρουλιδάκη και κατ’ επέκταση την αρχαιολογία– ήταν να διατηρήσει το ύφος της Μάνης και να προστατέψει την αυθεντική αρχιτεκτονική της. Οι όποιες ασχήμιες στη Μάνη έγιναν τα χρόνια της δικτατορίας.

Η πολιτεία μπορεί πάντοτε να προσφέρει παραπάνω… Αλλά θεωρώ πως λαμβάνω την υποστήριξη που χρειάζομαι σε αυτή τη φάση.

«Το πιο σημαντικό που έπρεπε να κάνει η πολιτεία –και το έκανε– ήταν να διατηρήσει το ύφος της Μάνης και να προστατέψει την αυθεντική αρχιτεκτονική της».

Από την εμπειρία σας και την καθημερινή τριβή, κρίνετε πως αναπτύσσεται ένα διαφορετικό προφίλ πελάτη;

Μέχρι το ’90 οι πελάτες έφταναν με το ΚΤΕΛ στον Γερολιμένα, χτυπούσαν πόρτες και διαπραγματεύονταν την τιμή για το βράδυ. Δεν υπήρχε τίποτα οργανωμένο. Μία ή δύο φορές τον χρόνο θα πάρουμε πελάτες που μπορεί να έχουν έρθει με αεροπλάνο ή με ελικόπτερο, ξένοι που είναι ευκατάστατοι αλλά χαμηλού προφίλ και θέλουν την ησυχία που παρέχει το ξενοδοχείο μας.

Η Μάνη δεν προβάλλει τον «luxury» τουρισμό. Το κοινό της Μάνης είναι πολύ συγκεκριμένο. Οι τιμές είναι λογικές. Στη δική μας περίπτωση, η τιμή των 150 ευρώ το βράδυ είναι αυτή που θα χαιρόμασταν να πληρώνουμε και εμείς ως πελάτες. Έχουμε κι ένα δωμάτιο που κοστίζει 500 ευρώ το βράδυ, αλλά είναι το πιο πολυτελές, με δική του πισίνα, μεγάλης χωρητικότητας, ιδανικό για οικογένεια.

«Ο τουρισμός της Μάνης ανεβαίνει και γίνεται όλο και πιο ποιοτικός».

Νιώθετε το βάρος της κληρονομιάς που εκπροσωπείτε;

Το ξενοδοχείο μας υπάγεται στην Εφορεία Βυζαντινών Μνημείων. Το όνομα του ξενοδοχείου γράφεται με δύο τρόπους. Όταν γράφεται «Κίττα», με «ι», λέγεται πως είναι η μετάφραση του «Citta». Εναλλακτικά, όταν γράφεται «Κοίτα» με «οι», λέγεται πως βγαίνει από τη λέξη «κοιτίδα», επειδή τότε η περιοχή θεωρείτο η κοιτίδα του πολιτισμού.

Η Κοίτα ήταν πρωτεύουσα της ευρύτερης περιοχής, είχε σχολείο, ειρηνοδικείο… Όπως είναι η Αρεόπολη σήμερα για τη Μάνη. Το κτίριο του ξενοδοχείου μας ήταν το αρχοντικό της.

Όταν οι Γερμανοί κατέκτησαν τη Μάνη, τα γραφεία τους ήταν στο κτίριο του ξενοδοχείου μας. Το ίδιο και στον Εμφύλιο που ακολούθησε, σε αυτό το κτίριο ήταν τα γραφεία της Βασιλικής Χωροφυλακής. Ήρθαν οι τότε αριστεροί από την Καλαμάτα κι έκαναν επίθεση και το έκαψαν. Όταν παραλάβαμε το κτίριο ήταν καμένο και πλήρως εγκαταλελειμμένο. Οι πρώτοι ένοικοι είμασταν εμείς το 2006, όταν το αγοράσαμε.

Το κτίριο έχει μια ιστορία. Δεν αισθάνομαι τόσο το βάρος όσο τη χαρά που έχω να εκπροσωπώ κάτι τόσο σπάνιο. Είναι ωραίο να πιάνεις έναν τοίχο και να νιώθεις πως υπάρχει εδώ και 1.000 χρόνια. Νιώθεις το μεγαλείο!

Η κληρονομιά ενός ξενοδοχείου είναι λόγος για να το επιλέξει κάποιος;

Η διαφήμιση που κάνουμε στο εξωτερικό εστιάζει μόνο σε αυτό. Ακριβώς αυτό πουλάμε.

«Δεν αισθάνομαι τόσο το βάρος όσο τη χαρά που έχω να εκπροσωπώ κάτι τόσο σπάνιο. Είναι ωραίο να πιάνεις έναν τοίχο και να νιώθεις πως υπάρχει εδώ και 1.000 χρόνια».

Τι πρέπει, κατά τη γνώμη σας, να παρέχει ένα καλό ξενοδοχείο;

Στη δική μας περίπτωση, το προϊόν μας είναι αρκετά σύνθετο και δύσκολο, αφού μιλάμε για παλιά δωμάτια χωρίς high tech παροχές, που έγιναν δωμάτια ξενοδοχείου. Στόχος μας είναι από τη στιγμή που θα μπει ο πελάτης μέσα στο ξενοδοχείο, να νιώσει κομμάτι του. Να αλλάξει όλη του η αίσθηση και να νιώσει μέλος της οικογένειας. Υπάρχει μια ευγενής διακριτική απόσταση. Γι’ αυτό και δεν επιτρέπεται η είσοδος σε κάποιον που δεν είναι πελάτης του ξενοδοχείου.

Σας ευχαριστώ πολύ.

 

Διαβάστε επίσης στην αθηΝΕΑ:

Gastronomy Tours | Πρωτοποριακή Εφαρμογή για τον Γαστρονομικό Τουρισμό

Σοφία Ζαχαράκη | «Η Ελλάδα ας Γίνει Τουριστικός Προορισμός 365 Ημέρες τον Χρόνο»

Αφιέρωμα στις Εταιρείες Catering στην Ελλάδα | Εταιρεία Γευσήνους

 

ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΟΣ
Food & Restaurants Editor
Food & Restaurants Editor

Απόφοιτη του Κολλεγίου Αθηνών-Ψυχικού, η Μαρία Λουίζα Βαφειαδάκη σπούδασε Business Management (BA) στο University of York της Αγγλίας και στη συνέχεια έκανε το μεταπτυχιακό της σε International Marketing (MSc) στο King’s College London. Επιπλέον, κατέχει πτυχίο σε Digital Marketing από το ALBA Graduate Business School κι έχει ολοκληρώσει σεμινάρια για το Digital Marketing & E-Commerce στην ΕΕΔΕ. Ξεκίνησε την καριέρα της στο χώρο του marketing και της επικοινωνίας, όπου έχτισε προϋπηρεσία στα τμήματα marketing πολυεθνικών και ελληνικών εταιρειών με διεθνώς καθιερωμένα brand names στους κλάδους του Food & Beverage, της ψυχαγωγίας, της τηλεόρασης και της τεχνολογίας. Σήμερα εργάζεται ως Marketing & Communications Strategist με εξειδίκευση σε Digital Marketing. Tο πάθος της για το χώρο της γαστρονομίας ξεκίνησε από την παιδική της ηλικία. Αρθρογραφεί σε portals γαστρονομίας κι επιμελείται τις στήλες γαστρονομίας σε καταξιωμένα μέσα, εμπλουτίζοντας συνεχώς τις γνώσεις και εμπειρίες της μέσα από τα ταξίδια που τόσο αγαπάει. Στην αθηΝΕΑ μοιράζεται μαζί μας τις εντυπώσεις της από κορυφαία εστιατόρια της Ελλάδας και του εξωτερικού, συνεντεύξεις της από καταξιωμένους Έλληνες και ξένους σεφ και γράφει για σύγχρονα θέματα που αφορούν την τέχνη της γαστρονομίας. Μιλάει άπταιστα τρεις γλώσσες κι έχει ταξιδέψει σε τέσσερις ηπείρους, σε περισσότερες από 15 χώρες.

ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ

Τα σημαντικότερα νέα της ημέρας, στο inbox σου κάθε μεσημέρι!

ΕΓΓPΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER

+